"Τα κορίτσια" της Έμα Κλάιν, ένα σπαρακτικό μυθιστόρημα αιματοβαμμένης ενηλικίωσης

"Τα κορίτσια" της Έμα Κλάιν, ένα σπαρακτικό μυθιστόρημα αιματοβαμμένης ενηλικίωσης Facebook Twitter
Η Έμα Κλάιν, σε φωτογράφηση για τους New York Times.
2

Ένα κορίτσι που γράφει για όλα τα κορίτσια. Η Έμα είναι γεννημένη το 1989, δηλαδή είναι είκοσι εφτά χρονών σήμερα. Οπότε, δεδομένου ότι η διαδικασία της έκδοσης στις ΗΠΑ κρατά περί τον ενάμιση χρόνο (για την ακρίβεια, ο Random House αγόρασε τα δικαιώματα του βιβλίου, έναντι 2.000.000 δολαρίων, το φθινόπωρο του 2014), έγραψε τα «Κορίτσια» ας πούμε στα είκοσι πέντε της. Ή και πιο μικρή, αν κρίνουμε από το γεγονός ότι το θέμα την απασχολούσε ήδη και σε πιο πρώιμα γραπτά της, μικρά κομμάτια, fiction ή δοκιμιακά, που δημοσίευε σε λογοτεχνικά περιοδικά (στο Tin House, στο Granta, στο The Paris Review — σε μερικά από τα καλύτερα του χώρου δηλαδή) όσο ανακάλυπτε και επεξεργαζόταν τον εαυτό της, κάνοντας και διάφορα άλλα πράγματα στο μεταξύ, όπως το να προσπαθεί να γίνει ηθοποιός, να σχετίζεται με μεγαλύτερους της, να δουλεύει σαν freelance δημοσιογράφος, να σκαλίζει το παρελθόν ή απλώς να σπουδάζει. Αυτό και μόνο —η ηλικία της, το ότι είναι μικρή— δίνει μία ξεχωριστή διάσταση, έναν απολύτως άλλο αέρα στο μυθιστόρημά της — έναν αλλόκοτο αέρα. Θέλω να πω, αν είχε γράψει αυτό το βιβλίο ένας φτασμένος, παγκοσμίως γνωστός και «ευπώλητος» λογοτέχνης, στην ακμή της καριέρας του, θα το χαρακτηρίζαμε μεν και τότε ένα συναρπαστικό και μοντέρνο και καθηλωτικό ανάγνωσμα, και όλα τα άλλα, αλλά θα μας φαινόταν και αρκετά λογικό που συνέβη έτσι. Γιατί αυτό δεν είναι ένα βιβλίο που μπορεί εύκολα να γεννηθεί από το μυαλό ενός τόσο νέου: το ποσοστό των νεαρών σε ηλικία συγγραφέων που είναι σε θέση να γράψουν κάτι τέτοιο, και μάλιστα έτσι, είναι στατιστικώς ασήμαντο. (Οι σπάνιες στατιστικές αποκλίσεις πάντα, βέβαια, μας σαστίζουν και μας χαροποιούν ιδιαίτερα). Τα «Κορίτσια» δεν είναι ένα πρώτο μυθιστόρημα· δεν είναι ένα «πρωτόλειο». Ή, για να το πούμε αλλιώς: αν ξεκίνησε έτσι η Έμα Κλάιν, κανείς δεν ξέρει πού μπορεί να φτάσει. Θα το δούμε βέβαια αυτό σχετικά σύντομα: το συμβόλαιό της μιλά για ένα ακόμη μυθιστόρημα, συν μία συλλογή διηγημάτων. Και ο Random House ξέρει πού επενδύει τα λεφτά του.

Η αναπαράσταση της περιόδου —πολύ δύσκολο έργο, και κοπιώδες, δεν γίνεται ποτέ από μόνο του— είναι σχεδόν χειροπιαστή. Οι περιγραφές της φάρμας, ενός τόπου έξω από τα ανθρώπινα μέτρα, τόπου σήψης, οδύνης αλλά και θρησκευτικής προσήλωσης στον ηγέτη και απόλυτου έρωτα με την αντρική εξουσία, είναι άψογες. Και ανατριχιαστικές.

Από την άλλη βέβαια μεριά, η Κλάιν γράφει για κάτι που ξέρει πολύ καλά. Γι' αυτό που είναι, και γι' αυτό που υπήρξε: γράφει για τα κορίτσια. Και η κεντρική ηρωίδα της είναι δεκατεσσάρων ετών. Χρησιμοποιεί μεν κάποια πολύ συγκεκριμένα «δείγματα» κοριτσιών, και εν πολλοίς —και εκ των πραγμάτων, όπως αυτά εξελίχτηκαν— ξεχωριστά για κάποιους πολύ συγκεκριμένους λόγους (όχι καλούς), αλλά εντέλει μιλά για όλα τα κορίτσια. Αυτό ακριβώς που κάνει πάντα η λογοτεχνία, δηλαδή: μας μιλά για κάποιον που εντέλει είναι ο συγγραφέας, που εντέλει είμαστε εμείς και που εντέλει είναι ο κόσμος όλος. Παράλληλα λοιπόν με αυτό που ονομάζουμε γυναικείο μυθιστόρημα —και αναφέρομαι εδώ σε γυναίκες συγγραφείς όπως, για παράδειγμα, η Φερράντε και, αν θέλετε, στις συγκλονιστικές, άγριες, ασθματικές «Μέρες εγκατάλειψης» (Άγρα, 2004), μεταξύ αρκετών άλλων σπουδαίων γυναικείων βιβλίων—, η Κλάιν γράφει «κοριτσίστικο μυθιστόρημα». Γι' αυτό και το βιβλίο της πρέπει να διαβάσουν πολύ οι γυναίκες, και μακάρι και οι πολύ νέες. Μιλάει για όλες τους. Κατά τον ίδιο ακριβώς λόγο, θα ευχόμουν βαθιά να το διάβαζαν και άντρες. Θα τους έκανε καλό.

Παιδιά των μαραμένων λουλουδιών. Θέμα του μυθιστορήματος είναι η «κοινωνία» του Τσαρλς Μάνσον, το κοινόβιό του, τα μέλη της σέχτας του, η προσωπικότητα εκείνου του διαταραγμένου ανθρώπου και οι μοίρες των κοριτσιών, αλλά όχι μόνο, που γοητεύονταν από την αύρα του και τον ακολουθούσαν σε ό,τι παράλογο, γελοίο, αυτοκαταστροφικό και, εντέλει, δολοφονικό επέλεγε κάθε φορά μέσα στην τρέλα του. Τα ονόματα είναι αλλαγμένα, αλλά ο Μάνσον (που στο βιβλίο ονομάζεται Ράσελ) και η εποχή δεν είναι. Η Κλάιν έχει ψάξει επισταμένως όλες τις πηγές και όλα τα αρχεία για τη δεκαετία τού '60, και κυρίως για το τέλος της (διόλου άδοξο τέλος, αν το σκεφτεί κανείς σοβαρά και απομακρύνοντας τα πέπλα της λουλουδάτης αφέλειας από τα μάτια του). Επισταμένως: νιώθεις διαρκώς πως με κάποιον τρόπο ήταν εκεί, χρησιμοποιούσε πράγματι εκείνο το μανό, φορούσε όντως εκείνο το λερό φουστάνι με τα λουλούδια και τα λαχούρια, άκουγε για πρώτη φορά εκείνες τις νότες, ερχόταν στ' αλήθεια πρόσωπο με πρόσωπο με το κιτς των 60s και έβαζε κάτω από τη γλώσσα της εκείνα τα τρυπάκια. Η αναπαράσταση της περιόδου —πολύ δύσκολο έργο, και κοπιώδες, δεν γίνεται ποτέ από μόνο του— είναι σχεδόν χειροπιαστή. Οι περιγραφές της φάρμας, ενός τόπου έξω από τα ανθρώπινα μέτρα, τόπου σήψης, οδύνης αλλά και θρησκευτικής προσήλωσης στον ηγέτη και απόλυτου έρωτα με την αντρική εξουσία, είναι άψογες. Και ανατριχιαστικές. Το θέμα, μάλιστα, της Κλάιν, κι αυτό είναι απροσδόκητο σχεδόν, δεν είναι τα καθαυτό εγκλήματα, ο φόνος της εγγύου Σάρον Τέιτ και των υπολοίπων στο σπίτι του Πολάνσκι, μολονότι και αυτά βεβαίως θα τα εξιστορήσει. Δεν είναι καν, μάλιστα, ο ίδιος ο Μάνσον. Είναι τα κορίτσια. Μας μιλά γι' αυτά. Με γνώση, ρεαλισμό, ενσυναίσθηση και αγάπη.

Θα μπορούσε να ήταν ένα άγριο θρίλερ, αλλά αυτό εδώ είναι ένα μυθιστόρημα για τα κορίτσια: για τον ψυχισμό και τη σεξουαλικότητά τους, για το πώς βλέπουν τα αγόρια και τους άντρες και για το πώς τους φέρονται τα αγόρια και οι άντρες, για το πώς προσεγγίζουν το ίδιο τους το φύλο, για το πώς αναγνωρίζουν μία σύντροφο και μια φιλενάδα ή σύμμαχο, για το πώς αναζητούν την ταυτότητά τους σε μία δομή καθαρά ανδροκρατούμενη: «Η Σούζαν όμως δεν είχε τίποτ' άλλο: είχε παραδώσει στον Ράσελ ολόκληρη τη ζωή της, που πια είχε γίνει κάτι σαν αντικείμενο, ένα πράγμα που εκείνος μπορούσε να γυρίζει στις παλάμες του ζυγίζοντας το βάρος του. Η Σούζαν και τα άλλα κορίτσια είχαν χάσει την κριτική ικανότητά τους, έτσι πλαδαρός και άχρηστος που είχε καταντήσει ο μυς του αχρησιμοποίητου εγώ τους. [...] Ήξερα ότι απλώς και μόνο το να είσαι κορίτσι ακρωτηρίαζε την ικανότητά σου να πιστέψεις στον εαυτό σου».

Πήρα την ομορφιά της προσωπικά. Η Έμα Κλάιν, δίνοντας τον λόγο στην ηρωίδα της, την Ίβι Μπόιντ (που μάλιστα, σε εμβόλιμα κεφάλαια που διαδραματίζονται σήμερα, έχει πια μεγαλώσει και κοιτά το παρελθόν με άλλη ματιά, ωριμότερη και πιο ψύχραιμη), επιλέγει συχνά να γράφει ελλειπτικά, παραλείποντας, με μια εφηβική συγγραφική αψάδα, υποκείμενα, κατηγορούμενα ή ρήματα. Δεν επινόησε η ίδια αυτό το στιλ, φυσικά, αλλά το κάνει έξοχα, και καθόλου κουραστικά — γιατί θα μπορούσε να καταντήσει κουραστικό. Και δεν το κάνει πάντα, γι' αυτό και οι έντονες αναπνοές που δίνει έτσι στο βιβλίο της σε παρασύρουν στον ρυθμό τους. Εκείνο όμως που εντυπωσιάζει τον αναγνώστη περισσότερο από καθετί άλλο είναι η παρατηρητικότητά της. Η παρατηρητικότητα είναι μέγα προσόν για έναν πεζογράφο, και αυτή η νεαρή Καλιφορνέζα απλώς είναι εξπέρ σ' αυτό, άγνωστο πώς. Μέτρησα πέντε ή έξι αναφορές σε δόντια, φέρ' ειπείν, στο πώς —για να αναφέρω μόνο ένα παράδειγμα— κολλά και μένει για λίγο επάνω τους το φτηνό κρασί, ας πούμε: αυτά είναι πράγματα που δύσκολα παρατηρεί κανείς, μολονότι μπορεί, δι' αυτών, να δώσει χρώμα σε μία σκηνή ή να προσδώσει βάρος και αληθινή υπόσταση σε ένα χαρακτήρα. Πρόκειται για ένα βιβλίο που θα μπορούσε να διδαχτεί (και είμαι σίγουρος πως θα γίνει κάποια στιγμή αυτό) σε σχολή δημιουργικής γραφής — για προχωρημένους.

"Τα κορίτσια" της Έμα Κλάιν, ένα σπαρακτικό μυθιστόρημα αιματοβαμμένης ενηλικίωσης Facebook Twitter
Η Έμα Κλάιν, σε φωτογράφηση για το New Yorker.

Τέλος, δεν διαβάζουμε κάθε μέρα κάτι τέτοιο: «Αυτό έκανα κι εγώ με την Ταμάρ — ανταποκρίθηκα στα σύμβολά της, στο χτένισμα και στα ρούχα και στη μυρωδιά του L'Air Du Temps που φορούσε, λες και επρόκειτο για σημαντικά δεδομένα, γνωρίσματα που αντικατόπτριζαν κάτι από τον εσώτερο εαυτό της. Πήρα την ομορφιά της προσωπικά». Και χαιρόμαστε που τα διαβάζουμε εδώ. Και σε μία πολύ καλή, πολύ επινοητική μετάφραση.

2

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά

Βιβλίο / Λουίς Μπουνιουέλ: Οι κόντρες με τον Νταλί, η αγάπη για τον Λόρκα, η λατρεία για το σινεμά

Οι συμπάθειες και οι αντιπάθειες, ο ερωτικός πόθος που διαπερνούσε κάθε του κίνηση, μια ζωή συνώνυμη με τις μεγάλες αλλαγές του 20ού αιώνα και μια συνταγή για σωστό ντράι Μαρτίνι αποτυπώνονται στην αξεπέραστη αυτοβιογραφία του Λουίς Μπουνιούελ, «Η τελευταία μου πνοή», που κυκλοφορεί σε νέα έκδοση.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Στην Εκκλησία είναι ευπρόσδεκτοι και οι διαζευγμένοι και οι ομοφυλόφιλοι και τα τρανς άτομα»

Βιβλίο / «Στην Εκκλησία είναι ευπρόσδεκτοι και οι διαζευγμένοι και οι ομοφυλόφιλοι και τα τρανς άτομα»

Στην αυτοβιογραφία του ο Πάπας Φραγκίσκος αναφέρεται στα παιδικά του χρόνια, στους πειρασμούς, στον Αλέξη Τσίπρα, στο ποδόσφαιρο αλλά και στις ταινίες και τα βιβλία που τον καθόρισαν. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Yellowface»: «Κλέφτες» συγγραφείς, τα άπλυτα της εκδοτικής βιομηχανίας και τα προσωπεία στον δρόμο προς τη δόξα

Βιβλίο / Ένα μυθιστόρημα για τα «άπλυτα» και τα μυστικά της εκδοτικής βιομηχανίας

Το «Yellowface» της Ρεμπέκα Κουάνγκ είναι μια καυστική σάτιρα της εποχής μας που, πέρα από τα κακώς κείμενα στην εκδοτική βιομηχανία, σχολιάζει και ασκεί κριτική και σε άλλες όψεις της σύγχρονης ζωής, όπως η cancel culture, οι υπερβολές της πολιτικής ορθότητας, το hate speech στο ίντερνετ, η δολοφονία χαρακτήρων, το πώς κατασκευάζονται και προωθούνται συγκεκριμένα αφηγήματα και φαλκιδεύεται η αλήθεια.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Όταν τα «υποψιασμένα κορμιά» κυριαρχούσαν στους ομοφυλόφιλους έρωτες 

Βιβλίο / Όταν τα «υποψιασμένα κορμιά» κυριαρχούσαν στους ομοφυλόφιλους έρωτες 

Η κυκλοφορία του βιβλίου-ντοκουμέντου «Ανδρικές ομοερωτικές σχέσεις στη μεταπολεμική Ελλάδα» πυροδότησε μια συζήτηση με τον Κώστα Γιαννακόπουλο για έναν «αλλιώτικο» έρωτα, που παρέμενε ισχυρός ακόμα και σε καιρούς όπου κανείς δεν τολμούσε να προφέρει το όνομά του.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Ποιοι ήταν στ' αλήθεια οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες;

Βιβλίο / Ποιοι ήταν στ' αλήθεια οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες;

Η πανεπιστημιακός και «celebrity historian» Μαίρη Μπίαρντ αλλάζει τον τρόπο που βλέπουμε τους Ρωμαίους αυτοκράτορες, αποκαλύπτοντας άγνωστες λεπτομέρειες – όπως ότι ο Νέρωνας, που έχει μείνει στην ιστορία ως πυρομανής και μεγαλομανής, ήταν επίσης ριζοσπάστης φιλότεχνος.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Πάτρικ Λι Φέρμορ «Η εποχή της δωρεάς»

Το πίσω ράφι / Το «χωριατόπουλο χωρίς χαλινάρι» που εξελίχθηκε σε ρομαντικό ταξιδιωτικό συγγραφέα

Ο Πάτρικ Λι Φέρμορ και το συναρπαστικό χρονικό της νεανικής του περιπλάνησης στην Ευρώπη, πριν αρχίσει να ακούει στο όνομα «Μιχάλης» στην Κρήτη και «Παντελής» στη Μάνη, προτού γίνει ο «ξένος» που διαφήμισε την Ελλάδα όσο ελάχιστοι.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
H «Διεθνής» της Alt-right, τα γνωρίσματα, τα μέσα, οι στόχοι και το αποτύπωμά της στην Ελλάδα  

Βιβλίο / H «Διεθνής» της Alt-right, τα μέσα, οι στόχοι και το αποτύπωμά της στην Ελλάδα  

Οι διαστάσεις του αντιεμβολιαστικού αντι-κινήματος, η πολιτικοποίηση της θρησκείας, ο ακροδεξιός κυβερνοχώρος, οι αντιδράσεις απέναντι στη λεγόμενη woke ατζέντα: Μια επίκαιρη συζήτηση με τους συγγραφείς του βιβλίου «Η Εναλλακτική Δεξιά στην Ελλάδα».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Δεν μπορεί να μην υπήρχαν queer επαναστάτες ή αγωνιστές. Πού είναι αυτές οι ιστορίες;»

Βιβλίο / «Δεν μπορεί να μην υπήρχαν queer επαναστάτες ή αγωνιστές. Πού είναι αυτές οι ιστορίες;»

Το βιβλίο της «Εκείνοι που δεν έφυγαν» μπήκε στις λίστες με τα καλύτερα του 2024. Η Αταλάντη Ευριπίδου έγραψε εφτά ιστορίες-χρονικά ανθρώπων στο περιθώριο της Ιστορίας, queer ατόμων, γυναικών και εθνικών και θρησκευτικών μειονοτήτων, σε μια συλλογή που συνδυάζει τη μαγεία του παραμυθιού και τη λαϊκή παράδοση με τη σύγχρονη ματιά για τον κόσμο.
M. HULOT
Η Σαντορίνη σε βιβλία

Βιβλίο / Η Σαντορίνη των ποιητών, των φωτογράφων, των περιηγητών

Το φημισμένο νησί των Κυκλάδων ανέκαθεν κέντριζε τη συγγραφική φαντασία και κινητοποιούσε την επιστημονική έρευνα με πολλαπλούς τρόπους. Μια συλλογή από τις πιο σημαντικές εκδόσεις για τη Σαντορίνη.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Χρήστος Τσιόλκας: «Μπαρακούντα»

Το Πίσω Ράφι / Πώς αναμετριέται κανείς με την αποτυχία και την ντροπή που τον τυλίγει πατόκορφα;

Ο Χρήστος Τσιόλκας, ο συγγραφέας που μεσουράνησε με το «Χαστούκι» δεν σταμάτησε να μας δίνει λογοτεχνία για τα καυτά θέματα της εποχής μας. Και το «Μπαρακούντα» δεν αποτελεί εξαίρεση.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Η όχι και τόσο ξαφνική μανία με τον Έρμαν Έσε 

Βιβλίο / Η όχι και τόσο ξαφνική μανία με τον Έρμαν Έσε 

Το έργο του Έρμαν Έσε, είτε ως λαμπρού εκφραστή της κεντροευρωπαϊκής παράδοσης, είτε ως σύγχρονου μελετητή της ενδοσκόπησης, αποδεικνύεται πολύ πιο επίκαιρο και επιδραστικό από οποιοδήποτε life coaching, δεσπόζοντας ακόμα στις κορυφές των παγκόσμιων μπεστ σέλερ. Οι εκδόσεις Διόπτρα επανεκδίδουν τα πιο γνωστά βιβλία του με μοντέρνα εξώφυλλα και νέες μεταφράσεις. 
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Ο συγγραφέας του Fight Club πιστεύει ότι οι σέκτες και οι αιρέσεις είναι πια εκτός ελέγχου

Βιβλίο / Ο συγγραφέας του Fight Club πιστεύει ότι οι σέκτες και οι αιρέσεις είναι πια εκτός ελέγχου

«Ένα πράγμα μας σώζει», λέει ο Τσακ Πάλανιουκ για τον Ίλον Μασκ στη συνέντευξή του στον Telegraph. «Συνήθως, τέτοια άτομα είτε αποτυγχάνουν οικτρά είτε χάνουν την προσοχή μας».
THE LIFO TEAM
Μπιλ Γκέιτς: «Αν μεγάλωνα σήμερα, θα είχα διαγνωστεί στο φάσμα του αυτισμού»

Tech & Science / Μπιλ Γκέιτς: «Αν μεγάλωνα σήμερα, θα είχα διαγνωστεί στο φάσμα του αυτισμού»

Ο πρώτος τόμος των απομνημονευμάτων του μεγιστάνα της τεχνολογίας που μόλις κυκλοφόρησε φανερώνει πως γεννήθηκε στο σωστό μέρος, την κατάλληλη στιγμή, και φτάνει μέχρι την ίδρυση της Microsoft το 1975.
THE LIFO TEAM

σχόλια

2 σχόλια
Στο goodreads έχει πάρει μέτριες προς καλές κριτικές και γενικά ακούγεται πολύ το σχόλιο ότι η συγγραφές είναι υπέρ-προωθημένη αφού λόγω ηλικίας κερδίζει τις εντυπώσεις ενώ το βιβλίο είναι επιτηδευμένα "intellectual" χωρίς να λέει τίποτα ουσιαστικό. Δεν το έχω διαβάσει, πάντα οι πολλές φωτογραφίες ενός συγγραφέα μου δίνουν άσχημη εντύπωση.