ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ ΜΟΝΟ ΕΜΕΙΝΑΝ μέχρι τα Χριστούγεννα και, παρότι μοιάζει στατιστικά αδύνατον, ακόμα δεν έχω χάσει στο διαδικτυακό παιχνίδι που λέγεται «Whamageddon» – όρος που προκύπτει από τον συνδυασμό των λέξεων «Wham» (το αείμνηστο ποπ ντουέτο που φέτος μας έκανε να νοσταλγήσουμε την εφηβεία μας μέσω του ομώνυμου ντοκιμαντέρ στο Netflix) και «Αρμαγεδδών». Οι κανόνες του παιχνιδιού που σέρνεται εδώ και καμιά δεκαετία στα social media είναι πολύ απλοί. Ο στόχος είναι να καταφέρεις (διότι περί κατορθώματος πρόκειται) να μην ακούσεις πουθενά το «Last Christmas» από την 1η μέχρι την 25η Δεκεμβρίου και, αν αποτύχεις, όπως είναι και το πιο πιθανό, οφείλεις να το δηλώσεις, αποδεχόμενος την ήττα σου, στην προσωπική σου σελίδα σε οποιαδήποτε πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης. Οι διασκευές του τραγουδιού επιτρέπονται.
Ίσως επειδή δεν έχω βγει και πολύ τελευταία, ούτε ακούω ραδιόφωνο, δεν το έχω πετύχει το κομμάτι φέτος. Ούτε καν στο σούπερ μάρκετ, που είναι περίεργο. Ο πειρασμός να διαπράξω αυτοχειρία και να πάω να το βάλω μόνος μου στο YouTube είναι μεγάλος. Μου είναι πάντα ευχάριστο ως τραγούδι –παρά τη μοιρολατρική απόγνωση που εκφράζουν οι στίχοι– και ένας από τους λιγότερο δυσάρεστους ψυχαναγκασμούς των γιορτών. Θα χάσω στο «Whamageddon», αλλά αυτός είναι με διαφορά ο πιο ασήμαντος και άκακος Αρμαγεδδών από όσους μας τσάκισαν φέτος, πραγματικούς ή εικονικούς – από τα Τέμπη και την Πύλο ως το Ισραήλ και τη Γάζα, κι ακόμα παραπέρα και παντού.
Σ’ ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε πριν από λίγο καιρό στον «New Yorker» με τον νεολογισμό «Assholocene» («Assholόκαινος» κατά το «Ανθρωπόκαινος») στον τίτλο του, αναζητείται ένας νέος όρος που θα συμπεριλαμβάνει τις αθροιστικές συμφορές των τελευταίων ετών, το δέος που προκαλεί η χαοτική ιστορική στιγμή μας, κάτι που να ανακαλεί άμεσα «την πανικόβλητη ασυναρτησία της ζωής μας τον τελευταίο καιρό». Προ δεκαετίας, πάντως, ο «προφήτης» της σύγχρονης επιστημονικής φαντασίας Γουίλιαμ Γκίμπσον είχε προτείνει στο μυθιστόρημά του The Peripheral τον ηπίως σαρκαστικό όρο «τζάκποτ» για μια περίοδο διασταυρούμενων αποκαλυπτικών κρίσεων στο άμεσο μέλλον, όπου όλα τα κακά μοιάζουν να συμβαίνουν ταυτόχρονα.
Ίσως επειδή δεν έχω βγει και πολύ τελευταία, ούτε ακούω ραδιόφωνο, δεν το έχω πετύχει το κομμάτι φέτος. Ούτε καν στο σούπερ μάρκετ, που είναι περίεργο. Ο πειρασμός να διαπράξω αυτοχειρία και να πάω να το βάλω μόνος μου στο YouTube είναι μεγάλος.
Στο ίδιο άρθρο φιλοξενούνται οι απόψεις του ιστορικού και συγγραφέα Άνταμ Τουζ, ο οποίος έκανε πριν από έναν χρόνο το ντεμπούτο του ως αρθρογράφος στους «Financial Times» με ένα κομμάτι που είχε τίτλο «Καλώς ήρθατε στον κόσμο της πολυκρίσης». Η ανθρωπότητα δεν έχει αντιμετωπίσει ποτέ κάτι παρόμοιο, λέει, με τον σημερινό συνδυασμό της κλιματικής αλλαγής, της ανόδου μιας εξαιρετικά ισχυρής βιομηχανοποιημένης Κίνας και της «πλήρους κατάρρευσης του νεοφιλελεύθερου παραδείγματος». «Πρόκειται για ένα μη επαναλαμβανόμενο μοτίβο – πρόκειται για μονόδρομο προς τη ριζική αποσταθεροποίηση», γράφει, σπεύδοντας πάντως να ξεκαθαρίσει ότι δεν είναι πεσιμιστής, per se. «Δεν είμαστε στο σημείο ενός Γ’ Παγκόσμιου Πολέμου, δεν το νομίζω. Πολυκρίση σημαίνει στην πραγματικότητα ότι δεν μπορούμε να ξανακοιμηθούμε ήσυχοι – υπάρχει ένας ατελείωτος ξέφρενος αγώνας για να συμβαδίσουμε με τον ρυθμό των αλλαγών».
«Κι αν έχει χαθεί το κέντρο βάρους;» αναρωτιέται ο Τουζ, αλλά είναι μάλλον ρητορικό το ερώτημα. «Δεν υπάρχει πλέον αυτή η αγκύρωση που υπήρχε στον μακρύ εικοστό αιώνα, ένα είδος τελεολογίας της προόδου – είναι σαν να παρασυρόμαστε σε μια μόνιμη κατάσταση ανισορροπίας». Αρνείται πάντως να χαρακτηρίσει σκοτεινή την εποχή μας, που σύμφωνα με την κατακλείδα του άρθρου μπορεί να μην είναι καν «εποχή», επειδή μια γραμμική, πεπερασμένη περίοδος ιστορικού χρόνου μπορεί να είναι ένα ξεπερασμένο πλαίσιο για την τρέχουσα πραγματικότητά μας, η οποία τελικά ίσως να μη χρειάζεται όνομα. Πρέπει απλώς να τη ζήσουμε.
Να τη ζήσουμε χωρίς να ασχολούμαστε και πολύ πλέον με το ποια χρονιά μπαίνει και ποια βγαίνει, από τη στιγμή που, έτσι κι αλλιώς, ειδικά από την πανδημία και μετά, τα χρόνια και οι ημερομηνίες μπερδεύονται στο μυαλό μας. Το οποίο δεν είναι και στα καλύτερά του υπό τις τρέχουσες συνθήκες διαρκούς άγχους και μόνιμης διέγερσης. Σ’ ένα από τα πιο ενδιαφέροντα άρθρα της χρονιάς, το οποίο δημοσιεύτηκε στους «New York Times» και είχε θέμα την ακινησία της σύγχρονης κουλτούρας και καλλιτεχνικής παραγωγής σε σχέση με τις πρωτοπορίες του πρόσφατου παρελθόντος (ο τίτλος του άρθρου είναι «Why Culture Has Come to a Standstill»), ο κριτικός της εφημερίδας Jason Farago φτάνει στο συμπέρασμα ότι, πέρα από οικονομικούς ή άλλους παράγοντες, «το πιο κρίσιμο απ’ όλα δεν μπορεί παρά να είναι αυτό που μας συνέβη στις αρχές αυτού του αιώνα: πρώτα, η καταβύθιση μέσω των οθονών μας σε μια απεραντοσύνη πληροφοριών· αμέσως μετά, η υποταγή μας στις υποδείξεις των αλγοριθμικών μηχανών συστάσεων και στο σύστημα επιτήρησης που τις τροφοδοτεί».
«Αγκαλιάσαμε με θέρμη τα ψηφιακά μας εργαλεία», συνεχίζει, «τα οποία αναγγέλθηκαν ως καταλύτες μιας απεριόριστης προόδου, αλλά δημιούργησαν μια τέτοια χρονολογική σύγχυση που η ίδια η πρόοδος μοιάζει πλέον να μην έχει νόημα. “Πρόκειται για την ίδια Γη”, έγραφε η μυθιστοριογράφος Stacey D'Erasmo το 2014, “τώρα όμως υποβαστάζεται από ένα ελαστικό στρώμα μη χρόνου, άγριου χρόνου, που μοιάζει με ένα παγκόσμιο συλλογικό ασυνείδητο, όπου το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον καταλαμβάνουν ένα αδιαμεσολάβητο πεδίο”. Σ’ αυτό το σκοτεινό δάσος, το σήμερα και το χθες είναι δύσκολο να διακριθούν. Τα χρόνια είναι μόνο ημερολογιακές σφραγίδες. Τα αντικείμενα χάνουν τις διαστάσεις τους».
Κατόπιν όλων αυτών, ο χριστουγεννιάτικος Αρμαγεδδών του «Last Christmas» μοιάζει αθώο φαντασματάκι. Του χρόνου, πάντως, φαντάζομαι ότι θα είναι αδύνατο να το αποφύγει κανείς, αφού θα συμπληρωθούν σαράντα χρόνια από την κυκλοφορία του, τον Δεκέμβρη του 1984 – μια εποχή που μοιάζει όχι απλά μακρινή αλλά σαν να ανήκει σε μια άλλη πραγματικότητα.
Wham! - Last Christmas (για να χάσεις στο «Whamageddon»)
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.