Η πρώτη documenta διοργανώθηκε από τον ζωγράφο και καθηγητή Arnold Bode στην πόλη του, το Κάσελ, το 1955, σε συνεργασία με τον ιστορικό τέχνης Werner Haftmann. Οι δυο τους παρουσίασαν μια αναδρομική έκθεση μοντέρνας τέχνης με έργα που είχαν λογοκριθεί από τους ναζί ως «εκφυλισμένα», αλλά και με έργα νεότερων καλλιτεχνών.
{❖}
Η μεγάλη επιτυχία της πρώτης έκθεσης, με 130.000 επισκέπτες, έκανε τους δύο συνδιοργανωτές να την επαναλάβουν τέσσερα χρόνια μετά, το 1959, προσθέτοντας και άλλους εκθεσιακούς χώρους, πέραν του Μουσείου Fridericianum.
{❖}
H documenta 3, η τελευταία υπό την επιμέλεια των αρχικών διοργανωτών, διοργανώθηκε το 1964 και ήταν τότε που χαρακτηρίστηκε «Μουσείο των 100 ημερών», οριστικοποιώντας ως διάρκεια της έκθεσης τις 100 ημέρες.
{❖}
Η τέταρτη documenta διοργανώθηκε το 1968 από μια επιτροπή 23 μελών που επέλεξαν τους καλλιτέχνες μετά από έντονες προστριβές που οδήγησαν στην παραίτηση τον Haftmann. Από δω και πέρα, η έκθεση θα αφορά μόνο νέα έργα τέχνης.
{❖}
Το 1972, η documenta 5, οργανώνεται για πρώτη φορά από ένα πρόσωπο, τον Ελβετό επιμελητή Herald Szeemann. Η ιδέα του για τη documenta συνοψιζόταν στον τίτλο «The Questioning of Reality - Image Worlds Today».
H documenta 6, το 1977, υπό τον καλλιτεχνικό διευθυντή Manfred Schneckenburger, επικεντρώνεται σε φιλμ, φωτογραφία και βίντεο, ενώ η προσθήκη έργων καλλιτεχνών από την Ανατολική Γερμανία προκαλεί αντιδράσεις.
{❖}
Στην documenta 7, το 1982, επιμελητής αναλαμβάνει ο Rudi Fuchs από την Ολλανδία, ο οποίος δίνει έμφαση στη ζωγραφική και κυρίως στο γερμανικό ρεύμα «Die neuen Wilden». Το έργο του Joseph Beuys που αποτελείται από 7.000 μελανόλιθους είναι ανάμεσα στα πιο εντυπωσιακά της έκθεσης.
Στην documenta 8, το 1987, ο Manfred Schneckenburger επιστρέφει ως επιμελητής και θέτει στο επίκεντρο «τις ιστορικές και κοινωνικές διαστάσεις της τέχνης». Ιδιαίτερη σημασία δίνεται σε installations με ήχο και εικόνα, καθώς και σε περφόρμανς, αρχιτεκτονική και design.
{❖}
Στην documenta 9, το 1992, καλλιτεχνικός διευθυντής αναλαμβάνει ο Jan Hoet. Οι κριτικοί τέχνης επικρίνουν τον χαρισματικό Βέλγο για τις θεματικές του, αν και η έκθεση συγκεντρώνει 600.000 επισκέπτες.
{❖}
Στην documenta 10, το 1997, καλλιτεχνική διευθύντρια αναλαμβάνει για πρώτη φορά μια γυναίκα, η Catherine David από τη Γαλλία. Η τελευταία documenta του αιώνα «ατενίζει ιστορικά και κριτικά την ίδια της την ιστορία».
{❖}
Στην documenta 11, το 2002, αναλαμβάνει καλλιτεχνικός διευθυντής για πρώτη φορά ένας μη Ευρωπαίος, ο Νιγηριανός Okwui Enwezor, ο οποίος συμπεριέλαβε έργα από την Αφρική, την Ασία και τη Λατινική Αμερική.
{❖}
Στην documenta 12, το 2007, η επιτροπή επέλεξε ως καλλιτεχνικό διευθυντή τον Roger M. Buergel, έναν όχι και τόσο γνωστό Βερολινέζο επιμελητή, μόνιμο κάτοικο της Βιέννης, που συνεπικουρήθηκε στο έργο του από τη σύζυγό του Ruth Noack. Οι ερωτήσεις που έθεσε το δίδυμο ήταν: «Είναι η νεωτερικότητα η αρχαιότητά μας; Τι είναι η γυμνή ζωή; Τι πρέπει να γίνει με την εκπαίδευση;». Η έκθεση συγκέντρωσε 500 έργα τέχνης από 113 καλλιτέχνες.
Στην documenta 13, το 2012, υπό την επιμελήτρια Carolyn Christov-Bakargiev, το κυρίως θέμα ήταν «Κατάρρευση και Ανάκτηση». Την έκθεση επισκέφθηκαν 905.000 φιλότεχνοι, αριθμός-ρεκόρ για τη διοργάνωση. H documenta 13 περιλάμβανε επίσης μια σειρά σεμιναρίων και μια τριανταήμερη έκθεση στην Καμπούλ του Αφγανιστάν, ένα οκταήμερο σεμινάριο στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και μια δεκατετραήμερη «απόσυρση» στο πάρκο Banff του Καναδά.
{❖}
Η documenta 14 που θα πραγματοποιηθεί το 2017 υπό την καλλιτεχνική επιμέλεια του Πολωνού Adam Szymczyk, για πρώτη φορά στην ιστορία της θα διοργανωθεί παράλληλα και σε άλλη πόλη εκτός από το Κάσελ, στην Αθήνα, υπό το σύνθημα «Μαθαίνοντας από την Αθήνα». Οι καλλιτέχνες θα κληθούν να εργαστούν και στις δύο πόλεις, ώστε να καταστεί δυνατή η καλλιτεχνική συνδημιουργία. Όπως είπε ο Szymczyk, η έκθεση θα αποκτήσει νέο ρόλο: του φιλοξενούμενου στην Αθήνα. Η documenta 14 θα ξεκινήσει στις 8 Απριλίου 2017 στην Αθήνα και στις 10 Ιουνίου στο Fridericianum του Κάσελ, παραμένοντας ανοιχτή στο κοινό αντιστοίχως για εκατό ημέρες.
{❖}
Μια πρώτη γεύση για το τι θα δούμε στο πλαίσιο της έκθεσης πρόσφεραν οι «34 ασκήσεις ελευθερίας» στο Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων, στο Πάρκο Ελευθερίας. Το συγκεκριμένο κτίριο υπήρξε κατά τη διάρκεια της χούντας το αρχηγείο της στρατιωτικής αστυνομίας, της περιβόητης ΕΑΤ-ΕΣΑ, ενώ ένα δεύτερο κτίριο ακριβώς πίσω από αυτό ήταν κέντρο κράτησης και βασανισμού.
{❖}
Οι «34 ασκήσεις ελευθερίας» είχαν στόχο, όπως έγραψαν οι διοργανωτές, «να συνθέσουν μια queer αντιαποικιακή ευρωπαϊκή συμφωνία με αφετηρία τη δεκαετία του 1960 έως σήμερα, εμπλέκοντας στον διάλογο και φέρνοντας στο προσκήνιο αντιφρονούσες, ετερογενείς και αποσιωπημένες αφηγήσεις». Στο δεκαήμερο των εκδηλώσεων ακούστηκαν «σύγχρονες γλώσσες αντίστασης, από την κουρδική επανάσταση της Rojava ως τους queer, τρανσέξουαλ, εκδιδόμενους και τις φωνές των μεταναστών στην Τουρκία, στην Ελλάδα, στο Μεξικό ή στη Βραζιλία, τους σύγχρονους αγώνες για την αποκατάσταση των αυτόχθονων πληθυσμών, τις νέες πολιτικές και καλλιτεχνικές πρακτικές που επινοούν νέες μορφές επίδρασης, γνώσης και πολιτικής υποκειμενικότητας, όπως ecosex, queer-indigenism και ριζοσπαστική επιτελεστικότητα», οι οποίες σχεδιάζουν όλες μαζί «έναν πολιτικό και ποιητικό χάρτη της Ευρώπης, διαφορετικό από εκείνον που σχεδίασε η Ευρωπαϊκή Ένωση».
{❖}
Η επόμενη φάση της προ-εκθεσιακής περιόδου θα ξεκινήσει τον Οκτώβριο με ένα πρόγραμμα εβδομαδιαίων δημόσιων δράσεων υπό την επιμέλεια του Πολ Πρεκιάντο, οι οποίες θα οδηγήσουν σταδιακά στην έκθεση τον Απρίλιο του 2017.