Mένω στο Μετς, στη Μουσούρου, απέναντι από το A' Νεκροταφείο. «Γείτονές» μου, δηλαδή, είναι η Ρίτα Σακελλαρίου, ο Αττίκ, ποιητές του Μεσοπολέμου, μικρομεσαίοι πρωθυπουργοί, σαχλοί αρχιεπίσκοποι. Είναι ωραίο το ότι μπορεί κανείς να ξεκινήσει την πρωινή του διαδρομή μέσα από εκεί. Θυμάμαι κάθε μέρα τη φράση με την οποία τελειώνει ο Μπάρι Λίντον: «Τα πρόσωπα του έργου έζησαν και φιλονίκησαν επί εποχής Γεωργίου 3ου. Τώρα είναι όλοι ίσοι».
Η γειτονιά αυτή, παρότι δυο βήματα απ’ το Σύνταγμα, είναι ένα παλαιοαθηναϊκό εύρημα. Όχι, όμως, με τον τρόπο της Πλάκας. Δεν είναι γραφική και αξιοποιήσιμη. Έχει σκιά και δέντρα, έχει παλιά σπίτια, όχι
πάντα νεοκλασικά. Προχωράς και κάτι σου λέει πως εδώ ακόμα κοιμούνται το μεσημέρι. Είναι σαν κάποιος να έφτασε εδώ μετά από μια απογοητευτική βόλτα και να αποφάσισε να διατηρήσει ανέπαφη την ανακούφιση που αισθάνθηκε.
Πάω πού και πού στον Λόφο Λογγίνουγια να διαβάσω. Είναι δίπλα στο νεκροταφείο, είναι καταπράσινος, έχει παρκάκι, παιδική χαρά, γήπεδο μπάσκετ. Δεν έχω καταφέρει ποτέ να διαβάσω πάνω από μια σελίδα. Κάτι
με κάνει να αφαιρούμαι. Να νομίζω ότι έχω κάτσει μία ώρα, ενώ έχω κάτσει τέσσερις. Κάποιος μου είπε πως διάφοροι τρελοί έχουν γράψει βιβλία για τα «υπερφυσικά φαινόμενα του Λόφου Λογγίνου».
Υπάρχει, βέβαια, και το Οντεόν.Συνήθως το επισκέπτομαι με κάποιον που έχω να δω καιρό. Είναι ένα καφέ, όπου μπορεί μια συνάντηση να φανεί σκηνοθετημένη. Στα ηχειάκια παίζει Μπρασένς, Μελντάου ή το «Greensleeves». Τους ψαρώνω. Απέναντι ακριβώς είναι το πιο ωραίο μίνι μάρκετ της Γης. Οι άνθρωποι έχουν βάλει στους τοίχους φωτογραφίες του Μετς απ’ όλες τις περιόδους του. Προτιμούν να μην πληρώσεις, παρά να μην ακούσεις την ιστορία της περιοχής τους.
Στο Μετς γνώρισα δυο πολύτιμους ανθρώπους: τον Γιάννη Μπακογιαννόπουλο, που ξέρει τι είναι αυτό το κλικ που κάνει ξαφνικά μια ταινία τέχνη, και τον Γιώργο Κοντογιάννη, που ξέρει τι είναι αυτό που είναι μοναδικό στους Έλληνες και υπάρχει μόνο μες στο λαϊκό τραγούδι. Αν πούμε ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι χαρακτηριστικοί της γειτονιάς, τότε το Μετς είναι μια κιβωτός, είναι ένα μέρος όπου μαζεύονται οι αρχειοθέτες, οι αποστακτήρες, οι διυλιστές, οι άνθρωποι που θα σώσουν ό,τι αξίζει.
Μου έκανε τρομερή εντύπωση όταν είδα πριν από κανέναν χρόνο σ’ έναν τοίχο της Αρχιμήδους ένα νεοναζιστικό σύνθημα, «Ερχόμαστε». Οι χρυσαυγίτες είναι ό,τι αναιρεί αυτή η γειτονιά. Οι κρετίνικες φοβίες για τα πάντα, η διαστροφή του ελληνικού νοήματος, ο θαυμασμός για το ηγετικό μπουλντόγκ, η κρυφή δολοφονία του αδύναμου, η ζήλια για την ερωτική επιλογή. Το Μετς και η ησυχία, η ομορφιά, η ελευθερία του υπάρχουν ακριβώς επειδή αυτά είναι παρελθόν. Ίσως, όμως, αυτό να είναι το νόημα του συνθήματος. Ερχόμαστε απ’ τα βάθη του σκοταδιού, απ’ όσα πέταξε ο άνθρωπος για να λέγεται άνθρωπος, για να κατασπαράξουμε το λίγο ωραίο, το λίγο άλλο που θα μπορούσε να περιέχει αυτή η χώρα.
σχόλια