Η σπουδαία είδηση είναι ότι η Gagosian μετακινείται σε ένα υπέροχο σπίτι, στον αριθμό 22 της οδού Αναπήρων Πολέμου, στη συμβολή της με την Δεινοκράτους, το οποίο κτίστηκε κατά την εποχή του Μεσοπολέμου και που το 2011 κρίθηκε διατηρητέο. Όλοι το λατρεύουν αυτό το κτίριο για τον γαλήνιο και ήπιο τρόπο με τον οποίο εκφράζει τη μεγαλοπρέπειά του, αλλά και για την κομψότητα του εκλεκτικιστικού αρχιτεκτονικού χαρακτήρα του, ο οποίος, πολύ θαρραλέα ενσωματώνει μοντερνίστικα στοιχεία, χωρίς να αποποιείται το γούστο του για τον νεοκλασικισμό.
Η εκεί μετεγκατάσταση της γκαλερί είναι μία σπουδαία κίνηση εξωστρέφειας, η οποία γεννά μόνο ενθουσιασμό και πολύ μεγάλες προσδοκίες.
Συντρέχει όμως και ένας επιπλέον σοβαρός λόγος για να είναι κάποιος χαρούμενος: το πρόγραμμα στη νέα έδρα ξεκινά με έκθεση του Brice Marden, ο οποίος επανέρχεται στην Ελλάδα με ατομική έκθεση, μετά από τέσσερις δεκαετίες.
Ο Brice Marden στα μέσα του επόμενου μήνα κλείνει τα 82 του χρόνια. Εξ αυτών τα τελευταία 32 είναι μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών. Είναι δηλαδή ένας «πατριάρχης» της μεταπολεμικής αμερικανικής τέχνης, και το MoMA της Nέας Υόρκης το αναγνώρισε αυτό ήδη από το 2006, οργανώνοντας μία πλούσια και μείζονος σημασίας αναδρομική έκθεση που κάλυπτε όλες τις φάσεις του έργου του.
Τα κομμάτια μαρμάρου που ζωγράφιζε ο Marden προέρχονταν από τοπικά μικρά λατομεία της Ύδρας και αποτελούσαν κατά κάποιο τρόπο ένα ιδανικό υλικό για τη μετατόπισή του σε κάτι άλλο από τη ζωγραφική σε καμβά και σε κάτι τόσο διαφορετικό από την ορθογωνιότητα της φόρμας των τελάρων και των γραμμών που εκείνος προτιμούσε να ακολουθεί πάνω σε αυτά.
Ο Marden αποφοίτησε το 1961 από το Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και δύο χρόνια αργότερα ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές σπουδές του στο Tμήμα Καλών Τεχνών και Αρχιτεκτονικής του Πανεπιστημίου Yale. Συχνά αναφέρεται ως εκπρόσωπος του μινιμαλισμού και αυτό είναι κάτι που ακούγεται πολύ λογικό, αν αναλογιστεί κάποιος τις σειρές έργων του από μονοχρωματικούς καμβάδες.
Όμως, ο συσχετισμός του με τον μινιμαλισμό περιορίζει αρκετά τις προεκτάσεις που έχει το έργο του και συγκαλύπτει το ότι είναι πολύ δύσκολο να τον εντάξει κάποιος σε οποιοδήποτε από τα γνωστά ρεύματα. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το πόσο πραγματικά καταξιωμένος καλλιτέχνης είναι, τον καθιστά –και παρότι είναι εν ζωή– ένα ολόκληρο και ξεχωριστό κεφάλαιο της Ιστορίας της Τέχνης.
Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι στο έργο του αναγνωρίζει κάποιος την επιρροή του αφηρημένου εξπρεσιονισμού – εκείνον του Jackson Pollock και εκείνον τον άλλο, με τις συγκλονιστικές «πεδιάδες χρώματος», του Mark Rothko. Όσο για την τελευταία μεγάλη περίοδό του, αναγνωρίζει κάποιος και μια εντελώς άλλης πηγής επιρροή, εκείνην από την ασιατική τέχνη της καλλιγραφίας.
Πέραν όλων αυτών, τα τελευταία 50 περίπου χρόνια, ο Brice Marden είναι και Υδραίος – υπό την έννοια ότι επιστρέφει κάθε χρόνο στο νησί, όπου έχει δικό του σπίτι. Η συγκεκριμένη πληροφορία θα μπορούσε να ηχεί ως εντελώς αδιάφορη και παράταιρη με τα παραπάνω, αν η τωρινή έκθεση στην Gagosian δεν είχε ως αντικείμενο μία σειρά έργων ζωγραφικής πάνω σε μάρμαρο, τα οποία ο Marden δημιούργησε στο νησί κατά την περίοδο 1981-1987.
Πρόκειται για μια ενότητα έργων του που σήμερα θεωρείται ότι αντιστοιχεί σε περίοδο καμπής προς την οριστική μετάβαση από την απόλυτη λιτότητα των μονοχρωματικών συνθέσεων του, των δεκαετιών του 1960 και 1970, στην καλλιγραφική περίοδό του, κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1980, και στην τέχνη του που ακολούθησε μέχρι σήμερα.
Τα κομμάτια μαρμάρου που ζωγράφιζε ο Marden προέρχονταν από τοπικά μικρά λατομεία της Ύδρας και αποτελούσαν κατά κάποιο τρόπο ένα ιδανικό υλικό για τη μετατόπισή του σε κάτι άλλο από τη ζωγραφική σε καμβά και σε κάτι τόσο διαφορετικό από την ορθογωνιότητα της φόρμας των τελάρων και των γραμμών που εκείνος προτιμούσε να ακολουθεί πάνω σε αυτά.
Τα κομμάτια από μάρμαρο που χρησιμοποιούσε και που επέλεγε κάπως τυχαία, είχαν ένα βάρος για το οποίο δεν τίθεται καν λόγος σύγκρισής του με την υλική υπόσταση ενός καμβά. Είχαν επίσης πόρους και επιφανειακή –αν μη τι άλλο– διαφάνεια. Τα στρώματα αραιωμένου χρώματος που ο Marden τοποθετούσε στο λείο πέτρωμα, ακολουθώντας κυρίως ευθείες γραμμές, εισχωρούσαν σε αυτό και έτσι συμμετείχαν τελικά στο παιχνίδισμα της επιφανειακής διαφάνειάς του. Οι γραμμές του και οι καταλήξεις τους άρχισαν τελικά να ανταποκρίνονται στις τυχαίες ανωμαλίες των απολήξεων των τεμαχίων του μαρμάρου που είχε επιλέξει.
Για τον λόγο αυτό ο ίδιος είχε περιγράψει τη δημιουργική διαδικασία της ζωγραφικής σε μάρμαρο ως «ατύχημα που αποκτά μορφή». Ο Marden είχε επίσης επιμείνει στο ότι τα κομμάτια του μαρμάρου που ζωγράφιζε στην Ύδρα αποτέλεσαν για εκείνον την αιτία για να «διαφύγει» από την ορθογωνιότητα των συνθέσεών του και να ανακαλύψει τη δύναμη και τη δυναμική του διαγώνιου άξονα σε αυτές. Μέσω του διαγώνιου άξονα, θα ξεκινούσε να αναπτύσσει μια συντριπτική εισβολή στην ορθογωνιότητα και στο ισχυρό πλέγμα που αυτή καθόριζε και έτσι, προοδευτικά, θα οδηγείτο στο σύμπαν των γραμμών της καλλιγραφίας.
Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο ίδιος επέλεξε για την τωρινή έκθεση στην Αθήνα, μία συλλογή σχεδίων του με μελάνι σε χαρτί, που θεωρεί ότι η συν-έκθεσή τους με τα έργα του σε μάρμαρο παρουσιάζει πιο καθαρά τη σημασία που τα έργα της Ύδρας είχαν για τη μετάβασή του στην ύστερη περίοδο της δουλειάς του.
Τα εγκαίνια της έκθεσης έχουν προγραμματιστεί για τις 24 Σεπτεμβρίου και την ημέρα εκείνη η Gagosian θα λειτουργήσει με διευρυμένο ωράριο από τις 11:00 έως τις 21:00, προκειμένου να υποδεχθεί τους επισκέπτες της, τηρώντας τους αναγκαίους υγειονομικούς κανόνες που επιβάλλει η πανδημία του κορωνοϊού.
σχόλια