Ήμουν μικρή όταν η περιοχή πάνω-κάτω από την Πατησίων ήταν ένας chic, εκλεπτυσμένος παράδεισος. Οι κύριοι φορούσαν κοστούμι και γραβάτα για να πάνε στον φούρνο για ψωμί, οι κυρίες ψώνιζαν ροκφόρ από τον Κουκά, τα βράδια οι βεράντες των ρετιρέ με τα φερ-φορζέ σαλονάκια στέναζαν από το κουμ-καν, από το Πεδίο του Άρεως ως τη Φωκίωνος και τη Βικτώρια, ένα σκηνικό του Δαλιανίδη, με αξάν γαλλικό. Τα χρόνια σκότωσαν το παλιό «Κολωνάκι», η γειτονιά άλλαξε χέρια και κατοίκους, οι παλιοί θυρωροί που σου έφερναν κάθε πρωί στην πόρτα το γάλα, το ψωμί και την εφημερίδα έχουν πεθάνει, η σκόνη χλώμιασε τα κόκκινα χαλιά των εισόδων. Όμως, πίσω από τις κώχες των δρόμων, εκεί που δεν φτάνει ο ήλιος, επιμένει το ίδιο άρωμα. Που έρχεται από παλιά, αναλλοίωτο, νοσταλγικό, κατευθείαν από το σπίτι του Λάμπρου Κωνσταντάρα.
Αυτό με πήρε από τη μύτη, ύστερα από την καρδιά, μόλις πέρασα για πρώτη φορά το κατώφλι της Αρχόντισσας. Είναι παράξενο πώς οι μυρωδιές του χρόνου αντιστέκονται στα απορυπαντικά και στη σκόνη των καιρών. Που είναι αλλόκοτοι, σαν τούτο εδώ το μαγαζί.
Κουζίνα σπιτική σε κεσεδάκι για τους μοναχικούς της γειτονιάς, για τους εργαζόμενους, για τους πεινασμένους της νύχτας-αργά.
Ο Βασίλης Πέππας, είναι ένα νέο παιδί, που το ’60 δεν υπήρχε ούτε ως ιδέα στο σύμπαν, καινούριος μάγειρας, από κείνους που δεν νοιάζονται πώς γίνονται τα γεμιστά και ο γάβρος λαδορίγανη. Από κείνους που μαγειρεύουν σοφιστικέ φαγητά, η νέα γενιά της δημιουργικότητας. Διέπρεψε στην ιταλική γεύση του Ombra στο Ν. Ψυχικό, μετά είπε να κάνει κάτι δικό του. Παλιό μαγεριό της γειτονιάς, από κείνα με τη βιτρίνα με τις κατσαρόλες της ημέρας, το πήρε στα χέρια του, δεν άλλαξε τίποτα. Tους ραμποτέ τοίχους, τους καθρέφτες, τα ξύλινα τραπέζια με τα χάρτινα τραπεζομάντιλα και τα λαδόξυδα, την πιο κιτς ντελιβεράδικη αισθητική του μενού. Οι περισσότεροι διαλέγουν από τη βιτρίνα σιωπηλά, επεξεργάζονται τις τιμές του καθημερινού εξοδολόγιου, μπορεί να πάρουν και μια σκέτη από γιουβέτσι, πατατούλες φούρνου, μια φασολάδα, μια φακή. Αν καθίσεις, θα σου φανεί αλλόκοτο το σέρβις, με ποδιά κατευθείαν από τα τελευταία chef-trends, σε προφίλ πλατείας Αγίας Ειρήνης.
Το φαγητό, όπως τότε παλιά, ένα μεγάλο μενού κάθε μέρα της εβδομάδας, που το βλέπεις να μαγειρεύεται στην αστραφτερή καθαριότητα της ανοιχτής κουζίνας, όπως ακριβώς θα το έφτιαχνε μια προκομένη μαμά, με φρέσκα, καλά υλικά. Κολοκυθάκια γεμιστά αβγολέμονο, αγκινάρες α λα πολίτα, συκώτι κρασάτο, λαχανοντολμάδες, μουσακάς, σουτζουκάκια και νουά, κρεατόσουπα και σπανακόρυζο, οι σπεσιαλιτέ όπως τις μαγειρεύει το παραδοσιακό σπίτι με τα υλικά της εποχής, σήμερα χοιρινό με σέλινο, αργότερα γεμιστά και μοσχαράκι με μελιτζάνες. Είναι και τα κλασικά πάντός καιρού, κόκορας με μακαρόνια και κατσικάκι με πατάτες στο φούρνο, είναι και μια μαγική καρυδόπιτα στο τέλος!
Είναι που άμα μένεις τριγύρω, δεν βλέπω το λόγο να ψωνίζεις και να μαγειρεύεις, 3 με 6 ευρώ η μερίδα, φαγάκι της υγείας και της Αγίας Καθημερινότητας.
Αρχόντισσα, Κοδριγκτώνος 31, (πλ. Βικτωρίας), 21082 38 155
σχόλια