Η μεταφορά του The Prom από τη σκηνή στην οθόνη του Netflix έχει τη δική της ιστορία και σπάει τα ρεκόρ ταχύτητας, καταρρίπτοντας κάθε έννοια γραφειοκρατίας και καθυστέρησης, ειδικά για παραγωγές που πηγάζουν από το θέατρο και απαιτούν μεγάλο χρονικό διάστημα για τις διαπραγματεύσεις, τις εγκρίσεις, το πολύπλοκο κάστινγκ και τις πρόβες.
Ένα πολύ κρύο βράδυ του Ιανουαρίου του 2019, ο Ράιαν Μέρφι πήγε στο θέατρο για να δει την παράσταση The Prom, που παρά τις εξαιρετικές κριτικές που είχε αποσπάσει, έμελλε να χάσει όλα τα βραβεία Tony για τα οποία προτάθηκε τον Ιούνιο το ίδιου έτους, από το πιο προχωρημένο Hadestown, και θα έριχνε αυλαία σε πολύ σύντομο διάστημα, μόλις εννιά μήνες από την επίσημη πρεμιέρα του, χάνοντας χρήματα.
Ωστόσο, ο Μέρφι και το περίφημο, παντοδύναμο άγγιγμά του είχαν τον τελευταίο λόγο, σώζοντας ένα αδίκως καταδικασμένο έργο. Η παράσταση τον έκανε να κλάψει και να γελάσει, το ίδιο και όλους τους θεατές, όπως λέει ο ίδιος. Ήταν εύκολο γι' αυτόν να ταυτιστεί με την ηρωίδα, την ομοφυλόφιλη μαθήτρια από την επαρχιακή κωμόπολη της Ιντιάνα, που την αποκλείουν από τον χορό των τελειοφοίτων λόγω της σεξουαλικότητάς της, βλέπει την κρυφή αγαπημένη της να διστάζει να τη συντροφεύσει στο παράπονο της για να μην κακοκαρδίσει την αυστηρή μητέρα της που λύνει και δένει στο σχολείο, και καταφεύγει σε μια ειρηνική αντεπίθεση με τη βοήθεια απρόσμενων συμμάχων από την «πρωτεύουσα» του θεάτρου.
Επιπρόσθετα, ο ματζόρε δημιουργός της σύγχρονης τηλεοπτικής μυθοπλασίας διέκρινε στο θεατρικό μιούζικαλ των Σκλαρ/Μπέγκελιν/Μάρτιν την ενωτική ατζέντα που και ο ίδιος μοιράζει σε κάθε του πρότζεκτ, μαζί με τη γνήσια μουσικοχορευτική απόλαυση αλά Broadway, όπως έμαθε να τη λατρεύει από τα παιδικά του χρόνια, όταν έβλεπε με τη γιαγιά του διασκευασμένα μιούζικαλ στην τηλεόραση, και αργότερα, στις νεοϋορκέζικες σκηνές.
Στην καρδιά του The Prom ξεπηδά εμφατικά η απόκρουση της Αμερικής που πρότεινε ο Τραμπ στη δική του τετραετία.
Με το που τελείωσε λοιπόν η παράσταση, βρήκε τους παραγωγούς του έργου, τους συνεχάρη κι εξέφρασε την επιθυμία του να μεταφέρει το Prom στην οθόνη, εκείνοι συναίνεσαν με χαρά, έναν μήνα αργότερα έκλεισε τα δικαιώματα, έπεισε τον Τεντ Σαράντος του Netflix να το δει, εκείνος το κατάλαβε και του έδωσε το πράσινο φως μέσα σε μια μέρα, και μέχρι τον Μάρτιο έκανε πρόταση στη Μέριλ Στριπ, τον Τζέιμς Κόρντεν και τη Νικόλ Κίντμαν, οι οποίοι του είπαν ναι σε χρόνο dt, δίνοντας ραντεβού τον Δεκέμβριο του 2019 για το ξεκίνημα των γυρισμάτων και περιθώριο στην ομάδα της καλλιτεχνικής διεύθυνσης και των σκηνικών να χτίσουν μια ρέπλικα του Broadway στο Λος Άντζελες, αφού πρώτα μέτρησαν το μέγεθος των δρόμων, το ύψος των θεάτρων και τον αριθμό των λαμπιονιών.
Κι όταν η πανδημία «τόλμησε» να σταματήσει το τετράμηνο γύρισμα, τρεις μόλις ημέρες πριν ολοκληρωθεί, ο Μέρφι σχεδόν απ' το μηδέν επινόησε ένα κλειστό πρωτόκολλο, που μετά έγινε νόρμα, και ήταν ο πρώτος που επέστρεψε στη δουλειά, τελειώνοντας έγκαιρα για την πρεμιέρα της ταινίας του, που συναντιέται αρμονικά με το προγραμματισμένο ραντεβού της, στις 11 Δεκεμβρίου του 2020.
Το The Prom ξεκινά με μιούζικαλ μέσα στο μιούζικαλ, το ανέβασμα του Eleanor, μιας παράστασης με θέμα τη ζωή της πρώτης κυρίας Έλινορ Ρούζβελτ, με πρωταγωνίστρια τη φτασμένη Ντίντι Άλεν (Μέριλ Στριπ) και σύζυγο επί σκηνής, τον Μπάρι Γκλίκμαν (Κόρντεν). Οι κριτικές είναι σφαγιαστικές και επικεντρώνονται στον ανεξέλεγκτο ναρκισισμό δύο ξεπεσμένων ηθοποιών.
Με τη συνδρομή μιας μόνιμης αντικαταστάτριας για τον ρόλο της Ρόξι Χαρτ από το Σικάγο (Νικόλ Κίντμαν, με ένα καλό νούμερο στην ταινία) κι ενός ξιπασμένου πρωταγωνιστή ενός ξεχασμένου τηλεοπτικού σίριαλ, του Τρεντ, ψάχνουν και βρίσκουν έναν καλό σκοπό για να λυτρωθούν από την αποτυχία και να αποκαταστήσουν τη δημόσια εικόνα τους, βρίσκοντάς τον στην περίπτωση της Έμα, μιας νεαρής λεσβίας που γίνεται trending θέμα στο Twitter εξαιτίας της άρνησης του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων και έρθει στον μεγάλο χορό με τη φίλη της.
Ναυλώνουν πούλμαν και πηγαίνουν με βαριά καρδιά και όνειρο αποκατάστασης της πληγωμένης φήμης τους εκεί που χτυπάει ακόμη η καρδιά του συντηρητισμού, δήθεν για να βοηθήσουν μια πονεμένη ψυχή, αλλά κατά βάθος για να τροφοδοτήσουν το υπερτροφικό εγώ τους. «Είμαστε οι προοδευτικοί του Μπρόντγουεϊ» αυτοαναγγέλονται θριαμβευτικά όταν καταπλέουν στην άσημη πολίχνη, και μάταια η Ντίντι της Στριπ κραδαίνει τα δυο βραβεία Tony που πάντα κουβαλά στη μεγάλη τσάντα της στη ρεσεψιόν του βαρετού ξενοδοχείου όπου καταλύουν, με την ελπίδα να πιάσει τη σουίτα που δεν υπάρχει σε ακτίνα χιλιομέτρων.
Πλοκή υπάρχει στο έργο: νέοι έρωτες ανθίζουν, παλιές αγάπες ξανασμίγουν, μυαλά αλλάζουν, η περιουσία της Ντίντι διακυβεύεται, ο σχολικός χορός οργανώνεται με δόλο και σχεδιάζεται ένας εναλλακτικός τρόπος για να συμπεριληφθεί η εξοστρακισμένη Έμα και το ταπεινό κίνητρο που οδηγεί τους φαντασμένους αρτίστες στην Αμερική που περιφρονούν σταδιακά παραχωρεί τη θέση του σε μια κατανόηση του προβλήματος της Έμα, ένας αυτοσεβασμός που κερδίζεται με κόπο και φαντασμαγορία.
Η Στριπ και ο Κόρντεν, τόσο ικανοί και ενθουσιώδεις, τόσο εμφανώς χαρούμενοι με τους ρόλους που τους προσφέρθηκαν σαν δώρο, μετατρέπουν δυο στερεότυπα, την ντίβα στο πνεύμα της θρυλικής Πάτι Λιουπόουν και τον χοντρούλη γκέι που προοριζόταν για μιούζικαλ ούτως ή άλλως, αντίστοιχα, σε λαχταριστά ρεσιτάλ μεγάλων χειρονομιών και λεπτεπίλεπτων συναισθημάτων, ανάμεσα σε τραγούδια που κάθε τους νότα είναι σωστή και προβλέψιμη, κάθε τους στίχος είναι ομοιοκατάληκτος και ασφαλής, αλλά στο σύνολό τους, ψυχαγωγικά, ξεσηκωτικά και εύστοχα στις επιδιώξεις και το νόημα τους.
Για τον Μέρφι, το The Prom λειτουργεί ως αναγνωρίσιμη αλληγορία της αμερικανικής παράδοσης, ο fun επίλογος της επίσημης εκπαίδευσης που οφείλει να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα. Στην ταινία, όπως και στο θεατρικό (θεωρητικά), γίνεται η αρένα για την επίδειξη μιας νέας τάξης πραγμάτων, με το περιθώριο να περιλαμβάνεται στη γιορτή, αντί να περισσεύει ενοχικά και ντροπιαστικά, ή να προσποιείται πως δεν υπάρχει, περιμένοντας υπομονετικά να μεταναστεύσει στη δεκτική, μεγάλη πόλη.
Ριζωμένο στην μιουζικαλίστικη θεατρικότητα του, το The Prom είναι ένα μουσικοχορευτικό αφιέρωμα ανοιχτής αγκαλιάς που ανακατεύει περίτεχνα μουσικές και ορθοπολιτκές κορώνες για να περάσει μηνύματα, φτιαγμένο από τον άνθρωπο που έχει βάλει στόχο να επαναπροσδιορίσει το mainstream, δηλαδή να δώσει στο μεγάλο κοινό αυτό που θέλει να δει, με το περιεχόμενο που εκείνος νομίζει σωστότερο – ουσιαστικά, είναι ένα ιδιότυπο σίκουελ της μίνι σειράς Hollywood που παρουσίασε επίσης μέσα στο 2020.
Στην καρδιά του The Prom ξεπηδά εμφατικά η απόκρουση της Αμερικής που πρότεινε ο Τραμπ στη δική του τετραετία. «Love thy neighbour, trumps them all» τραγουδά ο ψιλοατάλαντος Τρεντ (που ωστόσο έχει αίσθηση της κοινής γνώμης, ως τηλεοπτική περσόνα), εξηγώντας στα νεαρά παιδιά πως τα λόγια της Βίβλου, που μεταφράζονται ως «το "αγάπα τον πλησίον σου" τα ισοπεδώνει όλα" ουσιαστικά γκρεμίζουν αφοπλιστικά όλες τις προκαταλήψεις που τους γεμίζουν μίσος – και, μάλιστα, πολύ δηλωτικά, σε μια σεκάνς μέσα σε κλασικό επαρχιακό εμπορικό κέντρο, την κλασική περαντζάδα όπου η μάζα δίνει ραντεβού και ψωνίζει, άρα υπάρχει.
Δεν πρεσβεύει τίποτε καινούριο όλο αυτό. Η μουσική και το στιλ είναι παράγωγα του High School Musical και του Glee (του Μέρφι), αλλά δίνονται με μπρίο και διακρίνονται από καλοκουρδισμένη σύμπνοια, uptempo ρυθμό και γνώση του είδους (παρά τα εκτεταμένα πανοραμίκ του Μάθιου Λιμπατίκ), έξυπνα σβησίματα της σοβαροφάνειας με νόστιμα τσιτάτα («να σώσουμε μια λεσβία τη φορά, αυτός είναι ο στόχος μας») και τη μετατόπιση του γενικού, δηλαδή την αντιμετώπιση της μισαλλοδοξίας, με την πιο συγκεκριμένη επίτευξη του αυτοσεβασμού.
Με δεδομένο τι πέρασε ο πλανήτης, αλλά και οι ΗΠΑ μέσα στη χρονιά, είναι ένα συγκυριακό ευτύχημα που, αν και δεν έχει καμία σχέση με τα Χριστούγεννα, είναι ό,τι πιο γιορτινό θα μπορούσε να ευχηθεί ο εξαντλημένος θεατής.
Και μάλιστα με τη Μέριλ Στριπ!
σχόλια