Καπνίζει ή όχι τελικά το ελληνικό εστιατόριο;

Καπνίζει ή όχι τελικά το ελληνικό εστιατόριο; Facebook Twitter
32

 

Όταν πρωτοψηφίστηκε ο νόμος, η απαγόρευση μας έβαλε τα δυό πόδια σ’ένα παπούτσι, εμάς τους καπνιστές. Το σαφέστατο «όχι» της κάθε διεύθυνσης εξωστράκισε στο πεζοδρόμιο την κακή μας συνήθεια, κι εκείνο τον πρώτο χειμώνα καπνίσαμε παγωμένα τσιγάρα της μισής χαράς, όρθιοι και τουρτουρίζοντες εκτός του νυμφώνος, με όλο το μαγαζί να μας κοιτά στο πήγαιν’έλα προς την έξοδο ανάμεσα στο κυρίως και το επιδόρπιο.

Αντίθετα απ’όσα λέγανε οι ομόλογοι ευρωπαίοι που βίωσαν πρώτοι το «έξω από δω» του τσιγάρου, στα κατώφλια του βιαστικού καπνίσματος δεν συνέβη κανένα συνταρακτικό στη ζωή μας: δεν κάναμε καινούριους φίλους, η περιθωριοποίηση δεν μας έφερε πιο κοντά, στην ατζέντα μας δεν προσθέσαμε το όνομα το όνομα του διπλανού ομοϊδεάτη με τον οποίο γίναμε κολλητοί ανάμεσα σε δέκα ρουφηξιές και κυρίως, δεν ξέρω κανένα ζευγάρι που ενώθηκε με τα δεσμά του πρώτου φλερτ χάρη σε ένα παράλληλο τσιγάρο της απαγόρευσης.

Μετά την πρώτη εσωτερική εξέγερση-δεν πρόκειται να ξαναβγώ ποτέ έξω για φαγητό-, ωστόσο, ο καπνιστής εαυτός μας έμαθε δυό-τρία πράγματα που δεν ξέραμε γι’αυτόν: στην τελική σε όλα προσαρμόζεσαι, το φαγητό έξω σημαίνει πολλές περισσότερες ηδονές από μια κακιά έξη, και τί ωραία που νοιώθεις όταν γλυτώνεις κάμποση νικοτίνη έστω και με το στανιό. Γίναμε παρατηρητές του εθισμού μας, η εικόνα του πάνω-κάτω για ένα τσιγάρο ανάμεσα στα πιάτα δεν ήταν και για πολλά συγχαρητήρια, η αξιοπρέπεια του μεσόγειου που νοιάζεται για το βλέμμα των άλλων μας συμόρφωσε, το ήπιαμε ακάπνιστο κι αυτό το ποτήρι, λίγο-πολύ συμμορφωθήκαμε.

Και πάνω που το πήραμε απόφαση, άρχισε ο παραλογισμός. Λες και ο έλληνας, μετά από κάθε στριμωγμένο νόμο, χρειάζεται μια μικρή ανάσα προσαρμογής για να μηχανευτεί πώς θα τον παραβιάσει, πώς θα τον καταργήσει, πώς θα τον γράψει στα παλιά του τα παπούτσια, πώς θα του ανοίξει το αγαπημένο του «παραθυράκι». «Μετά τις 12 που φεύγουν οι περισσότεροι, θα το κανονίσουμε!». «Μόλις φύγει το απέναντι τραπέζι που είναι λιγάκι περίεργο, βγάλτε τα πακέτα διακριτικά!».

Ποτήρια με βρεμένες χαρτοπετσέτες, πιατάκια του καφέ και λοιπά ανορθόδοξα σταχτοδοχεία άρχισαν να μοιράζονται «κάτω από το τραπέζι» συνωμοτικά, το γκαρσόνι ρωτά τους δίπλα αν ενοχλούνται να ανάψω ένα τσιγαράκι εγώ η θεριακλού, δεν προλαβαίνω να ακούσω το κλικ του αναπτήρα και σαν την Ολυμπιακή φλόγα ο ήχος μεταδίδεται σε όλο το μαγαζί που ξεφυσά σε απόλυτο συγχρονισμό την πρώτη ρουφηξιά της ανακούφισης, το κάπνισμα γίνεται αίνιγμα: σήμερα θα βγω, για να δούμε, θα καπνίσω για δεν θα μ’αφήσουν.

Άλλοτε πάλι, στο μαγαζί που έχεις σταμπάρει «ελευθέρας» σου προκύπτει ακάπνιστη μια βραδιά γιατί στο πλάι τραπέζι προέκυψε έγκυος, υπάλληλος του Δήμου, του Υγειονομικού ή ορκισμένος αντικαπνιστής καρδιοχειρούργος, χαμένοι στη μετάφραση οι καπνιστές πιάνουμε το πακέτο και δεν ξέρουμε αν είναι ντροπή να το βγάλουμε από τα σκοτάδια της τσάντας στο φως της κοινωνικότητας, σκανάρουμε τα τραπέζια ανιχνεύοντας την ύπαρξη σταχτοδοχείων, κρεμόμαστε από το βλέμμα των γκαρσονιών περιμένοντας αντιδράσεις, δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από τον καπνιστή που ενοχλεί με τα ντουμάνια του τους υπόλοιπους που δεν φταίνε σε τίποτα, οι «υπαίθριοι» χώροι μεγαλώνουν αλλά δεν μας χωράνε, τα μαγαζιά βουλιάζουν κάτω από αντιαισθητικά, προχειροφτιαγμένα πλαστικά αίθρια ενώ τα εύμορφα εσωτερικά κλαίνε τη μοναξιά δυό-τριών τραπεζιών, πείτε μου τί να κάνω;

Το ένα αφεντικό σου λέει «εγώ τους γράφω, στο μαγαζί μου καπνίζουμε!». Το άλλο σου λέει «εδώ ποτέ! Ακόμη και οι καπνιστές πελάτες μου χαίρονται τον καθαρό ουρανό μου». Κι όλοι μαζί περιμένουμε τις αίθριες μέρες που τα τραπεζάκια έξω έρχονται για να ομονοήσουμε και πάλι, τα δυό στρατόπεδα. Αφετέρου, καθώς η επαγγελματική μου ιδιότητα πολύ συχνά με βάζει στην κουζίνα να πω ένα «γεια» στον σεφ, πολλές φορές έχω εντυπωσιαστεί από τα βουνά με τις γόπες-που δεν είναι καθόλου θαλασσινές-γόπες που κυκλοφορούν ελεύθερες πλάι σε αφρούς ελιάς και φέτας στις πιο γκουρμέ κουζίνες, αυτές που συνοδεύουν αυστηρώς αντικαπνιστικές σάλες.

Κι αν επικαλεστείς το νόμο να σε βάλει σε μια τάξη, να σε συνετίσει μ’ένα πρόστιμο, να σε βάλει στη θέση σου ή να σου δώσει το πράσινο φως, θα τον βρεις πολύ απασχολημένο, να απουσιάζει για άλλες πιο επείγουσες δουλιές. Εδώ το κράτος αδυνατεί να καταστρώσει ένα φορολογικό, πού να ξενυχτάει κι από πάνω κυνηγώντας τα δικά σου τσιγάρα; Ο επόμενος χειμώνας, λέει, θα είναι αυστηρός. Σαν τη δίαιτα από Δευτέρα μου ακούγεται.

Γεύση
32

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Dr. George Soleas εξηγεί πώς έγινε ο κορυφαίος αγοραστής κρασιών στον κόσμο

Το κρασί με απλά λόγια / Πώς έγινα ο κορυφαίος αγοραστής κρασιών στον κόσμο

O Dr. George Soleas, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του LCBO, του μεγαλύτερου εισαγωγέα κρασιών και οινοπνευματωδών ποτών στον κόσμο, αφηγείται στην Υρώ Κολιακουδάκη (Dip WSET) και τον Παναγιώτη Ορφανίδη την κινηματογραφική ζωή του.
THE LIFO TEAM
Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Βιβλίο / Νίκος Ψιλάκης: Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
Proveleggios

Γεύση / Ο Αλέξανδρος Καρακάτσανης έχασε πολλά σε μια νύχτα, αλλά επιστρέφει δυναμικά στο Proveleggios

Ο νεαρός και ταλαντούχος σεφ που είδε το πρώτο του μαγαζί στην Αθήνα να καίγεται ολοσχερώς δεν το έβαλε κάτω στιγμή. Πρόσφατα ανέλαβε να αλλάξει την κουζίνα του δημοφιλούς εστιατορίου και θέλει να αφηγηθεί τις αναμνήσεις όλης της ομάδας που τον υποδέχτηκε μέσα από τα πιάτα του.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Τοkaj: Η περιοχή των αυτοκρατορικών κρασιών της Ουγγαρίας

Το κρασί με απλά λόγια / Τοkaj: Η περιοχή των αυτοκρατορικών κρασιών της Ουγγαρίας

Τι είναι το Aszu, το Szamorodni, το Furmint και το Harslevelu; O Robert Kindl, γενικός διευθυντής του θρυλικού Oremus, εξηγεί στην Υρώ Κολιακουδάκη Dip WSET τον Παναγιώτη Ορφανίδη γιατί το Tokaj είναι μια από τις σημαντικότερες οινοπαραγωγικές περιοχές της Ευρώπης.
THE LIFO TEAM
Πού έμαθαν να πίνουν μπίρα οι Αθηναίοι;

Ιστορία μιας πόλης / Πού έμαθαν να πίνουν μπίρα οι Αθηναίοι;

Φιξ, Μετς, Κλωναρίδη. Τρία τοπωνύμια, τρεις περιοχές της Αθήνας που σχετίζονται με τη ζυθοποιία. Επιχειρήσεις που έμαθαν στην αθηναϊκή κοινωνία να πίνει μπίρα, να την απολαμβάνει κατ’ οίκον ή σε πάρκα. H Αγιάτη Μπενάρδου συζητά με τον Βασίλη Νάστο για τη ζυθοποιία Κλωναρίδη και την εξέλιξη της περιοχής των Πατησίων.
THE LIFO TEAM
Alchemist

Γεύση / Στο Alchemist, ένα από τα καλύτερα εστιατόρια του κόσμου, η δυσφορία είναι στο μενού

Σε ένα εστιατόριο της Κοπεγχάγης σερβίρονται ωμές μέδουσες και παγωτό από αίμα γουρουνιού ενώ στην οροφή προβάλλονται βίντεο σχετικά με την κλιματική αλλαγή. Πρόκειται για «γαστρονομική όπερα» ή για μια ηδονιστική υπερβολή;
THE LIFO TEAM
Kennedy

Γεύση / Kennedy: Για γαλλικά κρασιά, ψωμί με βούτυρο και ακροάσεις δίσκων

Στο νέο wine bar του κέντρου -που έχει πάρει το όνομα του από το biannual περιοδικό του Chris Kontos- θα βρίσκουμε κρασιά που δεν παίζουν αλλού στην Αθήνα ενώ η μουσική και ο ήχος θα έχουν πρωταγωνιστικό ρόλο.
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Σωτήρης Κοντιζάς: «Έχω ακούσει σε τσακωμό ότι έχω αλλάξει, αλλά δεν το έχω νιώσει»

Γεύση / Σωτήρης Κοντιζάς: «Έχω ακούσει σε τσακωμό ότι έχω αλλάξει, αλλά δεν το έχω νιώσει»

Ο σταρ σεφ που όλοι θεωρούν «δικό τους άνθρωπο», σε μια συνέντευξη για την κατάσταση της εστίασης στην Αθήνα και την επιλογή του να αποχωρήσει από τρία από τα μαγαζιά που έστησε στο κέντρο της πόλης.
M. HULOT