Μην ακούς τι λέει ο άλλος. Άκου τι εννοεί.

 Μην ακούς τι λέει ο άλλος. Άκου τι εννοεί. Facebook Twitter
Όποιος μιλάει κρύβεται. Αυτό θέλει τουλάχιστον. Τα λόγια δεν είναι παράθυρα που ανοίγουν για να δούμε, παρά παρελκυστικές κινήσεις
2

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΣΧΕΔΟΝ,  θέλουμε δεν θέλουμε, γινόμαστε ψευδοψυχογιατροί παρακολουθώντας τις αρνήσεις των άλλων. Βγήκε ποτέ άνθρωπος στο γυαλί –πολιτικός, τραγουδιστής, μοντέλο– και να μην πει τη φοβερή φράση: «δεν το λέω βέβαια επειδή ο x είναι μπροστά αλλά διότι το πιστεύω», «μη σκεφτείτε ότι έχω τίποτα με τον άνθρωπο, απλώς αυτή είναι η γνώμη μου», «το μόνο που μισώ είναι το ψέμα, να μην μπορείς να κοιτάξεις τον άλλον στα μάτια» κτλ. κτλ. Τρόπος του λέγειν, θα έλεγε κανείς, ελιγμοί και ψευτομασκαρέματα σαν κι αυτά που δοκιμάζουμε διαρκώς ενώπιον και εν απουσία των άλλων. Εντέλει τι κοστίζει μια άρνηση, μια αρνησούλα που βοηθάει τον ομιλητή και ενίοτε τον ακροατή; Τίποτα. Μόνο που αυτό το τίποτα –σαν τα πλαγιόριζα φυτά– πάει του μάκρους, γιατί είναι σαν δίπατη βαλίτσα.

Όποιος μιλάει κρύβεται. Αυτό θέλει τουλάχιστον. Τα λόγια δεν είναι παράθυρα που ανοίγουν για να δούμε, παρά παρελκυστικές κινήσεις. Κάθε φράση, εκτός από απάτη, είναι και χορευτική κίνηση, αληθινό μιμόδραμα όπου, χαμένο ή κερδισμένο, το νόημα δεν ανήκει σε κανέναν. Τυχαία μήπως έλεγαν οι παλιοί ότι όποιος μιλάει πολύ θέλει να ξεγελάσει; Αυτό που πιθανότατα δεν υποψιάζονταν είναι ότι ο ομιλητής δεν ξεγελάει μόνο τον άλλον – αλλά κυρίως τον εαυτό του. Πώς είναι δυνατόν να ξεκινάει με άρνηση όταν αυτό που αρνείται είναι αυτός ο ίδιος, που τον κλείνει σε ένα κουτί (χωρίς πάτο) και όταν τον ξανασυναντήσει επαναλαμβάνει την ίδια ρητορική κίνηση; Ουσιαστικά ομολογεί ότι μόνο αν του επιτρέψουν να ξεφύγει από ένα μέρος του εαυτού του θα τους προσφέρει το υπόλοιπο.

Οταν λέμε «μη φαντάζεστε ότι έχω τίποτα μαζί σας, αλλά…», στην πραγματικότητα ομολογούμε ότι πράγματι κάτι έχουμε εναντίον «σας». Η άρνηση δηλαδή, δίκην κυανόκρανης ειρηνευτικής δυνάμεως, μας επιτρέπει (και μας ευεργετεί) να είμαστε εκεί που δεν δηλώνουμε παρόντες, και πιο σωστά, να παρουσιάζουμε αυτό που είμαστε με τον τρόπο του δεν είμαστε.

Και το υπόλοιπο τι είναι; Μπορεί να ζήσει χωρίς το άλλο, ή μήπως συνδέεται σκοτεινά με το αποποιηθέν; Ο ομιλητής, καλόπιστος ή κακόπιστος αδιάφορο, προδίδει μιαν αδυναμία. Δεν είναι σε θέση να αναλάβει την ευθύνη σύνολου του εαυτού του. Άρα μόνο υπό όρους μπορεί να παίξει το παιχνίδι της διυποκειμενικότητας. Όπως στολιζόμαστε προτού βγούμε από το κατώφλι του σπιτιού μας, παρόμοια και τα λόγια –καλλυντικά πρώτης γραμμής– επέχουν θέση πλαστής μουτσούνας. Τα «δεν» πολλαπλασιάζονται σαν μικρόβια. Δεν είμαι ρατσιστής, δεν είμαι μκρόψυχος, δεν είμαι (αυτό που σκέφτεστε, είμαι αυτό που σκέπτομαι εγώ).

Επ’ αυτού οι ψυχαναλυτές στήνουν μέγα πάρτι. Η επιθυμία είναι τετραπέρατη στη μασκαράτα. Κάθε φορά που ο συνομιλητής μας συνάγει ένα επικίνδυνο συμπέρασμα, απαντάμε: όχι δεν το σκέφτηκα αυτό, ούτε καν μου πέρασε από το νου. Οσάκις ο ασθενής αποποιείται κάτι, ο ψυχαναλυτής ξέρει ότι εκεί υπάρχει «ψωμί». Πράγματι, όπου ο αναλυόμενος προφασίζεται ότι λείπει, χτυπάει η κουδούνα της παρουσίας του. Εκεί είναι, κι ας μην μπορεί να το αποδεχτεί. Όσο ανθίσταται τόσο αποδεικνύει ότι η άρνηση είναι άκυρη. Ουσιαστικά ομολογεί ακούσια ότι δεν θέλει να τον ψάξουμε πίσω από την άρνησή του, αλλά μόνο στις καταφάσεις του. Παραδέχεται δηλαδή ότι όσο αρνείται –εμμανώς ενίοτε– τόσο αποδέχεται ότι το αποποιηθέν είναι βαρύ φορτίο που αδυνατεί να σηκώσει. Αυτό δεν σημαίνει ότι ο αρνούμενος είναι απολύτως ανυποψίαστος έναντι στην άρνησή του. Αισθάνεται πιθανώς ότι η άρνηση τον προστατεύει, ότι είναι μια κλειστή πύλη που τον σώζει από κάτι που δεν θα ήθελε να το δει κατά πρόσωπο. Όποιος ενδιαφέρεται ειδικά για τον φροϋδο-λακανισμό μπορεί να διαβάσει τον Άνθρωπο με τα ποντίκια, το άρθρο για την «αποποίηση» και βέβαια τα τρία άρθρα στα Γραπτά, όπου σχολιάζεται η εισήγηση του εγελιανού Ζαν Ιπολίτ. Στον παράδρομο πάντως έχουμε τη δυνατότητα να ψευτοφιλοσοφήσουμε για το ρόλο της άρνησης στην καθημερινή ζωή. 

Οταν λέμε «μη φαντάζεστε ότι έχω τίποτα μαζί σας, αλλά…», στην πραγματικότητα ομολογούμε ότι πράγματι κάτι έχουμε εναντίον «σας». Η άρνηση δηλαδή, δίκην κυανόκρανης ειρηνευτικής δυνάμεως, μας επιτρέπει (και μας ευεργετεί) να είμαστε εκεί που δεν δηλώνουμε παρόντες, και πιο σωστά, να παρουσιάζουμε αυτό που είμαστε με τον τρόπο του δεν είμαστε. Πιο σκουληκιάρικα, κάθε αποποίηση αποδέχεται εν κρυπτώ ότι το «οχληρό» ζήτημα υπάρχει και μακροημερεύει. Τον ναρκισσισμό όσο τον αρνούμαστε τόσο σοβεί και τραυματίζεται. Συνάμα το αποποιηθέν δεν καταργείται. Δεν το πετάμε στον κάλαθο των αχρήστων σαν ξεθυμασμένη μπαταρία. Το διατηρούμε περιέργως πως με το «δεν» του.

Αλλά και η κατάφαση δεν είναι τόσο αθώα όσο θέλει να δείχνει. Όταν βεβαιώνουμε κάποιον για την ειλικρίνεια ή για την ανιδιοτέλειά μας, τι άλλο κάνουμε από το να παρουσιάζουμε καταφατικά κάτι που δεν ισχύει; Είναι σαν να λέμε: υποψιάζεστε ότι είμαι λαμόγιο ή απατεωνίσκος, αλλά «δεν είμαι» αυτό που νομίζετε. Στις αρετές καταφάσκουμε ενώ στα κουσούρια αρνού- μαστε. Ποια είναι η διαφορά; Αν ισχύει ότι με το άκουσμα του «όχι» πρέπει να σημειώνουμε «ναι», τότε με το άκουσμα του «ναι» θα πρέπει να σημειώνουμε «όχι». Τόση διπλωματία το εγώ; Τόση παραβατικότητα; Αν φανταζόμαστε το εγώ σαν μυθικό τέρας που αποσύρεται στα βάθη του εαυτού του και εξυφαίνει δολοπλοκίες, πλανιόμαστε. Δεν έχει καμιάν ενότητα, δεν μπορεί να δει ούτε να αποδεχτεί τον εαυτό του. Στην ουσία δεν τον ξέρει. Απλώς τον υποφέρει. Ζει σε ένα μικρό κατάλυμα με πανάκριβο νοίκι – και βαθύ υπόγειο.

Οπτική Γωνία
2

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Το ΣτΕ, οι οικοδομικές άδειες και το χάος

Ρεπορτάζ / Το ΣτΕ, οι οικοδομικές άδειες και το χάος

Φωτιές έχει ανάψει η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας με την οποία ακυρώθηκαν τα μπόνους δόμησης του Οικοδομικού Κανονισμού που έδιναν ύψος και όγκο στα κτίρια. Η διαμάχη για το ποιες οικοδομικές άδειες ακινήτων διασώζονται και ποιες όχι βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Το 2024 ήταν μια πολιτική χρονιά που τα είχε όλα

Οπτική Γωνία / Το 2024 ήταν μια πολιτική χρονιά που τα είχε όλα

Σασπένς, ίντριγκες, δολοπλοκίες, καθαιρέσεις, νέα κόμματα, αλλαγή ηγεσιών, αποχωρήσεις, διαγραφές, διασπάσεις, επεισοδιακά συνέδρια. Μερικά από τα πολιτικά γεγονότα του 2024 θα μπορούσαν να αποτελέσουν ακόμα και υλικό για μυθιστορήματα.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
«Πόσα χρόνια υπομονής για μια άδεια διαμονής;»

Ελλάδα / «Πόσα χρόνια υπομονής για μια άδεια διαμονής;»

Ποια είναι σήμερα η θέση των μεταναστών και των προσφύγων στην Ελλάδα και γιατί συχνά θυμίζει το επιτραπέζιο «φιδάκι»; Τι συμβαίνει με τις ακριβοθώρητες άδειες διαμονής, την πολιτογράφηση και τις συντάξεις;
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Ιλισός, η πέτρινη γέφυρα και τα αντιπλημμυρικά έργα

Ρεπορτάζ / Ο Ιλισός, η πέτρινη γέφυρα που θα γκρεμιστεί και τα αντιπλημμυρικά έργα

Μεταξύ Καλλιθέας και Μοσχάτου ξεκινούν από την Περιφέρεια Αττικής έργα αντιπλημμυρικής προστασίας σε ένα τμήμα του Ιλισού. Εξαιτίας των παρεμβάσεων, που είναι πράγματι αναγκαίες, θα γκρεμιστεί στη λεωφόρο Ποσειδώνος μια πέτρινη πεντάτοξη γέφυρα, η μοναδική στην Αττική.
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Πώς η Μελόνι αγάπησε τον Γκράμσι

Οπτική Γωνία / Πώς η Μελόνι αγάπησε τον Γκράμσι

Όπως και άλλοι επιφανείς εκπρόσωποι της σύγχρονης ακροδεξιάς, η Ιταλίδα πρωθυπουργός έχει στραφεί στις ιδέες του κομμουνιστή φιλόσοφου περί «πολιτισμικής ηγεμονίας» για την οικοδόμηση μιας δεξιάς κυριαρχίας στον χώρο του πολιτισμού.
THE LIFO TEAM

σχόλια

2 σχόλια
Και γιατί αναγκαστικά να υποκρύπτεται η "παρουσία" του; ("Πράγματι, όπου ο αναλυόμενος προφασίζεται ότι λείπει, χτυπάει η κουδούνα της παρουσίας του. Εκεί είναι, κι ας μην μπορεί να το αποδεχτεί. Όσο ανθίσταται τόσο αποδεικνύει ότι η άρνηση είναι άκυρη") Γιατί η άρνηση να είναι αναγκαστικά άκυρη;Οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν την ανάγκη της αυτοσυντήρησης, ακόμα και όταν μιλάνε. Όταν αναφέρονται ιδίως σε ένα θέμα ευαίσθητο είναι λογικό να φοβούνται μήπως παρεξηγηθούν, ή ακόμα χειρότερα, μήπως τα λόγια τους διαστρεβλωθούν από τον διαφωνούντα και χρησιμοποιηθούν εναντίον τους.Οι φράσεις λοιπόν δικαιολόγησης των λεγομένων τους μπορεί να χρησιμοποιούνται όχι αναγκαστικά παρεκλυστικά αλλά και αμυντικά, σε μια προσπάθεια πρόληψης μια παρεξήγησης ή διαστρέβλωσης, προκαταβολικής υπεράσπισης του εαυτού τους στο κάτω κάτω.Ιδίως ένας πολιτικός (παρόλα τα αμαρτήματα που κουβαλούν) είναι απόλυτα δικαιολογημένο να το κάνει αυτό. Γιατί γνωρίζει ότι ακόμα και να λέει κάτι με απόλυτα αγνή πρόθεση και ειλικρινά, είναι πιθανό κάτι που θα ακουστεί στραβό να χρησιμοποιηθεί εναντίον του. Μόνο πολιτικοί που αδιαφορούν για την δημόσια εικόνα τους δεν το κάνουν αυτό (βλ. π.χ. Πάγκαλος).Και για όποιον το πρόσεξε... μόλις έκανα το ίδιο ακριβώς πράγμα. Ανέφερα κάτι υπέρ των πολιτικών (ότι είναι δικαιολογημένοι να χρησιμοποιούν ανάλογες φράσεις) και σε παρένθεση έβαλα "παρόλα τα αμαρτήματά τους", γιατί δεν θέλω τα λεγόμενά μου να εκληφθούν ως αθώωση των πολιτικών για τα όποια τους αμαρτήματα, αλλά ως απόδοση "τα του Καίσαρος των Καίσαρι" (και για να μην εισπράξω αρνητικές ψήφους :P).Πρέπει να δεχθούμε ότι κάπου βαθιά μέσα μου το ανέφερα αυτό επειδή πιστεύω ότι οι πολιτικοί στην πραγματικότητα είναι "παρθένες", που δεν κουβαλούν πολλά (πάρα πολλά) αμαρτήματα; Ότι η άρνησή μου για την τιμιότητά τους αποδεικνύει μια αποδοχή της τιμιότητάς τους;Υ.Γ. Το ξανά-έκανα με την τελευταία παρένθεση.
Πολυ ωραιες επισημανσεις στο αρθρο αυτο.Μου εφεραν στο μυαλο ενα απο τα πρωτα "μαθηματα"τα οποια απεκομισα ,πολυ νεοτερος,απο την αρχη της διαμονης μου σε αγγλοσαξωνικες χωρες.Οταν ο συνομιλητης σου παρεμβαλλει πολλες φορες στα λεγομενα του την φραση "" trust me"" τοτε μπορεις να εισαι βεβαιος οτι δεν πρεπει να του εχεις καμμια απολυτως εμπιστοσυνη !