• Το πρώτο μου σπίτι στην Αθήνα ήταν στα Άνω Πετράλωνα, στην οδό Δημοφώντος. Ένα υπόγειο ήταν, ουσιαστικά ένας άδειος χώρος όπου μπορούσα να κάνω ό,τι ήθελα (όπως, ας πούμε, να βάλω έναν φίλο μου να με σπρώχνει γύρω-γύρω πάνω σε ένα καρότσι του σούπερ-μάρκετ), είχε χαρακτήρα και συγκατοικούσα με μια φίλη μου που έμενε από πάνω κι έκανε τα πάντα να δείχνουν οικεία.
- Με είχε προσκαλέσει εκεί, λοιπόν, η Νατάσσα. Τότε ήταν και αυτή μόνη. Έκτοτε παντρεύτηκε, έκανε παιδάκι, μετακομίσαμε και οι δύο, αλλά το σπίτι μας στη Δημοφώντος, κάθε φορά που θα περνάμε απ' έξω, θα μας ξανακάνει 20άρηδες.
- Πήγα εκεί το 2004. Τότε, με τους Ολυμπιακούς, και ήταν το πρώτο μου εργένικο σπίτι. Πρώτο έτος στη δραματική σχολή του Εθνικού, όπου πήγαινα με ποδήλατο, πριν γίνει η όλη φάση μόδα. Η Αθήνα ήταν σχεδόν όμορφη, οι τουρίστες των Ολυμπιακών μάς είχαν κάνει όλους υπόδειγμα ευγένειας και η γειτονιά μου, δίπλα στο ανερχόμενο Γκάζι, έδειχνε να είναι το ιδανικό μέρος για έναν φοιτητή που είχε έρθει μόλις από τη Θεσσαλονίκη και του έλειπε το φαγητό και τα σουτζουκάκια της Τούμπας.
Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι, θα ήταν το χρώμα των πολυκατοικιών. Έλα, μια απόφαση είναι. Ας γίνουμε λίγο τρικολόρε.
- Όταν μετακόμισα εκεί, ένας φίλος μού είχε δώσει ένα διαφημιστικό ψυγείο για τον πρώτο καιρό. Χωρούσε μέσα 4 μπίρες. Έβγαλα με αυτό το ψυγείο το πρώτο δίμηνο. Μέχρι και τριμμένο τυρί χώρεσα εκεί μέσα.
- Νομίζω ότι τα Πετράλωνα έχουν ωραίο φως. Γενικά, οι περιοχές γύρω από την Ακρόπολη θαρρείς πως έχουν κάτι, μια ωραία αύρα, νιώθεις κάπως όμορφα να περπατάς εκεί κοντά. Λίγο πιο πάνω είναι και η Πνύκα, το τέλειο μέρος για να ξεχνάς την Αθήνα.
- Στη παλιά μου γειτονιά μένει ένας άνθρωπος με πολύ ενδιαφέρον. Είναι ο Γιώργος Μαυρίδης με τον οποίο συνεργάζομαι τώρα για την παράσταση «Η Ωραία του Πέραν». Ο Γιώργος είναι επαγγελματίας λυράρης, με ταλέντο όχι μόνο στο να γράφει μουσική αλλά και στο να κατασκευάζει δικές του λύρες. Τις προάλλες, που πέρασα από το σπίτι του για να πάμε στο γιουσουρούμ, μια γειτόνισσα του έκανε παράπονα που πια δεν τον ακούνε στη γειτονιά να παίζει λύρα. Ο Γιώργος, χαμογελώντας, της είπε ότι η πολίτικη λύρα που παίζει αυτόν τον καιρό δεν είναι τόσο έντονο όργανο και υποσχέθηκε να επανέλθει σύντομα. Σε όλη αυτή την κουβέντα καθόμαστε με τον μπαμπά του Γιώργου, που μόλις έχει έρθει από τη Δράμα, και μιλάμε για τη Βόρεια Ελλάδα και τα τραπεζώματα που κάνουν οι συγγενείς στο χωριό και ταυτόχρονα μια καλόγρια βγαίνει από μια μονή (και όμως υπάρχει εκεί, στα Πετράλωνα) και μας χαιρετάει. Και κάπως έτσι, μ' αυτά και μ' αυτά, νιώθω σαν να μεταφέρομαι στα στενά της Τούμπας στη Θεσσαλονίκη, θυμάμαι τα μέρη μου και με πιάνει μια γλύκα της γειτονιάς που μου λείπει στην Αθήνα, και που κάποιοι άνθρωποι μου τη χάρισαν έτσι, άθελά τους, ένα πρωινό λίγο πιο πέρα από το πολύβουο κέντρο της Αθήνας.
- Μου αρέσει να κάνω βόλτα στη Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Καμιά φορά, το βράδυ, θα δεις στον πεζόδρομο έξω από τον Κεραμεικό να χορεύουν ζευγάρια τάνγκο, σουίνγκ και άλλα. Μπορείς, λοιπόν, να παρακάμψεις το κομμάτι του εαυτού σου που πιστεύει ότι είσαι σαν πουρές, να πάρεις το ταίρι σου και να μεταμορφωθείς σε Αργεντίνο εραστή, από αυτούς με το τριαντάφυλλο στο στόμα. Επίσης, μια βόλτα στα στενά των Άνω Πετραλώνων θα σε πείσει ότι σαν τη μυρωδιά του γεμιστού όταν ψήνεται δεν έχει. Και μη τυχόν και δεν πας για φαΐ στα παϊδάκια του Ηλία. Κάν' το, ρε παιδί μου, σαν δώρο στον εαυτό σου, χωρίς αναστολές.
- Στη γειτονιά τότε δεν υπήρχαν και πολλά, κάνα δυο φαγάδικα και απέναντι από το σπίτι ένα σχολείο πάνω σε έναν πράσινο λόφο. Λίγο πιο κάτω όμως, στην Τριών Ιεραρχών, χαμός. Ωραίοι φούρνοι, βιντεοκλάμπ, μίνι-μάρκετ και κάβες. Τότε, στην Τρώων υπήρχε ησυχία, μόνο ο Ζέφυρος και κάποια εστιατόρια. Τώρα εκεί χτυπάει η καρδιά των Πετραλώνων: τσιπουράδικα, μεζεκλίδικα κα ο Ζέφυρος, φυσικά, σταθερή αξία.
- Από τα πιο αγαπημένα μου μέρη, ένα καφενείο στη Δημοφώντος όπου μαζεύονται ακόμα παππούδες, δίπλα σε χιπστεράδες με μουστάκια και το σπίτι του Πιλ Πουλ.
- Σε μια φίλη ένα βράδυ την έπεσαν δυο τύποι κάτω από τη γέφυρα του Πουλόπουλου. Θέλει ακόμα προσοχή εκεί το βράδυ. Σ' εμένα για πολύ καιρό συνέβαινε το εξής: στις αρχές, που δεν είχα ακόμα κουζίνα κι έτρωγα συνέχεια απ' έξω, πήγαινα πολύ συχνά στον Θανάση για σουβλάκια. Μου άρεσε να τα παίρνω πακέτο και να πηγαίνω σπίτι (τώρα γιατί, ένας Θεός ξέρει, υπολογιστή δεν είχα, τηλεόραση αρνιόμουν από άποψη, μόνο ένα CD player είχα βάλει). Στον δρόμο της επιστροφής, λοιπόν, είχα πάντα τα σουβλάκια στο δεξί και συνήθως, λίγο μετά την πρώτη ανηφόρα του πεζόδρομου του Θησείου, άρχιζα πάντα να επιταχύνω, γιατί η παρέα των γειτονικών τσοπανόσκυλων με έπαιρνε στο κατόπι με καθόλου φιλική, έλα-να-παίξουμε διάθεση. Κατέληγα στο σπίτι λαχανιασμένος και καταϊδρωμένος, σαν να είχα παλέψει με κάνα στρατό. Αλλά το σουβλάκι του Θανάση με την πάπρικα και το κρεμμύδι με έκανε να αισθάνομαι βασιλιάς.
- Αν μπορούσα να αλλάξω κάτι, θα ήταν το χρώμα των πολυκατοικιών. Έλα, μια απόφαση είναι. Ας γίνουμε λίγο τρικολόρε.
Info: Αυτό τον καιρό κάνει πρόβες για την Ωραία του Πέραν στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, ένα λαϊκό ρομάντσο στο οποίο υπογράφει και τη συν-σκηνοθεσία. Παράλληλα, ξεκινάει στο θέατρο Πόρτα την επανάληψη του Mojo σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου και γίνεται ξανά ροκαμπίλι.