Πριν από μερικούς μήνες έγραψα για τη συνειδητή επιλογή του Φράνσις Φορντ Κόπολα να αρνηθεί τη θέση εκτός διαγωνιστικού στο Φεστιβάλ των Καννών και να επιλέξει να προβάλει την τελευταία του ταινία, το Tetro, στο ξεκίνημα του Δεκαπενθήμερου των Σκηνοθετών, στον φυσικό χώρο του, εκεί που νέοι κυρίως σκηνοθέτες δεν αναμετριούνται για κάποιο βραβείο αλλά αρθρώνουν την καλλιτεχνική τους φωνή, στο περιθώριο των εκδουλεύσεων και του πρωτοκόλλου. Όπως εξήγησε και ο ίδιος ο δημιουργός, δεν ήθελε να παρελάσει στο κόκκινο χαλί για να μπει στο επίσημο άλμπουμ με τις φωτογραφίες του Φρεμό και του Ζακόμπ, αλλά για να δείξει την ταινία του. Ωραία τα λέει ο Κόπολα, ανέκαθεν ήταν ένας εξαιρετικός παραμυθάς. Μιλάει για τον εαυτό του και τις ταινίες του με μια μιντιακή απλότητα, ειλικρινής και ευπροσήγορος, Αμερικάνος στους τρόπους του αλλά με ευρωπαϊκό βάρος, κάνει τους απολογισμούς και την αυτοκριτική του, στέκεται στα θετικά σημεία και ανεκδοτολογεί, μεταφέροντας τον απόηχο μιας άλλης εποχής. Είναι χαρισματικός συζητητής, όπως ανακάλυψα εκ νέου στη συνάντησή μας στην Αθήνα, χιουμορίστας και συγκινητικός, σχεδόν εξομολογητικός κάτω από τις σωστές προϋποθέσεις. Αναγκάστηκε να γίνει επιχειρηματίας αλλά δεν μπορεί να κρύψει την αρετή του στην αυτοδιαφήμιση. Είναι ατζέντης του εαυτού του και ομολόγησε πως ήρθε στο φεστιβάλ για να πουλήσει την ταινία του αυτοπροσώπως. Πλασάρει την πραμάτεια και το μύθο του καλύτερα από οποιονδήποτε άλλο.
Μερικές φορές, ειδικά τα τελευταία χρόνια, η θεωρία του είναι σαφώς πιο ενδιαφέρουσα από τις πράξεις του. Μετά τον Τάκερ και τον Δράκουλα, θεάματα χωρίς ραχοκοκαλιά, ήταν καλλιτεχνικά ωσεί παρών. Έκανε τον Τζακ με τον Ρόμπιν Γουίλιαμς, μια φριχτά ξώκειλη ταινία για τον χρόνο και τη νεότητα, και μετά από έναν χρόνο, τον ψυχαγωγικό Βροχοποιό, που δεν είχε ούγια. Πάλευε με τα μεγαλόπνοα σχέδια του Μεγαλόπολις, και όταν είδε πως δεν υπήρχε περίπτωση να συγκεντρώσει τους απαραίτητους πόρους, ξαναχτύπησε πρόπερσι (εμείς την είδαμε με αρκετή καθυστέρηση) με το Νεότητα χωρίς νιάτα, μια ευρωπαϊκότερη και πιο αρτίστικη εκδοχή του Τζακ, αλλά εξίσου αποτυχημένη. Και φέτος το Tetro, ένα πισωγύρισμα στις επιρροές του, ένα περίπου αυτοβιογραφικό έργο για δυο αδέλφια που συναντιούνται, βρίσκονται και χάνονται συνεχώς, κάτω από τη βαριά σκιά ενός ταλαντούχου αλλά σκατιάρη πατέρα. Ο πληγωμένος, σβησμένος Tetro είναι ο μεγάλος αδελφός, απόμακρος και σκληρός με τον ετεροθαλή Βενιαμίν (ο Κόπολα στον συνδυασμό του καταθλιπτικού και του ορμητικού παιδιού). Έχει τα δίκια του, αλλά τα χάνει με τον τρόπο του. Το τετριμμένο Tetro ξεκινάει σαν Τένεσι Γουίλιαμς, ξεδιπλώνεται σαν Ευγένιος Ο' Νιλ, και ολοκληρώνεται σαν εσφαλμένη, μεγαλομανής φάρσα, που ανακατεύει τις ιδέες που έχει ο Κόπολα για την οικογένεια με την ανησυχία του για το τι ακριβώς είναι καλλιτεχνία, και ποια είναι η εξίσωση βιωμάτων και ταλέντου που την παράγει. Εξαιτίας του προσωπικού της χαρακτήρα, ο Κόπολα έχει την ευχέρεια να δώσει όμορφες συνεντεύξεις γύρω από την ταινία, με λόγια που προσπαθούν να απαλύνουν τις αλγεινές εντυπώσεις από τη θέασή της.
Η απουσία, η αστοχία και η αποτυχία του Κόπολα προκαλούν ένα βαθύτερο ερώτημα για τη δική του καλλιτεχνική φύση. Είναι τελικά ο άνθρωπος των 5 Όσκαρ και των 2 Χρυσών Φοινίκων ουσιαστικά ο θρυλικός δημιουργός μιας και μόνο μεγάλης ταινίας, άντε δυο; Και ποια είναι αυτή; Κατά τη γνώμη της πλειοψηφίας, ο Νονός, στα δυο πρώτα μέρη του. Από την άλλη, το ορόσημο αυτό του αμερικάνικου σινεμά είναι η συλλογική προσπάθεια πολλών μεγάλων ταλέντων, και ως συντονισμένο αντάρτικο κάτω από τη μύτη του στούντιο πρέπει να χρεωθεί και στην καπατσοσύνη του παραγωγού Ρόμπερτ Έβανς. Υπάρχει και η Αποκάλυψη Τώρα. Μερικοί τη θεωρούν βεβαρυμένη δουλειά, σκορπισμένη και υπερφίαλη. Ακόμη κι έτσι, οι πιτσιλιές ιδιοφυΐας που εμπεριέχονται σε αυτήν αρκούν. Θα βάλω και τη Συνομιλία, μια σπουδή στην παράνοια, ένα σχεδίασμα ήχων και ερμηνείας που υποβάλλει, και τελικά καθηλώνει. Το πρώτο φιλμ του Κόπολα, το Dementia 13, ήταν ένα παιχνίδι τρόμου που έκανε αίσθηση, δείχνοντας πως ο Κόπολα τα καταφέρνει και στα μικρά κυβικά. Και μετά από την ογκώδη φάση, στα μικρά επέστρεψε, στον Αταίριαστο και τα λοιπά, που δεν είναι σπουδαία, αλλά άρεσαν, γιατί αγαπήθηκε ο Κόπολα για ό,τι είχε κάνει.
Αν παρατηρήσει κανείς τις δυο πρόσφατες ταινίες του, ο Κόπολα έχει επισήμως στερέψει από ιδέες και επεξεργάζεται με παραλλαγές ιστοριών (ως εξαιρετικός σεναριογράφος ξεκίνησε και δεν έχει φυσικά ξεχάσει να γράφει) τα δυο σημεία που χαρακτηρίζουν το έργο του: τον μηχανισμό της μαγείας του σινεμά, και τα οικογενειακά απωθημένα. Ο πατέρας του, φλαουτίστας του Τοσκανίνι, φιλόδοξος συνθέτης και αυταρχικός πάτερ φαμίλιας, είναι η κινητήρια δύναμη και το πρότυπο του Φράνσις - ο Μπραντάουερ στο Tetro. Παρά την απαισιόδοξη φύση της ταινίας και το σκοτεινό παρελθόν των ηρώων, η τελική φράση του ψευτόμαγκα πρωταγωνιστή (και πάλι ο ενοχλητικός Βίνσεντ Γκάλο) καθησυχάζει, ηρεμεί τα ταραγμένα πνεύματα, δίνει λύση και φως στο διαπροσωπικό αδιέξοδο. Αυτό κάνει πάντα ο Κόπολα. Οργανώνει το χάος και πιστεύει ευλαβικά στην τάξη. Ο Νονός, όπως πολύ σωστά έχει επισημάνει και ο Ντέιβιντ Τόμπσον, αποτελεί μια αξέχαστη κατάθεση πάνω στη δύναμη της εγκληματικής εξουσίας, λόγω της κατανοητής οργάνωσής του. Σε αυτήν τη λογική κινείται πάντα ο Αμερικανός δημιουργός. Μόνο που, όποια μαφιόζικη πέτρα και να σήκωνες, ο Νονός προσέφερε ασταμάτητα δώρα στους θεατές του, και κυρίως την ασταμάτητη εξερεύνηση του κακού. Και η Αποκάλυψη, στην ολοκληρωμένη της εκδοχή, είναι ίσως η μόνη ταινία του όπου το χάος και η μεγαλομανία βρίσκουν εντυπωσιακή και μεστή έκφραση στα σαφή όρια της ζούγκλας και στους μονολόγους του Μπράντο. Κι επειδή έχω επισκεφθεί το εργαλείο αυτοχρηματοδότησής του στα χρόνια της οικονομικής του χολέρας, δηλαδή το οινοποιείο του Κόπολα στη Κοιλάδα Νάπα της Καλιφόρνια, έναν μαγικό χώρο με ατελείωτα αμπέλια και στη μέση της έκτασης ένα cozy μουσείο όπου διατηρεί τα Όσκαρ του (την αποδοχή) και ένα αυτοκίνητο Τάκερ (το Όνειρο του Ανδρός και την Πτώση του), σας διαβεβαιώνω πως τα κρασιά που δοκίμασα, έναντι 5 ευρώ το ποτήρι, ειδικά το παραδοσιακό Rosso (η θύμηση του πατέρα), και ο αφρώδης οίνος και όχι σαμπάνια, όπως με διόρθωσε, με τον τίτλο Sophia (ποια άλλη, η κόρη, το αρσενικό μωρό στη βάφτιση του πρώτου Νονού, η εσφαλμένη πρωταγωνίστρια στον Νονό νούμερο τρία, η θαυματουργή σκηνοθέτις που έφερε κι αυτή ένα Όσκαρ στη φαμίλια), μεταφέρουν γινωμένα και ολοκληρωμένα τη γεύση της οικογένειας, ενώ τα πρόσφατα κινηματογραφικά αποστάγματά του δεν αξίζουν το δεκάευρο στην αίθουσα.
Η εισπρακτική αποτυχία του Tetro στην Αθήνα, παρά τη φυσική του παρουσία, ήρθε σαν μια ψυχρή σφαλιάρα του κοινού σε έναν άνθρωπο που προκαλεί συμπάθεια αλλά δεν αφορά κανέναν πλέον ως δημιουργός.
σχόλια