H εφημερίδα «Hunger» είναι ένα φωτογραφικό πρότζεκτ που τρέχει η ομάδα του Void –του χώρου που είναι αφιερωμένος στη φωτογραφία και τις αυτοεκδόσεις της– και είναι βασισμένη στο κείμενο «Καλλιτέχνης της Πείνας» ("Α Hunger Artist") του Φραντς Κάφκα.
Η ομάδα του Void, δηλαδή οι Μυρτώ Στείρου, Σύλβια Σαχίνη και Joao Linneu, πιστεύουν ότι αυτό το πρότζεκτ είναι τόσο ένας φόρος τιμής στους καλλιτέχνες που αφιερώνονται στη τέχνη της φωτογραφίας, χωρίς να έχουν μεγάλες οικονομικές προσδοκίες, όσο και ένα statement της δικής τους κατάστασης.
«Ως ανεξάρτητος οργανισμός που προσπαθεί σήμερα να εργαστεί γύρω από την φωτογραφία στην Ελλάδα, είμαστε κι εμείς οι ίδιοι "καλλιτέχνες της πείνας". Μπορούμε να πούμε ότι το "Hunger" είναι το μανιφέστο του Void» εξηγούν σχετικά με το εγχείρημά τους.
Είναι ένα κείμενο για τους καλλιτέχνες τους οποίους τους απασχολεί περισσότερο η εσωτερική τους επιθυμία να κάνουν τη δική τους τέχνη στο βέλτιστο, αντί να κάνουν επίδειξη και να αποβλέπουν στη φήμη και τη δημοσιότητα. Όμως αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η φωτογραφία σήμερα.
«Ο "Καλλιτέχνης της Πείνας" είναι μια ιστορία για έναν καλλιτέχνη που επιδιώκει την καλύτερη εκτέλεση της τέχνης του, ακόμα και μετά την εξαφάνιση του δημόσιου ενδιαφέροντος. Ο καλλιτέχνης αυτός αποφασίζει να παραμείνει πεινασμένος ακόμα και όταν κανείς δεν του δίνει σημασία, μέχρι τον θάνατό του, ασκώντας την τέχνη του», λένε οι δημιουργοί του "Hunger" και συνεχίζουν:
«Είναι ένα κείμενο για τους καλλιτέχνες τους οποίους τους απασχολεί περισσότερο η εσωτερική τους επιθυμία να κάνουν τη δική τους τέχνη στο βέλτιστο, αντί να κάνουν επίδειξη και να αποβλέπουν στη φήμη και τη δημοσιότητα. Μετά από μερικούς αιώνες σχετικής δόξας η φωτογραφία αποτελεί τώρα μια δύσκολη διαδρομή για όσους αποφασίζουν να την ακολουθούσουν. Είναι μια τέχνη όχι και τόσο δημοφιλής σε σύγκριση με άλλες όπως η μουσική, ο κινηματογράφος ή η λογοτεχνία. Είσαι φωτογράφος. Είσαι καλλιτέχνης της πείνας», καταλήγουν.
Το «Hunger» αποτελείται από 7 τεύχη 40 ή 44 σελίδων το καθένα ενώ η έκδοση τυπώνεται σε 300 καλαίσθητα αντίτυπα. Το 7 δεν είναι ένας τυχαίος αριθμός αφού στην πραγματικότητα βασίζεται στον αριθμό σελίδων της αρχικής σύντομης ιστορίας του Κάφκα (14 σελίδες). Κάθε τεύχος του «Hunger» έχει ως εξώφυλλο και οπισθόφυλλο μια σελίδα από το πρωτότυπο κείμενο. Στο τέλος του πρότζεκτ θα μπορεί κανείς να διαβάσει ολόκληρο το κείμενο που διατρέχει τα 7 τεύχη του «Hunger».
Εκτός από τη δική τους αισθητική και προσέγγιση της φωτογραφίας, οι επιλογές τους βασίστηκαν τόσο στην προσωπική τους εκτίμηση της φωτογραφίας όσο και στο background του κάθε φωτογράφου.
Ένα εύκολο παράδειγμα είναι ο Antoine d' Agata, ο οποίος εμφανίζεται στο πρώτο «Hunger». Είναι ένα παράδειγμα ενός καλλιτέχνη που δίνει πολλά στην δική του τέχνη. Είναι μέρος της τέχνης του, φτάνοντας τον εαυτό του στα άκρα, κοντά στο σημείο μη επιστροφής, για χάρη της φωτογραφίας του. Αφιερώνει το σώμα και το μυαλό του σε αυτό.
Μπορούμε να πούμε το ίδιο και για τον Ben Altman που παρουσιάστηκε στο τέταρτο «Hunger» και που φωτογραφίζει την performance του για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο Altman περνάει από σωματική και συναισθηματική υπέρβαση για να επιτύχει το τελικό του έργο.
Η Wiktoria Wojciechowska στο τρίτο τεύχος του «Hunger» απεικόνισε τον σύγχρονο πόλεμο στην Ευρώπη (Ουκρανία), και διαπραγματεύεται τον αντίκτυπο της απώλειας, του πόνου και της πάλης των θυμάτων σε μια κατάσταση τρωτότητας στην Ουκρανία.
Η Margot Wallard, που είχε μια σκληρή εμπειρία με το πρόωρο μωρό της, κατάφερε να καταγράψει τη διαδικασία επιβίωσής της στο νοσοκομείο με καλοσύνη και δύναμη.
Αλλά, φυσικά, το «Hunger» δεν είναι απαραίτητα για τους φωτογράφους που πλησιάζουν τον πόνο, τη δυστυχία ή τις πιο σκοτεινές πλευρές του μέσου.
Ο Erik Van Der Weijde στο πέμπτο τεύχος του «Hunger» 5 είναι ένα παράδειγμα πιο «ανάλαφρου» καλλιτέχνη που επικεντρώνεται κυρίως στις αυτοεκδόσεις (self-publishing). Ο Ολλανδός φωτογράφος παρουσιάζει μια ακούραστη παραγωγή, τόσο φωτογραφική όσο και εκδοτική. Η αφοσίωσή του στο self-publishing τον κάνει εξαιρετικό παράδειγμα ενός καλλιτέχνη της πείνας.
Τέλος, ένα άλλο κλασικό παράδειγμα είναι ο Chris Shaw, ο οποίος εργάστηκε για χρόνια ως θυρωρός σε φτηνά ξενοδοχεία στην Αγγλία, παράγοντας ταυτόχρονα ένα εντυπωσιακό έργο. Αυτό το γεγονός από μόνο του τον καθιστά ως τέλειο παράδειγμα ενός «καλλιτέχνη της πείνας».
Ο Shaw εμφανίζεται στο δεύτερο τεύχος του «Hunger» παρουσιάζοντας μέχρι τώρα μια άγνωστη δουλειά που λέγεται «Χρυσή Ακτή», που λέει την ιστορία των διακοπών του στην Πάρο. Στο συνοδευτικό κείμενο διαβάζει κανείς:
«Άκουσα τη λέξη μαλάκα ... γνώρισα τον Δημήτρη Πετρουλάκη... ή Δημήτρη από το βενζινάδικο, ο οποίος ήταν γνωστό ότι αντάλλαξε ένα μπαρ για μια BMW και πάντα είχε ατυχήματα και γούσταρε την Elfriede. Έπινε πολύ, και αργότερα πέθανε από τον καρκίνο και το αλκοόλ ... ». Το κείμενο βγαλμένο από το ημερολόγιο του εξηγεί την εμπειρία του στο νησί και ξεκινά με ειρωνεία: «Δύο μέρες μετά την αεροπειρατεία της Αθήνας το 1985 αγόρασα ένα εισιτήριο με επιστροφή για Αθήνα για 60 λίρες Αγγλίας, η καταστροφή ενός ανθρώπου είναι η ευκαιρία ενός άλλου ανθρώπου».
Info:
Δείτε σχετικά με το Hunger εδώ.
σχόλια