Tρίτη 13.5
Κάθε χρόνο, τέτοια εποχή, ξέρεις πού θα με βρεις. Στον κήπο. Σε αυτό το ακατάστατο και άναρχο πράγμα, προϊόν χιλιάδων πειραμάτων, πολλών αγριόχορτων, αποτυχημένων προσπαθειών, αδέσποτων φυτών που βρέθηκαν στον δρόμο και περισώθηκαν, αφού πρώτα έκαναν βόλτα σε όλα τα μπαρ του κέντρου και μετά μπήκαν στο ταξί για το σπίτι. Δεν ξέρω πώς να σου το περιγράψω. Ένα είναι το διακύβευμα (τη χρησιμοποίησα κι εγώ αυτήν τη λέξη, επιτέλους): ίσκιος, δροσιά, ήχος από φυλλωσιές, κάλυψη, απόκρυψη από τους γείτονες τους καινούργιους που δεν είναι γέροι, είναι νέοι, με παιδιά, σκυλιά, και θέλουν μέρα-νύχτα να κάθονται στη βεράντα τους, όπως κι εγώ. Τέλος πάντων, φέτος φύτρωσαν κάτι πολύ εκκεντρικές ντάλιες με πολύπλοκα άνθη και φυτεύτηκαν και γαλλικές λεβάντες που είναι πολύ όμορφες. Τα πλατύφυλλα έχουν πολλαπλασιαστεί και μεταφυτεύτηκαν, ενώ με τις γαζίες βιώνουμε ένα παρατεταμένο γήρας. Θέλουν βάψιμο οι τοίχοι, έχουν αποφλοιωθεί και παλιώσει όσο δεν πάει, όμως η Α. λέει να μην το κάνουμε – έχουμε το πιο ωραία ηλικιωμένο σπίτι που έχει δει. Την Κυριακή που πέρασε έδωσα μάχη να μη βγούμε να φάμε και να κάτσουμε στον κήπο μας τον αναρχικό να φάμε κάτι βασικό. Ξέρω πως με τόσους αφρούς και άλλα εξωτικά που γράφουμε όλη μέρα θα σας φανεί ταπεινό, αλλά εγώ την Κυριακή περίμενα μια focaccia πέντε ώρες να γίνει και να την ψήσω ωραία και όμορφα με τις φουσκάλες της και το αλάτι και το δεντρολίβανο. Παράλληλα, περίμενα αργά και βασανιστικά μια σάλτσα ντομάτας να μαγειρευτεί. Μετά από δύο ώρες είχε γίνει ένα βαθύ, κόκκινο βελούδο. Τη σέρβιρα με μακαρόνια και βασιλικό. Δίπλα είχα ψήσει τα πιο φρέσκα σπαράγγια – ήμουν τυχερός, μόλις τα είχαν έφεραν στο ντέλι της γειτονιάς. Και είχα και μια πιατέλα προσούτο. Δεν ξέρω. Εμένα αυτό το φαγητό μου αρέσει. Ό,τι βρεις και ό,τι είναι εύκολο. Και να πω εδώ πως αυτή την περίοδο κανένα γλυκό δεν παίζει, αν δεν έχει φράουλες. Ή αν δεν είναι φράουλες.
Αν έχεις ανάγκη από ομορφιά αυτό τον καιρό και αν σου αρέσουν οι κήποι, τα ωραία σπίτια και οι ιστορίες ανθρώπων γύρω από τραπέζια, έχω κάποια πράγματα να σου προτείνω. The Bloomsbury Cookbook. Το κίνημα ίσως και να το έχετε ακούσει: Virginia Woοlf, Vanessa Bell, John Maynard Keynes, E.M. Forster και άλλοι σπουδαίοι της διανόησης της εποχής. Το βιβλίο καταγράφει πρώτα τις συνταγές που προέκυψαν από τα τραπέζια και τις συναντήσεις τους σε διάφορα σπίτια, όπως το Monk House αλλά και το Charleston. Πέρα από τις συνταγές, οι ιδιαίτερες ιστορίες, τα έργα τέχνης, αδημοσίευτο υλικό. Στον ίδιο τόνο το άλλο βιβλίο με τον κήπο του Monk House, του σπιτιού της Virginia Woοlf. Μια ματιά του έχω ρίξει, ένα μόνο έχω να πω: όσους κηπουρούς κι αν έχει κανείς, η προσωπική ματιά είναι που τα αλλάζει όλα. Και οι άνθρωποι αυτοί ήξεραν τι έκαναν. Πάλι από την Αγγλία, αλλά με ματιά στη Μεσόγειο, το βιβλίο του Μorito. Του εστιατορίου με τάπας της ομάδας του Μόρο. Χίλιες ιδέες για μεσογειακούς μεζέδες που σε βιβλίο από Έλληνα συγγραφέα δεν θα βρείτε ποτέ. Όχι τουλάχιστον τόσο χαλαρά και γνήσια.
Αυτά για σήμερα, σας φιλώ
σχόλια