Ιερά Απόλλωνος Δειραδιώτη
και Αθηνάς Οξυδερκούς
Στον λόφο Ασπίδος Άργους
Στη δυτική πλαγιά του λόφου ιδρύθηκαν κατά τους ιστορικούς χρόνους, σε τέσσερα διαδοχικά άνδηρα, τα ιερά του Απόλλωνος Δειραδιώτου ή Πυθίου και της Αθηνάς Οξυδερκούς. Η αρχική χρήση του χώρου ανάγεται στον 8ο αιώνα π.Χ., οι βασικές διαμορφώσεις όμως έγιναν στους αρχαϊκούς, κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους (6ος έως 3ος αι. π.Χ.). Ο ναός του Απόλλωνος πρέπει να ήταν πώρινος με δωρικούς και ιωνικούς κίονες και βρισκόταν στο κεντρικό άνδηρο. Στα ανατολικά του υπήρχε μνημειακός Βωμός με κλίμακα και στα βόρεια Στοά, Μαντείο και Δεξαμενές. Στο βορειοανατολικό άνδηρο υπήρχε περιστύλιο, το οποίο περιέβαλε σειρά δωματίων, στεγασμένη δεξαμενή και υπόγειος αγωγός που κατέληγε σε φρέαρ. Το συγκρότημα έχει ερμηνευθεί ως Ασκληπιείο. Στο ανατολικό άνδηρο σώζονται τα ίχνη μιας θόλου, διαμέτρου 6 μ., η οποία πρέπει να ανήκε στο ιερό της Αθηνάς Οξυδερκούς. Πάνω από τα ερείπια του ναού του Απόλλωνος ιδρύθηκε στις αρχές του 6ου αιώνα μ.Χ., κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο, μία τρίκλιτη επισκοπική Βασιλική. Ολόκληρος ο λόφος οχυρώθηκε κατά την Κλασική εποχή (5ος-4ος αι. π.Χ.).
Eφορεία Αρχαιοτήτων Αργολίδας
Η σύγχρονη όπως και η αρχαία πόλη του Άργους πλαισιώνεται στα Β και στα Δ από δύο λόφους, τον λόφο του Προφήτη Ηλία (ή "Ασπίς") και το Κάστρο. Ο δεύτερος και υψηλότερος (289 μ.) κωνικός λόφος με το μεσαιωνικό οχυρό αποτελούσε την αρχαία ακρόπολη, που έφερε την ονομασία Λάρισα. Δειράς ονομαζόταν ο αυχένας μεταξύ των δύο λόφων, στον οποίο υπήρχε πύλη του τείχους που οδηγούσε Δ προς την Αρκαδία. Κατευθυνόμενος προς την ακρόπολη, ο Παυσανίας αναφέρει το ιερό της Ήρας Ακραίας και στη συνέχεια το ναό του Απόλλωνα Δειραδιώτη. Για το ιερό του Απόλλωνα υπήρχε η παράδοση ότι είχε ιδρυθεί από τον Πυθαέα ή Πυθέα, που είχε έρθει από τους Δελφούς· επί των ημερών του Παυσανία υπήρχε χάλκινο λατρευτικό άγαλμα του θεού και συνεχιζόταν η μαντική χρησμοδοσία. Αμέσως μετά ο Παυσανίας λέει: "Με το ναό του δειραδιώτη Απόλλωνα συνέχεται το ιερό της λεγόμενης οξυδερκούς Αθηνάς, αφιέρωμα του Διομήδη, γιατί κάποτε, ενώ αυτός πολεμούσε στο Ίλιο η θεά αφαίρεσε από τα μάτια του την αχλύν". Κατόπιν αναφέρει το στάδιο, όπου κάνουν τους αγώνες για το Νέμειο Δία και τα Ηραία.
Ο Αργείος Διομήδης, βασικός ήρωας του τρωικού κύκλου, είχε στενές σχέσεις με την Αθηνά, που υπήρξε και προστάτιδα του πατέρα του Τυδέα, οι οποίες βρίσκουν την αποκορύφωσή τους στη ραψωδία Ε της Ιλιάδας. Εκεί διαβάζουμε ότι η Αθηνά λέει στον Διομήδη πως του αφαίρεσε την "ἀχλὺν … ἀπ’ ὀφθαλμῶν", ώστε να ξεχωρίζει ποιος είναι θεός και θνητός στη μάχη, έχοντας εισακούσει την προσευχή του τραυματισμένου ήρωα. Η επίκληση Οξυδερκής δεν μαρτυρείται στον Όμηρο, μπορεί ωστόσο να είναι αρχαία και οπωσδήποτε εντάσσεται σε ένα ευρύ πλαίσιο συσχετισμών, συμβολισμών και επιθέτων της Αθηνάς σε σχέση με την ισχυρή και καταστροφική επίδραση του έντονου και διαπεραστικού βλέμματος της ίδιας, του γοργόνειού της ή του Παλλάδιου. Παραλληλίζεται με το επίθετο της Αθηνάς "ὀβριμοδερκής", που αποκαθίσταται σε ωδή του Βακχυλίδη. Ο Ηρόδοτος χρησιμοποιεί τον υπερθετικό βαθμό του επιθέτου ("ὀξυδερκέστατον") για να χαρακτηρίσει την ιδιαίτερα διεισδυτική ματιά των κροκοδείλων της Αιγύπτου. Τα κτίσματα του ιερού της Δειράδας έχουν αποκαλυφθεί κατά τα χρόνια 1902-06 στη ΝΑ πλαγιά του λόφου του Προφήτη Ηλία, περίπου στο μέσο ύψος του, και θα πρέπει να βρίσκονταν intra muros [εντός των τειχών], παρόλο που δεν μας είναι καλά γνωστή η πορεία των τειχών σε αυτό τον τομέα. Πρόκειται για τα λείψανα δύο επιμηκών κτηρίων (πιθανόν στοές), τον βραχώδη πυρήνα ενός μνημειακού βωμού κοντά σε μία βαθμιδωτή κατασκευή, ένα κτήριο με υδραυλικές εγκαταστάσεις και μεγάλη κεντρική δεξαμενή, και για κάποια στοιχεία μίας θόλου. Υπάρχουν πολλά προβλήματα ερμηνείας και ταύτισης των κτισμάτων, από τα οποία έχουν διασωθεί σε κακή κατάσταση τα θεμέλια ή οι λαξεύσεις θεμελίων στον φυσικό βράχο, έχοντας καταστραφεί από την οικοδομική δραστηριότητα και τη λιθολόγηση από την παλαιοχριστιανική περίοδο και στο εξής.
Τα πρώτα ίχνη λατρείας στην περιοχή ανάγονται στον ύστερο 8ο αι. π.Χ., ενώ στο ιερό αναγνωρίζονται πέντε οικοδομικές φάσεις από τα μέσα του 6ου αι. π.Χ. ως την αυτοκρατορική εποχή. Στο γ’ τέταρτο του 4ου ή στις αρχές του 3ου αι. π.Χ. μαρτυρούνται από μία επιγραφή εκτεταμένες επεμβάσεις στο ιερό, που φαίνεται ότι συμπίπτουν με την τελική φάση της μνημειακής διαμόρφωσής του. Ο εξωραϊσμός του ιερού θεωρείται ως επακόλουθο της μεγάλης περιόδου επέκτασης του ιερού της Επιδαύρου και ανάγεται στην επιθυμία των αξιωματούχων του ιερού του Άργους να το καταστήσουν πιο ελκυστικό για τους πιστούς. Η παρουσία της Αθηνάς στη Δειράδα μαρτυρείται από την αρχαϊκή εποχή από δύο τουλάχιστον πήλινα ειδώλια της θεάς: το ένα χρονολογείται στον 6ο αι. π.Χ., αν και φαίνεται κάπως μεταγενέστερο, και το άλλο στην κλασική περίοδο. Αναφέρεται επίσης ένα μικρό χάλκινο ειδώλιο της Αθηνάς των ελληνιστικών χρόνων ή μεταγενέστερο, καθώς κι ένας λύχνος των αυτοκρατορικών χρόνων με απεικόνιση της Αθηνάς Προμάχου. [...]
Αργολική Αρχειακή Βιβλιοθήκη Ιστορίας και Πολιτισμού
Πηγή: Ελένη Μητσοπούλου, Τα ιερά της Αθηνάς στην Πελοπόννησο, Διδακτορική διατριβή, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 2012.