ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ-ΙΚΑΡΟ ΜΠΑΜΠΑΣΑΚΗ
Λευκό σε λευκό. Ο τόμος είναι συνταρακτικά απέριττος. Μια σπουδαία σπουδή στον μινιμαλισμό που λέει πολλά. Μια μνεία στον Καζιμίρ Μάλεβιτς και στο Άσπρο τετράγωνο σε άσπρο φόντο. Η ποίηση είναι απόλυτη. Η ποίηση είναι συγκεντρωμένη εδώ, παρά δύο έτη μισός αιώνας αντιμαχία, αλλά και ερωτοτροπία, με τη Σιωπή. Γιατί, τι άλλο είναι πια η ποίηση των λέξεων αν όχι μια αντιμαχία και, συνάμα, ερωτοτροπία με τη Σιωπή;
Ημερομηνίες: 1963, 1971, 1974, 1977, 1978, 1982, 1984, 1990, 1993, 1995, 1996, 2001, 2003, 2005, 2011
Τίτλοι: Λύκοι και Σύννεφα. Ποιήματα ’63-’69. Μαγδαληνή, το μεγάλο θηλαστικό. Τα σκόρπια χαρτιά της Πηνελόπης. Ο θρίαμβος της σταθερής απώλειας. Ενάντιος Έρωτας. Οι Μνηστήρες. Επίλογος Αέρας. Άδεια Φύση. Λυπιού. Ωραία Έρημος η Σάρκα. Η ύλη μόνη. Μεταφράζοντας σε έρωτα της ζωής το τέλος. Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα. Η ανορεξία της ύπαρξης.
Αγαπημένο, Ι: «Ό,τι δικό σου παραληρεί / στα σύδεντρα, στις χλοερές αυτοκρατορίες / των ονείρων / στις περίλαμπρες σιωπές του κισσού / στης φτέρης τις βουβές συγκοπές / στις κρασάτες λιγοθυμιές των φθινοπωρινών φύλλων./ Το νόημά σου αναβλύζει:/ ότι καμιά ζωή / δεν είναι πιο δυνατή απ’ τον πόθο / καμιά πράξη πιο τελειωτική / από την ποίηση». (Στο δάσος, 1982)
Σχόλιο, Ι: Only poetry isn’t shit (Roberto Bolaño, 2666)
Αγαπημένο, ΙΙ: «Τη μέρα της βάφτισης / μου υποσχέθηκαν / καλή λαμπάδα στον ουρανό / με τα σύννεφα και τους αγγέλους.// Πόνος τα ζώα χωρίς τροφή / στα νυχτερινά χαντάκια / να προσεύχονται στο φεγγάρι […] Δε φτάνει ο έρωτας / άνεμος ανεπίστρεπτος / έρχεται ανώνυμος / στις ευωδιασμένες στέγες, στους αγρούς / εγκαθίσταται / συνεσταλμένος αυτοκράτορας / ειρηνικής βίας./ Δε φτάνουν / τα σχέδια φυγής / καραβιών σκιές / στις απόμερες γωνιές των παραμυθιών / σεμνοί σταθμοί / ευκάλυπτοι και βαγόνια / π’ αγγίζουν τα νερά ως τα καΐκια./ Δε φτάνουν / οι φωνές τραγουδιστών / γέννα της φωτιάς / και της καλής τρέλας / δε φτάνουν / οι πράξεις που επαναλαμβάνονται:// ελεημοσύνη, μελέτη / στα γνωστά εργαστήρια / ο φόβος, η λιποψυχία των γενναίων / οι κινήσεις της οργής / τα χτίσματα της φαντασίας και του πλούτου / η τακτική επιστροφή της νύχτας». (Ευαγγελισμοί, 1963)
Σχόλιο, ΙΙ: Το ποίημα «Ευαγγελισμοί» είναι αφιερωμένο στον Ν.Δ. Καρούζο. Όσο κυλάνε τα χρόνια, τόσο νιώθω πώς συνηχούν οι φωνές της Κατερίνας και του Νίκου, πόσο τους έθελγε η πάλη με τη φθορά, πόσο οι σχηματισμοί των λέξεών τους τείνουν να γίνουν αγέρωχα μπλουζ, άνθη ενάντια, κονταροχτυπήματα με το μακελειό της καθημερινότητας. Ρουκ και Καρούζος, όπως λέμε Thomas Bernhard και IngeborgBachmann, φωνές που μέσα τους ακούς το τραχύ παμπάλαιο και το στιλπνό καινούργιο. Φωνές που με τη σάρκα φιλοσοφούν.
Αγαπημένο, ΙΙΙ: «Θέλω να γράψω ένα ποίημα για τη μοίρα / γιατί αυτή οδηγεί τη χειράμαξα με το ποίημα./ Αυτή εκπαιδεύει / και ξαφνικά γνωρίζουμε / τα φυτά απ’ τις κρυφές εκκρίσεις τους / τα πουλιά από την άλλη τους λαλιά / την ψυχή από τη μουγκή της την κραυγή./ Η μοίρα μάς μαθαίνει / πώς να υπακούμε / στο διαφορετικό πρόσταγμα / της κάθε σάρκας / και πώς οι ανατριχίλες στο δέρμα εκείνου υψώνονται / σελίδες αφηνιασμένες./ Όχι το ταλέντο / αλλά οι άπειρες συμπτώσεις / άφησαν να πέσει στο χώμα / ώριμος καρπός το ποίημα […] Θα ’θελα να γράψω ένα ποίημα εμπνευσμένο / αλλά η μοίρα σαν να μην οδηγεί πια». («Θέλω να γράψω ένα ποίημα», 2005)
Σχόλιο, ΙΙΙ: Και αυτό το ποίημα αφιερωμένο. Στον Αντώνη Φωστιέρη, εν προκειμένω. Η Ρουκ φτάνει στις ακρώρειες της γλώσσας, κάνει να την αφήσει και να φύγει (Καρούζος: «να φύγου απ’ τη γλώσσα, να φύγου»), αλλά μένει εκεί. Πού αλλού τέτοιο θάλπος ; Αν όχι στη γλώσσα; Αν όχι στις λέξεις; Στων λέξεων το κονάκι, στων λέξεων το τσαρδί;
Αγαπημένο, IV: Όταν ο άγγελος είναι κόκκινος / και νυχοπατάει / στο σφουγγαρισμένο άσπρο / πιστεύοντας στην εσωτερική του φλόγα / κι αερίζοντάς τη στο παράθυρο / είναι που ’χει ερωτευτεί τα εγκόσμια / τόσο πολύ / που αποφεύγει να τα συγκρίνει με τα επάνω./ […] Ο άγγελος / που θα γίνει λουλακής προς το βράδυ / θα τελειώσει το τσιγάρο του / και θα φύγει». («Αγγελικά Ποιήματα», 1978)
Σχόλιο, IV: Ποίημα αφιερωμένο στον Αλέκο Φασιανό, ποίημα λίαν εικαστικό, με χρώματα καμωμένο (κόκκινο, άσπρο, λουλακί) και με εικόνες (φουμάρει, θα έλεγε ο Καρούζος, ο άγγελος). Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ ξέρει να σκηνοθετεί με απαράμιλλη ευαισθησία την πραγματικότητα, να την κάνει πιο πραγματική, να της προσδίδει την αλήθεια που της αρμόζει, να την κάνει ονειρική και μαζί βαριά και βαθιά υλική. «Όχι άλλη πραγματικότητα!» ανέκραζε ο Καρούζος, εννοώντας ακριβώς ότι πρέπει να μας δοθεί επιτέλους η πραγματική διάσταση της πραγματικότητας: η ποιητική διάσταση.
σχόλια