Γιατί Πολλοί Ασθενείς με Αυτοάνοσο Αντιμετωπίζουν Συμπτώματα που δεν Μπορούν να Ελέγξουν

Γιατί πολλοί ασθενείς με αυτοάνοσο αντιμετωπίζουν συμπτώματα που δεν μπορούν να ελέγξουν

Όσοι πάσχουν από αυτοάνοσο νόσημα, εμφανίζουν διαταραχές που επηρεάζουν αρνητικά τη λειτουργία του ορμονικού, του γαστρεντερικού, του νευρικού και του ανοσοποιητικού συστήματος.

Του Dr. Δημήτρη Τσουκαλά MD, PhD

Επιστημονικός διευθυντής Metabolomic Medicine

 

Πολλοί ασθενείς με αυτοάνοσο νόσημα αντιμετωπίζουν συμπτώματα που δεν μπορούν να ελέγξουν. Η δυσκολία στη διαχείριση των αυτοάνοσων ασθενειών οφείλεται στο γεγονός ότι τα αυτοάνοσα είναι νοσήματα που εκδηλώνονται λόγω της ταυτόχρονης παρουσίας πολλαπλών διαταραχών.
 

Εξειδικευμένες εξετάσεις εντοπίζουν τους διαφορετικούς παράγοντες που επιδεινώνουν τη συμπτωματολογία και τις εξάρσεις της νόσου. Έτσι ο ασθενής μπορεί να ελέγξει τη συμπτωματολογία, να μειώσει τις εξάρσεις και να πλησιάσει όσο πιο κοντά γίνεται στο πώς ήταν πριν την εκδήλωση της νόσου. Είναι συχνό οι ασθενείς που έχουν διαγνωστεί με αυτοάνοσο νόσημα να αντιμετωπίζουν συμπτώματα που δεν μπορούν να ελέγξουν.


 
Η δυσκολία στη διαχείριση των αυτοάνοσων ασθενειών οφείλεται στο γεγονός ότι τα αυτοάνοσα είναι νοσήματα που εκδηλώνονται λόγω της ταυτόχρονης παρουσίας πολλαπλών διαταραχών. Όσοι πάσχουν από αυτοάνοσο νόσημα, εμφανίζουν διαταραχές που επηρεάζουν αρνητικά τη λειτουργία του ορμονικού, του γαστρεντερικού, του νευρικού και του ανοσοποιητικού συστήματος. Επιδρώντας για μεγάλα χρονικά διαστήματα, αλλοιώνουν τη σύσταση και τη μορφολογία των κυττάρων του οργάνου που βάλλεται και οδηγούν σε επιδείνωση της πορείας της νόσου. 


 
Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των αυτοάνοσων νοσημάτων, πρέπει μαζί με τη φαρμακευτική αγωγή που απευθύνεται στα κυρίαρχα συμπτώματα, να εντοπιστούν και να διορθωθούν οι παράγοντες που επιδεινώνουν τη συμπτωματολογία και επηρεάζουν αρνητικά την πορεία της νόσου.
 

 

ω

 


Συμπτώματα που Επηρεάζουν τη Ζωή του Ασθενούς και Είναι Δύσκολο να Ελεγχθούν
 
Οι ασθενείς με αυτοάνοσο βιώνουν ένα σύνολο συμπτωμάτων που είναι κοινά στην πλειοψηφία των περιπτώσεων και οφείλονται στους παράγοντες που προκαλούν την αυτοανοσία.
 
Τέτοια συμπτώματα μπορεί να είναι:

  • Η κόπωση και η συχνή αίσθηση εξάντλησης. 
     
  • Ένα αίσθημα γενικευμένης φλεγμονής, που συνοδεύεται συχνά με χαμηλό πυρετό με δέκατα, οίδημα (κατακρατήσεις), ευερεθιστότητα, έντονη πείνα και υπνηλία. 
     
  • Χρόνιος πόνος που δεν ανταποκρίνεται ικανοποιητικά στη φαρμακευτική αγωγή. Μπορεί να αφορά σε νευραλγίες, στην κοιλιακή χώρα, στον οισοφάγο, στις άκρες των δακτύλων, στην ουροδόχο κύστη, πονοκεφάλους κ.ά. 
     
  • Κράμπες και πόνους στους μύες.
     
  • Διαταραχές στη λειτουργία του εντέρου. Ορισμένοι ασθενείς μπορεί να εκδηλώνουν συχνές διαρροϊκές κενώσεις ενώ άλλοι να βιώνουν έντονη δυσκοιλιότητα.
     
  • Διαταραχές στη λειτουργία του στομάχου με καούρες, φουσκώματα και δυσκολία στην πέψη. 
     
  • Διαταραχές του σωματικού βάρους. Ασθενείς με αυτοάνοσο νόσημα μπορούν να είναι είτε λιποβαρείς (λόγω χαμηλής απορρόφησης θρεπτικών συστατικών από το έντερο), είτε να έχουν αυξημένο σωματικό βάρος (λόγω των μεταβολικών διαταραχών που συνοδεύουν τη νόσο). 
     
  • Μειωμένη πνευματική διαύγεια, αδυναμία συγκέντρωσης και αδύνατη μνήμη.  
     
  • Εναλλαγές στη διάθεση. Οι ασθενείς μπορούν να βιώνουν στιγμές έντονου εκνευρισμού, ενώ άλλες να νιώθουν ένα αίσθημα μελαγχολίας.
     
  • Διαταραχές στον ύπνο. 
     
  • Αυξημένη ευαισθησία στις λοιμώξεις, λόγω της δυσλειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος. 
     
  • Σημαντικός περιορισμός στις καθημερινές δραστηριότητες. Δεν είναι σπάνιο ασθενείς με αυτοάνοσο να χρειαστεί να αλλάξουν επαγγελματική πορεία ώστε να μπορούν να ανταπεξέλθουν στα συμπτώματα της νόσου.

 
Τα συγκεκριμένα συμπτώματα δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν με τη λήψη φαρμακευτικής αγωγής, συνδέονται άμεσα με τη συνολική κατάσταση της υγείας του ασθενή και επηρεάζουν αρνητικά την καθημερινότητα του.

 
Έτσι συχνά οι ασθενείς παρά την προσπάθεια που καταβάλλουν να ακολουθούν σταθερά την αγωγή τους, να επισκέπτονται τακτικά το γιατρό τους για να κάνουν τις εξετάσεις τους και να μειώσουν το στρες της καθημερινότητας, δεν καταφέρνουν να ρυθμίσουν το νόσημά τους και να νιώσουν αισθητά καλύτερα.
 


Αυτό συμβαίνει γιατί τα αυτοάνοσα είναι νοσήματα που εκδηλώνονται λόγω της παρουσίας πολλαπλών διαταραχών που δρουν ταυτόχρονα όπως:
 

  • Αντίσταση στην ινσουλίνη 
     
  • Έλλειψη βιταμίνης D
     
  • Ελλείψεις μικροθρεπτικών συστατικών: βιταμίνες, μεταλλικά στοιχεία, αμινοξέα και λιπαρά οξέα
     
  • Διαταραχή του μικροβιώματος 
     
  • Αδυναμία διαχείρισης της χρόνιας φλεγμονής 
     
  • Διαταραχή του κύκλου παραγωγής ενέργειας του οργανισμού 
     
  • Δυσλειτουργία των βασικών μηχανισμών επιδιόρθωσης

 

 
Οι παραπάνω παράγοντες επηρεάζουν αρνητικά τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και του οργανισμού συνολικά. Επιδρώντας για μεγάλα χρονικά διαστήματα, οδηγούν σε επιδείνωση της πορείας της νόσου. Η λήψη φαρμακευτικής αγωγής για τη ρύθμιση των συμπτωμάτων και τον έλεγχο της φλεγμονής είναι απαραίτητο κομμάτι της αντιμετώπισης στα αυτοάνοσα νοσήματα, ωστόσο δεν αρκεί από μόνη της για να επιτευχθεί πλήρης έλεγχος της νόσου.


 
Αν δεν αντιμετωπιστούν οι παράγοντες που επιδεινώνουν την πορεία της νόσου, στην πλειοψηφία των αυτοάνοσων ασθενειών, η πορεία της προχωρά σε σταθερή και σταδιακή επιδείνωση, μέσα από εξάρσεις και υφέσεις.

 

Γιατί πολλοί ασθενείς με αυτοάνοσο αντιμετωπίζουν συμπτώματα που δεν μπορούν να ελέγξουν
Η επιδείνωση της κατάστασης της υγείας των ασθενών με αυτοάνοσο ακολουθεί μια πορεία με διακυμάνσεις στην πάροδο των χρόνων.

 

Εξειδικευμένες Εξετάσεις Αλλάζουν την Πορεία του Ασθενή με τη Νόσο
 
Εξειδικευμένες εξετάσεις απευθύνονται σε όσους έχουν διαγνωστεί με αυτοάνοσο νόσημα και θέλουν να ελέγξουν τη συμπτωματολογία της νόσου τους και να επανέλθουν όσο πιο κοντά γίνεται στο πως ήταν πριν την εκδήλωση της.
 
Η διενέργεια ειδικών εξετάσεων επιτρέπει στους ασθενείς να αλλάξουν την πορεία τους με τη νόσο και να μειώσουν την αρνητική επίδραση που έχει στη ζωή τους.
 
Οι εξετάσεις, ονομάζονται μεταβολομικές αναλύσεις και εντοπίζουν τους διαφορετικούς παράγοντες που επιδεινώνουν τη συμπτωματολογία και τις εξάρσεις της νόσου.
 
Πρόκειται για μια κατηγορία εξειδικευμένων εξετάσεων που ανιχνεύουν περισσότερους από 80 δείκτες, που αφορούν:
 
 

  • Στην αντίσταση στην ινσουλίνη: η ινσουλίνη λειτουργεί ως κατασταλτικός παράγοντας στη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος. Αυξημένα επίπεδα ινσουλίνης διαταράσσουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού, επιδεινώνουν την αυτοανοσία και επιταχύνουν την καταστροφή των οργάνων που πλήττονται από το νόσημα. 
     
  • Στην παραγωγή ενέργειας στα μιτοχόνδρια (οργανίδια όπου παράγεται ενέργεια στα κύτταρα): η μιτοχονδριακή δυσλειτουργία συνδέεται με κακή λειτουργία του ανοσοποιητικού και του ορμονικού συστήματος και ανάπτυξη αυτοανοσίας. Η μειωμένη απόδοση των μιτοχονδρίων, προκαλεί υπερ-λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος και σταδιακή έκπτωση της λειτουργίας του.
     
  • Σε ελλείψεις μικροθρεπτικών συστατικών: ελλείψεις σε βιταμίνη D, βιταμίνη C, σελήνιο, ψευδάργυρο, αντιοξειδωτικά και ωμέγα-3 συνδέονται με επιδείνωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος, της εμφάνισης φλεγμονής και της κατάστασης της υγείας ασθενών με αυτοάνοσο. 
     
  • Σε δυσχέρεια στο μεταβολισμό των απλών ζαχάρων: κατανάλωση απλών ζαχάρων μεγαλύτερη από αυτή που μπορεί να μεταβολίσει ο κάθε οργανισμός, πυροδοτεί φλεγμονές και είναι σημαντικός δείκτης για την πορεία των αυτοάνοσων. 
     
  • Στο μεταβολισμό των νευροδιαβιβαστών: ουσίες όπως η ντοπαμίνη, η σεροτονίνη και η αδρεναλίνη μεταβιβάζουν μηνύματα μεταξύ των κυττάρων και ρυθμίζουν τη λειτουργία του νευρικού και ορμονικού συστήματος. Οι μεταβολομικές αναλύσεις παρέχουν ακριβή εικόνα για την έκκριση των συγκεκριμένων νευροδιαβιβαστών. 
     
  • Στο μεταβολισμό των λιπαρών οξέων: η σχέση μεταξύ ωμέγα-3 και ωμέγα-6 λιπαρών είναι σημαντικός δείκτης για την ικανότητα του οργανισμού να διαχειρίζεται τις φλεγμονές, ενώ παράλληλα παίζουν κεντρικό ρόλο στη ρύθμιση της φυσιολογικής απόκρισης του ανοσοποιητικού συστήματος. 
     
  • Στην κατάσταση της μικροβιακής χλωρίδας του οργανισμού: αλλοίωση του μικροβιώματος συνδέεται με επιδείνωση της λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος και της ικανότητας του να ξεχωρίζει μεταξύ των δικών του ιστών και εξωγενών στοιχείων, όπως παθογόνα μικρόβια και ιοί.

 
Πρόκειται για μια ευαίσθητη μέθοδο μέτρησης, που εφαρμόζεται στα αυτοάνοσα νοσήματα.
 
Η κλινική μας ειδικεύεται στην αντιμετώπιση των αυτοάνοσων νοσημάτων με τη χρήση μεταβολομικών αναλύσεων.
 
Μέσα από την κλινική μας εμπειρία και τη διενέργεια μεταβολομικών αναλύσεων σε περισσότερα από 25.000 περιστατικά τα τελευταία έτη, έχουμε διαπιστώσει ότι η συμβολή των μεταβολομικών αναλύσεων στην αντιμετώπιση των αυτοάνοσων νοσημάτων είναι καθοριστική, παρότι δεν είναι ευρέως γνωστή.
 
Οι εξετάσεις εντοπίζουν ελλείψεις και μεταβολικές διαταραχές που σχετίζονται άμεσα με την πορεία της νόσου και τη συμπτωματολογία του ασθενή.
 
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων αξιολογούνται από την επιστημονική ομάδα της κλινικής μας, ώστε να διαμορφωθεί το θεραπευτικό πλάνο, που ταιριάζει στον κάθε ασθενή.
 
Είναι κάτι που χρειάζεται χρόνο και προσπάθεια, ωστόσο είμαστε δίπλα σε κάθε ασθενή που δεν είναι ικανοποιημένος με την κατάσταση της υγείας του και θέλει να πλησιάσει όσο πιο κοντά γίνεται στο πώς ήταν πριν την εκδήλωση της νόσου του.
 
Συνήθως απαιτούνται 6-8 μήνες για την επίτευξη μιας σημαντικής αλλαγής και ένα έτος για να σταθεροποιηθεί ο οργανισμός σε ένα καλύτερο επίπεδο λειτουργίας. 
 
Μέσα από την κλινική μας εμπειρία έχουμε διαπιστώσει ότι η διόρθωση ελλείψεων του οργανισμού σε βιταμίνες και άλλα στοιχεία και η αποκατάσταση των μεταβολικών διαταραχών, αλλάζουν την πορεία των αυτοάνοσων νοσημάτων προς το καλύτερο και βελτιώνουν την ποιότητα ζωής των ασθενών, από μια εικόνα σταθερής επιδείνωσης, σε μια σταθερής βελτίωσης.

 

*Dr. Δημήτρης Τσουκαλάς MD, PhD

Επιστημονικός διευθυντής Metabolomic Medicine

Διαβάστε περισσότερα στο: drtsoukalas.com, FacebookInstagram

Επιμέλεια κειμένου: Αλεξία Σβώλου

Υγεία & Ευεξία
 
 
 
 

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Scroll to top icon