Ίσως αν δεν ήταν καλοκαίρι, έστω και πέντε-έξι ζωές μετά από τα ατέλειωτα και ανέμελα καλοκαίρια της προεφηβείας, να μην είχε τον ίδιο αντίκτυπο και να μη χτύπαγε τόσο βαθιά νοσταλγική φλέβα η αναγγελία θανάτου του εκδότη κάποιων περιοδικών που αποτελούσαν το εικονογραφημένο ευαγγέλιο εκείνης της περιόδου.
Ο Νίκος Δεληγιώργης ήταν εκείνος που είχε λανσάρει περιοδικά μαζικής και απόλυτης δημοτικότητας όπως η «Μανίνα» και το «Αγόρι» (απαραίτητα σχεδόν αξεσουάρ / εγχειρίδια κάποτε για τα κοριτσάκια και τα αγοράκια αντιστοίχως), αλλά και οι πιο χορταστικές μηνιαίες ή δεκαπενθήμερες εκδοχές τους («Πάττυ» και «Τρουένο») καθώς και την πιο εφηβική και ψαγμένη «Βαβούρα» αργότερα.
Θυμήθηκα έναν μεγαλύτερο στο σχολείο μου που είχε θέμα με το ρο, παρ’ όλα αυτά όμως ζητούσε με μεγαλίστικη αυτοπεποίθηση από τον περιπτερά «ένα Μάγμπογο και τη Βαβούγα».
Δεν είχα πετύχει στην ώρα του το πρώτο τεύχος του περιοδικού «Αγόρι» που κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στα μέσα του καλοκαιριού του 1975 (και ολοκλήρωσε την εκπαιδευτική του διαδρομή τον Μάρτιο του 1992) και θα πρέπει η πρώτη επαφή να έγινε γύρω στο 1977, όταν είχε φύγει από τον τίτλο ο επιθετικός προσδιορισμός «Δυναμικό» και είχε μείνει σκέτο το «Αγόρι» μαζί με τον, ξεκάθαρων προθέσεων, υπότιτλο: Περιπέτειες – Δράση – Ηρωισμοί.
Παρότι έμοιαζε να βασίζεται στην ίδια συνταγή (μια ανθολογία από ξένα κόμικς, εν προκειμένω βρετανικά και ισπανικά κυρίως), έμοιαζε κάπως πιο σύγχρονο ή πιο προχωρημένο ή πιο βίαιο ή πιο συναρπαστικό από το αντίπαλο δέος του, το «Μπλεκ» των εκδόσεων Ανεμοδούρα που υπήρχε ήδη από το 1969, όπως υπήρχαν και διάφοροι άλλοι τίτλοι, βραχύβιοι συχνά, που κατέκλυζαν σιγά-σιγά την αγορά ικανοποιώντας την μετάβαση από τα «παιδικά» στα «κόμικς», και κάθε καλοκαίρι έμοιαζαν να πολλαπλασιάζονται.
Τα κοριτσίστικα περιοδικά έμοιαζαν ταγμένα στην ποπ ειδωλολατρία και τα κόμικς που περιείχαν ήταν πλημμυρισμένα με ρομαντικές προσμονές, ερωτικές απογοητεύσεις και πλήθος γκομενικές καταστάσεις, την ώρα που εμείς ασχολούμασταν μόνο με μπάλα, με τέρατα και με μεταλλαγμένους υπερήρωες.
Παρά την πανσπερμία του είδους στην αυγή της δεκαετίας του ’80, τον ερχομό των κόμικς της Marvel από τις εκδόσεις Καμπανά και την πληθώρα των κόμικς που κυκλοφορούσαν για χρόνια με ηρωικές ιστορίες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου («Μάχη», «Κράνος», «Τανκς», «Έφοδος» κ.λπ., στα οποία μπορούσες, έστω και εξαιρετικά σπανίως, να πετύχεις και κανέναν καλό Γερμανό, οι Γιαπωνέζοι όμως ήταν σταθερά οι «κίτρινοι σατανάδες» και αντιπροσώπευαν όλοι ανεξαιρέτως το εξωτικό / εφιαλτικό «Άλλο»), το «Αγόρι» παρέμενε το αγαπημένο προεφηβικό αγορίστικο ανάγνωσμα, το χάιλαϊτ της εβδομάδας.
Και κάποιες ιστορίες που είχα διαβάσει εκεί, βδομάδα με τη βδομάδα, και που ενδεχομένως προορίζονταν για «μεγαλύτερα παιδιά», μου προκάλεσαν μια αίσθηση που δεν μπορούσε να επαναληφθεί ποτέ ξανά μετά την επέλαση της εφηβείας.
Όπως ο ανελέητος (και φασίζων) «Δικαστής Ντρεντ», που εκεί τον ανακαλύψαμε, εισαγόμενο από το θρυλικό βρετανικό περιοδικό κόμικς «2000AD» και μεταγλωττισμένο στα ελληνικά.
Όπως θα μάθαινα πολύ εκ των υστέρων, δύο ακόμα αγαπημένα μου κόμικς στο «Αγόρι» προέρχονταν επίσης από την ίδια Βίβλο: Τα «Τέρατα του Μετώπου», που ξεκινούσαν με την ανακάλυψη του ημερολογίου ενός νεαρού Γερμανού στρατιώτη που βρέθηκε να πολεμά στο Ανατολικό Μέτωπο μαζί με Ρουμάνους βρικόλακες, και το αγρίως φουτουριστικό «Αερομπόλ», η παράνοια του οποίου είναι δύσκολο να περιγραφεί (μια ομάδα μαύρων παικτών ενός υβριδικού σπορ δίνουν στο μέλλον αγώνες ζωής και θανάτου).
Ίσως το πιο αγαπημένο μου όμως ήταν ένα «παλιομοδίτικο» εμφανισιακά κόμικ που λεγόταν «Αδάμ ο Αιώνιος» (δεν έχει σχέση με τον «Αιώνιο Αδάμ» του Ιουλίου Βερν) με πρωταγωνιστή έναν νεαρό βοηθό αλχημιστή του 16ου αιώνα που δοκιμάζει το ελιξίριο της αιώνιας ζωής και καταδικάζεται να περιφέρεται μαρτυρικά στον αέναο χωροχρόνο.
Κι επειδή εκείνα τα καλοκαίρια υπήρχαν και ξαδέλφες στο οικογενειακό εξοχικό, προσφερόταν η δυνατότητα κατασκοπείας του «εχθρού» μέσα από τη (λαθραία) ανάγνωση της «Μανίνας» και της «Πάττυ».
Από μία άποψη, ήταν η διαφορά της μέρας με τη νύχτα, η διαφορά ανάμεσα στη μακάρια προεφηβεία των αγοριών και την πρώιμη εφηβεία των κοριτσιών. Τα κοριτσίστικα περιοδικά έμοιαζαν ταγμένα στην ποπ ειδωλολατρία και τα κόμικς που περιείχαν ήταν πλημμυρισμένα με ρομαντικές προσμονές, ερωτικές απογοητεύσεις και πλήθος γκομενικές καταστάσεις, την ώρα που εμείς ασχολούμασταν μόνο με μπάλα, με τέρατα και με μεταλλαγμένους υπερήρωες.
Τα μόνα ινδάλματα που επιτρέπονταν στα αγοράκια ήταν οι ποδοσφαιριστές. Μετά μπήκαν, διά της βίας σχεδόν, κι άλλα ενδιαφέροντα στην εξίσωση και τα πράγματα μπλέχτηκαν. Το «Αγόρι» έμοιαζε παιδικό πια κατάλοιπο μιας προηγούμενης ύπαρξης, μια χαρά όμως είχε κάνει τη δουλειά του. Επίσης, η αγάπη για τα κόμικς από εκεί ξεκίνησε και δεν υποχώρησε ποτέ.