ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΙΘΑΝΟΤΑΤΑ ΧΕΙΡΟΤΕΡΕΣ, πιο κυνικές και πιο υποκριτικές περιπτώσεις στο κύκλωμα του celebrity ανθρωπισμού και της φιλανθρωπίας του θεάματος, προσωπικά όμως θεωρώ από τα πιο αντιπαθή ζωντανά συμπτώματα της «κουλτούρας της διασημότητας» το ζεύγος του Πρίγκιπα Χάρι με τη Μέγκαν Μαρκλ, ή τον Δούκα και τη Δούκισσα του Σάσεξ. Οι «αποστάτες του θρόνου» ζήτησαν πολιτικό άσυλο στο Χόλιγουντ, διατήρησαν όμως τη γαλαζοαίματη ιδιότητα και τον μοναρχικό τίτλο τους, καθότι ως γνωστόν οι Αμερικανοί ειδικά ψοφάνε για κάτι τέτοια.
Μέσω του, μάλλον …ασταθούς σύμφωνα με κάποιες πρόσφατες εκτιμήσεις που τελικά διαψεύστηκαν, Ιδρύματος Archwell που έχουν φτιάξει, το ζεύγος έχει στήσει ένα κάρο οργανώσεις, πρωτοβουλίες και καμπάνιες, με μια από τις πιο πρόσφατες να φέρει τον χαρακτηριστικά κραυγαλέο και ισοπεδωτικό για τέτοια κίνηση τίτλο No Child Lost to Social Media («Κανένα παιδί χαμένο στα –ή από τα– social media»).
Δεν αμφισβητώ τις δυσκολίες που πέρασε ούτε και την πρόθεσή της να μοιραστεί την εμπειρία της «για να βοηθήσει άλλους», αλλά γυρίζει ανάποδα το μυαλό όταν παρακολουθεί κανείς σοβαρά πράγματα να υποβιβάζονται σε ηλίθια σλόγκαν και σε αφηρημένες έννοιες που επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τη συμβιωτική και συχνά ψυχαναγκαστική σχέση μεταξύ διασημότητας και κοινού.
Στο πλαίσιο αυτής της καμπάνιας, που όπως διαβάζουμε ξεκίνησε ως διετές πιλοτικό πρόγραμμα σε συνεργασία με οικογένειες τα παιδιά των οποίων «έχουν βιώσει τις βλαβερές συνέπειες των social media», αλλά και για να ανακοινώσουν επίσημα την ίδρυση μιας πρωτοβουλίας που λέγεται Δίκτυο των Γονέων (Parents’ Network), το ζεύγος έδωσε χθες μια συνέντευξη στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο CBS, που έσπασε κάθε ρεκόρ cringe, ακόμα και για τα δικά τους υψηλά κριτήρια.
Η Μέγκαν Μαρκλ επανήλθε στις αποκαλύψεις που είχε κάνει στη βαρυσήμαντη συνέντευξή που είχε παραχωρήσει στην Όπρα Γουίνφρεϊ (φυσικά) πριν από τρία χρόνια σχετικά με τα ζητήματα ψυχικής υγείας που τη βασάνιζαν, σε σημείο να έχει αναπτύξει αυτοκτονικό ιδεασμό – ότι δηλαδή υπήρξε μια περίοδος που σκεφτόταν μέχρι και να αφαιρέσει την ίδια της τη ζωή, ενώ ήδη είχε ενταχθεί στη βασιλική οικογένεια.
«Όταν έχεις περάσει οποιοδήποτε επίπεδο πόνου ή τραύματος, μέρος του θεραπευτικού ταξιδιού –του δικού μου σίγουρα– είναι να μπορείς να μιλήσεις ανοιχτά γι’ αυτό», δήλωνε χθες, τσεκάροντας σε μια και μόνο πρόταση όλα τα κλισέ της σύγχρονης «θεραπευτικής» κουλτούρας.
Δεν αμφισβητώ τις δυσκολίες που πέρασε ούτε και την πρόθεσή της να μοιραστεί την εμπειρία της «για να βοηθήσει άλλους», αλλά γυρίζει ανάποδα το μυαλό όταν παρακολουθεί κανείς σοβαρά πράγματα να υποβιβάζονται σε ηλίθια σλόγκαν και σε αφηρημένες έννοιες που επιχειρούν να εκμεταλλευτούν τη συμβιωτική και συχνά ψυχαναγκαστική σχέση μεταξύ διασημότητας και κοινού.
Το μόνο που προωθείται με κάτι τέτοιες κοινωφελείς, υποτίθεται, πρωτοβουλίες δεν είναι κάποιος φιλανθρωπικός σκοπός, αλλά το brand της ίδιας της διασημότητας. Και πόσο μάλλον, εν προκειμένω, μιας διασημότητας –ή μάλλον μιας εταιρικής οντότητας όπως ο Δούκας και η Δούκισσα του Σάσεξ– που το μόνο που έχει να παρουσιάσει είναι το όνομά της.