ΔEN THN EIXA ΠΡΟΛΑΒΕΙ στις πρόσφατες Νύχτες Πρεμιέρας την ταινία για τους A-ha, οπότε πέρασα μερικούς μήνες ακόμα με την ιδέα που είχα πάντα: ότι δεν υπήρχαν μετά τη μετεωρική τους στιγμή στα ‘80s παρά μόνο σποραδικά ίσως, κυρίως ως «reunion/nostalgia» act.
Πλάνη ασυγχώρητη, που όμως φαίνεται να μοιραζόταν πολύς κόσμος πριν δει αυτό το ντοκιμαντέρ που γύρισε μέσα στην τελευταία πενταετία γύρω από το γκρουπ ο Νορβηγός σκηνοθέτης Thomas Robsahm (γιος του Ούγκο Τονιάτσι και επίσης παραγωγός μιας εκ των ταινιών της περσινής/φετινής χρονιάς, «Το χειρότερο κορίτσι στον κόσμο» του Γιοακίμ Τρίερ) που τους γνωρίζει από... πάντα σχεδόν (από τότε που η Νορβηγία «έπαιρνε μηδέν βαθμούς στον διαγωνισμό της Eurovision και δεν είχε ούτε έναν ποδοσφαιριστή της προκοπής») και πιστεύει ακράδαντα ότι είναι η πιο υποτιμημένη μπάντα στην ιστορία.
Παραμένουν στερεοτυπικά ερμητικοί και Σκανδιναβοί όσον αφορά αποκαλύψεις για δράματα, κραιπάλες, ουσίες, άγριες περιπέτειες κλπ, είναι όμως εξαιρετικά ενδιαφέροντα τα όσα λέγονται ή υπονοούνται στην ταινία για την φιλία, την συνεργασία, την δημιουργία, την φιλοδοξία, την ματαιοδοξία, την αντοχή, την διάρκεια.
Το τρίο από το Όσλο που βρέθηκε από το πουθενά (τη Νορβηγία δηλαδή) στην κορυφή του κόσμου το 1985 όταν το Take On Me (που τούτη την ώρα γράφει ενάμισι δισεκατομμύριο προβολές στο YouTube) κόλλησε σαν τσίχλα στο μυαλό ολόκληρου του πλανήτη, έχει κυκλοφορήσει μέχρι σήμερα δέκα άλμπουμ (πέντε εκ των οποίων τούτο τον αιώνα) και πάει για το ενδέκατο μέσα στη χρονιά.
Φέτος συμπληρώνονται και σαράντα χρόνια από την ίδρυση του γκρουπ ενώ επίσης θα κλείσουν τα εξήντα ο Morten Harket (ο σκανδαλωδώς αειθαλής frontman, ο μόνος το όνομα του οποίου συγκρατούσαμε τότε) και ο Magne Furuholmen (πλήκτρα κ.λπ.). Ο Pål Waaktaar-Savoy (κιθάρα κ.λπ.), ο πιο «ψαγμένος» δημιουργικά και πιο εναλλακτικός ιδιοσυγκρασιακά, αλλά και πιο εσωστρεφής και πιο γκρινιάρης από τους τρεις (σε μια σκηνή στην ταινία δηλώνει ότι δεν μπορεί ποτέ να βρεθεί «στη στιγμή» κι αυτό τον εξοντώνει), τα έκλεισε πέρσι.
Οι δύο τελευταίοι –και ειδικά ο Magne που τον βλέπουμε σε πρόσφατο περιστατικό να κάνει ηλεκτροσόκ για να καταπολεμήσει το άγχος– είναι αυτοί που διεκδικούν στο ντοκιμαντέρ, ο καθένας για τον εαυτό του, ένα μεγαλύτερο credit στη δημιουργία των τραγουδιών.
Ο Μόρτεν κατά κανόνα δεν συμμετείχε στις συνθέσεις των τραγουδιών, είναι όμως προφανές ότι χωρίς αυτόν (και το αναλλοίωτο στον χρόνο αγγελικό φαλσέτο του, το αιώνια νεανικό κούρεμα, το καλοδιατηρημένο κορμί και τις γρανιτένιες γωνίες του προσώπου) δύσκολα οι A-ha θα γέμιζαν ακόμα τα στάδια και τις αρένες του πλανήτη.
Και μιλάμε για στάδια, όχι αστεία, και τότε και τώρα… Το 1991 στην εμφάνιση τους στο Στάδιο Μαρακανά (στο πλαίσιο του φεστιβάλ Rock in Rio) συγκεντρώθηκαν πάνω από 200.000 άτομα γι’ αυτούς ειδικά. Το ίδιο συνέβη και το 2015 κατά τη θριαμβευτική επιστροφή τους στην Βραζιλία.
Και οι δύο ημερομηνίες είναι σημαδιακές για την διαδρομή του γκρουπ, που δύο χρόνια μετά τον θρίαμβο του Ρίο διαλύθηκε κοινή συναινέσει για να επανασυνδεθεί ξανά το 1998 αναζητώντας μια πιο γήινη και «εναλλακτική» κατεύθυνση. Οι A-ha θα αποχαιρετούσαν ξανά το 2010, αποφάσισαν όμως να ανασυνταχτούν και να συνεχίσουν πέντε χρόνια αργότερα.
Τότε είναι που ξεκίνησαν τα γυρίσματα αυτής της ταινίας που αφηγείται μεν την ιστορία του γκρουπ από την αρχή (χρησιμοποιώντας μάλιστα ως τεχνική το «ροτοσκοπικό» σκιτσάρισμα που έκανε το μουσικό βίντεο του Take On Me ένα από τα πιο εμβληματικά όλων των εποχών), εστιάζει όμως κυρίως στην τρίτη πράξη του έργου, λειτουργώντας ως ενός είδους πραγματεία για το πώς καταφέρνουν να λειτουργούν ως κοινή οντότητα τρεις συνεργάτες που γνωρίζονται από παιδιά αλλά πλέον, πέρα της σκηνής ή του στούντιο, δεν αντέχουν να βρίσκονται στον ίδιο χώρο.
Δεν μας λένε πώς τους ήρθε, πριν από σαράντα και βάλε χρόνια, αυτό το χαζό και συνάμα ιδιοφυές όνομα ούτε εκδηλώνουν τα αισθήματα τους για τους U2 που κάποτε έκλεψαν τόσο αναίσχυντα («Touch me!») το συγκλονιστικό The Sun Always Shines On TV για να δώσουν κάποια υπόσταση στο Beautiful Day, ένα από τα πιο νερόβραστα σουξέ τους.
Γενικά, παραμένουν στερεοτυπικά ερμητικοί και Σκανδιναβοί όσον αφορά αποκαλύψεις για δράματα, κραιπάλες, ουσίες, άγριες περιπέτειες κ.λπ., είναι όμως εξαιρετικά ενδιαφέροντα τα όσα λέγονται ή υπονοούνται στην ταινία για τη φιλία, τη συνεργασία, τη δημιουργία, τη φιλοδοξία, τη ματαιοδοξία, την αντοχή, τη διάρκεια.