ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΕΣ της Νέας Δημοκρατίας, που ρωτήθηκε αυτές τις μέρες αν θα είναι υποψήφιος στις εκλογές ο πρώην υπουργός Υποδομών, απάντησε «πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχει ένας Καραμανλής στα ψηφοδέλτια.»
Το ερώτημα για τον Κώστα Αχ.Καραμανλή όμως, δεν θα έπρεπε να είναι αν θα βρίσκεται στα ψηφοδέλτια ή όχι. Το ερώτημα είναι γιατί ο πρωθυπουργός δεν τον έπαυσε από τα καθήκοντά του νωρίτερα και γιατί τον επέλεξε για υπουργό, αφού οι ενδείξεις της ακαταλληλότητας του ήταν προφανείς από πολύ νωρίς.
Τον Απρίλιο του 2019, ο Κώστας Αχ. Καραμανλής, που τότε ήταν τομεάρχης Υποδομών και Μεταφορών της Νέας Δημοκρατίας, φωτογραφήθηκε μαζί με την ευρωβουλευτή Ελίζα Βόζεμπεργκ στο αυτοκίνητό του και όλοι είδαν πως όχι μόνο δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας, αλλά είχε τοποθετήσει και ένα κλιπ απενεργοποίησης του ήχου υπενθύμισης, που ακούγεται όταν ο οδηγός δεν την φορά, για να μην τον ενοχλεί.
Μετά από την κατακραυγή που προκάλεσε στα σόσιαλ μήντια και στο διαδίκτυο η επιδεικτική παράβλεψη του νόμου και η περιφρόνηση της οδικής ασφάλειας από τον τομεάρχη Υποδομών και Μεταφορών, αναγκάστηκε να παραδεχθεί το λάθος του.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αυτός που θα αποφασίσει αν ο Κώστας Αχ. Καραμανλής θα είναι ξανά υποψήφιος ή όχι. Κι εκεί θα δούμε αν θα μετρήσει περισσότερο ο σεβασμός στη μνήμη των θυμάτων ή η καραμανλική βαρονία.
Σε πολλές ευρωπαικές χώρες αυτό θα ήταν αρκετό για να μην σκεφτεί ποτέ κανείς να τον κάνει υπουργό Μεταφορών, αλλά ο Κυριάκος Μητσοτάκης τον έκανε γιατί -παραφράζοντας ελαφρώς τον νεοδημοκράτη βουλευτή- “πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχει ένας Καραμανλής στην κυβέρνηση;” Ο νεποτισμός νίκησε την αξιοκρατία από τα αποδυτήρια. Τα σημάδια όμως ήταν εκεί.
Ο πρωθυπουργός είχε τη δυνατότητα να διορθώσει την επιλογή του στην πορεία, αλλά δεν το έκανε. Υποτίθεται ότι αξιολογούσε τους υπουργούς του για το έργο τους, αλλά με όσα αποκαλύπτονται αυτές τις μέρες για τον πρώην υπουργό Υποδομών και Μεταφορών, αναρωτιέται κανείς γιατί δεν τον απομάκρυνε από την κυβέρνηση εγκαίρως. Μόνο η αποτυχία του να τηρηθεί το χρονοδιάγραμμα για την ολοκλήρωση του έργου Σηματοδότησης και Τηλεδιοίκησης ήταν επαρκής λόγος για να ζητηθεί η παραίτηση του. Το γεγονός ότι και ο προηγούμενος υπουργός του ΣΥΡΙΖΑ, Χρήστος Σπίρτζης, έπαιρνε παρατάσεις για το ίδιο έργο, δεν μπορεί να αποτελεί δικαιολογία, ειδικά για μία κυβέρνηση που διαφήμιζε ότι έχει καλύτερους μάνατζερ.
Το πιο προκλητικό από όλα όμως, ήταν η άγνοια του για τα θέματα ασφάλειας των επιβατών, ειδικά στον σιδηρόδρομο, για τον οποίο κουνούσε και το δάχτυλο κατά την άσκηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου. “Είναι ντροπή και ντρέπομαι που θέτετε θέματα ασφαλείας… θα ήθελα να ανακαλέσετε αμέσως. Είναι ντροπή. Διασφαλίζουμε την ασφάλεια…” έλεγε στην Βουλή και μετά το δυστύχημα των Τεμπών, διαπίστωσαν όλοι πόσο “διασφαλισμένη” ήταν η ασφάλεια.
Ο Κώστας Αχ. Καραμανλής απέτυχε τραγικά ως υπουργός, αφού δεν μπόρεσε να διεκπεραιώσει ούτε τα στοιχειώδη από την θέση στην οποία τον τοποθέτησε ο πρωθυπουργός, λόγω του ονόματός του. Για πολλούς φαντάζει αδιανόητο και να συζητά κανείς την παραμονή του στην πολιτική μετά τα Τέμπη, αλλά να που κάποιοι κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν.
Μερικοί επικαλούνται ότι δεν υπάρχει κάποιο πόρισμα ακόμα, είτε από την Επιτροπή Διερεύνησης, είτε από την Δικαιοσύνη. Αλλά τι χρειάζεται το πόρισμα για μια πολιτική απόφαση, από την στιγμή που η ευθύνη του Καραμανλή είναι αντικειμενική; Αλλοι, υποστηρίζουν ότι αφού ο ΣΥΡΙΖΑ θα κατεβάσει τον πρόσφατα καταδικασμένο για παράβαση καθήκοντος Νίκο Παππά, για “να τον κρίνει ο λαός”, γιατί να μην κρίνει ο λαός, δηλαδή οι ψηφοφόροι, και τον Κώστα Αχ. Καραμανλή “που δεν καν καταδικασμένος;”. Η Ν.Δ βεβαια, ασκούσε κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ για το θέμα του Παππά και τώρα κάποιοι σκέφτονται με τον ίδιο τρόπο.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι αυτός που θα αποφασίσει αν ο Κώστας Αχ. Καραμανλής θα είναι ξανά υποψήφιος ή όχι. Κι εκεί θα δούμε αν θα μετρήσει περισσότερο ο σεβασμός στη μνήμη των θυμάτων ή η καραμανλική βαρονία.