Από τις πιάτσες, πάντα προτιμούσα τα μετόπισθεν. Ένα ταβερνείο στη μέση κάπου “πουθενά”, ένα μαγεριό που ξεφυτρώνει ανάμεσα στην αστική γαλήνη της ομοιομορφίας των πολυκατοικιών, ένα εστιατόριο κάπου χωμένο εκεί όπου δεν φθάνουν οι προβολείς μιας πλατείας, το κάτι κρυφό, εκείνο που κάποιος πρέπει να στο συστήσει και πολύ πιο σπάνια να πέσεις πάνω του σε μια ευτυχέστατη μετωπική. Ίσως γιατί η πιάτσα πάντα θα επιβιώνει ακόμη κι αν μαγειρεύει μέτρια, ακόμη κι αν σε κοροϊδεύει κατάφορα. Και λάθος να κάνω, θέλω να πιστεύω πως όποιος αποφασίζει να μαγειρέψει στα ψιλά γράμματα του χάρτη, πρέπει να διατηρεί έναν μεγάλο και ασίγαστο έρωτα για το καλό φαγητό, μια αυτοπεποίθηση που εγγυάται κάτι το ξεχωριστό. Και ο μάγειρας με αυτοπεποίθηση συνήθως κάτι νόστιμο έχει να σου πει. Μερικές περιπτώσεις μου έχουν αποδείξει πως δεν έχω άδικο.
*Κοχύλι, Λ. Ειρήνης 17 & Ελένης 32, Ταύρος, 2103461081
Για μερικούς η Αθήνα δεν φτάνει καν ως εκεί. Κι όμως, ο Ταύρος ανήκει στην καρδιά της. Γειτονιές σαν κινηματογράφος του ΄60, ο κόσμος απλωμένος στα τραπεζάκια στο πεζοδρόμιο στην πιο χαλαρή του διάθεση, το τραγούδι της παρέας σε ένα απρόσμενο τσακίρ, τελικά στην Αθήνα κάνει πολλές μέρες καλοκαίρι ακόμα και το χειμώνα. Γαύρος μαρινάτος σαν βελούδινο σασίμι, τα βλήτα αχνίζουν, ο γάβρος γιγάντιος, μυρίζει ιώδιο και ελαφρύ τηγάνι, το ίδιο και ο τραγανός γόνος καλαμαριού. Το παντζάρι γλύκισμα, το χταπόδι λαστιχωτό στα κάρβουνα μυρίζει νησί, οι πατάτες τηγανητές καυτές, κριτσανιστές, τύφλα να’χουν της μαμάς. Και εξαιρετικό ροζέ χύμα από την Εύβοια μαζί με μια ευγενέστατη, πρόθυμη εξυπηρέτηση.
*Ταβέρνα του Κουτρούλη, Βαρίκα 8, Ν. Φιλοθέη, 2106913542
Χωρίς καν ταμπέλα, τα μάτια σου δεκατέσσερα να μην χάσεις τα υπόγεια σκαλάκια στην είσοδο μιας πολυκατοικίας, μόνο ένα φως στην πόρτα, ύστερα ένα πανέρι ολόφρεσκα λεμόνια και πορτοκάλια, πίσω από την πόρτα ένας άλλος, τεράστιος κόσμος, με τζάκι, πολλά υφαντά, μπακίρια και θαλασσογραφίες, πέρσικα χαλιά και ταγάρια, μπιμπελό από περασμένες μπομπονιέρες, τα μάτια σου πονάνε από την έκπληξη, η ίδια κυρία εδώ και πενήντα χρόνια πίσω από το ψυχρό φως του ψυγείου-προθήκη, μαγείρισσα με άποψη σπιτική και πιστούς οπαδούς, κυρίως άνω των 65, που επιδίδονται σε δεινά χολιστερινούχα συμπόσια, τιμώντας δις-και τρις την αριστούργημα τηγανητή τυρόπιτα, αψηφώντας το ζάχαρο και την πίεση. Η αθηναϊκή κουζίνα του ΄60 στα καλύτερά της, με τα ζεστά πατζάρια, ολοτράγανα κολοκυθάκια σαν σπιρτόξυλα και τηγανητές μελιτζάνες με βαρβάτη σκορδαλιά, ντοματοκεφτέδες με έντονο μάραθο, σουπιές κρασάτες και φρυγανισμένο ψωμάκι με λάδι για τις βούτες, ψητά στη σχάρα και κυρίως, οι πιο μαγικές πατάτες φούρνου: κομμένες θεόρατες στη μέση, χωρίς μυρωδικά, ζήτησα τη συνταγή, τόσο απλή που διόλου δεν έλυσα το γρίφο της νοστιμιάς τους. Τα γλυκά-κέρασμα μπορεί να μην αγγίζουν την τελειότητα, την αγγίζει, όμως, το συγκλονιστικό πρόβειο γιαούρτι από παλιό γαλακτοπωλείο του Κολωνού.
*Πάμε βόλτα (τέως Μονοπώλιο): Κειριαδών και Ιπποθοντιδών 10, Κ. Πετράλωνα, τηλ.: 210 345 91 72.
Στην ψηλοτάβανη αίθουσα κάποιου κτιρίου του ’30, πρώην Μονοπώλιο του κράτους, μπαίνοντας σε αγκαλιάζει μια βαθιά μπλε ζεστασιά, κάτι το πολύ προσωπικό, η ιστορία του Κώστα-που είναι ηθοποιός και μπορεί να τον ξέρεις από το Σπιρτόκουτο-και της Αγγελικής, της μαμάς του. Που μοιάζει σαν φαραωνική βασίλισσα, μια γλυκιά, αγέροχη Νεφερτίτη με γαλλικούς τρόπους. Στο σπίτι πάντα μαγείρευαν για φίλους. Στο μαγαζί, το ίδιο κάνουν. Ψωμί ζυμωμένο από τα χεράκια της μαμάς, ροβίτσα σαλάτα με ρόκα και μπαλσάμικο, μελωμένα συκωτάκια με κρεμμύδια και κάρδαμο: ποίημα! Το μεγάλο ατού οι κυβάκια-χρυσαφένιες πατάτες, που πρώτα βράζουν, ύστερα τραγανίζουν στο τηγάνι με έναν ελαφρύ απόηχο από σκόρδο και δεντρολίβανο-τρώγονται παθιασμένα! Και πώς ταιριάζει τόσο τέλεια το κρίταμο με το μαριναρισμένο λάχανο και το μήλο στη μαρινάτη σαλάτα. Στριφτή ελιόπιτα με σπιτικό φύλλο και άρωμα πορτοκαλιού, χωρίς περιττά λάδια και το πιο μαγικό, τραγανό φύλλο, μπουρεκάκια με κιμά και μπαχαρικά, κρασάτος κόκορας και κους-κούς που μυρίζει αυθεντικό Μαρόκο. Στο τέλος, ροδόσταμο, σαν να τρως ένα κήπο ρόδινα τριαντάφυλλα και μους χαλβά, σαν σύννεφο με λιγάκι βερίκοκο και δαμάσκηνο, όσο χρειάζεται το στόμα για να εκπλαγεί.
*Ζωοδόχος Πηγή, Κατσούλη 77, Καμίνια, 2104814438
Δεν το λες ταβέρνα, δεν το λες εστιατόριο, το λες μια οικογενειακή ιστορία και το αφήνεσαι στη μαγεία της. Η μπακαλοταβέρνα του παππού πέρασε στα χέρια του γιού, κοντά του κι ο Αλέξης με τον Κώστα οι γιοί της τρίτης γενιάς, με καλλιτεχνικό back round. Η μαμά δεν είναι εκεί, είναι πάνω στο σπίτι, από την κουζίνα της κατεβαίνουν οι υπέροχοι λαχανοντολμάδες, που έρχονται να κάνουν παρέα στο τραγανό πατατάκι που τηγανίζεται με μάτι αβγό, στην αέρινη μους ταραμά, στα πιτάκια με κιμά και πιπεριές, το συκώτι στα κάρβουνα με σος πορτοκαλιού, στην αυθεντική συνταγή του ταμπουλέ (μόνο αρώματα-μια σταλιά πλιγούρι), στα σπιτικά ραβιόλια που γεμίζουν με ντομάτα αλλά και με δυόσμο και χαλούμι, στις μέλι μελιτζάνες με τυριά στο φούρνο, στο τυρένιο μπρόκολο ογκρατέν. Ό,τι και να πάρεις είναι μια ωδή στο μαγειρικό ταλέντο όλης της φαμίλιας, άμα έχεις και τύχη μπορεί να τύχουν και τίποτα φίλοι των παιδιών με όργανα, αλλιώς θα χαθείς στο ελαφρώς σουρεάλ ντεκόρ, με τις ανάποδες κολλημένες καρέκλες στο πατάρι, τη βιτρίνα με τις ρεμπέτικες φιγούρες, το παλιό ψυγείο, το ό,τι να’ναι που μιλά κατευθείαν στην καρδιά.
σχόλια