Με τον Scott McCloud στο Δυάρι

Με τον Scott McCloud στο Δυάρι Facebook Twitter
Φωτό: Photoharrie
0

Στη συναυλία των Girls against boys στο Gagarin το 2008 είχα κάτσει κάτω απ’ το αριστερό ηχείο, το σφυροκόπημα απ’ τον γιγάντιο ήχο που βγάζει η μπάντα ήταν ανελέητο, τα ηχητικά κύματα έσκαγαν πάνω στο σώμα σου σαν ωστικό κύμα από έκρηξη χειροβομβίδας - είναι αυτό το συναίσθημα που νιώθεις όταν το στομάχι σου πάλλεται και το στήθος σου πιέζεται σαν να έχεις ένα βάρος. Δυο μέρες μετά και ύστερα από φριχτούς πόνους στ’ αυτιά ο ωριλά μού ανακοίνωσε ότι είχα χάσει το 20% της ακοής μου απ’ το αριστερό αυτί. «Σου ζητάω ειλικρινά συγγνώμη, αλλά αυτοί είναι οι Girls against boys. Έτσι παίζουμε», μου λέει ο Scott McCloud που κάθεται με παροιμιώδη ηρεμία δίπλα μου και τρώει ένα τοστ με σουτζούκι και κασέρι.

Η μπάντα του, πίσω στα ‘90s, ήταν από αυτές που επαναπροσδιόρισαν τον πανκ ήχο, κατάφεραν να εκτοπίσουν την ‘80s λαίλαπα και να μπουν στο MTV και στα μεγάλα ακροατήρια, παρόλο που είχαν έναν «δύσκολο» και «βαρύ» ήχο - η νέα, εξελιγμένη γενιά των πανκ ήταν εκεί, στα βρόμικα πεζοδρόμια του νοτιανατολικού Μανχάταν, στα υπόγεια λαϊβάδικα του Σιάτλ, σε κάθε γωνιά της Αμερικής όπου η άγρια νεολαία έπιανε μια κιθάρα, αποφασίζοντας να παίξει δυνατά κι έχοντας την παρακαταθήκη της δεκαετίας του ‘70. Δεν ξέρω πόσα αυτιά έχασαν την ακοή τους τότε, πόσοι έφηβοι έσπασαν τον σβέρκο τους απ’ το headbanging ή πόσοι έφυγαν με κατάγματα από ένα ατυχές crowdsurfing. Αλλά, σίγουρα, για μερικά από αυτά τα ατυχήματα θα ήταν υπεύθυνοι οι Girls against boys. Δεν μπορείς ν’ ακούσεις τραγούδια σαν τα «Bulletproof Cupid», «Super Fire», «Disco 666», «One Dose Of Truth» και να μείνεις ατάραχος. Ήταν (και είναι) αδύνατον.

Ο Scott, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ουάσινγκτον ως άγριο νιάτο και αυτός, ξεκίνησε να παίζει στους Soulside, μια μπάντα με σχετικά καλή, αλλά βραχύβια καριέρα, πριν μετακομίσει στη Νέα Υόρκη για να σπουδάσει σινεμά, «γιατί μου φαινόταν το πιο φυσικό πράγμα που θα μπορύσα να κάνω. Πάντα μου άρεσαν οι εικόνες, ήθελα να καδράρω τα πάντα. Ακόμα και όταν άρχισα να γράφω τραγούδια, ήταν σαν να τραβάω φωτογραφίες. Όταν γράφεις ένα τραγούδι, είναι σαν ν’ απομονώνεις μια στιγμή μέσα στον χρόνο, μια νύχτα ή μια στιγμή της ζωή σου. Τα περισσότερα τραγούδια που έχω γράψει αφορούν συγκεκριμένες νύχτες στη ζωή μου. Ξέρεις, “κάποιος, κάπου, είπε κάτι”. Σαν μια ταινία». Πίσω στη δεκαετία του ‘90, στη Νέα Υόρκη, πριν ο Τζουλιάνι καθαρίσει τους δρόμους από την «κόπρο του Αυγεία», ο Scott απολάμβανε το underground της υπόθεσης - αντλούσε έμπνευση από τη ζοφερή πραγματικότητα της πόλης. «Η κατάσταση τότε ήταν χαοτική, γιατί οι περισσότερες αμερικανικές πόλεις ακόμη υπέφεραν απ’ το hangover του κινήματος των πολιτικών δικαιωμάτων που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του ’60. Έτσι, δημιουργήθηκαν τα γκέτο στις μεγάλες πόλεις, όπου οι άνθρωποι εξεγείρονταν ή επαναστατούσαν, καταφέρνοντας τελικά να κατοχυρώσουν ή τουλάχιστον να έρθουν πιο κοντά στο ν’ αποκτήσουν πολιτικά δικαιώματα. Oπότε, η Times Square, για παράδειγμα, έμοιαζε με σκουπιδότοπο. Είχε παντού πορνοσινεμά και αστέγους. Για εμάς, που ήμασταν νέοι τότε, αυτή η επικινδυνότητα που απέπνεε η πόλη ήταν κουλ. Αλλά το Μανχάταν, και κυρίως το Μπρούκλιν, ήταν πολεμικές ζώνες. Εγώ τότε έμενα στο Lower East Side και πήγαινα συνέχεια στο Max Fish. Ήταν το μοναδικό μέρος σε απόσταση ενός μιλίου που είχε τζουκμπόξ και μπορούσες ν’ ακούσεις Sonic Youth. Πήγαινα εκεί κάθε βράδυ της εβδομάδας. Τώρα, πια, βέβαια είναι αρκετά τουριστικό».

Είμαστε στo Δυάρι, στη γωνία της Μεγάλου Αλεξάνδρου και Αρτεμισίου στον Κεραμεικό, στο μαγαζί που έχουν στήσει δυο υπέροχοι τύποι, ο Πάνος και ο Ιωακείμ - ένα σχεδόν κανονικό σπίτι με κουζίνα, σαλονάκι, ένα τέλειο τραπέζι με μια φρουτιέρα γεμάτη μανταρίνια, ένα ψυγείο μ’ ένα μαγνητάκι με τον θεό Απόλλωνα, ο οποίος φοράει σώβρακο κι αρβύλες, και μ’ ένα κάδρο που απεικονίζει έναν ελαιώνα ο οποίος μοιάζει να βγήκε απ’ το σπίτι της γιαγιάς τους. Ο κατάλογος είναι η κάτοψη του χώρου, τα (σούπερ καθαρά) ποτά κάνουν πέντε ευρώ, από τα ηχεία παίζει Τρίτο Πρόγραμμα, Florence & the Μachine, Adele και Στέρεο Νόβα. Το αστικό τοπίο έξω είναι χαοτικό. Υπέροχα νεοκλασικά, άθλιες πολυκατοικίες, φοίνικες, συνεργεία, μάντρες ανταλλακτικών αυτοκινήτων, μπουρδέλα, γκέι σάουνες, η Ταινιοθήκη, καντίνες με χοτ-ντογκ.

O Scott είναι στο στοιχείο του. «Λατρεύω αυτή την πόλη, μου θυμίζει τις καλές εποχές της Νέας Υόρκης. Μου αρέσει αυτό το χάος, ότι όλα συμβαίνουν στον δρόμο. Θυμάμαι, την πρώτη φορά που είχα έρθει με τους Girls against boys στο Ρόδον, το 1996, καθόμουν κάπου έξω, σε μια καφετέρια, έπινα έναν φραπέ κι ένα μηχανάκι σχεδόν με πάτησε. Ήταν τέλειο αυτό το απρόσμενο, που μπορεί να σου συμβεί ανά πάσα στιγμή, αυτές είναι οι ζωντανές πόλεις». Τώρα ο Scott μένει μόνιμα στη Βιέννη με την κοπέλα του, έχει κάνει παιδί, έχει κόψει τα ναρκωτικά και τα (πολλά) ποτά και είναι κάπως νεόπτωχος. «Δεν μπορείς να φανταστείς πόσο πολλά λεφτά είχα βγάλει και τα έφαγα όλα σε ποτά, ακριβές διακοπές, διαζύγια, αμάξια και ναρκωτικά. Όταν βγάζεις πολλά, οι τράπεζες είναι πρόθυμες να σου δανείσουν ακόμα περισσότερα κι έτσι την πατάς και τα παίρνεις και μετά δεν έχεις να τους τα ξεπληρώσεις. Αυτό είναι και το πρόβλημα των χωρών που αντιμετωπίζουν οικονομική κρίση σήμερ». Ο Scott είναι στην Αθήνα ύστερα από πρόσκληση των False Alarm, μιας αθηναϊκής μπάντας που ξεκίνησε να παίζει το ’97, χωρίς να ηχογραφήσει τίποτα, και αποφάσισε ύστερα από 14 χρόνια να επαναδραστηριοποιηθεί και να φωνάξει τον McCloud να κάνει τα φωνητικά στο πρώτο τους single. Έξω επικρατεί μια υπόκωφη ηρεμία, ένα περιπολικό έχει σταματήσει στη γωνία χωρίς προφανή λόγο, ένας σκύλος κόβει βόλτες πάνω κάτω.

«Μου λένε συνέχεια ότι μοιάζω πολύ με τον Τζον Μάλκοβιτς. Θα σου πω μια ιστορία. Έμενα στο Παρίσι την ίδια περίοδο που έμενε και ο Μάλκοβιτς εκεί. Δεν τον έχω γνωρίσει, αλλά μια φορά περπατούσα στον δρόμο κι ερχόταν απ’ την αντίθετη κατεύθυνση και με κοιτούσε σαν να ήθελε να με χαιρετίσει. Αλλά πιθανότατα σκεφτόταν ό,τι κι εγώ. “Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος που μοιάζει με μένα;”». Αυτή ήταν και η μοναδική φορά που τον είδα από κοντά. Θα ήθελα να τον γνωρίσω , είναι καταπληκτικός ηθοποιός».

0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γεωργιάννα Χιλιαδάκη, πες μας πώς κάνεις τα γιουβαρλάκια σου

Γεύση / Γεωργιάννα Χιλιαδάκη, πώς κάνεις τα γιουβαρλάκια σου;

Στο καινούργιο εστιατόριο Iodio η σεφ Γεωργιάννα Χιλιαδάκη φτιάχνει πιάτα θαλασσινά με τον ξεχωριστό δικό της τρόπο. Μπήκαμε στην κουζίνα της, μιλήσαμε μαζί της και μάθαμε τις τεχνικές των πιάτων της. 
ΝΙΚΗ ΜΗΤΑΡΕΑ
H μανία με το τρουφόλαδο και τι σημαίνει «εκλεκτό» στη γαστρονομία;

Radio Lifo / H μανία με το τρουφόλαδο και τι σημαίνει «εκλεκτό» στη γαστρονομία

Γιατί αναζητάμε διαρκώς το «εξωτικό» και το σπάνιο, αντί να εκτιμάμε περισσότερο τα υλικά και τα φαγητά με τα οποία μεγαλώσαμε; Η Κωνσταντίνα Βούλγαρη συνομιλεί με τους Nomade et Sauvage, τους μάγειρες Ιορδάνη Τσενεκλίδη και Παναγιώτη Σιαφάκα, για το τι θεωρείται εκλεκτό, τι ορίζεται ως πολυτέλεια στο φαγητό και πώς οι μόδες και οι τάσεις διαμορφώνουν τις διατροφικές μας συνήθειες.
Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Βιβλίο / Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Στον Μανταμάδο οι γυναίκες του Φυσιολατρικού–Ανθρωπιστικού Συλλόγου «Ηλιαχτίδα» δημιούργησαν ένα βιβλίο που συνδυάζει τη νοσταλγία της παράδοσης με τις γευστικές μνήμες της τοπικής κουζίνας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Osteria Mamma 

Γεύση / Ένα νέο ιταλικό σερβίρει πιάτα που περιέχουν άγνωστες στην Αθήνα λέξεις

Θέλοντας να τιμήσει μια επιθυμία της μητέρας της, έπειτα από πολλά ταξίδια και γεύματα σε διαφορετικές ιταλικές πόλεις, η Ελένη Σαράντη ετοιμάζει στο Osteria Mamma πιάτα με μπόλικη comfort νοστιμιά.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Τα γλυκά των φετινών Χριστουγέννων 

Γεύση / Όλα τα νέα χριστουγεννιάτικα γλυκά σε μία λίστα

Τετράγωνοι κουραμπιέδες, κρητική αλλά και γαλλική βασιλόπιτα, πολλά προζυμένια πανετόνε: Σε αυτή τη λίστα δεν θα βρείτε τα κλασικά γλυκά της Αθήνας -τα ξέρετε ήδη- αλλά όλες τις φρέσκες ιδέες των τριτοκυματικών φούρνων και των πιο δημιουργικών ζαχαροπλαστών.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Γεύση / Μέσα στη νέα, πολυσυλλεκτική Αίγλη Ζαππείου

Ένα τοπόσημο της πόλης αλλάζει ριζικά, επενδύει σε μια dream team και σε ό,τι κλασικό, από το φαγητό και το ποτό μέχρι την αρχιτεκτονική του, ακόμα και τη μουσική του μερικές φορές, και περιμένει τη νέα γενιά Αθηναίων, ακόμα κι εκείνους που δεν το είχαν στο ραντάρ τους μέχρι τώρα.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Η ξέφρενη πορεία του Nolan και η επόμενη μέρα του

Γεύση / Η ξέφρενη πορεία του Nolan και η επόμενη μέρα του

Μπορεί ένα εστιατόριο να είναι μια ιστορία πάθους, ταλέντου, απανωτών δυσκολιών και επιμονής; Φυσικά και μπορεί. Ο restaurateur Κώστας Πισιώτης αφηγείται την πορεία του μικρού εστιατορίου του Συντάγματος, λίγο πριν αυτό ξεκινήσει το νέο του κεφάλαιο. 
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ