Δύο πολυτελή διεθνή εστιατόρια, το Beefbar και το Hakkasan, προσγειώνονται στη Μύκονο, προσλαμβάνουν και εκπαιδεύουν δεκάδες άτομα προσωπικό, μεταφέρουν ειδικευμένους σεφ από τις βάσεις τους στο κοσμοπολίτικο ελληνικό νησί και ανοίγουν τις πόρτες τους με συγκρατημένη αισιοδοξία στην καρδιά του φετινού καλοκαιριού, τις ημέρες ακριβώς που η χώρα βιώνει τη μεγαλύτερη πολιτική ανασφάλεια και οικονομική αστάθεια των τελευταίων χρόνων.
Οι χώροι στη Μύκονο δεν είναι τυχαία επιλεγμένοι από τους διεθνείς επιχειρηματίες, όπως ούτε και οι Έλληνες συνεργάτες τους. Για παράδειγμα, το Beefbar, με εστιατόρια στο Μόντε Κάρλο, στη Μόσχα, στο Μέξικο Σίτι και σύντομα στο Χονγκ-Κονγκ, λειτουργεί στη Μύκονο σαν ένα restaurant in a restaurant στο σταθερά επιτυχημένο Nammos, γνωστό όχι μόνο για το φρέσκο ψάρι που σερβίρει και το κέφι που δημιουργεί αλλά και από τις εκατοντάδες φιάλες σαμπάνιας που ανοίγει κάθε καλοκαίρι για τους επώνυμους διεθνείς πιστούς πελάτες του. Με έναν μικρότερο κατάλογο από αυτόν που σερβίρεται στα υπόλοιπα διεθνή εστιατόρια, το Beefbar σερβίρει εδώ άψογα ψημένα τα εκλεκτά κρεατικά της μητέρας επιχείρησης Giraudi (πιθανά ο μεγαλύτερος εισαγωγέας αμερικανικού, αυστραλέζικου και γιαπωνέζικου κρέατος στην Ευρώπη), προσθέτοντας στο μυκονιάτικο εστιατόριο λίγη ακόμα από την ΑΑΑ ποιότητα που αποζητά το διεθνές τζετ-σετ.
Οι πελάτες, και εδώ στη Μύκονο, ανήκουν σε τρεις κατηγορίες, όπως τις περιγράφει ο Larry Pimentel, ο γκουρού του lux marketing: στην ελίτ, στην επίδοξη ελίτ και στη... «θέλω να ανήκω κι εγώ στην ελίτ». Πρόκειται για μια ελίτ που δεν κλονίζεται από τις διακυμάνσεις της οικονομίας ή τις πολιτικές αναταραχές, που ταξιδεύει συνεχώς ανάμεσα σε Αμερική, Ασία και Ευρώπη και τρώει κατά κανόνα εκτός σπιτιού, σε πολυτελή εστιατόρια με εκλεκτό φαγητό, διακριτικά πολυτελή διακόσμηση και επώνυμους πελάτες.
Ο χώρος του εστιατορίου, πάνω στην παραλία της Ψαρούς, περιστοιχίζεται από πανύψηλους, φωτισμένους φοίνικες και ροζ πικροδάφνες, φυτεμένα πάνω στην παραλία, οι σερβιτόροι είναι νεαροί και ακούραστα χαμογελαστοί, τα ξύλινα βαριά τραπέζια και οι άνετες πάνινες πολυθρόνες ακολουθούν το στυλ των υπόλοιπων διεθνών εστιατορίων Beefbar που μότο τους έχουν «το εξαιρετικό φαγητό, τη διακριτική πολυτέλεια και τη χαλαρή ατμόσφαιρα», όπως μου εξηγεί ο νεαρός Μονεγάσκος ιδιοκτήτης του Ricardo...
Το φαγητό εδώ είναι η αντιπροσωπευτική εκδοχή μιας εγγυημένης παγκόσμιας εστιατορικής τάσης: μικρός κατάλογος με εξαιρετικό κρέας, προσεχτικά σιτεμένο και άριστα ψημένο, λίγα ωμά ψαρικά και μοσχαρίσιο ταρτάρ για ορεκτικά και νόστιμα αλλά κλασικά συνοδευτικά.
Αν και η κατανάλωση κρέατος τα τελευταία χρόνια μειώνεται σε όλο τον κόσμο, τα εστιατόρια που σερβίρουν εξαιρετικά ψημένο κρέας από επιλεγμένες φάρμες γίνονται ολοένα και πιο δημοφιλή. Για παράδειγμα, στο Nammos η επιλογή κρέατος είναι ανάμεσα σε burger ή φιλέτο από αμερικανικό Black Angus, Rib Eye από αυστραλέζικο μοσχάρι σιτεμένο για 26/28 μήνες, πιστοποιημένο γιαπωνέζικο Kobe, Κagoshima ή Miyazaky μοσχάρι σιτεμένο για 32 μήνες, ενώ στον κατάλογο αναφέρεται και η σίτιση του ζώου, όπως γίνεται σε όλα τα εστιατόρια που παγκοσμίως επιμελείται ο σεφ Thierry Paludetto με πείρα δέκα τουλάχιστον χρόνων σε βραβευμένα εστιατόρια. Και τι είναι αυτό που θα συνόδευε εξαιρετικά τέτοια ποιοτικά κρεατικά; Μα, φυσικά, ο διάσημος πουρές πατάτας του Joel Robuchon σε τέσσερις εκδοχές: σκέτος, με μεξικάνικες πιπεριές jalapenos, με μαύρη τρούφα ή με habanero chillies και φρέσκο κρεμμυδάκι, σερβιρισμένος αχνιστός σε ατομικό μπακιρένιο κατσαρολάκι.
Οι πελάτες, και εδώ στη Μύκονο, ανήκουν σε τρεις κατηγορίες, όπως τις περιγράφει ο Larry Pimentel, ο γκουρού του lux marketing: στην ελίτ, στην επίδοξη ελίτ και στη... «θέλω να ανήκω κι εγώ στην ελίτ». Πρόκειται για μια ελίτ που δεν κλονίζεται από τις διακυμάνσεις της οικονομίας ή τις πολιτικές αναταραχές, που ταξιδεύει συνεχώς ανάμεσα σε Αμερική, Ασία και Ευρώπη και τρώει κατά κανόνα εκτός σπιτιού, σε πολυτελή εστιατόρια με εκλεκτό φαγητό, διακριτικά πολυτελή διακόσμηση και επώνυμους πελάτες.
Σε αυτήν τη μερίδα πληθυσμού στοχεύει η φετινή συνεργασία Nammos και Beefbar, προσφέροντας –εκτός του μενού του Beefbar που αναφέραμε πιο πάνω– ελληνικές γεύσεις που συγκινούν κάθε απαιτητικό ουρανίσκο: μυκονιάτικο γιουβέτσι με μύδια, τραγανή λούζα και ντόπια κοπανιστή, ριζότο Nammos με αστακό, γαρίδες και γλυκιά κολοκύθα, ρεβίθια με μυκονιάτικη λούζα, κρουτόν σκόρδου και αυγό, ωμό κολοκυθάκι με δυόσμο, ανθότυρο και dressing εσπεριδοειδών, σπαγγέτι με αχινούς, ελληνική παραδοσιακή καρυδόπιτα με διακριτικό άρωμα ροδόνερου...
Η λίστα κρασιών είναι και αυτή από τον διεθνή αμπελώνα, με τα ελληνικά κρασιά να υπερτερούν.
Η όλη εμπειρία είναι σχεδιασμένη να ικανοποιήσει και τον πιο απαιτητικό πελάτη που επισκέπτεται για τις διακοπές του συγκεκριμένα μέρη στον κόσμο, καθώς και συγκεκριμένα εστιατόρια, αυτά που τον κάνουν να αισθάνεται μέρος μιας ελίτ ανεπηρέαστης από πολιτικές ή οικονομικές κρίσεις.
Όσο για το εξαιρετικό μυκονιάτικο εστιατόριο Nammos, προετοιμάζεται για το νεοϋορκέζικο άνοιγμά του, απ' ό,τι φαίνεται με τους σωστούς διεθνείς συνεργάτες που γνωρίζουν πολύ καλά πώς να ικανοποιούν τα πιο απαιτητικά γούστα διεθνώς.
Nammos, Παραλία Ψαρούς, Μύκονος, 22890 22440
Ο πανέμορφος και καταπράσινος κήπος του Φιλιππή ήταν για δεκαετίες το αγαπημένο εστιατόριο και σημείο συνάντησης Ελλήνων και VIP τουριστών στη καρδιά της Χώρας της Μυκόνου. Το φαγητό στου Φιλιππή παρέμενε ελληνικό με κάποιες γαλλικές και ιταλικές σπεσιαλιτέ που ικανοποιούσαν το κοσμοπολίτικο γούστο του νησιού, κατά βάση όμως ήταν ένα καλομαγειρεμένο, απλό φαγητό, σε έναν όμορφο, νησιώτικο κήπο όπου μεγάλες παρέες διασκέδαζαν τρώγοντας, πίνοντας και χορεύοντας μέχρι πρωίας.
Όταν ο ίδιος ο Φιλιππής έφυγε από τη ζωή ο κήπος έμεινε άδειος και οι συζητήσεις στη Μύκονο έδιναν κι έπαιρναν για το ποιος θα ήταν ο τυχερός διάδοχός του.
Πέρσι το καλοκαίρι αποκαλύφθηκε το μυστικό (μια και από πέρσι έγιναν οι προσλήψεις και ο σχεδιασμός του νέου χώρου) και φέτος στον κήπο του Φιλιππή άνοιξε το Ling-Ling, ένα πανέμορφο εστιατόριο με καντονέζικες σπεσιαλιτέ, αδερφάκι του λονδρέζικου trendy και βραβευμένου εστιατορίου Hakkasan του Κινέζου επιχειρηματία Alan Yau (ο ίδιος συνεργάζεται με το γκρουπ Giraudi στο κινέζικο εστιατόριο του Μονακό Song Qi).
Το να ανοίγουν διεθνή εστιατόρια στη θέση παλιότερων, χαρακτηριστικών εστιατορίων είναι μία ακόμα παγκόσμια τάση: μεγάλες εστιατορικές αλυσίδες με υποκαταστήματα σε όλα τα trendy σημεία του πλανήτη (ένα από τα οποία είναι αδιαμφισβήτητα και η Μύκονος, η Σαντορίνη και λιγότερο η Αθήνα...) εξαγοράζουν δημοφιλή ελληνικά εστιατόρια (σε εγγυημένες, κεντρικές και όμορφες τοποθεσίες) που ήδη έχουν διαγράψει μια επιτυχημένη πορεία.
Ο κήπος του Φιλιππή έχει αλλάξει εντελώς για να συμφωνεί σε ύφος με όλα τα υπόλοιπα Ling-Ling που αποπνέουν ένα αέρα παραδοσιακής κινέζικης φροντίδας και προσφέρεται αποκλειστικά για τους εκλεκτότερους πελάτες του Hakkasan σε έναν πιο ιδιαίτερο χώρο του εστιατορίου. Έτσι, μπαίνοντας από την παλιά είσοδο του πρώην Φιλιππή, εκεί όπου ήταν το θρυλικό μπαρ, βλέπεις τραπέζια που κοιτούν την κάτω αυλή, ενώ το μπαρ έχει μεταφερθεί στην άλλη γωνία. Ο χαμηλός φωτισμός ταιριάζει όμορφα με το ολόλευκο μυκονιάτικο κτίσμα και τις μπουκαμβίλιες του κήπου. Το φαγητό είναι καντονέζικο, στη μοντέρνα, πιο μίνιμαλ και πιο καυτερή εκδοχή του, με δημοφιλή πιάτα τη σαλάτα με τραγανή ψιλοκομμένη πάπια Πεκίνου, τα dim sum με χτένια και αστακό, τα ψητά dumpling, το καπνιστό με τσάι γιασεμιού κοτόπουλο, τον σιγομαγειρεμένο μπακαλιάρο με σαμπάνια και μέλι και πρωταγωνιστή την πάπια Πεκίνου με χαβιάρι Beluga. Το επιδόρπιο από μους yuzu, matcha tea, γιαούρτι και δυόσμο είναι από τις καλύτερες γλυκές προτάσεις για το τέλος. Δύο διευθυντικά στελέχη του λονδρέζικου Hakkasan βρίσκονται εδώ για να συνεχίσουν την εκπαίδευση του προσωπικού και, πρωτίστως, να εγγυηθούν την απόλυτη εξυπηρέτηση και διασκέδαση στους επισκέπτες του νησιού.
Μια εξαιρετική συνεργασία που θα βοηθήσει πολύ το μυκονιάτικο Nammos στη μετάβασή του στη Νέα Υόρκη και ελπίζουμε να δημιουργήσει ένα πιστό κοινό, όπως ο θρυλικός Φιλιππής.
Ling-Ling Philippi, Χώρα Μυκόνου, 22890 22515, hakkasan.com/lingling
σχόλια