- Από το 2008 μένω στην πλατεία Ελευθερίας στο Νέο Ψυχικό, μια υπέροχη μικρή πλατεία με δέντρα κι ένα σιντριβανάκι που δεν λειτουργεί ποτέ. Ο δρόμος του σπιτιού μου είναι πλατύς και «ανοιχτόκαρδος», με νεραντζιές και μοβ ιβίσκους, ενώ, πού και πού, συναντάς στη μέση του πεζοδρομίου γηραιά πεύκα να σου κλείνουν τον δρόμο με τις ρίζες τους. Όσο και αν ακούγεται γλυκερό, τα μεσημέρια ακούς κοτσύφια. Έχει μια ηρεμία, αλλά όχι αυτήν της απομόνωσης. Υπάρχει έντονη περατζάδα και οι δρόμοι είναι ζωηροί, με κόσμο που εργάζεται στις εταιρείες της Κηφισίας και στη Ρωσική Πρεσβεία αλλά και πολλούς επισκέπτες λόγω της πλατείας, ιδιαίτερα τα Σαββατοκύριακα. Τα καλοκαίρια νομίζεις πως είσαι σε νησί.
- Είναι αυτό που λένε κέντρο-απόκεντρο (και σίγουρα το βορειότερο που θα πήγαινα ποτέ, λόγω της αδυναμίας που έχω για το κέντρο της Αθήνας), με το μετρό σε ακτίνα βολής αλλά με τις χάρες της «γειτονιάς» και αρκετό πράσινο. Πάντα νόμιζα πως ήθελα να μείνω αλλού. Όμως δεν θέλω, πλέον, να πάω πουθενά. Τρέμω ότι ίσως, κάποια στιγμή, θα χρειαστεί να αφήσω αυτό το σπίτι ή να αλλάξω γειτονιά. Και ειλικρινά δεν ξέρω αν θα μπορούσα ποτέ να ξαναμπώ σε πολυκατοικία.
- Μένω σε μία από τις παλιές χαρακτηριστικές διπλοκατοικίες του 1950 και του 1960, με χτιστές βεράντες και μωσαϊκά. Τις περισσότερες του είδους τις έχουν ισοπεδώσει, αλλά ακόμα υπάρχουν αρκετά χαρακτηριστικά δείγματα.
- Πηγαίνω βόλτα τον σκύλο μου ανάμεσα στην 25ης Μαρτίου και την Κηφισίας, μέσα από τα δρομάκια ή απέναντι, στις πλατείες του Παλαιού Ψυχικού και στο Άλσος Πικιώνη. Στη γύρω περιοχή υπάρχουν αρκετά μικρά πάρκα και πεζοδρομημένοι δρόμοι, ιδανικοί για περίπατο.
- Η ιδιοκτήτρια του μπακάλικου στην Τερτσέτη που ανέφερα είναι μια φοβερή μερακλού, πρώην μεγαλοπαραγωγός σε διαφημιστική εταιρεία που τα παράτησε όλα για να φτιάξει το μαγαζάκι της. Αποφεύγει τους μεσάζοντες και αγοράζει τα προϊόντα της απευθείας από τους παραγωγούς, ενώ κάνει δρομολόγια μέχρι τον Πειραιά για να παραλαμβάνει τυριά από τα νησιά. Φτιάχνει ακόμα και ταμπουλέ ή ταραμοσαλάτες η ίδια και τα πουλάει σε κεσεδάκια, τα οποία γίνονται ανάρπαστα. Θα σου βάλει να δοκιμάσεις ό,τι θες και στο τσακίρ κέφι θα σε κεράσει τσίπουρο και ελληνικό παστράμι στο τραπεζάκι έξω από το μαγαζί. Από μπαρ δεν πάμε και πολύ καλά. Υπάρχουν οι τυπικές καφετέριες-εστιατόρια στη Δημητρίου Βασιλείου, όπως οι παλιοί Διόσκουροι, οι Πόρτες ή κάτι καινούργιες, θεόρατες μοντερνιές, αλλά δεν πάω ποτέ.
- Πέρα από τα παλιά σπίτια με τους μικρούς κήπους, νομίζω πως την παλαιότητα της γειτονιάς τη μαρτυρούν τα φυτά της. Τα δέντρα είναι πανύψηλα, υπάρχουν γλυσίνες που ξεπερνούν σε ύψος τετραώροφα κτίσματα, αγάπανθοι σε μέγεθος μικρού αυτοκινήτου, φυτά που ήταν της μόδας το '60 και παραμένουν στα παρτέρια μέχρι και σήμερα.
- Θα ήθελα να αλλάξει η νοοτροπία του τσιφλικά που έχουν κάποιοι κάτοικοι της περιοχής. Επειδή έχτισαν τα σπίτια τους εδώ πριν από δεκαετίες έχουν τη συμπεριφορά που έχει ο κόσμος στην επαρχία, ότι δηλαδή όλα τους ανήκουν. Βάζουν μια ταμπέλα πάρκινγκ μπροστά στην πόρτα τους και ιδιοποιούνται τον χώρο. Παρκάρουν διπλογραμμή στην πλατεία για να μην κάνουν βήμα.
σχόλια