Η αίθουσα όπου δόθηκε η συνέντευξη τύπου ήταν κατάμεστη. Υπερτερούσαν σε αριθμό οι δημοσιογράφοι, αλλά ήταν παρών και κόσμος του θεάτρου που πάντα λαμπυρίζει πιο αλέγρος από τον κόσμο των παρευρισκόμενων εικαστικών. Όλους όμως τους επισκίαζε η παρουσία εκείνων των αιθέριων υπάρξεων (ανεξαρτήτως φύλου και εμφανισιακών χαρακτηριστικών) που κατέχουν υποστηρικτικά πόστα και καταφθάνουν πάντα ελαφρώς πιο καλοντυμένες απ' όσο αρχικά φαίνεται να απαιτούν οι περιστάσεις. Αυτές οι πεπλοφόροι της επισημότητας επιβάλλουν τον δικό τους τόνο ως σωστό για την κάθε εκδήλωση, χάρη στην αμόλυντη αθωότητα της αέναης débutante και χάρη στη χαλύβδινη αυτοπεποίθησή τους. Ήταν λοιπόν βέβαιο πια ότι τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά.
Πρώτος πήρε τον λόγο ο δήμαρχος Αθηναίων, που, ως γνωστόν, επιμηκύνει τα όμικρον όταν βρίσκονται στο τέλος της λέξης, τραβώντας τα κάπως ρομαντικά προς τα επάνω. Επιπλέον, είναι και οι εισπνοές του που ηχούν κάπως μακρύτερες και βαθύτερες από τις εκπνοές του. Το αποτέλεσμα είναι όποτε διαβάζει κατεβατά και, ακόμα χειρότερα, όταν διαβάζει καταλόγους αγνών προθέσεων και υψηλών αξιών σε κατεβατά, μοιραία μερικές απ' αυτές να χάνονται, επειδή απλά πέφτουν –από ατυχία τους και μόνο– πάνω σε εισπνοή και έτσι καταπίνονται, αντί να βγουν προς τα έξω.
[Σύμφωνα με τον Άνταμ Σίμτζικ] στην Ευρώπη σήμερα η υπεράσπιση και η προστασία της κοινωνίας είναι αναγκαίες κυρίως ενάντια στη βία που ασκεί κατά της κοινωνίας το ίδιο το κράτος.
Ωστόσο, ο δήμαρχος ξέφυγε από αυτόν τον τόνο που ευνοεί μόνο τις εναντιωματικότητες και τις παχυλογίες και υπερύψωσε τελικά τη φωνή του υποστηριζόμενος από ένα μαξιλαράκι αναπάντεχης αισιοδοξίας, μόλις άγγιξε το θέμα της τουριστικής προσδοκίας από την documenta 14. Δηλαδή, το ότι η Αθήνα, «η μοναδική αυτή πόλη της κλασικής αρχαιότητας, με τις μεγάλες όμως σύγχρονες πολιτισμικές δυνατότητες», θα γίνει «πόλος έλξης για χιλιάδες επισκέπτες, δημιουργούς και φιλότεχνους» που θα έρθουν για την έκθεση, προστιθέμενοι σαν extra bonus πόντοι στη διαρκώς αυξανόμενη τουριστική κίνηση τα τελευταία χρόνια. Μάλιστα, κάποια στιγμή, πάνω στον ενθουσιασμό του, ο δήμαρχος διατύπωσε και τη ρητορική ερώτηση βαθμίδας νηπιαγωγείου: «Δεν είναι πλέον η ώρα να αναδειχθεί [η Αθήνα] και σε έναν σπουδαίο πολιτιστικό προορισμό;» χωρίς όμως να διακινδυνεύσει μια περαιτέρω ανάπτυξη του θέματος.
Βέβαια, ακόμα και στις μέρες μας θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει ότι η βασική προτεραιότητα ενός δημάρχου (αλλά και οποιουδήποτε άλλου) θα έπρεπε να σχετίζεται με τον πολιτισμικό αντίκτυπο στον κόσμο μιας έκθεσης με τη βαρύτητα που έχει για τη σύγχρονη τέχνη παγκοσμίως η ανά πενταετία διοργάνωση της documenta. Να αναρωτιέται δηλαδή αν η επιρροή που ασκεί στους κύκλους της τέχνης θα μπορέσει να ξεχειλίσει προς το αγνό κοινό και να το επηρεάσει στα πεδία που η ίδια η έκθεση αποζητά και που πρωτίστως είναι το πολιτικό και κοινωνικό καθώς και το πεδίο της αναγνώρισης της πρωτοπορίας στην καλλιτεχνική δημιουργία.
Κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε όμως γιατί όλοι έχουν συνηθίσει στο ότι από την πρώτη στιγμή ο δήμαρχος στεκόταν στο θετικό αποτέλεσμα που θεωρείται ότι θα έχει η διοργάνωση στην τουριστική κίνηση, αφού είναι έτσι κι αλλιώς «η ναυαρχίδα» των εικαστικών εκθέσεων. Έτσι, στο τέλος όλοι μάλλον χάρηκαν με την ανακοίνωσή του ότι η Aegean Airlines θα δρομολογήσει απευθείας πτήσεις από την Αθήνα στο Κάσελ κατά το διάστημα μεταξύ τέλους Μαρτίου και τέλους Ιουνίου 2017, ώστε να διευκολυνθούν οι ενδιαφερόμενοι που θα ήθελαν να δουν και τα δύο σκέλη της έκθεσης στις πόλεις στις οποίες διοργανώνεται.
Παρά το ότι η συνέντευξη τύπου είχε ως αντικείμενο την έναρξη του Προγράμματος Δημόσιων Δράσεων της documenta, το οποίο ξεκινά στις 14/9, το πρόγραμμα αυτό δεν παρουσιάστηκε με τον πιο αναλυτικό τρόπο. Μερικοί απέδωσαν το γεγονός στο ότι ο Άνταμ Σίμτζικ, ο Πολωνός καλλιτεχνικός διευθυντής της documenta 14, δεν πρόλαβε να επεκταθεί στην ανάλυση του προγράμματος επειδή αφιέρωσε τον περισσότερο χρόνο που είχε στη διάθεσή του σε ευχαριστίες προς τους διάφορους δημόσιους φορείς και θεσμούς που συμμετέχουν με ποικίλους τρόπους συνεργασίας στην έκθεση.
Δεν αποκλείεται ο Άνταμ Σίμτζικ να παρεξηγείται μερικές φορές. Μάλλον φταίει το βορειοευρωπαϊκό παρουσιαστικό του, που στιγμιαία μπορεί να φαντάζει ψυχρότερο του κανονικού, λόγω της αδιάσταλτης εκφραστικότητάς του. Αυτά τα δύο στοιχεία μαζί υπάρχει περίπτωση να προκαλέσουν έναν ελαφρύ τρόμο στους ανυποψίαστους, σαν –ας πούμε– να είχαν απέναντί τους την Κριστίν Λαγκάρντ της διεθνούς σύγχρονης τέχνης.
Αν παραδοθούν όμως σ' αυτή την τρομώδη κατάσταση, μάλλον θα αδικήσουν τον Άνταμ Σίμτζικ, τον οποίο κυρίως χαρακτηρίζει μια αξιοζήλευτη ικανότητα να μην ξεφεύγει ποτέ από το θέμα του, να μην παραμελεί τον συλλογιστικό στόχο του και κυρίως να μην παγιδεύεται ποτέ στην όποια χαζοχαρούμενη ατμόσφαιρα μπορεί να δημιουργείται γύρω του, επιδιώκοντας να του επιβάλει τη χαλαρότητά της ή τις προκαταλήψεις της.
Με το πλήρες μενού των ευχαριστιών του ο Άνταμ Σίμτζικ άφησε τον απαραίτητο χρόνο στους παρευρισκομένους να κάνουν έναν γρήγορο απολογισμό και να κατανοήσουν ότι κανένας σχετιζόμενος φορέας και θεσμός του ελληνικού Δημοσίου δεν θα μπορεί να ισχυριστεί ότι έμεινε παραπονεμένος επειδή δεν συμπεριλήφθηκε σε κάποια συνεργασία με την documenta 14. Και ως σοβαρός μελετητής του αντικειμένου του ο Σίμτζικ έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις για όλα αυτά. Στάθηκε στο πολιτικό πρόταγμα του «να είσαι ρεαλιστής και να ζητάς το εφικτό».
Με αφορμή αυτό έκανε μια αναδρομή στην αρχική πρόταση, που υπέβαλε το 2013, για μια documenta σε δύο πόλεις, η οποία μειονεκτούσε ως προς το ότι δεν ζητούσε το εφικτό, δεδομένου ότι αυτή η διαίρεση της έκθεσης στην Αθήνα και στο Κάσελ δεν επέτρεπε να «συντονιστεί ο μεταξύ τους παλμός», αφού οι δύο πόλεις είναι «εντελώς διαφορετικές» πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά.
Όμως, όπως είπε, αυτό που αρχικά φάνταζε τόσο ανέφικτο κατάφερε στην πορεία να βρει αρμούς που θα το οδηγούσαν προς το εφικτό, και οι αρμοί αυτοί ήταν κυρίως οι δημόσιοι φορείς και θεσμοί. Κατά τη θεώρησή του, αυτοί είναι πάντα οι εγγυητές της ίδιας της ύπαρξης μιας κοινωνίας.
Ως σοβαρός μελετητής του αντικειμένου του ο Σίμτζικ έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις για όλα. Στάθηκε στο πολιτικό πρόταγμα τού «να είσαι ρεαλιστής και να ζητάς το εφικτό».
Η ελευθερία και η δημοκρατία σε μια κοινωνία δεν είναι αγαθά που παρέχονται, αλλά αγαθά υπό συνεχή διαπραγμάτευση και διεκδίκηση. Η κοινωνία δεν είναι κάτι που απλά υφίσταται άτρωτο στο διηνεκές. Αντιθέτως, είναι κάτι ευμετάβλητο και ευαίσθητο, έρμαιο του καθενός που θα επιδίωκε να φερθεί χειριστικά απέναντί του. Και, εν πάση περιπτώσει, η κοινωνία είναι κάτι εύθραυστο και πολύτιμο που χρήζει προστασίας και υπεράσπισης, ακόμα και από τον ίδιο της τον εαυτό. Τόνισε επίσης ότι, ως προς αυτό, στην Ευρώπη σήμερα η υπεράσπιση και η προστασία της κοινωνίας είναι αναγκαίες κυρίως ενάντια στη βία που ασκεί κατά της κοινωνίας το ίδιο το κράτος.
Μέσω αυτής της συλλογιστικής κατέληξε και στο να εξάρει τη σημασία του ότι το Πρόγραμμα των Δημόσιων Δράσεων της documenta 14 στην Αθήνα θα έχει ως έδρα το Κέντρο Τεχνών του Δήμου Αθηναίων στο Πάρκο Ελευθερίας, το οποίο, ως γνωστόν, ήταν επί δικτατορίας η έδρα της διαβόητης ΕΑΤ/ΕΣΑ. Αυτό το βεβαρυμένο –το μαύρο– παρελθόν του χώρου φαίνεται ότι συγκινεί πολύ και τους άλλους εμπλεκόμενους στα εικαστικά πλάνα της documenta 14 στην Αθήνα, όπως είναι για παράδειγμα ο φιλόσοφος και επιμελητής εκθέσεων Paul B. Preciado, διευθυντής ολόκληρου του Προγράμματος Δημόσιων Δράσεων της έκθεσης, που έχει τον τίτλο «Η Βουλή των Σωμάτων».
Επιπλέον, ο χώρος οδήγησε σε ένα καλλιτεχνικό πρότζεκτ που παρουσιάστηκε στη συνέντευξη τύπου. Είναι ένα μικρό βιβλίο με τον τίτλο LTI – Lingua Tertii Imperii, που σημαίνει «Γλώσσα της Τρίτης Αυτοκρατορίας». Πρόκειται για αναφορά σε ανάλογη δημοσίευση που είχε εμφανιστεί στην προπολεμική ναζιστική Γερμανία. Είναι έργο του Ισπανού καλλιτέχνη Daniel G. Andujar, το οποίο φανερώνει απ' την πρώτη κιόλας ματιά την εκτεταμένη έρευνά του στα αρχεία φωτογραφιών από την εποχή της επταετίας και συγκινεί με αντιπαραθέσεις εικόνων καθώς και με την παράθεση κάποιων μάλλον λίγο ξεχασμένων πληροφοριών για την εποχή. Κυρίως όμως συγκινεί η δύναμή του να γεννά μια κάποια ενοχή στον μεγαλύτερο σε ηλικία Έλληνα θεατή που έζησε εκείνους τους καιρούς. Και αυτό μπορεί να συμβαίνει επειδή ο χρόνος έχει πλέον θαμπώσει τη φρίκη των εικόνων – αφού αυτό είναι άλλωστε το στοιχείο που πάντα θαμπώνει πρώτο σε τέτοιες περιπτώσεις. Έτσι, μοιραία ο αναγνώστης μπορεί να παρασυρθεί άθελά του σε μια αισθητική απόλαυσή τους.
Πάντως, η έκδοση «προειδοποιεί» από την πρώτη κιόλας γραμμή: «Η γλώσσα δεν είναι ποτέ αθώα. Η αρχιτεκτονική δεν είναι ποτέ αθώα. Οι εικόνες δεν είναι ποτέ αθώες. Εμπλέκονται ανοιχτά σε μια πάλη σώμα με σώμα με την ιστορία», για να προχωρήσει λίγο παρακάτω σε μια προτροπή: «Σβήσε τη λάμπα του Διογένη και περιπλανήσου στο πάρκο στο φως της ημέρας, προς αναζήτηση μιας ειλικρινούς γλώσσας».
Μια και το θέμα έφτασε στην ειλικρινή γλώσσα, ας σημειωθεί ότι η αίθουσα του Κέντρου Τεχνών του Δήμου Αθηναίων στο Πάρκο Ελευθερίας (πρώην ΕΑΤ/ΕΣΑ) που παραχωρήθηκε στις Δημόσιες Δράσεις ανακαινίστηκε με κονδύλια της documenta 14. Το έργο ανέλαβε ο αρχιτέκτων και εικαστικός καλλιτέχνης Ανδρέας Αγγελιδάκης.
Πέρα από τις εργασίες πλήρους επαναφοράς των λειτουργιών του κτιρίου ο Αγγελιδάκης μερίμνησε και για την ενσωμάτωση μορφών που αποκαλύπτουν την ιστορία του. Επιπλέον, και επειδή μια προαπαίτηση της documenta 14 ήταν να αποφευχθεί η χρήση συμβατικής επίπλωσης αιθουσών διαλέξεων/συνεδρίων, ο Ανδρέας Αγγελιδάκης δημιούργησε 68 «μπλοκ ψευδο-ερειπίων» (από αφρολέξ ντυμένο με καμβά στον οποίο είναι τυπωμένη η συνήθης όψη του εμφανούς μπετόν). Τα μπλοκ συνδυάζονται μεταξύ τους με απροσδόκητους τρόπους (λίγο πολύ όπως τα τουβλάκια του ηλεκτρονικού παιχνιδιού Tetris) και έτσι οι καλλιτέχνες, οι περφόρμερ και οι ομιλητές θα τα ξαναστήνουν ανάλογα με την εκάστοτε περίσταση και τη βούλησή τους, προκειμένου να δημιουργούν τις πλατφόρμες που θα στηρίζουν τη δική τους έκφραση. Η ιδέα των «μπλοκ ψευδο-ερειπίων» προέκυψε από δύο βασικές αναφορές: τα σκαλιά προς το βήμα της Πνύκας στην αρχαιότητα και τους τσιμεντένιους σκελετούς των αθηναϊκών πολυκατοικιών. Τοποθετημένα με κάποιο συμβατικό ρυθμό καθισμάτων, τα μπλοκ αναδεικνύουν τον ήπιο χαρακτήρα τους. Διαφορετικά βγάζουν κάτι τραχύ, το οποίο όμως και πάλι λειαίνεται, μέχρι ενός σημείου, από την ευπρόσδεκτη ως αυτοϋπονομευτική νότα χιούμορ που διαθέτουν.
Για το πρόγραμμα που επέλεξε να παρουσιάσει ο Paul B. Preciado στάθηκε στην αντίληψη του Michel Foucault ότι η ελευθερία δεν είναι ένα δικαίωμα που απονέμεται σε μια κοινωνία, αλλά μια πρακτική στην οποία η κάθε κοινωνία και τα μέλη της οφείλουν να ασκούνται για να τη διατηρούν ενεργή. Για τον λόγο αυτόν «Η Βουλή των Σωμάτων» είναι μια πρόταση για 34 διαφορετικές ασκήσεις ελευθερίας.
Επιπλέον, από τον Οκτώβριο θα ξεκινήσει ένα πρόγραμμα εβδομαδιαίων δημόσιων δράσεων (με περφόρμανς, συζητήσεις, αναγνώσεις, εργαστήρια κ.λπ.) που θα συνεχιστούν μέχρι την έναρξη της documenta 14 στην Αθήνα τον Απρίλιο του 2017.
Οι απαραίτητες πληροφορίες για το πρόγραμμα της κάθε μέρας βρίσκονται στην ιστοσελίδα www.documenta14.de η οποία διευκολύνει τους ενδιαφερομένους και με αποστολή newsletter κατόπιν σχετικής εγγραφής.
σχόλια