Τα μάτια του πολέμου: οι δημοσιογράφοι της Γάζας και οι ιστορίες τους
Noor Swirki
Mada Masr - 30.10.2023
Το πρωί της 20ής ημέρας του πολέμου, έλαβα ένα τηλεφώνημα από τον σύζυγό μου, τον Σάλεμ, δημοσιογράφο που καλύπτει αυτόν τον πόλεμο από τις πρώτες στιγμές του. Μου ζήτησε να καθυστερήσω να έρθω στον αυτοσχέδιο χώρο εργασίας μας· είμαστε και οι δύο δημοσιογράφοι και έχουμε κατασκηνώσει στο ιατρικό συγκρότημα Νάσερ. Μια ισραηλινή αεροπορική επιδρομή είχε στοχεύσει την περιοχή πίσω από το ιατρικό συγκρότημα, προκαλώντας τεράστια καταστροφή, απώλειες ζωών και πολλούς τραυματίες.
Δύο ώρες αργότερα, εμφανίστηκε με το δημοσιογραφικό του γιλέκο, αποκαμωμένος, καταϊδρωμένος και με συντρίμμια κολλημένα πάνω του. Μιλώντας με δυσκολία, μου περιέγραψε πώς το μέρος είχε γεμίσει με ασθενοφόρα και πολιτικά αυτοκίνητα που μετέφεραν τους τραυματίες, ενώ άλλα εξακολουθούσαν να μεταφέρουν πτώματα και τα λείψανα των παιδιών και των μελών της οικογένειάς τους τυλιγμένα σε κουβέρτες. "Είμαι κουρασμένος. Είδαμε τις ρουκέτες να έρχονται κατά πάνω μας. Τις μετρήσαμε. Πότε θα τελειώσει αυτό;"
Ο Σάλεμ και εγώ είμαστε μόνο δύο από τους πολλούς. Στη σκηνή του Τύπου, δεκάδες δημοσιογράφοι συγκλίνουν για να εκτελέσουν τα καθήκοντά τους. Ο Σάλεμ περνάει εκεί τη νύχτα, ενώ εγώ ακολουθώ καθημερινά, το μεσημέρι, ένα συγκεκριμένο δρομολόγιο προς το χώρο εργασίας μας. Πριν δύσει ο ήλιος, αναχωρούμε προς το καταφύγιο, όπου θα περάσω τη νύχτα με τα δύο παιδιά μας.
Κάθε πρωί, γύρω στις 9, προσπαθούμε να επικοινωνήσουμε τηλεφωνικά. Συνήθως εγώ κάνω το τηλεφώνημα. "Καλημέρα, είσαι ακόμα ζωντανός;" Συμφωνούμε για την ώρα που θα έρθει να με πάρει. Τα δύο παιδιά μας ακούνε και αρχίζουν να μετρούν αντίστροφα τις ώρες με ανυπομονησία. Μόλις φτάσει, τρέχουν να αγκαλιάσουν τον πατέρα τους και να του παρουσιάσουν μια λίστα με τα αιτήματά τους, τα οποία ο Σάλεμ προσπαθεί να εκπληρώσει όσο καλύτερα μπορεί στον δρόμο της επιστροφής μας. Κι έπειτα, δέχεται άλλον έναν καταιγισμό από φιλιά και αγκαλιές πριν μας αφήσει για τη νύχτα.
Η οικογένειά μας δεν είναι η μόνη· δεκάδες συνάδελφοί μας που εργάζονται μαζί μας στη σκηνή του Τύπου που έχει στηθεί στο ιατρικό συγκρότημα Νάσερ στο Χαν Γιουνίς, στη νότια Γάζα, βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση, αν όχι σε χειρότερη. Οι προηγούμενες και οι συνεχιζόμενες εμπειρίες από τις αεροπορικές επιδρομές έχουν διδάξει στους δημοσιογράφους ότι είμαστε στόχοι και ότι είναι καλύτερο να συσπειρωνόμαστε στον ίδιο χώρο για να προσφέρουμε ο ένας στον άλλον υποστήριξη και παρηγοριά.
Σκηνές του Τύπου στήνονται σε νοσοκομεία, όπως το νοσοκομείο Νταρ-αλ-Σίφα στα βόρεια και το νοσοκομείο των Μαρτύρων Αλ-Ακσά στο κέντρο της πόλης της Γάζας, για να αξιοποιήσουν τις διαθέσιμες παροχές ρεύματος και μία ενδεχόμενη πρόσβαση στο διαδίκτυο. Οι σκηνές λαμβάνουν μερικές φορές βοήθεια από το Συνδικάτο Δημοσιογράφων, από το γραφείο μέσων ενημέρωσης της Χαμάς ή από μεγάλους ραδιοτηλεοπτικούς φορείς με καλύτερους πόρους, όπως το Palestine Channel.
Ο φόβος της απώλειας της οικογένειάς τους πλανάται σαν σκιά πάνω από τους δημοσιογράφους και τους αγαπημένους τους. Αυτοί που βρίσκονται στο σπίτι φοβούνται ότι θα χάσουν αυτούς που βρίσκονται στο πεδίο, και αυτοί που βρίσκονται στο πεδίο φοβούνται ότι θα χάσουν αυτούς που βρίσκονται στο σπίτι.
Το πρωί που ακολούθησε τη δολοφονία των μελών της οικογένειας του επικεφαλής ανταποκριτή του Al Jazeera, Wael al-Dahdouh, συμπεριλαμβανομένης της συζύγου, της κόρης και του γιου του, την 19η ημέρα του πολέμου, ένας ψυχρός φόβος μπήκε στις καρδιές μας. Όλοι φοβόμαστε ότι μπορεί να είμαστε οι επόμενοι, γνωρίζοντας ότι δεν είναι ο πρώτος μεταξύ μας που θα ζήσει αυτή τη δοκιμασία.
Ο φωτορεπόρτερ Aly Gadallah έχασε την αδελφή του και τρία από τα αδέλφια του σε αεροπορική επιδρομή ενώ βρισκόταν σε υπηρεσία. Ο δημοσιογράφος Mahmoud Hanieh έχασε τη σύζυγό του και τον γιο τους, ο οποίος δεν ήταν ακόμη ενός έτους. Ο δημοσιογράφος Khaled al-Ashqar έχασε επίσης τη σύζυγό του ενώ βρισκόταν σε υπηρεσία.
Η οικογένεια του Ashqar αναζήτησε απεγνωσμένα ένα ασφαλές μέρος, φεύγοντας από τα σπίτια της μαζί με χιλιάδες άλλους, αλλάζοντας καταφύγιο τουλάχιστον τέσσερις φορές, μέχρι που κατέληξαν στο Χαν Γιουνίς. Ο Khaled εργάζεται από τη σκηνή του Τύπου που έχει στηθεί στο νοσοκομείο των Μαρτύρων αλ-Ακσά. Κάνει μία καθημερινή οδοιπορία τις πρώτες πρωινές ώρες και πάλι βαθιά μέσα στη νύχτα για να κρατήσει συντροφιά στην οικογένειά του εν μέσω των αεροπορικών επιδρομών που τρομοκρατούν τις νύχτες τους.
"Η γυναίκα μου σκοτώθηκε σε αεροπορική επιδρομή που στόχευσε το σημείο στο οποίο είχαμε καταφύγει για ασφάλεια. Ο γιος μου τραυματίστηκε ελαφρά, τα ανίψια μου υπέστησαν τραύματα μεσαίου βαθμού και της ανιψιάς μου χρειάστηκε να της ακρωτηριαστεί το πόδι της. Ποτέ δεν φανταζόμουν ότι αυτό θα μπορούσε να μου συμβεί. Έθαψα τη γυναίκα μου και επέστρεψα στη δουλειά μου την επόμενη ημέρα. Η ζωή μας χωρίς εκείνη, για τα τέσσερα παιδιά μας και εμένα, είναι πραγματικά δύσκολη, ιδιαίτερα αυτή τη στιγμή", μου λέει ο Khaled.
"Δέχομαι μεγάλη πίεση σαν δημοσιογράφος. Έπρεπε να χωρίσω τα παιδιά για να μην πεθάνουμε όλοι μαζί σε επόμενες αεροπορικές επιδρομές. Δύο είναι με τον παππού τους, ένα με την αδελφή μου και ένα με μένα. Δεν μπόρεσα να σταματήσω να εργάζομαι· είμαστε η φωνή τόσων άλλων ανθρώπων που δεν έχουν άλλο τρόπο να μεταφέρουν τις ιστορίες τους στον κόσμο για όλο τον τρόμο και την αδικία που αντιμετωπίζουν. Μας έχει ανατεθεί αυτή η αποστολή".
Ο Wissam Yassin, ανταποκριτής του Alhurra [δορυφορικό κανάλι στην αραβική γλώσσα χρηματοδοτούμενο από τις ΗΠΑ -σ.σ.] στη Γάζα, συμφωνεί μαζί του. "Είμαστε Παλαιστίνιοι πολίτες όπως και οι άλλοι Παλαιστίνιοι που ζουν υπό πολιορκία, αλλά έχουμε επίσης αναλάβει να παρουσιάσουμε την αλήθεια".
Η Wissam είναι μητέρα τριών παιδιών, δύο κοριτσιών και ενός αγοριού, τα οποία αφήνει με τους συγγενείς της στα νότια της Γάζας κατά τη διάρκεια της εργάσιμης ημέρας της. Μεταφέρει την εμπειρία της στο ρεπορτάζ για αυτόν τον πόλεμο, καθώς καθόμαστε δίπλα-δίπλα σε ένα από τα πεζοδρόμια κοντά στη σκηνή του Τύπου: "Έχω καλύψει πολλές στρατιωτικές κλιμακώσεις και πολέμους, αλλά τίποτα δεν συγκρίνεται με αυτό που συμβαίνει τώρα. Δεν έχουμε χρόνο να σκεφτούμε ή να κλάψουμε. Δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τι συμβαίνει. Μερικές φορές λέω ότι καταφέραμε να μείνουμε όρθιοι μόνο χάρη στην ομορφιά του πνεύματός μας, γιατί οι πύραυλοι προσγειώνονται στις καρδιές μας. Μόλις παραδώσουμε τις ειδήσεις μας, σπεύδουμε στα τηλέφωνά μας για να σιγουρευτούμε για τις οικογένειές μας και να βεβαιωθούμε ότι είναι ασφαλείς, αν δηλαδή το τηλεφωνικό δίκτυο λειτουργεί κι από τις δύο πλευρές. Αν κανείς δεν το σηκώσει, όλα τα φρικτά σενάρια περνούν από το μυαλό μου. Χάνω κάθε συγκέντρωση και κάθε όρεξη για δουλειά- το μυαλό μου παραμένει ανήσυχο μέχρι να βεβαιωθώ ότι είναι καλά".
"Τα παιδιά μου δυσανασχετούν με τη δουλειά μου. Μιλώντας με τη μικρότερη κόρη μου νιώθω ενοχές όταν λέει πράγματα όπως: "Η μητέρα της φίλης μου είναι μαζί της, αλλά εσύ δεν είσαι μαζί μας", ιδίως επειδή δεν περνάω τη νύχτα μαζί τους. Έχω καταφέρει να περάσω μόνο μια νύχτα στο πλευρό τους από τότε που ξεκίνησε αυτός ο πόλεμος. Όλες τις άλλες νύχτες ήμουν εδώ στο τηλεοπτικό βαν που είναι σταθμευμένο δίπλα στο ιατρικό συγκρότημα Νάσερ".
Και προσθέτει: "Την πρώτη εβδομάδα του πολέμου, έφυγα για να καλύψω τα γεγονότα, και κατάφερα να επιστρέψω κοντά τους μόνο μια εβδομάδα αργότερα για να τους πάρω και να φύγω νότια. Φύγαμε με τα ρούχα που φορούσαμε στις πλάτες μας· είναι τα μόνα που έχουμε προς το παρόν και δεν είχα το χρόνο να αγοράσω περισσότερα. Έχει αρχίσει να κάνει ψύχρα, γι' αυτό έπρεπε να βιαστώ να αγοράσω ένα ζευγάρι φθινοπωρινές πιτζάμες για τον μικρό μου από μια από τις παράγκες εδώ γύρω. Βγήκα έξω με το δημοσιογραφικό γιλέκο μου και όλοι όσοι με είδαν - περαστικοί και πωλητές - όλοι ρωτούσαν για την κατάπαυση του πυρός. Ο κόσμος μάς βλέπει ως πηγή πληροφοριών. Αυτό με διαλύει μέσα μου".
Η κατάσταση της ανταποκρίτριας του TRT Arabi, Ruba al-Agramy, δεν είναι πολύ διαφορετική: αφήνει τα τέσσερα παιδιά της με τον πατέρα και τη θεία τους για να κάνει την καθημερινή διαδρομή από και προς τη δουλειά της, αναχωρώντας στις 7 το πρωί και επιστρέφοντας το βράδυ. Προσπαθεί να ξεκλέψει μερικά λεπτά στα διαλείμματα της ζωντανής εκπομπής της για να αγοράσει κάποια εφόδια για τα παιδιά της από τις κοντινές παράγκες, καθώς η οικογένειά της έχει επίσης εκτοπιστεί από την πόλη της Γάζας στο Χαν Γιουνίς.
Αφού τελειώσει μία ανταπόκρισή της, καθόμαστε για μια κουβέντα στο τηλεοπτικό βαν. Μου λέει: "Ξεκινάω τα ξημερώματα, περιποιούμαι τα παιδιά μου, τα αγκαλιάζω, τα γεμίζω αγάπη και χορταίνω αγάπη πριν ξεκινήσω τη διαδρομή του θανάτου. Η απόσταση μεταξύ του καταφυγίου και της σκηνής του Τύπου είναι μεγάλη και επίπονη- χρειάζονται περίπου 20-30 λεπτά οδήγησης με μεγάλη ταχύτητα. Καθ' όλη τη διάρκεια της διαδρομής ικετεύω τον Θεό να μου χαρίσει ασφαλή διέλευση- ο δρόμος είναι έρημος και εντελώς άδειος από ανθρώπους, αφού προηγουμένως είχε γίνει στόχος αεροπορικών επιδρομών".
Η Agramy καλύπτει αυτόν τον πόλεμο από την πρώτη στιγμή - κατά τη διάρκεια προηγούμενων στρατιωτικών συγκρούσεων, είχε συνήθως τη δυνατότητα να εργάζεται από το σπίτι της. Η αντίθεση γι' αυτήν είναι τρομερή: "Είμαι μάρτυρας των πάντων με τα ίδια μου τα μάτια· οι σκηνές αίματος και σφαγής από τις οποίες προηγουμένως ήμουν προστατευμένη από μια οθόνη είναι τώρα μόλις μισό μέτρο μακριά. Το να είμαι μάρτυρας σε όλο αυτό, να βλέπω πώς οι γιατροί προσπαθούν να φροντίσουν τους τραυματίες χωρίς σχεδόν καθόλου εφόδια, με λυγίζει ως μητέρα. Με στοιχειώνει η πιθανότητα να ρίξουν ένα από τα παιδιά μου στην αγκαλιά μου ως μάρτυρα. Είναι πολύ σκληρό για μένα ως μητέρα και ως δημοσιογράφος".
Όσο για τον Amir al-Farra, φαίνεται να είναι εντελώς απορροφημένος από την προσπάθεια ολοκλήρωσης μιας τηλεφωνικής συνέντευξης για το δορυφορικό κανάλι στο οποίο εργάζεται. Με τα ακουστικά συνδεδεμένα, κάθεται σε μια πλαστική καρέκλα δίπλα σε έναν τοίχο γεμάτο καλώδια ρεύματος και δικτύου, με την εξάντληση στο πρόσωπό του καθώς κάνει ρεπορτάζ για την ανθρωπιστική κατάσταση στη Γάζα. Μόλις τελειώνει, μου χαμογελάει: "Είμαι ανταποκριτής του δορυφορικού καναλιού Al Yawm, πατέρας δύο κοριτσιών, το μεγαλύτερο από τα οποία είναι επτά ετών και επικεντρώνει τους φόβους μου".
Κατά τη διάρκεια της δημοσιογραφικής του καριέρας του, υπήρξε μάρτυρας πολλών στρατιωτικών επιχειρήσεων· ωστόσο, η κόρη του ήταν μικρότερη τότε και δεν είχε ακόμη επίγνωση του φόβου και των εκρήξεων. Αυτή τη φορά, του στέλνει φωνητικά σημειώματα στο WhatsApp, εκλιπαρώντας τον να επιστρέψει στο σπίτι και να αφήσει πίσω τη δουλειά του. Τον ξεγελάει λέγοντάς του: "Ρουκέτες!".
Εκείνος λέει: "Αισθάνομαι αδύναμος μπροστά στους φόβους της. Δεν ξέρω πώς να την καθησυχάσω. Κάθε μέρα της υπόσχομαι ότι θα γυρίσω σπίτι και αυτό κάνω. Είμαι από το Χαν Γιουνίς. Εμφανίζομαι για δουλειά στη σκηνή του Τύπου τα ξημερώματα και φεύγω πριν νυχτώσει". Του παίρνει περίπου 10-15 λεπτά για να φτάσει στο σπίτι του. Παρά το γεγονός ότι μια μέρα αναγκάστηκε να περπατήσει μέχρι το σπίτι του αδυνατώντας να βρει αυτοκίνητο να τον μεταφέρει, λόγω της έλλειψης καυσίμων και βενζίνης και του φόβου των οδηγών να οδηγούν αργά το βράδυ, δεν είχε άλλη επιλογή από το να τηρήσει την υπόσχεσή του. Δεν είναι η μόνη που φοβάται γι' αυτόν· είναι και η σύζυγός του, η οποία πρέπει να φροντίζει και τα δύο τους παιδιά. "Επιστρέφω για το καλό όλων τους", προσθέτει.
Μέχρι την ημερομηνία που γράφονται αυτές οι λέξεις, η κατοχή έχει δολοφονήσει 21 άνδρες και τρεις γυναίκες δημοσιογράφους, ορισμένοι από τους οποίους σκοτώθηκαν μαζί με μέλη της οικογένειάς τους κατά τη διάρκεια αεροπορικών επιδρομών, ενώ άλλοι σκοτώθηκαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους.