Μια γλυκιά οικειότητα πλανιέται σ' αυτή την τάξη. Άνθρωποι με καταγωγή απ' όλη την Ελλάδα, κάθε ηλικίας και κάθε επαγγέλματος, κάθονται συζητώντας ζωηρά, μερικοί είναι φοιτητές διά βίου και γνωρίζονται χρόνια. Βλέπεις χαρούμενους νέους με τατουάζ και πίρσινγκ, ζωηρούς μεσήλικες μα και μια ηλικιωμένη κυρία σε καροτσάκι. Θα έλεγα ότι υπάρχει εδώ μια ωραία ενέργεια, αν η λέξη δεν παρέπεμπε σε εκνευριστικά κλισέ new age. Αυτό είναι το τελευταίο πράγμα που θα ήθελα να μπει στον πρόλογο για τη βοτανοθεραπεία, μια πανάρχαια μέθοδο ίασης που τους τελευταίες λίγους αιώνες της ανθρώπινης ιστορίας αντικαταστάθηκε στον δυτικό κόσμο εξ ολοκλήρου από την ιατρική, όπως τη γνωρίζουμε και την εφαρμόζουμε στις μέρες μας. Και απαξιώθηκε.
Είναι ένα γλυκό φθινοπωρινό απόγευμα στο Ινστιτούτο Γεωπονικών Σπουδών (ΙΓΕ) στο Κτήμα Συγγρού, το εκπαιδευτικό ίδρυμα που ξεκίνησε να λειτουργεί στις αρχές του περασμένου αιώνα, στο οποίο οποιοσδήποτε μπορεί να εγγραφεί και να παρακολουθήσει μαθήματα που σχετίζονται με τη φύση, όπως δενδροκομία, κτηνοτροφία και τυροκομία, οινολογία, κηποτεχνία, μελισσοκομία και μελισσοθεραπεία, ελαιοκομία, αμπελουργία, βιολογική καλλιέργεια κ.ά.
Στην Ελλάδα ο νόμος δεν απαγορεύει μεν αλλά ούτε υποστηρίζει την πρακτική της βοτανοθεραπείας. Οι μόνοι που επιτρέπεται να συστήνουν θεραπείες με βότανα είναι οι γιατροί, ενώ η παρασκευή φυτικών ιαμάτων επιτρέπεται κυρίως στους βιοτέχνες και στους φαρμακοποιούς. Η δε καλλιέργειά τους, κυρίως στους αγρότες.
Μια νέα γυναίκα, η βοτανοθεραπεύτρια Κωνσταντίνα Λίτσα, στέκει ψηλή, ήρεμη και όμορφη, προετοιμάζοντας το μάθημα. Τίποτα δεν μαρτυρά στην εμφάνισή της ότι μικρή ήταν φιλάσθενη, με επίμονα αναπνευστικά προβλήματα, περιόδους υπερκόπωσης, ότι κινδύνεψε να πάθει ένα αυτοάνοσο και τα αντιβιοτικά ήταν μονίμως στην τσάντα της. Στα δεκαοκτώ, κουρασμένη από τα φάρμακα και τα συμπτώματα που δεν περνούσαν, φεύγει για την Ικαρία και εκεί αρχίζει να παρατηρεί τη φύση, που μέχρι τότε στα μάτια της «ήταν απλώς ένα μεγάλο, πράσινο, ενιαίο πράγμα». Σταδιακά αλλάζει τη ζωή της, τις διατροφικές της συνήθειες (ένα από τα πρώτα πράγματα που έκοψε ήταν το ένα λίτρο γάλα που έπινε καθημερινά από μικρή «για να ψηλώσει», όπως τα περισσότερα παιδιά στον δυτικό κόσμο) και προσπαθεί να αποβάλει το υπαρξιακό άγχος που έχουν όλοι οι ευαίσθητοι νέοι άνθρωποι, καταλαβαίνοντας ήδη το θεμέλιο των ολιστικών, προσωποκεντρικών θεραπευτικών μεθόδων, δηλαδή ότι «η διαχείριση της υγείας μας είναι πρωτίστως μια προσωπική υπόθεση και ευθύνη». Ο κόσμος των φυτών την έχει κερδίσει και αποφασίζει ότι οι λεγόμενες «εναλλακτικές θεραπείες» (άλλο κλισέ ‒ γιατί «εναλλακτική» και όχι μία ακόμα θεραπευτική μέθοδος;) ίσως είναι η λύση που ψάχνει για την καλυτέρευση της υγείας της αλλά και ένα θέμα που θα ήθελε να σπουδάσει σε βάθος.
Εγγράφεται στη βοτανοθεραπεία στο σκωτσέζικο Πανεπιστήμιο Napier, στο Εδιμβούργο. Η πληροφορία με ξαφνιάζει. Γιατί δεν ήθελε να σπουδάσει στην Ελλάδα, τη ρωτώ. Δεν είμαστε η χώρα Νο 1 σε βιοποικιλότητα στην Ευρώπη, στην πεντάδα παγκοσμίως; Δεν είμαστε η χώρα όπου ο Ιπποκράτης πρώτος κατέγραψε τις αμφιβολίες για τα θεία αίτια των νοσημάτων και ξεκίνησε να παρατηρεί και να ανακαλύπτει την ίαση μέσα από τη φύση με την προσωπική συμμετοχή του ασθενούς (δηλαδή με την αυτο-ίαση, το βασικό χαρακτηριστικό όλων των ζώντων οργανισμών); Δεν είμαστε εμείς, οι Έλληνες, που από τις γιαγιάδες μας μάθαμε να πίνουμε φλησκούνι, δίκταμο και τσάι του βουνού στα κρυολογήματα με μια κουταλιά θυμαρίσιο μέλι; Να κάνουμε γαργάρες με λεμόνι και αλατόνερο για τις αμυγδαλές; Που αρταίνουμε το κρέας και τις ντοματοσαλάτες με ρίγανη, τους κεφτέδες με δυόσμο, το χοιρινό με δεντρολίβανο και φασκόμηλο, τις φακές με δάφνη; Που καίμε λιβάνι στις εκκλησιές; Που ακόμα αναρωτιόμαστε τι έκανε την Πυθία να δίνει χρησμούς και ποιες ακριβώς ουσίες χρησιμοποιούσαν στα Ελευσίνια Μυστήρια; Στην Οδύσσεια δεν αναφέρονται τα «ανδροφόνα ή θυμοφθόρα» δηλητηριώδη φυτά αλλά και στη μυθολογία συγκεκριμένα θεραπευτικά βότανα για την αγάπη και τη λησμονιά, ίδια με αυτά που φύονται και σήμερα στη χώρα μας; Τι θεωρείται βότανο; Βότανα, τόσο στη μαγειρική όσο και στην ιατρική, θεωρούνται όχι μόνο τα φύλλα ή τα λουλούδια ορισμένων φυτών αλλά και οι καρποί τους, ο φλοιός και οι ρίζες ορισμένων δένδρων (όπως της θεραπευτικής ιτιάς, που αποτέλεσε την πρώτη βασική ουσία για την ασπιρίνη), και φυτά όπως το σκόρδο ή το φασκόμηλο ή οι οπιούχες παπαρούνες.
«Στην Ελλάδα ο νόμος δεν απαγορεύει μεν αλλά ούτε υποστηρίζει την πρακτική της βοτανοθεραπείας. Οι μόνοι που επιτρέπεται να συστήνουν θεραπείες με βότανα είναι οι γιατροί, ενώ η παρασκευή φυτικών ιαμάτων επιτρέπεται κυρίως στους βιοτέχνες και στους φαρμακοποιούς. Η δε καλλιέργειά τους, κυρίως στους αγρότες. Στην Αγγλία, αντίθετα, από το 1843 υπάρχει Σύλλογος Βοτανοθεραπείας, τα μαθήματα γίνονται σε πανεπιστημιακό επίπεδο και υπάρχει μεγαλύτερη αποδοχή του προσωποκεντρικού χαρακτήρα της θεραπευτικής επιστήμης, παράλληλα, φυσικά, με την ιατρική» μου εξηγεί.
«Στο πανεπιστήμιο όπου φοίτησα, η βοτανοθεραπεία υπάγεται στα επαγγέλματα Υγείας και Ζωής (Health and Life Sciences) και στεγάζεται στο ίδιο κτίριο με τη Σχολή Νοσοκόμων. Η ύλη περιλάμβανε: ιστορία της βοτανοθεραπείας, "Ύλη Ιατρικής" ("Materia Medica"), βοτανική, φαρμακολογία, τοξικολογία, φαρμακογνωσία, ανατομία, παθολογία, φυσιολογία, διαφορική διάγνωση, βιοχημεία, οικολογία, κλινική εξέταση, κλινική πρακτική, μεθόδους έρευνας, επιχειρηματικότητα (business and management). Το πανεπιστήμιο διέθετε ιατρείο/κλινική βοτανοθεραπείας, όπου οι φοιτητές ξεκινούν την πρακτική τους και παρακολουθούν ασθενείς, με επίβλεψη, από το πρώτο έτος. Ένας φοιτητής συμπληρώνει περίπου 500 ώρες πρακτικής στην πανεπιστημιακή κλινική στη διάρκεια της τετραετούς φοίτησης. Είναι υποχρεωτική η συμπληρωματική παρακολούθηση σε κάποια άλλη πρακτική μετά την αποφοίτηση. Για παράδειγμα, για να ολοκληρώσω την πρακτική μου παρακολούθησα 120 ώρες σε κλινική εντατικής φροντίδας στο Λαϊκό Γενικό Νοσοκομείο Αθηνών. Τα μαθήματα ιατρικής διδάσκονταν από γιατρούς, της φαρμακολογίας από φαρμακολόγους, της βοτανοθεραπείας από βοτανοθεραπευτές και τα υπόλοιπα αντίστοιχα από ειδικούς επιστήμονες».
Η ώρα έχει φτάσει 7 (τα μαθήματα γίνονται κάθε Δευτέρα και Τετάρτη 5:00-8:30 μ.μ.) και είναι ώρα για ένα μικρό διάλειμμα. Έχω έρθει για να γνωρίσω την Κωνσταντίνα, αλλά το ενδιαφέρον πρώτο μάθημα με συναρπάζει και σκέφτομαι να εγγραφώ στο επόμενο εξάμηνο (ο πλούτος των πληροφοριών είναι στενά συνδεδεμένος με τη μαγειρική και τις τροφές). Όταν επιστρέφουμε, ένα ποτήρι με νερό και κάτι ακόμα(!) μας περιμένει να το δοκιμάσουμε. «Μην το πιείτε αμέσως, χαλαρώστε στo κάθισμά σας, βολευτείτε, κλείστε τα μάτια σας και εισπνεύστε το υγρό. Τι σας θυμίζει; Πώς θα το χαρακτηρίζατε από την οσμή του; Πιείτε μια μικρή γουλιά. Τι προκαλεί στο στόμα σας; Είναι στυφό, είναι δροσερό; Αν ήταν φίλος σας, τι συμβουλή θα σας έδινε;»: ερωτήσεις τόσο χαλαρωτικές για τον σημερινό άνθρωπο, αισθήσεις τόσο ξεχασμένες, που σχεδόν ακούγονται εξωτικές εκτός τάξης, «όπως ένας σαμάνος από τον Αμαζόνιο θεωρείται εκτός τόπου στην Ευρώπη, αλλά χαίρει μεγάλης θεραπευτικής εκτίμησης στο περιβάλλον του».
Όμως κανείς δεν μουρμουρίζει, ούτε χασκογελάει, ίσως επειδή έχουμε όλοι μας ανάγκη από περισσότερες τέτοιες «απαλές» εμπειρίες, φορτωμένοι καθώς είμαστε με τα πρακτικά και συνεχή, ανελέητα ερεθίσματα. Μήπως, αναρωτιέμαι, επειδή όλοι μας νιώθουμε την ανάγκη να μας αφουγκραστούμε ξανά και να πιστέψουμε στη δύναμη της αυτοΐασης με μια σύνθεση παραδοσιακών και σύγχρονων ιατρικών θεραπειών, «όπως εξακολουθεί να αυτοθεραπεύεται το μεγαλύτερο ποσοστό πληθυσμού στη Γη που ακόμα δεν έχει πρόσβαση, ούτε γεωγραφική ούτε νομική, στα κρατικά ιατρικά συστήματα, παρά μόνο στη Φύση και τις θεραπευτικές της ουσίες;»
«Μπορεί οι Έλληνες (Ιπποκράτης, Γαληνός), οι Ρωμαίοι (Πλίνιος) και οι Άραβες (Αβισένα, Ραζί), οι Ινδοί και οι Κινέζοι (με τη βοήθεια του βελονισμού και του μασάζ) να έθεσαν τις βάσεις της ιατρικής και της φαρμακευτικής (που τότε βασιζόταν κυρίως σε φυτικά σκευάσματα)», ακούω την Κωνσταντίνα να εξηγεί προς το τέλος του πρώτου μαθήματος, «αλλά οι κατοπινοί πολιτισμοί διέσωσαν τις πρώτες αυτές γνώσεις. Η ισλαμική ιατρική, από το 500 ως το 1300, διατήρησε, ανέπτυξε και μεταλαμπάδευσε την αρχαία ελληνική γνώση στην Ευρώπη. Στον σκοτεινό Μεσαίωνα, έγιναν πολλές καταγραφές σκευασμάτων και θεραπειών στα μοναστήρια (όπως και πολλά λικέρ με τη μέθοδο της απόσταξης των ουσιών από τα φυτά), ενώ το Ισλάμ πειραματιζόταν με τη δοσολογία των δηλητηρίων, που σε σωστές δόσεις μπορεί να λειτουργούσαν θεραπευτικά. Από τον Μεσαίωνα (9ος αιώνας) έως και την Αναγέννηση, η Σχολή του Σαλέρνο έπαιξε σπουδαίο ρόλο, όπως αργότερα και οι ανακαλύψεις του Νέου Κόσμου γύρω στον 14ο αιώνα με τη μεγαλύτερη ανταλλαγή τροφών και φυτών. Τότε αναπτύχθηκαν και πολλές πιο σύγχρονες ασθένειες και η αντιμετώπισή τους βασίστηκε στους τρόπους ίασης που εξασκούσαν οι φυλές κάθε τόπου (και που μετέφεραν ως γνώση στην Ευρώπη οι ιεραπόστολοι και οι εξερευνητές). Με το καρτεσιανό σχίσμα έγινε η ολοκληρωτική σχεδόν υποτίμηση των παραδοσιακών μεθόδων θεραπείας. Οι ουσίες απομονώθηκαν και οι ειδικοί θεωρήθηκαν οι μόνοι γνώστες της ιατρικής ίασης, μια και η βοτανοθεραπεία κρίθηκε εκτός νόμου στο τέλος του 19ου αιώνα, όταν άρχισε να αναπτύσσεται η βιοϊατρική».
Ποια από τα ελληνικά βότανα θεωρεί σημαντικά; «Η Ελλάδα έχει πολύ πλούσια χλωρίδα, με περισσότερα από 5.000 είδη και περισσότερα από 1.000 είδη ενδημικών φυτών, δηλαδή που απαντούν μόνο στην Ελλάδα. Αν ήταν να διαλέξω μόνο τρία, αφήνοντας πολλά άλλα αγαπημένα, θα ήταν τα εξής:
1. Το τσάι του βουνού (Σιδερίτης), που είναι ένα παραδοσιακό βότανο και πολλά είδη του βρίσκονται υπό εξαφάνιση. Εκτιμώ την προσπάθεια πολλών καλλιεργητών και το όραμα ελληνικών επιχειρήσεων να καλλιεργήσουν και να εμπορευτούν υπεύθυνα ελληνικές ποικιλίες Σιδερίτη. Πιστεύω ότι θα έπρεπε να καλλιεργείται μόνο για εμπορική χρήση και πως θα μπορούσε να γίνει ένα διάσημο προϊόν της Ελλάδας, με πολλά οφέλη για τη γεωργία. Είναι ιδιαίτερα πολύτιμο, κυρίως για τις αντιοξειδωτικές του ιδιότητες.
2. Τη φλούδα του περγαμόντου, που έχει πολύτιμες θεραπευτικές ιδιότητες ειδικά για το πεπτικό σύστημα, ως χωνευτικό, και είναι δυσεύρετη στην ευρωπαϊκή αγορά, ειδικά η βιολογικά πιστοποιημένη.
3. Το λάδανο ή λαδανιά της Κρήτης (Κίστος ο κρητικός). Ένα πανέμορφο, ανθεκτικό φυτό, που φύεται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, παράγει την πολύτιμη ρητίνη Λάδανο και συλλέγεται στην Ελλάδα από την αρχαιότητα. Πέρα από το άρωμά του και τη λειτουργία του ως τονωτικού του πεπτικού συστήματος, περιέχει κάποια συστατικά με αντικαρκινικές ιδιότητες. Πιστεύω πως αν γίνει γνωστό για τη θεραπευτική και πολιτισμική του αξία, το ίδιο το φυτό, και ειδικά η ρητίνη του, θα μπορούσε να αποτελέσει πηγή εσόδων για πολλές κοινότητες συλλεκτών και καλλιεργητών της Κρήτης και της Ελλάδας. Ίσως κάτι τέτοιο οδηγούσε στην εκπαίδευση περισσότερων νέων στη σωστή συλλογή της ρητίνης, ένα επάγγελμα που σχεδόν έχει εκλείψει, και σε μια προσπάθεια για τη φυσική προστασία των περιοχών όπου φύεται. Το ίδιο το φυτό λειτουργεί ως φυτοπροστατευτικό από τον δάκο, ένα έντομο που προσβάλλει τις ελιές, οπότε έχει επιπλέον οφέλη για τους καλλιεργητές.
Δεν μπορώ να μην προσθέσω τον κρόκο Κοζάνης, που λειτουργεί ως τονωτικό της πέψης και αντισηπτικό, και τη μαστίχα Χίου, που έχει παρόμοιες ιδιότητες.
Στη σημερινή εποχή της γνώσης και της αυξανόμενης οικολογικής συνείδησης περισσότεροι άνθρωποι ερευνούν, μελετούν και πιστεύουν εκ νέου στη βοτανοθεραπεία και ενδιαφέρονται για τις ολιστικές μεθόδους ίασης που δίνουν έμφαση όχι μόνο στο νόσημα αλλά και στο περιβάλλον του ασθενούς, στη συναισθηματική και πνευματική του υγεία, στην οικονομική και οικογενειακή του κατάσταση, προκειμένου να συνθέσουν μια θεραπεία που μπορεί να βασίζεται στην ιατρική διάγνωση αλλά θα υποστηρίζεται και από άλλους τρόπους που υποβοηθούν την αυτοΐαση ή την πρόληψη των ασθενειών και σέβονται τις προσωπικές επιλογές του ασθενούς.
Άρχισε η ψύχρα και τα πρώτα κρυολογήματα, θα μας δώσει μια συνταγή με βότανα η Κωνσταντίνα; «Μου αρέσει πολύ ο συνδυασμός μιας αρχαίας ελληνικής και αρχαίας ρωμαϊκής συνταγής για το κρυολόγημα. Οι αρχαίοι Έλληνες συνδύαζαν σκόρδο με μέλι και οι Ρωμαίοι πιπέρι με μέλι. Συχνά, για να αντιμετωπίσω το κρυολόγημα με βήχα, φτιάχνω το παρακάτω, υπερβολικά καυτερό αλλά και εντυπωσιακά αποτελεσματικό μείγμα. Προτείνω να μην το χρησιμοποιήσετε εάν έχετε ευαισθησία στο σκόρδο ή στο πιπέρι και, φυσικά, η χρήση του αντενδείκνυται σε δημόσιους χώρους.
Υλικά
1 κεφάλι σκόρδο (καθαρίζετε και λιώνετε τις σκελίδες)
4 κουταλιές της σούπας μέλι
1 κουταλιά του γλυκού πιπέρι
Ανακατεύετε τα υλικά σε ένα κλειστό βάζο. Περιμένετε λίγες ώρες μέχρι το σκόρδο να βγάλει τα υγρά του στο μέλι. Το καταναλώνετε ως αποχρεμπτικό και αντιικό, από 3 έως 6 κουταλιές του γλυκού την ημέρα. Τρώγεται ευκολότερα πάνω σε ψωμί, εάν αντέχετε τα καυτερά, ή διαλυμένο στο dressing της σαλάτας σας ή το πίνετε, διαλύοντάς το, σε μια κούπα καυτό νερό.
Ιnfo:
H Κωνσταντίνα Λίτσα διδάσκει βοτανοθεραπεία στο ΙΓΕ (Κτήμα Συγγρού: Δευτέρα-Τετάρτη 17:00-20:30 (πληροφορίες στο ige.gr και στο τηλέφωνο 210 8011146 ) και στο Εργαστήριο Αυτοδιαχείρισης της Υγείας (σε συνεργασία με το Permaculture School). Από 15 Οκτωβρίου κάθε Τρίτη θα είναι και στο «Επόμενο Βήμα» (Δήλου 2, Αθήνα).
Από τον Οκτώβριο ξεκινούν επιπλέον σεμινάρια/εργαστήρια σε συνεργασία με το Permaculture School, όπως τα «Σπιτικό Φαρμακείο», «Βότανα από όλο τον κόσμο», «Βιωματική γνωριμία με τα φυτά», «Βοτανικοί Περίπατοι». Αναλυτικό πρόγραμμα μπορείτε να δείτε στη σελίδα permaculture.school ή στη σελίδα του Permaculture School στο Facebook.
Επικοινωνία - email: [email protected]
Η Κωνσταντίνα Λίτσα αποφοίτησε από τη Σχολή Βοτανοθεραπείας (BSc Honours Herbal Medicine/Phytotherapy) του Πανεπιστημίου Napier στη Σκωτία το 2007. Συμπληρωματικά, παρακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στη Συμβουλευτική στη Δημόσια Υγεία στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου και επαγγελματική μετεκπαίδευση στην Προσωποκεντρική Συμβουλευτική και στη Συμβουλευτική με στόχο στην επίλυση προβλημάτων (Solution Focused Counseling). Από το 2007 εργάζεται ως βοτανοθεραπεύτρια και σύμβουλος Αγωγής Υγείας. Συνεργάστηκε με τον Διεθνή Οργανισμό Υγείας (NHS) της Σκωτίας στο πρόγραμμα Health All Around, όπου αναλάμβανε ασθενείς από την τοπική κοινότητα, και συμμετείχε σε προγράμματα Αυτοδιαχείρισης της Υγείας (Thistle Foundation, Εδιμβούργο) και σε κοινοτικά προγράμματα εκπαίδευσης ασθενών και βελτίωσης της ποιότητας ζωής για ευπαθείς ομάδες. Για 3 χρόνια ήταν μέλος της ομάδας Αγωγής Υγείας του δήμου του Εδιμβούργου ως επισκέπτρια εκπαιδεύτρια Υγείας σε σχολεία. Από το 2011 εργάζεται στην Ελλάδα, όπου δέχεται ασθενείς και διεξάγει εργαστήρια και σεμινάρια γύρω από τη βοτανοθεραπεία, την αυτοδιαχείριση της υγείας και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Επίσης, έχει εκπαιδευτεί στην Περμακουλτούρα (Permaculture: μέθοδος σχεδιασμού αειφόρων συστημάτων, σύμφωνα με τις αρχές της οικολογίας), συνδυάζοντας έτσι την ολιστική θεραπεία με την επαφή με τη φύση και τη διατροφική αυτάρκεια. Συνεργάζεται με πολλές ομάδες και φορείς στην Ελλάδα (κέντρα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, Οργάνωση Γη, Λαογραφικά Μουσεία, Πελίτι, σχολεία κ.ά.), ως εκπαιδεύτρια σε παιδιά και ενήλικες.
σχόλια