Μετά από τρία χρόνια πολέμου, εκατομμύρια κάτοικοι της Υεμένης, κινδυνεύουν από λιμό και χολέρα ενώ, σε ακόμα πιο δεινή θέση βρίσκονται όσοι πάσχουν από καρκίνο, που αγωνίζονται να εξασφαλίσουν τα φάρμακά τους, σε μία χώρα με κατεστραμμένη οικονομία και διαλυμένες δομές.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας υπολογίζει ότι περίπου 35.000 άνθρωποι στην Υεμένη πάσχουν από καρκίνο ενώ, κάθε χρόνο, προστίθενται 11.000 νέοι καρκινοπαθείς.
Στη δυτική ακτή της Υεμένης, ο Μοχάμεντ αλ-Χοσαμί δέχεται την οικονομική βοήθεια των συγχωριανών του ώστε να πληρώσει την αντικαρκινική θεραπεία για την άρρωστη μητέρα του, σε μία κλινική στην κοντινή πόλη Χοντεϊντάχ.
«Είμαι άνεργος, χωρίς χρήματα και δεν μπορούμε να πληρώσουμε ούτε τα εισιτήρια. Το χωριό με βοηθά τόσο με το κόστος της θεραπείας όσο και με τα μεταφορικά», λέει στο πρακτορείο Reuters.
Η 17χρονη κόρη του Κάλεντ Ισμαήλ έχασε το αριστερό της χέρι, όταν οι γιατροί το ακρωτηρίασαν για να ανακόψουν την πορεία του καρκίνου. «Ξόδεψα όλα μου τα τιμαλφή και δανείστηκα πολλά χρήματα για να καλύψω το κόστος. Στο τέλος δεν είχαμε ούτε δανεικά λεφτά για τη αναγκαία θεραπεία, με αποτέλεσμα να παρουσιαστούν επιπλοκές και να της κόψουν το χέρι».
«Είναι πάρα πολύ δύσκολο να βρούμε φάρμακα και, ακόμα και όταν τα βρίσκουμε, είναι πανάκριβα και δεν έχουμε τα λεφτά για να τα αγοράσουμε», λέει ο Μοχάμεντ αλ-Εμάντ, που συνοδεύει έναν καρκινοπαθή συγγενή του μέχρι την πρωτεύουσα Σανάα.
Η Υεμένη έχει βυθιστεί σε μία μακροχρόνια σύρραξη ανάμεσα στον στρατιωτικό συνασπισμό του οποίου ηγούνται οι Σαουδάραβες, και στους Χούτι που έχουν συμμαχήσει με τις δυνάμεις του Ιράν.
Η ανθρωπιστική κρίση στην χώρα, είναι μία από τις πιο σοβαρές σε παγκόσμια κλίμακα, με εκατομμύρια ανθρώπους να είναι αντιμέτωποι με τον κίνδυνο της πείνας και σοβαρότατες ασθένειες όπως η μαλάρια, η χολέρα και η διφθερίτιδα.
Το εθνικό ογκολογικό κέντρο στη Σανάα δέχεται κάθε μήνα 600 νέους καρκινοπαθείς αλλά πέρυσι έλαβε μόλις 1 εκατομμύριο δολάρια από το κράτος και διεθνείς οργανισμούς, όπως καταγγέλλει στο Reuters o διευθυντής του κέντρου, Αχμέντ αλ-Ασγουάλ.
Τα ελάχιστα κρεβάτια στο Κέντρο, παραχωρούνται σε μικρά παιδιά και οι υπόλοιποι ασθενείς που λαμβάνουν ενδοφλέβια θεραπεία, κάθονται σε αναπηρικά καροτσάκια στην αίθουσα αναμονής.
Πριν της έναρξη του πολέμου, το κέντρο λάμβανε ετησίως 15 εκατομμύρια δολάρια, για χημειοθεραπείες και άλλα αντικαρκινικά φάρμακα, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Όμως οι γραμμές χρηματοδότησης έχουν παγώσει τα τελευταία χρόνια.
Ο επικεφαλής του Κέντρου αντικαρκινικής θεραπείας στην Αλ-Αμάλ, Γιάσερ Αμπντουλάχ Νουρ, ομολογεί ότι το κέντρο «αγωνίζεται» να φροντίσει τους 5.300 ασθενείς τους στην Χοντεϊντάχ, αλλά κινδυνεύει να κλείσει χωρίς την κυβερνητική υποστήριξη.
Με πληροφορίες από Reuters
σχόλια