Περπατώντας τις προάλλες στο Παγκράτι, είδα πλάι σ' έναν κάδο σκουπιδιών παρατημένο ένα ζευγάρι μπεμπέ παπουτσάκια και μου 'ρθε στο μυαλό η φράση του σκοταδόψυχου Χέμινγουεϊ όταν τον είχαν προκαλέσει κάποτε να αφηγηθεί μια ιστορία με τέσσερις μόνο λέξεις: «χαρίζονται βρεφικά υποδήματα αχρησιμοποίητα». Είπα να τραβήξω και μια φωτογραφία, αλλά είχαν μαζευτεί κι άλλοι (Έλληνες) δίπλα να περιεργαστούν το εύρημα και ντράπηκα να φανώ τουρίστας στην εξαθλίωση. Είχαν αρχίσει, μάλιστα, ήδη να αντιδικούν, ουρλιάζοντας ο καθένας τις δικές του εικασίες και αιτιάσεις που έμπλεκαν την οικονομική κρίση, το προσφυγικό και την αποκομιδή των σκουπιδιών. Λίγο πιο πίσω, μια οικογένεια Φιλιππινέζων που επέστρεφε από το σούπερ μάρκετ είχε κοντοσταθεί και παρακολουθούσε αυτή την ντόπια δημόσια «δράση».
Έχει πλάκα να παρατηρεί κανείς πώς μας παρατηρούν οι ξένοι που ζουν μόνιμα στη χώρα μας. Στην αρχή ίσως φρικάρουν, αλλά τελικά μαθαίνουν όλοι ανεξαιρέτως –Αμερικανοί, Σουηδοί, Πολωνοί, Πακιστανοί, Φιλιππινέζοι– και ασχέτως ιδιότητας να διασκεδάζουν με την έντονη και συνήθως ανερμάτιστη «πολιτικοποίησή» μας, τη μικροπολιτική μας παράνοια δηλαδή, και τον κωμικοτραγικά διχαστικό τρόπο με τον οποίο εκδηλώνεται ακόμα και στις πιο κρίσιμες περιστάσεις ή, μάλλον, ειδικά σ' αυτές. Το βλέπεις στο συγκαταβατικό τους ύφος και στο διακριτικό τους μειδίαμα όταν έρχονται αντιμέτωποι με τις τακτικές νευρικές κρίσεις που πιάνουν εμάς, τα περήφανα μπάσταρδα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης: «ρε, τι τζερεμέδες είναι τούτοι δω», μοιάζουν να σκέφτονται, «αντί να βρουν έναν τρόπο κοινής συνεννόησης, αναλώνονται σε βαθείς αναστεναγμούς, ακατάσχετη ιδεολογικοποίηση των πάντων και βαριά μπινελίκια».
Aκόμα και η σφαγή τόσων αθώων στο Παρίσι μετατράπηκε σε πεδίο έντονης αντιπαράθεσης και ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ εκπροσώπων των κυρίαρχων ιδεολογικών τάσεων, οι οποίοι, πριν ολοκληρωθεί η καταμέτρηση των θυμάτων, είχαν αρχίσει τη γεωπολιτική σπέκουλα (συχνά με γνώμονα προϊόντα σύγχρονης μυθοπλασίας όπως το «Homeland», το «Mr. Robot» και τα video games), την απόδοση ευθυνών, τις θεωρίες συνωμοσίας και τους αυθαίρετους συμψηφισμούς.
Ένα από τα απότοκα της κρίσης είναι, βέβαια, και η υποχώρηση σε ακραίες θέσεις –«συντηρητικές» ή «ριζοσπαστικές»– ανθρώπων που δεν ήταν έτσι πριν, και βρίσκονται πλέον αντιμέτωποι μ' ένα είδωλο στον καθρέφτη που κάποτε θα ήταν ο χειρότερος εφιάλτης τους, έχοντας μεταλλαχθεί είτε σε κανονικούς δεξιούς, επιρρεπείς στον πιο μικροαστικό συντηρητισμό, είτε σε οργίλους επαναστάτες, είναι ο καπιταλισμός, ηλίθιε, πουτάνα όλα τώρα. Δεν λέω, ρήμαξε κόσμο ο σχετικισμός του επάρατου μεταμοντερνισμού, το καταλαβαίνω κι εγώ, έστω και αργά, κι άντε τώρα να συμμαζευτούν οι κακομαθημένες έξεις μας στα ζόρικα. Φταίει κι ο Σύριζας (που λέει κι ένας φίλος), ο οποίος έχει πιάσει όλα τα πόστα –εξουσία, αντίσταση, συντεχνίες, λαϊκή δεξιά, άκρα αριστερά–, ενισχύοντας έτσι πάσης φύσεως αντίρροπες τάσεις.
Ακόμα και η σφαγή τόσων αθώων στο Παρίσι μετατράπηκε σε πεδίο έντονης αντιπαράθεσης και ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ εκπροσώπων των κυρίαρχων ιδεολογικών τάσεων, οι οποίοι, πριν ολοκληρωθεί η καταμέτρηση των θυμάτων, είχαν αρχίσει τη γεωπολιτική σπέκουλα (συχνά με γνώμονα προϊόντα σύγχρονης μυθοπλασίας όπως το «Homeland», το «Mr. Robot» και τα video games), την απόδοση ευθυνών, τις θεωρίες συνωμοσίας και τους αυθαίρετους συμψηφισμούς. Τελικά, είμαστε Δυτικοί κι εμείς, αν κρίνει κανείς από το ενοχικό, «οικοφοβικό» βάρος τέτοιων αναλύσεων πριν καν στεγνώσει το αίμα τόσων ανθρώπων που βγήκαν Παρασκευή βράδυ από το σπίτι για να ξεσκάσουν και σφαγιάστηκαν στο όνομα της στρατηγικής του (θεαματικού) τρόμου. Παρόλο που οι πρακτικές του Ισλαμικού Κράτους κάνουν τους ινστρούχτορες της Αλ Κάιντα να μοιάζουν γατάκια, βρέθηκαν ουκ ολίγοι αρνητές του μεγέθους της σημασίας αυτού του χτυπήματος. Από την άλλη, υπήρξαν κι αυτοί που είναι πρόθυμοι να στηρίξουν οποιοδήποτε μέτρο περιορισμού των κεκτημένων ελευθεριών, προτάσσοντας το σλόγκαν «ελευθερία χωρίς ασφάλεια είναι τυραννία». Και ασφάλεια χωρίς ελευθερία τι είναι, τότε;
Προσπαθώντας να βρούμε τον μπούσουλα, κινούμαστε μεταξύ αλληλεγγύης και μισανθρωπίας, καταλήγοντας συνήθως στην εκτόνωση που παρέχουν με το αζημίωτο τα ψηφιακά κοινωνικά δίκτυα, εκεί όπου ο χρήστης μετατρέπεται σε οπαδό, υιοθετώντας πρόθυμα κάθε νέα επικοινωνιακή πατέντα που του προσφέρει το μέσο, πριν σχολιάσει το ζήτημα των προσφύγων, το μακελειό στο Παρίσι ή τους μαραθωνίους που κλείνουν τους δρόμους. Ελπίζοντας πάντα να μη βρεθεί ποτέ στην ανάγκη να φορέσει αυτό που εξελίσσεται σε απόλυτο αξεσουάρ της εποχής μας, αυτό το προστατευτικό ισοθερμικό περιτύλιγμα που σκεπάζει τα ταλαιπωρημένα κορμιά, προσφύγων, ομήρων, ακόμα και μαραθωνοδρόμων.