Ο Omar Sharif πέθανε τον Ιούλιο του 2015 σε ηλικία 83 ετών. Όλοι θα τον θυμόμαστε για τις παρουσίες του στις ταινίες “Lawrence of Arabia” (1962) και “Doctor Zhivago” (1965) του David Lean, καθώς και για το “Funny Girl” (1968) του William Wyler, δίπλα στην Barbra Streisand, όμως εμείς σαν Έλληνες έχουμε έναν ακόμη λόγο, για να μην τον ξεχάσουμε ποτέ. Και αυτός ο λόγος έχει να κάνει με την παρουσία του στην ταινία “Le casse” (1971) του Henri Verneuil, που σε μεγάλο μέρος της γυρίστηκε στην Ελλάδα (στον Πειραιά και στην Αθήνα βασικά).
Η υπόθεση της ταινίας σε γενικές γραμμές είχε ως εξής:
Ο Azad (Jean-Paul Belmondo), που είναι αρχηγός μιας σπείρας ειδικευμένης σε ληστείες πολύτιμων λίθων, φθάνει σ’ ένα λιμάνι της Μεσογείου (απ’ όσο θυμάμαι στην ταινία δεν κατονομάζεται, παρότι πρόκειται για τον Πειραιά) για την κλοπή μιας συλλογής διαμαντιών ή κάτι τέτοιο, που ανήκουν σ’ έναν εφοπλιστή. Η ληστεία εξελίσσεται όπως ήταν σχεδιασμένη, όμως η… απόδραση καθυστερεί, καθότι το καράβι που θα μετέφερε τη σπείρα έχει μπει σε ναυπηγείο για επισκευή. Έτσι, ο Belmondo εγκλωβίζεται στον Πειραιά (και στην Αθήνα), με τον αστυνομικό επιθεωρητή Abel Zacharia (Omar Sharif) να τον εντοπίζει και να τον κυνηγά.
Τον Ομάρ Σαρίφ θα τον θυμόμαστε όλοι για τις παρουσίες του στις ταινίες «Λόρενς της Αραβίας» και «Δόκτωρ Ζιβάγκο» του Ντέιβιντ Λην, καθώς και για το «Ένα Αστείο Κορίτσι» του Γουίλιαμ Γουάιλερ, δίπλα στην Μπάρμπρα Στρέιζαντ, όμως εμείς σαν Έλληνες έχουμε έναν ακόμη λόγο, για να μην τον ξεχάσουμε ποτέ. Και αυτός ο λόγος έχει να κάνει με την παρουσία του στην ταινία "Le casse" (1971) του Ανρί Βερνέιγ, που σε μεγάλο μέρος της γυρίστηκε στη χώρα μας (στον Πειραιά, την Αθήνα και την Κέρκυρα).
Σ’ αυτό το σημείο καταγράφεται, μάλιστα, μία από τις ωραιότερες σκηνές καταδίωξης με αυτοκίνητα στην ιστορία του κινηματογράφου (μ’ ένα Opel Rekord να κυνηγά ένα Fiat 124 Special) και στην οποίαν πρωταγωνιστούν ο Omar Sharif με τον Belmondo (και βεβαίως οι κασκαντέρ τους). Η σκηνή είναι γυρισμένη σε όλο τον Πειραιά και γύρω απ’ αυτόν (λιμάνι, Καστέλλα, Προφήτης Ηλίας, παραλιακή κ.λπ.), παρέχοντας αλησμόνητες εικόνες.
Εκείνη την εποχή, τον Φλεβάρη του ’71, όλοι οι συντελεστές της ταινίας είχαν βρεθεί στην Αθήνα κι είχαν δώσει μια μεγάλη συνέντευξη τύπου, η οποία είχε καλυφθεί από τα μέσα και τον Τύπο. Σε ρεπορτάζ της εφημερίδας «Μακεδονία» της 23/2/1971 διαβάζουμε σχετικά:
Οι ευρισκόμενοι εις Αθήνας ηθοποιοί του κινηματογράφου Ομάρ Σαρίφ, Ζαν Πωλ Μπελμοντό, Ρομπέρ Οσσέν, Νικόλ Καλφάν και ο Γάλλος σκηνοθέτης Ανρύ Βερνέιγ έδωσαν την 3 μμ (σ.σ. 22/2/1971) συνέντευξιν τύπου είς την αίθουσαν «Εσπερίδες» του ξενοδοχείου «Χίλτον» και απήντησαν εις ερωτήσεις των δημοσιογράφων σχετικώς με την ταινίαν «Λε Κας» που γυρίζεται εις Αθήνας.
Κατά την εμφάνισίν τους εις την αίθουσαν, όπου τους ανέμενον δεκάδες Ελλήνων και ξένων αντιπροσώπων του τύπου, ο Ομάρ Σαρίφ φορούσε σακκάκι μπλε σταυρωτό και μπλούζα «ζιβάγκο». Ο Μπελμοντό φορούσε ένα μπουφάν με γούνα, γραβάτα δεμένη όχι στον γιακά του υποκαμίσου αλλά στον λαιμό του και παντελόνι κοτλέ, και όπως πάντα είχε ένα πούρο στο στόμα(…).
Τους αστέρες παρουσίασεν ο επί των δημοσίων σχέσεων της Κολούμπια κ. Γουίλινγκ, ο οποίος συνέστησεν εις τους δημοσιογράφους να μην ενοχλούν τους ηθοποιούς κατά το γύρισμα της ταινίας, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπον παρακωλύουν το έργον τους. Στην σύσταση αυτή αντέδρασαν οι δημοσιογράφοι, οι οποίοι παρετήρησαν ότι εάν δεν έγραφαν για την άφιξη των ηθοποιών και για τις κινήσεις τους στην Αθήνα και τον Πειραιά, το αναγνωστικό κοινό θα έμενε ανενημέρωτο(…).
Στη συνέχεια ο Omar Sharif απάντησε σε ορισμένες… διευκρινιστικές ερωτήσεις:
— Σαν μανιώδης παίκτης του μπριτζ, αλλά και σαν πεπειραμένος, όπως θα μπορούσε να πη κανείς, τι συμβουλή θα δίνατε σ’ έναν αρχάριο που του αρέσει και σκοπεύει να επιδοθή σ’ αυτό;
Πρέπει να σπουδάση σε καλό δάσκαλο, γιατί αν το πάρη από την αρχή στραβά θα πληρώνη σπασμένα σ’ όλη του τη ζωή.
— Ποιες είναι οι γυναίκες που έπαιξαν σημαντικόν ρόλον στη ζωή σας και τι έχετε να πείτε γι’ αυτές;
Βασικόν ρόλο στην ζωή μου έπαιξαν δύο γυναίκες. Η μητέρα μου και η γυναίκα μου. Με τις άλλες γυναίκες που δεν ήσαν και πολλές δεν είχα τίποτε το ιδιαίτερο και δεν έπαιξαν ρόλο που να έχη ιδιαιτέραν σημασία για την ζωή μου. Ήταν απλώς φίλες.
— Ποιος ήταν ο χειρότερος ρόλος σας από πλευράς εμφανίσεως στον κινηματογράφο;
Εκεί που δεν απέδωσα όσα έπρεπε ήτο ο ρόλος που έπαιξα στο έργο «Η συνάντησις» (σ.σ. “TheAppointment” του Sidney Lumet), που πρωταγωνιστούσα με την Αννούκ Αιμέ. Αυτό ωφείλετο στο γεγονός ότι ξέφυγε εντελώς από τον έλεγχο του σκηνοθέτου ο ρυθμός του έργου. Γι’ αυτό και αποτύχαμε.
— Διαβάσαμε προ καιρού στις ιταλικές εφημερίδες δηλώσεις σας, στις οποίες αναφέρετε ότι θα παίξετε στο θέατρο. Είναι γεγονός;
Μου αρέσει πολύ το θέατρο και θέλω να παίξω σ’ αυτό. Είναι όμως δύσκολο γιατί απαιτεί αφ’ ενός μεν αφοσίωσι σ’ αυτό και αφ’ ετέρου τα οφέλη, εδώ που τα λέμε, είναι πενιχρά έναντι εκείνων του κινηματογράφου. Άλλωστε οφείλω να ομολογήσω ότι καλώς ή κακώς έχω χόμπυ και εγώ στα ακριβά πράγματα, τα οποία οπωσδήποτε απαιτούν πολλά χρήματα. Είναι αμφίβολο αν τα χρήματα που θα παίρνω από το θέατρο θα είναι αρκετά για να ανταποκρίνομαι στα γούστα και στα χόμπυ αυτά.
Οι σχετικοί παράγοντες του χουντικού καθεστώτος είχαν προθυμοποιηθεί να βοηθήσουν, φυσικά, στην ολοκλήρωση του φιλμ, στα πλαίσια πάντα της έξωθεν καλής μαρτυρίας που επεδίωκαν, αν και δεν αποκλείεται να ζητήθηκε η μη κατονομασία της λέξης «Πειραιάς» και άλλων σχετικών τοπωνυμιών στο σενάριο. (Το λέω με μιαν επιφύλαξη αυτό, επειδή την ταινία έχω να την δω, ολόκληρη, πολύ καιρό). Πιθανώς να ενοχλούσε το… αμοραλιστικό στόρι της, ή κάτι άλλο.
Πάντως, στην σκηνή με την αυτοκινητική καταδίωξη, βλέπουμε στους δρόμους κανα-δυο φορές τα «πουλιά», κάτι όχι αναγκαστικώς τυχαίο…
Αβανταδόρικες προς το καθεστώς ερωτήσεις (σε σχέση με τον τότε διορισμένο δήμαρχο Πειραιά Αριστείδη Σκυλίτση ή την ΕΤΒΑ) τέθηκαν, μάλιστα, και στον Henri Verneuil. Αξίζει να δούμε τι απάντησε ο γαλλοαρμένης σκηνοθέτης (πάντα από την «Μακεδονία»):
— Θα λάβουν μέρος Έλληνες ηθοποιοί εις την ταινίαν σας και πόσοι;
Δεν πρόκειται να λάβουν μέρος Έλληνες ηθοποιοί, εκτός βεβαία των κομπάρσων. Τούτο δε διότι εσκόπευα να γυρίσω την ταινίαν στο Αμβούργο και εκεί είχα προετοιμάσει πρόσωπα και πράγματα. Προ εβδομάδων επισκέφτηκα τον Πειραιά και γοητεύτηκα πραγματικά από τα κάλλη του και γενικά από τα τοπία του. Κατόπιν τούτου έκρινα σκόπιμο ότι η ταινία και το γύρισμά της θα απέδιδαν περισσότερον στον Πειραιά, γι’ αυτό απεφάσισα να την κάνω στην χώρα σας.
— Η ταινία σας «Λε Κας» χρηματοδοτείται από την ΕΤΒΑ (σ.σ. Εμπορική Τράπεζα Βιομηχανικής Αναπτύξεως);
Όχι. Οικονομικήν βοήθεια δεν μας παρέσχε η ΕΤΒΑ. Το μόνον το οποίον μας έδωσε ήτο ηθική συμπαράστασις και διευκόλυνσις σε ωρισμένες τυπικές διαδικασίες που πρέπει να γίνουν στην Ελλάδα.
— Μήπως ο Πειραιεύς επελέγη για το γύρισμα της ταινίας σας αντί για το Αμβούργο επειδή είναι φθηνότερη η ζωή και οπωσδήποτε θα σας στοιχίση λιγώτερα;
Το χρηματικόν ποσόν που θα δαπανηθή στην χώραν σας για το γύρισμα της ταινίας είναι σχεδόν το ίδιο που θα εδαπανάτο και στο Αμβούργο. Εάν υπάρξη διαφορά αυτή θα κινηθή μεταξύ 50 έως 60 χιλιάδες δραχμές.
— Είπατε ότι γοητευθήκατε από τον Πειραιά και κατά την τελευταία σας επίσκεψη, αλλά και τις άλλες φορές που ήλθατε στην Ελλάδα. Γοητευθήκατε καθόλου από την οργάνωση του κ. Σκυλίτση που έκανε τώρα τελευταία τον Πειραιά αγνώριστο;
Εμένα δεν μ’ ενδιαφέρει η ιστορία του Πειραιώς, δηλαδή η πριν ή η τωρινή εμφάνισίς του. Εγώ τον Πειραιά με τα σοκάκια του και τις θαυμάσιες τοποθεσίες του τον βλέπω πολύ κατάλληλο από κινηματογραφικής πλευράς.
— Κατά την διάρκεια της εδώ παραμονής όλων των ηθοποιών παρατηρείται μεγάλη νυχτερινή δραστηριότης. Που οφείλεται αυτό;
Μας παρασύρουν οι Αθηναίοι… Εμείς είμαστε μάλλον αρχάριοι και μας παρασύρουν…
— Μπορεί ο κ. Βερνέιγ να μας πη τη γνώμη του για τον ελληνικό κινηματογράφο;
Δεν είμαι σε θέση να απαντήσω στην ερώτησή σας, διότι δεν έχω πλήρη γνώση του θέματος. Είδα μέχρι σήμερα πολύ λίγες ταινίες από τις οποίες δεν μπορώ να βγάλω συμπέρασμα σε ποια στάθμη ευρίσκεται ο ελληνικός κινηματογράφος.
Και όμως ο Henri Verneuil είχε γνώμη για κάποιες τουλάχιστον ελληνικές ταινίες, καθότι είχε παραβρεθεί, ως προσκεκλημένος, στο 11ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης (21-27 Σεπτεμβρίου 1970). Από το site του Φεστιβάλ διαβάζουμε:
«Θύελλα χειροκροτημάτων θα συνοδεύσουν επίσης την “Αναπαράσταση” του Θόδωρου Αγγελόπουλου, που θεωρείται φαβορί για τα βραβεία. Την γνώμη αυτή πάντως δε συμμερίζεται ο γάλλος σκηνοθέτης Ανρύ Βερνέιγ, που ήλθε σαν προσκεκλημένος του Φεστιβάλ, ο οποίος δήλωσε σε μια ιδιωτική συζήτηση ότι η ταινία του Αγγελόπουλου αν βραβευθεί, θα κάνει κακό στον ελληνικό κινηματογράφο. Η άποψη αυτή διέρρευσε προς τα έξω, με αποτέλεσμα ο Τύπος να είναι εριστικός απέναντί του, θεωρώντας ότι ένας κατ’ εξοχήν εμπορικός σκηνοθέτης δεν είναι σωστό να κάνει κρίσεις αυτού του είδους γι’ αυστηρά καλλιτεχνικές ταινίες».
Η ταινία “Le casse” γυρίστηκε στην Αθήνα, τον Πειραιά και την Κέρκυρα την άνοιξη του 1971 (με τα «εσωτερικά», φυσικά, να γυρίζονται στα παρισινά στούντιο). Είχε καλό σενάριο, ωραία κινηματογράφιση, καλούς ηθοποιούς (πέραν των Omar Sharif και Jean-Paul Belmondo πρωταγωνιστούσαν οι Dyan Cannon, Robert Hossein, Nicole Calfan και Renato Salvatori), δυναμική και περιπετειώδη αφήγηση και φυσικά ένα ακόμη πολύ καλό σάουντρακ από τον μαέστρο Ennio Morricone.
ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 13.7.2015
σχόλια