ΝΕΑ ΑΝΕΡΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ και έκτακτα βοηθήματα που λογικά θα μας τα φορέσουν σαν χρέος στα 40 μας. Μια νευρωτική ημι-παράνομη κοινωνική ζωή μέσω inbox, Zoom και κρυφών μαζώξεων. Ανάγκες που ναρκώνονται στην εθιστική περιπλάνηση στα σαχλοσόσιαλ και απονεύρωση του νου στο chat, στα Tinder/Grindr και την κατανάλωση πολλών μαζεμένων κακών ειδήσεων. Αβέβαιο μέλλον, ψυχολογικά, ποτά με φίλους μέσω WhatsApp. Μπορεί η ζωή εδώ στα εγκόσμια να μοιάζει λίγο φάρσα, αλλά η ψυχή μας θα σωθεί, έχουμε Εκκλησία.
Στους ναούς, το άναμμα των κεριών, η συμμετοχή στις θρησκευτικές τελετές είναι διαδικασίες που διαφυλάσσονται, ο κόσμος να χαλάσει (κυριολεκτικά). Ναι, υπήρξε κάποιο κλείσιμο στο κακό lockdown το πρώτο (τώρα είμαστε στο δεύτερο, αλλά δεν το λέμε) και, ναι, απαγορεύτηκαν τα πανηγύρια. Και τι; Το καλοκαίρι επανήλθαμε δυναμικά στις εκκλησίες.
Το φθινόπωρο είδαμε ιερείς να κάνουν επίδειξη ισχύος, αδιαφορώντας για τις μάσκες, μπροστά σε πολιτικά πρόσωπα. Πληροφορηθήκαμε από γνωστούς και φίλους που μας καλούσαν στους γάμους τους ότι όλα καλά. Είδαμε τους ηγέτες του κοσμικού κράτους, αυτού όπου υποτίθεται δεν υπάρχουν προνόμια και διακρίσεις βάσει θρησκείας, να συμπεριφέρονται σαν να μην είναι όλο το 24ωρο του κόσμου τούτου. Πολιτικοί σε ρόλο άφοβου πιστού αψήφησαν τη μάταιη ζωή μέσα στο φθαρτό τους το σαρκίο και έσκυψαν να ακουμπήσουν το ράσο ή το χέρι ιερέων σε ένδειξη ευλάβειας. Είδαμε εικονίσματα για προσκύνημα, φιλιά αγάπης, το ίδιο κουτάλι να δίνει την κοινωνία. Ιερείς εκτός της επικράτειας των νόμων των ανθρώπων, χωρίς μάσκες και αποστάσεις, να λειτουργούν αμέριμνοι.
Μπροστά στους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς η Εκκλησία δεν φόρεσε μάσκα, δεν έπλυνε κουτάλια, δεν απολογήθηκε. Δεν εκτίθεται η Εκκλησία, που παρουσιάζεται μάλλον συνεπής προς τους κανόνες της. Εκτίθεται, όμως, η πολιτεία, που καλεί την Εκκλησία να αυτοπεριοριστεί μόνο όταν η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο.
Κάπως σαν να 'μαστε σε έναν συλλογικό εφιάλτη, όπου τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο, χωρίς να συνδέονται απαραιτήτως μεταξύ τους με λογικό τρόπο. Έτσι, σε κάποια σκηνή του ονείρου αποδεχόμαστε το κλείσιμο της οικονομίας, γιατί, λέμε, η πανδημία είναι επικίνδυνη και η ζωή πάνω απ' όλα. Σε επόμενη σκηνή του ίδιου κακού ονείρου βλέπουμε τους περίφημους πλέον συμπολίτες μας να προσκυνούν χέρια ιερέων και να μεταλαβαίνουν, αδιαφορώντας για τη ζωή του κόσμου τούτου, που, εντάξει, καμία θρησκεία δεν την έχει και σε φοβερή εκτίμηση, εδώ που τα λέμε.
Κατανοώ την ανάγκη τους και ζηλεύω την πίστη τους. Και σίγουρα δεν θεωρώ τους ανθρώπους που προσεύχονται ή τηρούν τις επιταγές κάποιας θρησκείας άξεστους, ανίδεους ή πουριτανούς. Κάθε άλλο. Όμως, κάπως έχουμε κανονίσει να ζούμε όλοι μαζί, ανεξαρτήτως πίστης. Γι' αυτό, υποτίθεται, έχουν αξία η ανεξιθρησκία (δηλαδή το να πιστεύει κανείς ό,τι θέλει και να μην αναγνωρίζεται μοναδικός θεός) και το καθήκον υπακοής στο δίκαιο. Ως «δίκαιο» εννοούμε τους κανόνες αυτού εδώ του κόσμου, όχι το δίκαιο της Αντιγόνης, ούτε το δίκαιο του Ιησού. Μες στην πανδημία καταλάβαμε, νομίζω, ότι δεν είμαστε ακριβώς κοσμικό κράτος, αφού το δίκαιο των ανθρώπων υποχωρεί προ του «δικαίου» της Εκκλησίας.
Η επιλογή της πολιτείας να ιεραρχήσει στην πράξη, ανεξαρτήτως των λεγομένων της, την άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων υψηλότερα απ' τη διασφάλιση της ζωής δεν αρμόζει σε κοσμικό κράτος, όπου ο νόμος του Θεού απαγορεύεται να υπερτερεί των κανόνων που θέτουν οι άνθρωποι. Στο πρώτο lockdown η Εκκλησία καθυστέρησε προκλητικά να υπαχθεί στα μέτρα. Οι ηγέτες της δεν αστειεύονται.
Θύμα καθώς είμαι της εγκόσμιας ματαιότητας και του δεύτερου lockdown, θα ήθελα να ξεμπερδεύουμε με την πανδημία σύντομα. Αντ' αυτού, η φάση έξω απ' το παράθυρό μου θυμίζει μεσαιωνικό έργο τέχνης: θρησκεία, θάνατος, ιερείς, οι δαίμονες του καθενός σε πλήρη αφύπνιση και τύποι που διασκεδάζουν χορεύοντας σε κύκλο μέχρι να τους βρει η πανούκλα.
Η Θεσσαλονίκη, κατά τα άλλα, αναρωτιέται γιατί, ενώ έχει το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας, εγκαταλείπεται από τη νεολαία της. Ίσως οι νέοι να θεωρούν προκλητικές ανακοινώσεις του στυλ «κανονικά η θεία κοινωνία» μέσα σε όλα αυτά που ζούμε. Ίσως να συνειδητοποιούν για χιλιοστή φορά ότι σ' αυτήν τη χώρα οι εξουσίες είναι συγκεκριμένες, συχνά μη εκλεγμένες και οι νέοι ανίκανοι να τις αλλάξουν και να τις διαμορφώσουν.
Μπροστά στους δημοσιογράφους και τους πολιτικούς η Εκκλησία δεν φόρεσε μάσκα, δεν έπλυνε κουτάλια, δεν απολογήθηκε. Δεν εκτίθεται η Εκκλησία, που παρουσιάζεται μάλλον συνεπής προς τους κανόνες της. Εκτίθεται, όμως, η πολιτεία, που καλεί την Εκκλησία να αυτοπεριοριστεί μόνο όταν η κατάσταση φτάνει στο απροχώρητο. Προδίδει, έτσι, τις ηθικές αξίες, στη βάση των οποίων επιβάλλει στους πολίτες για δεύτερη φορά αδιανόητες οικονομικές και ψυχολογικές θυσίες.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.