Είναι ένα μικρό κορίτσι, ένα μικρό κορίτσι πάνω σε μια μηχανή που βρυχάται. Δυο ρόδες, καθόλου σέλα, ένα δίλιτρο ντεπόζιτο, σούζες, ράμπες, εμπόδια, η νίκη του ανθρώπου (εν προκειμένω της γυναίκας) ενάντια στις μηχανές, ένα μικρό κορίτσι που φοράει την ολόσωμη στολή του και προσπαθεί να τιθασεύσει αυτό το εξαγριωμένο ζώο που λέγεται μηχανή μότοκρος. Χαμένη (και χωμένη) μέσα σε δάση, λιβάδια και off road διαδρομές, περιχαρακωμένη μέσα στο κράνος της, μέσα στη δισυπόστατη ασφάλεια μιας «ρομποτικής» στολής και στην ασαφή ασφάλεια μιας μηχανής που μοιάζει με τέρας έτοιμο να σε ξεβράσει στην άκρη του δρόμου ή πάνω σε ένα δέντρο, η Andrea από τη Ρουμανία είναι ένα κορίτσι ατρόμητο. « Έχω πέσει δεκάδες φορές, είχα ακόμα και μερικά σοβαρά ατυχήματα, αλλά ποτέ δεν πτοήθηκα, κι έτσι συνεχίζω αυτό που κάνω», μου λέει χαμογελώντας, την ίδια στιγμή που πιάνει τον ώμο της και σχηματίζει μια έκφραση πόνου στο στόμα της. Έχει εξαφανιστεί μέσα στα δάση, στα Καρπάθια («ένα βράδυ χάλασε η μηχανή μου στο τέρμα του πουθενά, πάνω στο βουνό, και αναγκάστηκα να διανυκτερεύσω ολομόναχη κάτω από ένα δέντρο»), έχει οδηγήσει στα πιο απόκρημνα σημεία της Βουλγαρίας, της Γαλλίας, της Ρουμανίας και της Σλοβενίας, έχει πέσει, έχει σκονιστεί, έχει σηκωθεί, έχει πονέσει, αλλά είναι ακόμα εδώ, καβαλάει τη μηχανή της και συναγωνίζεται (σχεδόν) στα ίσα τους άνδρες συναθλητές της, έστω και αν ξέρει ότι λόγω σωματικής διάπλασης δεν θα φτάσει ποτέ στο ίδιο επίπεδο με αυτούς.
Στο Αερικό, στην Πορταριά, παίζει Hot Chip, τα φώτα του Βόλου από κάτω μοιάζουν με έναν τεράστιο αεροδιάδρομο προσγείωσης εξωγήινων αεροσκαφών, η ομίχλη έχει σκεπάσει τα γύρω βουνά και διάφοροι γύψινοι νάνοι, νεράιδες, ελάφια και μπαρόκ σερβίτσια τσαγιού συνθέτουν ένα σκηνικό που θυμίζει κάτι μεταξύ ελβετικού σαλέ και βιεννέζικου καφέ. Μετά παίζει το «Je Veux» της Zaz και όλα τα πόδια των θαμώνων χτυπούν ρυθμικά το πάτωμα, ενώ η Andrea με τα υπέροχα σπαστά αγγλικά της μου λέει ότι «δεν θέλει να έρχονται οι γονείς της στους αγώνες γιατί της προκαλούν άγχος και γι’ αυτό δεν έχουν έρθει ποτέ». Στο τελευταίο της ατύχημα, τον περασμένο Ιανουάριο, χτύπησε άσχημα τα πλευρά και τον ώμο της και έμεινε στο κρεβάτι δυο μήνες, δυο μήνες μακριά από την αγαπημένη της μηχανή, σε ένα κρεβάτι χωρίς τον ήχο της μοτόρας, χωρίς την έξαψη του κινδύνου και της αδρεναλίνης. «Πάντα φοβάμαι όταν ανεβαίνω στη μηχανή μου. Και αυτό είναι καλό γιατί σε βάζει σε μια διαδικασία να είσαι πιο συγκεντρωμένος σε αυτό που κάνεις, σου ελαχιστοποιεί το ποσοστό λάθους, σου αδειάζει το μυαλό από οποιαδήποτε άλλη σκέψη. Το μόνο που σκέφτομαι όταν είμαι πάνω στη μηχανή είναι ο δρόμος και η επίτευξη του στόχου.
Τότε αισθάνομαι την απόλυτη ελευθερία, βλέπω τη φύση σε όλο της το μεγαλείο. Νιώθω την απόλυτη ελευθερία». Η Andrea έχει κερδίσει δεκάδες πρωταθλήματα μότο-κρος, είναι από τα μεγαλύτερα ονόματα του χώρου και έχει φτάσει εδώ, στο Πήλιο, μαζί με τη μηχανή της για να λάβει μέρος στον σουρεαλιστικής σύλληψης αγώνα Red Bull Donkey Cross που συνδυάζει ανάβαση σε μηχανή και γαϊδούρι (οι αθλητές ξεκινούν τον αγώνα με γαϊδούρι, συνεχίζουν με μηχανή και τερματίζουν με γαϊδούρι). Δεν υπολόγισε, όμως, τα σκληροτράχηλα πηλιορείτικα βουνά (η διαδρομή ήταν στο μεγαλύτερό της μέρος off-road) και την απρόσμενη κυριακάτικη ζέστη κι εγκατέλειψε νωρίς τον αγώνα, καταφέρνοντας να ολοκληρώσει μόνο έναν από τους πέντε γύρους με τη μηχανή της. Κάποια στιγμή την είδα με την άκρη του ματιού μου ανάμεσα στο πλήθος να βγάζει το κράνος της, να ξεμπλέκει την ξανθιά κοτσίδα της από τη στολή της και κατάκοπη από την υπερπροσπάθεια να ρίχνει όλο της το βάρος σε ένα κάγκελο, σαν δρομέας μαραθωνίου. Δίπλα της τα γαϊδούρια που είχαν ταξιδέψει από τη Μυτιλήνη μέχρι εδώ μαζί με τον αγωγιάτη τους (ένας Μυτιληνιός με παλαιστινιακή μαντήλα στο κεφάλι και αραβικά χαρακτηριστικά, που πολλοί τον φώναζαν περιπαικτικά «Καντάφι») περίμεναν υπομονετικά τον επόμενο τύπο που θα ανέβαινε πάνω τους, φορώντας ολόσωμη στολή και κράνος.
σχόλια