Η Μεγάλη Οθόνη Ονειρεύεται

Η Μεγάλη Οθόνη Ονειρεύεται Facebook Twitter
0

Ήθελα να προτείνω soundtrack που έχουν κυκλοφορήσει για τις γιορτές, και όχι μόνο. Υπάρχουν τόσα θελκτικά box: η κασετίνα με τα 13 ψηφιακά επεξεργασμένα άλμπουμ των Beatles σε στέρεο και μονό, μαζί με ένα μικρό ντοκιμαντέρ που συνοδεύει κάθε δίσκο τους. Ένα κουτί με ανέκδοτες ηχογραφήσεις από το Woodstock, μαζί με τα γνωστά ροκ act. Τελείως ανέκδοτα, live κομμάτια του Σινάτρα ερμηνευμένα από το 1955 μέχρι τη δεκαετία του '90 στη νέα Υόρκη, που τόσο τον ενέπνεε. Έξι CD πακεταρισμένα από τις συναυλίες των Doors στη Νέα Υόρκη επίσης, το 1970. Το περίεργο χριστουγεννιάτικο του Ντίλαν, το πειραγμένα παραδοσιακό, μελαγχολικό του Στινγκ, το ανέμελα βελούδινο του Μάικλ Μπουμπλέ, το διαφορετικό της Νόρα Τζόουνς, η φωνάρα Αλίσια Κιζ.

Έπεσαν στα χέρια μου όμως τα 14 CD της μουσικής που έγραψε ο Μίμης Πλέσσας για το σινεμά και το θέατρο, και κυκλοφόρησαν από τη Legend. Ένας από τους μεγαλύτερους τραγουδοποιούς και συνθέτες μας, ο Πλέσσας έχει αξιολογηθεί λίγο στραβά, δεδομένου του όγκου, της ποικιλίας και της ποιότητας της δουλειάς του. Όχι πως δεν έχει πουλήσει δίσκους, ή δεν έχουν αγαπηθεί τα τραγούδια του. Τουναντίον, δεν είναι παραγνωρισμένος ούτε παραπονεμένος. Οι κριτικοί τον είχαν για εύκολο (μάλλον μπερδεύοντας την πρακτική του γρηγοράδα) και ξέχασαν πως εκτός από τις μουσικές κωμωδίες, όπου αρίστευσε, διασκευάζοντας το ελληνικό ιδίωμα στο ξένο μιούζικαλ, δούλεψε με πρωτοποριακούς θιάσους στα '60s και τα '70s, επενδύοντας ή γράφοντας ολόκληρα έργα για τον Ποταμίτη, τη Ριάλδη, το Εθνικό Θέατρο, επιθεωρήσεις και ό,τι άλλο μπορεί να βάλει ο νους, μέχρι τη μουσική επένδυση για τον Ορέστη, μοναδική σκηνοθεσία του Βασίλη Φωτόπουλου (που δυστυχώς δεν περιλαμβάνεται στις συλλογές), το Κορίτσι του 17 του Λύκα, το Ορατότης Μηδέν που του αρέσει πολύ, και δεν έχει άδικο. Να τι θυμάται από την εμπειρία του αυτή:«Σε μεγαλύτερη διαδικασία με έβαλε η Ορατότης Μηδέν, γιατί ξεκινούσε με μια πολύ σκληρή σκηνή ενός ναυαγίου και εκεί επάνω έπεφταν οι τίτλοι. Έτσι χρειαζόμουν μια κινηματογραφική μουσική και όχι ένα μοτίβο τίτλων για να μπορέσω να μπω μέσα στην ατμόσφαιρα. Ο Νίκος ο Φώσκολος ήθελε πάρα πολλή μουσική στις ταινίες του και είχε μανία με τα κρουστά, τα οποία εγώ δεν χρησιμοποιούσα μόνος μου γιατί είναι πολύ φτηνό εφέ -χτυπάς ένα τύμπανο προκειμένου να εντείνεις μια σκηνή ερχόμενη- αλλά του έκανα το χατίρι, φτιάχνοντας μουσικές που είχαν αυτή την πρόσοδο σ' αυτό που ήθελε να φτάσει η δράση. Μια ώρα και δέκα λεπτά μοντέρνας συμφωνικής μουσικής έχει η Ορατότης Μηδέν και την ώρα που έφευγα να πάω στο στούντιό μου, τον ακούω να φωνάζει ότι ξέχασε να μου πει πως χρειάζονται ένα λαϊκό τραγούδι για τη σκηνή όπου ο Κούρκουλος καίει τα ρούχα του. Εγώ δεν είχα δει πουθενά τον Κούρκουλο να καίει τα ρούχα του και μου απάντησε ότι δεν είχαν προλάβει να τον μοντάρουν. «Και τι θέλεις;» ρωτάω. «Ένα ζεϊμπέκικο που θα ακούγεται από έναν παλιό δίσκο, θα βάλουμε και θόρυβο για να φαίνεται ότι είναι από παλιό γραμμόφωνο, θα είναι και τα γυαλιά που σπάνε... Να, γράψε ένα ζεϊμπέκικο, τι είναι για σένα ένα ζεϊμπέκικο» μου απαντάει. Παίρνω τον Λευτέρη τον Παπαδόπουλο και του μεταφέρω την απαίτηση, γιατί ό,τι είχαμε γράψει την εποχή εκείνη είχε γίνει επιτυχία. Το τι άκουσα δεν περιγράφεται, απάδει και προς τη σπουδαιότητα του στιχουργού και προς τη σοβαρότητα του συνθέτη...  αλλά, παρ' όλα αυτά, ύστερα από δέκα λεπτά με παίρνει και μου λέει "Βρέχει φωτιά στη στράτα μου". Μετά έπρεπε να βρούμε ποιος θα το πει. Ποιος θα το πει; Τρεις μέρες πριν με είχε πάει ο ποιητής, και εννοώ τον Λευτέρη τον Παπαδόπουλο, σ' ένα μεγάλο μαγαζί όπου είναι η Ανθούλα και δίπλα της ένα πολύ σεμνό παιδί με μια κιθάρα, που έχει όμως μια φωνή που την ξεχωρίζω. Παίρνω τηλέφωνο τον Λευτέρη και του λέω: "Μπράβο, ποιητή, πολύ ωραίο το ζεϊμπέκικο, μπορείς όμως να βρεις το παιδί που καθόταν αριστερά;". Και μου το βρίσκει. Και έρχεται ο Στράτος Διονυσίου, το ακούει δυο φορές, το τραγουδάει και φεύγει. Περιμένω την άλλη μέρα να δω τους επαΐοντες να μιλούν για τη μουσική της ταινίας, και όλοι μιλούν για το τραγούδι που καίει ο Κούρκουλος τα ρούχα του. Εγώ, αντί να χαρώ, πικραίνομαι και λέω πότε επιτέλους θα ξεχωρίσουν ποιοι γράφουν τραγούδια για τον κινηματογράφο και ποιοι γράφουν μουσική. Και ύστερα από μια εβδομάδα χτυπάει το τηλέφωνο και είναι ο Στράτος και λέει "Δάσκαλε, μου έδωσες ένα κόκκαλο να γλείψω και μου το παίρνεις πίσω. Το τραγούδι που είπαμε χαλάει κόσμο και η εταιρεία μου λέει ότι δεν έχει συμβόλαιο μαζί σου και δεν μπορεί να το βγάλει". Και του λέω να πει στην εταιρεία του να του το κάνει δώρο και σ' αυτόν και στον συμμαθητή μου τον Τάκη τον Λαμπρόπουλο. Δεν ήθελα ούτε ποσοστά ούτε τίποτα, αλλά συμβόλαιο αποκλειστικότητας δεν έκανα. Και βγαίνει ο δίσκος και είναι περιττό να πω τι έγινε. Θα πω απλώς ότι τρεις μήνες μετά είμαστε στο Καυταντζόγλειο και την ώρα που αρχίζει η εισαγωγή ανάβουν 35.000 αναπτήρες και τραγουδάει όχι πια ο Στράτος, όχι πια το τραγούδι της ταινίας, όχι πια το τραγούδι όπου καίει ο Κούρκουλος τα ρούχα του, αλλά το "Βρέχει φωτιά στη στράτα μου" το τραγουδάνε 35.000 φωνές και αντηχεί μέχρι τη Χαλκιδική. Αυτή είναι μια μεγάλη δικαίωση μιας αλήθειας που πολλές φορές ξεφεύγει από εμάς τους δημιουργούς».

Είχαμε κουβεντιάσει πριν από μερικά χρόνια στο σπίτι του για πολλά και κινηματογραφικά. Ευδιάθετος και απλόχερος, είχε απαντήσει για το αν φοβήθηκε στην πρώτη του δουλειά: «Με το κινηματογραφικό ιδίωμα ήμουν ερωτευμένος από μικρή ηλικία γιατί λάτρευα το σινεμά, από την άλλη πλευρά, όταν είσαι νέος, είσαι αδίστακτος και τολμηρός. Το μεγαλύτερο σφάλμα που έκανα στην κινηματογραφική μου καριέρα είναι που δέχτηκα με ενθουσιασμό την πρόταση του σκηνοθέτη Μάριου Μούσια, που σε μια ταινία ενός πολύ σημαντικού σκηνοθέτη, το Να πεθερός να μάλαμα δέχτηκα να γράψω τη μουσική. Πιστεύω ότι ο Χορν θα είχε βάλει το χεράκι του γιατί ήμαστε πολύ καλοί συνεργάτες στο θέατρο και με πολύ εμπορικά αποτελέσματα, όπως στις Χάντρες και στο Ποιος το ξέρει, που ύστερα από τόσα χρόνια παίζεται σ' όλη την Ευρώπη και έχει μεταφραστεί, ενώ η πρώτη ανεπανάληπτη εκτέλεση ήταν από τον ίδιο τον Δημήτρη Χορν. Αυτό ήταν το μεγάλο μου σφάλμα: νόμιζα ότι αρκεί να ξέρω το σενάριο, να έχω δει αμοντάριστες τις σκηνές, για να εμπνευστώ και να γράψω ένα μοτίβο της χαράς, της λύπης, του έρωτα ή της αγωνίας. Και το έκανα. Και ήταν σφάλμα γιατί αυτή η ταινία το 1960 στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είχε τόσο φρέσκια μουσική, που χωρίς να είναι κινηματογραφικά γραμμένη πήρε δυο ψήφους, ενώ τρεις πήρε το Έγκλημα στα παρασκήνια, και άλλους τέσσερις μια τρίτη ταινία, με αποτέλεσμα να έχω πάρει εφτά ψήφους από την επιτροπή, ενώ ο αξέχαστος Μάνος Χατζιδάκις να έχει πάρει πέντε για τη Μανταλένα. Καμία ταινία από τις δικές μου ταινίες μόνη της δεν έφερνε το αποτέλεσμα για να σταθώ δίπλα του ή για να πάρω το βραβείο. Νομίζω ότι ήταν ένα πολύ ωραίο μάθημα, γιατί την επόμενη μέρα δέχτηκα μια πρόκληση. Ο Ντίνος Κατσουρίδης και ο Αριστείδης Καρύδης Φουκς, που ήξεραν τις δυνατότητές μου, μου είπαν να μάθω πρώτα να μετράω μια ταινία και μετά να γράψω τη μουσική. Και οι δυο ήταν για μένα μεγάλοι δάσκαλοι και τα αποτελέσματα φάνηκαν αμέσως, όταν με οπερατέρ και σκηνοθέτη τους δυο και μουσικό εμένα γυρίστηκε το Έγκλημα στα παρασκήνια, που ήταν ίσως και η πρώτη μεγάλη και πιο δύσκολη ταινία που αντιμετώπιζα σε μια παραγωγή των Δαμασκηνού - Μιχαηλίδη».

Τα γνωστά του έργα και τραγούδια τα ξέρετε, τα ξέρουμε όλοι. Στις συλλογές που χωρίζονται με είδη θα ανακαλύψετε τον δικό μας Μαξ Στάινερ και Τζον Γουίλιαμς μαζί, και μάλιστα με 11 μουσικούς μάξιμουμ στη διάθεσή του για τη δημιουργία ενός πολύ πειστικού συμφωνικού σκορ, έναν ενστικτώδη «κινηματογραφιτζή», λυρικό και επικό όποτε χρειαζόταν, έναν ακάματο κι ευαίσθητο jazzman, που θα σας εκπλήξει με τα νουάρ, τα δράματα και τα ερωτικά του στροβιλίσματα. Να τι μου είχε πει για τον Ίλιγγο: «Μήπως ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος μου ή το απωθημένο μου και εκεί που θα μπορούσα να ξεγελάσω έναν παραγωγό σαν τον Φίνο που έτσι και άκουγε κάτι πάρα πολύ extreme θα ερχόταν και θα μου έλεγε "Έλα βρε Μίμο, αφού ξέρω τι μπορείς να κάνεις" και ξέρεις ποιος μ' έκαψε χωρίς να το θέλει; Γράφω τους τίτλους για τον Ίλιγγο και είναι μια ορχήστρα που ακούγεται σαν Quincy Jones, που για την εποχή εκείνη ήταν η κορυφή. Και μπαίνει μέσα ο Ζυλ Ντασέν για να μιλήσει για μια δουλειά με τον Φίνο. "Μπράβο", του λέει, "γράφεις τώρα και αμερικάνικες ταινίες". "Τι λες;", του λέει ο Φίνος. "Μα μπήκα μέσα και άκουσα ένα εκπληκτικό θέμα". Κατεβαίνει μετά κάτω ο Φίνος, το ακούει και μου λέει "Έτσι θα είναι όλη η ταινία;". "Όχι", του λέω, "μη φοβάσαι, αλλά άσε τους τίτλους, μια και είναι η πρώτη φορά που γράφω για μαυρόασπρη του Δαλιανίδη, να ξεκινήσω έτσι όπως με πιστεύει εκείνος που με ξέρει, σαν τον μοντέρνο μιας εποχής"».

Pulp Fiction
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ιστορίες Εγκλεισμού: H Berlinale στον ρυθμό του κορονοϊού

Pulp Fiction / Ιστορίες Εγκλεισμού: H Berlinale στον ρυθμό του κορονοϊού

Επαγγελματίες απ' όλο τον κόσμο έγιναν κοινωνοί ταινιών απ' όλο τον κόσμο, αψηφώντας μια επιδημία που ξεκινούσε τα φονικά της βήματα στην Ευρώπη, και απουσίαζε ο Ιρανός Μοχάμεντ Ρασούλοφ που έμελλε να κερδίσει το κορυφαίο βραβείο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Κεν Λόουτς: Τo μελό στην υπηρεσία του πολιτικού σινεμά

Αποκλειστική συνέντευξη / Κεν Λόουτς: Τo μελό στην υπηρεσία του πολιτικού σινεμά

Ο πολυβραβευμένος Βρετανός σκηνοθέτης Κεν Λόουτς μιλά αποκλειστικά για τη νέα του ταινία αλλά και για τη χρυσή ευκαιρία που του έδωσε η κρατική τηλεόραση να στρώσει μια μεγάλη καριέρα σε έναν χώρο που έχει καταληφθεί ανεπιστρεπτί από την εφηβοκεντρική ψυχαγωγία.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Έργο χωρίς δημιουργό: η περίπτωση του Γερμανού σκηνοθέτη Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ

Pulp Fiction / Έργο χωρίς δημιουργό: η περίπτωση του Γερμανού σκηνοθέτη Φλόριαν Χένκελ φον Ντόνερσμαρκ

Ο σκηνοθέτης του εξαιρετικού «Οι ζωές των άλλων» και του «Μη χαμηλώνεις το βλέμμα», που προβάλλεται αυτές τις μέρες στις αίθουσες, μιλά στον Θοδωρή Κουτσογιαννόπουλο.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
O Μίκης Θεοδωράκης στο σινεμά

Pulp Fiction / O Μίκης Θεοδωράκης στο σινεμά

Η συνεργασία του με τον Μιχάλη Κακογιάννη στις τρεις τραγωδίες, η προέλευση του πιο γνωστού μουσικού θέματος που συνέθεσε στην καριέρα του, που δεν είναι άλλο από το συρτάκι στον Ζορμπά, και η προοπτική μιας χολιγουντιανής σταδιοδρομίας που δεν συνέβη ποτέ.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τσερνόμπιλ: το χρονικό μιας τραγωδίας έγινε μια εξαιρετική μίνι σειρά

TV & Media / Τσερνόμπιλ: το χρονικό μιας τραγωδίας έγινε μια εξαιρετική μίνι σειρά

Βουτηγμένο στον πράσινο, μουχλιασμένο τρόμο ενός Φίντσερ, μακάβρια κλειστοφοβικό, στημένο σαν προλεταριακή επιστημονική φαντασία, το «Τσερνόμπιλ» ποντάρει στο απροσποίητο σασπένς
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βέρνερ Χέρτσογκ: Ο μεγάλος τυχοδιώκτης του σινεμά στη Στέγη

Pulp Fiction / Βέρνερ Χέρτσογκ: Ο μεγάλος τυχοδιώκτης του σινεμά στη Στέγη

Ένας από τους πιο ασυμβίβαστους καλλιτέχνες της εποχής μας έρχεται στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση για μια ζωντανή συζήτηση, ενώ μερικές από τις σημαντικότερες ταινίες του θα προβάλλονται παράλληλα. Ο Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος συγκεντρώνει μερικά πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία για εκείνον και το έργο του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ