Αναγγέλθηκε ως το φιλμ της δεκαετίας, το «Empire» έπαθε πλάκα, οι Αμερικανοί κριτικοί ξετρελάθηκαν, το κοινό έκανε ουρές, τα εισιτήρια στην Ελλάδα έφτασαν τα 150.000 και στις ΗΠΑ οι εισπράξεις ξεπέρασαν τα 270 εκατομμύρια δολάρια, κι έτσι πήγα να το δω (στα Χανιά) ως το επόμενο βήμα για ένα σοβαρό ψυχαγωγικό σινεμά για ενήλικες, μπαϊλντισμένος από τα κόμικ, τα σίκουελ, τα παιδικά, τις κωμωδίες και τις κομεντί, αλλά και νυσταγμένος από τον ήλιο και το αλάτι των διακοπών.
Η αλήθεια είναι πως δεν ξεκόλλησα τα μάτια μου στα 142 λεπτά ασταμάτητης δράσης ούτε μια στιγμή, κάτι που έχει να μου συμβεί χρόνια. Το Inception (θα μπορούσε να είχε μεταφραστεί ως Απαρχή ή Εκκίνηση) δεν είναι ονειρώδες αλλά ονειρικό, δηλαδή συλλαμβάνει το αντίθετο της πραγματικότητας, και μάλιστα με όρους ρεαλιστικούς. Εκεί που το Matrix, με τη φτωχή του φιλοσοφία, διαχώριζε την πραγματική από την παράλληλη δράση, το Inception τη θεωρεί a priori έναν ανοιχτό λογαριασμό, άρα μια μπλεγμένη υπόθεση όπου οι ραφές δεν ξεχωρίζουν, στη μάχη του Κομπ (Ντι Κάπριο, ο φυγόδικος συλλέκτης ονείρων που προσπαθεί να φυτέψει μια ιδέα σε κάποιον, για να δει τα παιδιά του στην Αμερική) με τον κόσμο που έχει βοηθήσει να επινοηθεί. Πρόκειται για μια κατασκευή και ο Νόλαν έστησε μια περίτεχνη φάκα με μεθυστικούς τεχνικούς προσδιορισμούς, ειδικό λεξιλόγιο και πολλά επίπεδα, σαν ένα κτίριο που προσκαλεί τους δράστες (ηθοποιούς και θεατές) να το κατακτήσουν, για να το αποκρυπτογραφήσουν, αν θέλουν να το κατεδαφίσουν.
Κιούμπρικ και Τζέιμς Μποντ είναι οι εμφανείς επιρροές στο οπτικό δράμα και την εμβόλιμη περιπέτεια αντίστοιχα. Και φυσικά ο Χίτσκοκ στον τομέα της εμμονής του Κομπ με τη νεκρή σύζυγο παρεισφρέει, μαζί με την αγωνιώδη μουσική του Χανς Τσίμερ. Το συναισθηματικό κομμάτι χωλαίνει. Αιχμή της ζητούμενης αν και δυσπρόσιτης συγκίνησης είναι η σύζυγος του Κομπ, η Μαλ, μια γυναίκα που αυτός βλέπει ως εφιάλτη, τον στοιχειώνει, τον μπερδεύει, τον κωλύει. Υπήρξε ή τη φαντάζεται; Με τη στέρεα λογική της ταινίας, υπήρξε. Με το βλέμμα της ταινίας, μόνο το φινάλε είναι διφορούμενο. Το πρόβλημα είναι η έξαρση, ή μάλλον η απουσία της. Ο κόσμος των ονείρων είναι μια ανίερη συνουσία των εικόνων της καθημερινότητάς μας με τις πιο ανομολόγητες φαντασιώσεις μας. Είναι αχαρτογράφητος, ντελιριακός, τελείως πυρετώδης, προσωπικός, άρα υπερβατικός. Η οργανωτική φύση του Νόλαν έρχεται σε ρήξη με το μύχιο σύμπαν των ονείρων. Επομένως, η Μαριόν Κοτιγιάρ, η τραγική σύζυγος του Κομπ, είναι ένα θλιμμένο πρόσωπο μονής διάστασης, που φαντάζει κωδικοποιημένο στοιχείο σε ένα κανονισμένο σύμπαν. Ο Νόλαν την έχει φιξάρει, έχοντας αφαιμάξει τον πόθο και σημαντικό κομμάτι της καταγωγής της - αλήθεια, πού είναι το σεξ, το συγγενές με τον θάνατο, που προκαλεί κρύο ιδρώτα και καθηλώνει τις αισθήσεις;
Ένα οπτικό παζλ με ενότητα χώρου, χρόνου και ήχου, που προκαλεί θαυμασμό και σεβασμό είναι το Inception. Δεν διαθέτει ακαριαία χτυπήματα, ανακοπές καρδιάς, οραματικά άλματα, μεταφορικά μιλώντας. Ασχολείται με μια ληστεία μέσα στα κοινά όνειρα του Κομπ και των συνεργατών του και οι κακοί που απειλούν παραείναι αναλώσιμοι και χάρτινοι για να είναι επικίνδυνοι. (Η κριτική του Άντονι Σκοτ στους «New York Times» τα λέει καλύτερα). Το κινηματογραφικό επίτευγμα του Νόλαν, σαν τις σκάλες του Έσερ και τα μνημεία της αισθητικής του 20ού αιώνα, φανερώνει έναν ψυχρό χαρακτήρα, παρόντα και στους δυο Batman του, όπου και πάλι ο ήρωας ήταν ένας βασανισμένος άνδρας, γεμάτος ενοχές, τύψεις και παραίτηση. Και στο Insomnia συνέβη το ίδιο, και στο Memento, την πιο πλήρη και ανθρώπινη ταινία του, χάρη στον Γκάι Πιρς. Ο Λιντς και ο Ταρκόφσκι είναι οι αυθεντίες στην κρυφή ροή της ψυχής. Ο Κιούμπρικ προσφέρει τον φιλοσοφικό πυρήνα σε πολλαπλές ερμηνείες - συγγενεύει με το Θείο, την υπέρτατη φρίκη, το μεγάλο μυστήριο. Όσο για τον Χίτσκοκ, ο ερωτισμός και το χιούμορ του είναι άλλο ένα μυστήριο: πώς καταφέρνουν να εισχωρήσουν σε τόσο προγραμματισμένες ταινίες, με τέτοια πλοκή και ακαδημαϊκή υφή; Ο Νόλαν είναι μαέστρος στο αρχιτεκτονικό περίβλημα της ψυχής. Οι ταινίες του έχουν πάντα ένα ενδιαφέρον υπαρξιακό feel, αλλά δεν είναι υπαρξιακές μέχρι το κόκαλο. Δεν είναι λίγο πράγμα, βέβαια, αυτό που καταφέρνει, εκεί που η συντριπτική πλειοψηφία των filmmakers ξύνουν φλούδες και δοκιμάζουν λήψεις. Και η εμπορική του επιτυχία είναι ένα μεγάλο κερδισμένο στοίχημα της σκέψης έναντι του άκριτου παλιμπαιδισμού.
Όσο για το αν το Inception είναι το επόμενο βήμα στο σινεμά, μάλλον θα πρέπει να το ονειρευτώ για να δω τους σπόρους που μου έχει αφήσει. Ή θα καταρρεύσει, ή θα κατρακυλήσω στο τρίτο επίπεδο μαζί του.
σχόλια