ΕΝΑ ΖΕΥΓΑΡΙ ΜΕ ένα μωρό παιδί σε ένα καρότσι κατηφορίζουν τη Βασιλίσσης Σοφίας με κατεύθυνση το Σύνταγμα. Τον ίδιο προορισμό έχει μια παρέα ηλικιωμένων που περπατάνε με πιο αργά βήματα, όπως και πολλές παρέες μεσήλικων, νέων αγοριών και κοριτσιών. Χιλιάδες άνθρωποι με εντελώς διαφορετικά κοινωνικά χαρακτηριστικά, χωρίς –με ελάχιστες εξαιρέσεις– σημαίες ή πανό που να δηλώνουν κομματική ταυτότητα, προσεγγίζουν τη μεγάλη πλατεία.
Ακόμα δεν έχει πάει 12, που είναι η ώρα του τεράστιου, όπως αποδείχτηκε, κυριακάτικου ραντεβού και η πλατεία είναι ασφυκτικά γεμάτη. Δεν χωράνε άλλοι, οι μεγάλοι δρόμοι που οδηγούν ως εκεί γεμίζουν κι αυτοί από πολλές χιλιάδες ανθρώπους. Αργότερα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα μέσα ενημέρωσης (αρκετά από τα τελευταία αναγκάζονται να) μεταφέρουν εικόνες από 110 διαφορετικές γωνιές της χώρας. Παντού βουβοί άνθρωποι εκδηλώνουν αυτό που αισθάνονται: οργή.
Την Κυριακή 26 Ιανουαρίου, το πρωί, χιλιάδες άνθρωποι βρήκαν μια αφορμή για να εκφράσουν χωρίς λόγια την οργή τους, να μιλήσουν για ένα συλλογικό τραύμα αυτής της κοινωνίας, μια ανοιχτή πληγή που συνδέεται με το έγκλημα στα Τέμπη. Γιατί αντικειμενικά έγκλημα ήταν κι ας πιπιλάνε κυβερνητικοί αξιωματούχοι και φερέφωνά τους ότι απλώς πρόκειται για μια τραγωδία. Πολλοί άνθρωποι, παρότι μπορεί να έχουμε αντίθετες εντυπώσεις, βλέπουν, καταλαβαίνουν, νιώθουν, διαβάζουν πίσω από τις γραμμές.
Θα είναι τεράστιο λάθος για το πολιτικό προσωπικό του δημοκρατικού τόξου αν δεν πάρει ούτε αυτό το μήνυμα. Πρόκειται για ένα ακόμα από τα πολλά που στέλνει ένα συντριπτικά μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας εδώ και χρόνια, και το αγνοούν.
Μια δήλωση σαν κι αυτές που κάνει ο Άδωνις Γεωργιάδης και όμοιοί του για τους γονείς των θυμάτων (δείγματα και αυτά του κυνισμού που μπορεί ανερυθρίαστα να ακούγεται στον δημόσιο διάλογο), μια αποκάλυψη με ένα βίντεο ελάχιστων δευτερολέπτων όπου ακούγεται η συγκλονιστική φωνή να λέει «δεν αναπνέω» ήταν το άναμμα του φιτιλιού, το υπόστρωμα μια συλλογικής διαμαρτυρίας που δεν διοχετεύεται μέσα από τους πολιτικούς φορείς αλλά υπάρχει εδώ και χρόνια· και δεν αφορά μόνο τα Τέμπη.
Θα είναι τεράστιο λάθος για το πολιτικό προσωπικό του δημοκρατικού τόξου αν δεν πάρει ούτε αυτό το μήνυμα. Πρόκειται για ένα ακόμα από τα πολλά που στέλνει ένα συντριπτικά μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας εδώ και χρόνια, και το αγνοούν. Δεν το βλέπουν, δεν το ακούνε, στοιχισμένοι πίσω από κομματικές γραμμές και δήθεν ηγέτες χωρίς ικανότητες και εσυναίσθηση. Γυρίζουν την πλάτη σε ανάγκες και κραυγές της κοινωνίας, η οποία δεν μιλά αλλά οργίζεται.
Την περασμένη Κυριακή εκδηλώθηκε η ίδια συσσωρευμένη οργή που εκδηλώθηκε και μια Κυριακή του Ιουνίου του 2023, όταν η χώρα γνώρισε τα μεγαλύτερα ποσοστά εκλογικής αποχής στην ιστορία της – μια γενικευμένη σιωπηρή αποδοκιμασία ήταν κι αυτή τότε. Το συζήτησαν για μερικές ημέρες, έδειξαν να τους απασχολεί μέχρι που ξεχάστηκε και αυτό το τεράστιο ποσοστό απαξίωσης του συνολικού συστήματος.
Ένα εντυπωσιακά μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας βρίσκεται σε πολλαπλά αδιέξοδα, ασφυκτιά και βλέπει να επιδεινώνονται οι όροι επιβίωσής του, νιώθει προδομένο από εκπροσώπους του στους οποίους επένδυσε πολιτικά, χάνει ελπίδες και προοπτικές, δικές του και των παιδιών του, βιώνει την απαξίωση των θεσμών που με κάποιον τρόπο λειτουργούσαν ως αντίβαρο σε πολλές βαρβαρότητες της εξουσίας, είναι απογοητευμένο γιατί δεν ακούγεται η φωνή του, οδηγείται σε αναγκαστικές επιλογές γιατί δεν έχει εναλλακτικές, διαπιστώνει ότι δέχεται ισχυρές δόσεις παραπληροφόρησης, οι όροι της ζωής του στο σύνολό τους δεν είναι καν ανεκτοί. Πραγματικά ασφυκτιά και δεν έχει οξυγόνο, σαν τα παιδιά των Τεμπών.
Αυτό ακριβώς λένε και οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων χρόνων. Κυριαρχεί μια γενικευμένη απογοήτευση σχεδόν για όλα. Η πλειονότητα των πολιτών θεωρεί ότι η χώρα σε πολλά πεδία πηγαίνει σε λάθος κατεύθυνση, ποσοστά άνω του 60%, συχνά μεγαλύτερα, εκφράζουν την απαισιοδοξία τους για το μέλλον, η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός έχουν απαξιωθεί και δεν πείθουν παρά τους αφοσιωμένους κομματικούς και όσους έχουν κάθε λογής συμφέροντα, ενώ στα κόμματα της αντιπολίτευσης, που αδυνατούν να προσελκύσουν μεγάλες ομάδες απογοητευμένων πολιτών, αποτυπώνεται ένα μεγάλο πρόβλημα εκπροσώπησης.
Οι μόνοι που τρίβουν τα χέρια τους από ικανοποίηση είναι οι εκπρόσωποι των χειρότερων μορφών πολιτικής έκφρασης, των ακροδεξιών και φασιστών, οι οποίοι με τη συνολική απαξίωση βρίσκουν πολύτιμο γι’ αυτούς ζωτικό χώρο και προσελκύουν ολοένα μεγαλύτερες ομάδες πολιτών που έχουν την ψευδαίσθηση ότι εκεί θα βρουν λύσεις. Το διεθνές κλίμα, με κορυφαίο και πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα την Αμερική του Τραμπ, βοηθάει προς αυτή την κατεύθυνση, το ίδιο συμβαίνει και με τον πρωθυπουργό, ο οποίος προκειμένου να διατηρήσει την όποια πολιτική του κυριαρχία σπεύδει να τον μιμηθεί και να προσαρμοστεί στην ατζέντα του, πληροφορώντας μας πως τελικά υπάρχουν δύο μόνο φύλα.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.