Το όραμα του φιλέλληνα Ιωάννη Ιακώβου Μάγερ για τη δημιουργία μιας Εθνικής Βιβλιοθήκης -όπως εκφράστηκε τον Αύγουστο του 1824 σε ένα άρθρο του στην εφημερίδα Ελληνικά Χρονικά- υπήρξε το έναυσμα, ενώ ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν εκείνος που το 1829, έναν περίπου χρόνο μετά την εκλογή του ως Κυβερνήτης της Ελλάδας, αποφάσισε να το υλοποιήσει, στεγάζοντας αρχικά την βιβλιοθήκη μαζί με άλλα πνευματικά ιδρύματα σε ένα κτίριο στην Αίγινα. Το 1834 η Εθνική Βιβλιοθήκη έρχεται στην Αθήνα, που είναι πρωτεύουσα πλέον του ελληνικού κράτους, και η συλλογή της μεγαλώνει με ταχύτατους ρυθμούς, χάρη όχι μόνο στις αγορές αλλά και στις δωρεές βιβλίων από ιδιώτες. Μεταφέρεται σε μια σειρά από κτίρια -είναι χαρακτηριστικό ότι ανάμεσά τους συναντάμε ακόμα και τη Μητρόπολη-, μέχρι που το 1842 ενοποιείται με τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Αθηνών και στεγάζεται στο Πανεπιστήμιο, το πρώτο από τα εμβληματικά κτίρια της περίφημης «Αθηναϊκής τριλογίας», που σχεδίασε ο Δανός αρχιτέκτονας Hans Christian Hansen (1803-1883). Το 1866, με βασιλικό διάταγμα, οι δύο βιβλιοθήκες συγχωνεύονται και ο νέος φορέας θα ονομαστεί «Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος». Αν και η χωροθέτηση της Βιβλιοθήκης δίπλα από το κτίριο του Πανεπιστημίου προβλεπόταν ήδη από το 1842, ο θεμέλιος λίθος θα τεθεί στις 16 Μαρτίου 1888 και το εντυπωσιακό μαρμάρινο κτίριο που ακολουθεί τον δωρικό ρυθμό, έχοντας, ωστόσο, αναγεννησιακού ύφους σκάλες, θα ολοκληρωθεί το 1902, με τη Βιβλιοθήκη να μεταφέρεται εκεί έναν χρόνο αργότερα.
Σήμερα, η Εθνική Βιβλιοθήκη ετοιμάζεται για την μετάβασή της σε μια νέα εποχή, καθώς βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο της μετεγκατάστασής της στο «Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος», στο υπερσύγχρονο κτίριο που σχεδίασε ο Ρέντσο Πιάνο και που αγγίζει τα 24.000 τ.μ., γεγονός που θα συντελέσει τα μέγιστα στην υλοποίηση της αποστολής της
Για έναν αιώνα και πλέον, το κτίριο που χρηματοδότησαν οι ομογενείς, με καταγωγή από την Κεφαλονιά, Παναγής, Μαρίνος και Ανδρέας Βαλλιάνος και κατασκευάστηκε υπό την επίβλεψη του Ερνέστου Τσίλλερ, θα στεγάσει τους πολύτιμους θησαυρούς της Εθνικής Βιβλιοθήκης –ανάμεσά τους η συλλογή 5.200 χειρογράφων, η οποία συμπεριλαμβάνει πάνω από 300 ελληνικά χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης, χειρόγραφα με έργα του Αριστοτέλη και του Πλάτωνα, καθώς και φαρμακευτικά χειρόγραφα. Ιδιαίτερα σημαντική θεωρείται και η συλλογή αρχετύπων, η οποία αριθμεί περίπου 180 βιβλία που έχουν τυπωθεί έως το τέλος του 15ου αιώνα -με προεξάρχουσα την «Γραμματική» του Λάσκαρη, το πρώτο βιβλίο που τυπώθηκε στην ελληνική γλώσσα και χρονολογείται από το 1476-, καθώς και τα αρχεία σπουδαίων προσωπικοτήτων –ανάμεσά τους ο Σολωμός και ο Υψηλάντης. Η γοητεία που ασκεί η επονομαζόμενη και «Βαλλιάνειος» Βιβλιοθήκη, με τα πράσινα φωτιστικά, τα επιβλητικά βιβλιοστάσια και τον πλούσιο εσωτερικό διάκοσμο που έχει επιμεληθεί σχεδόν εξ ολοκλήρου ο Τσίλλερ, είναι ανυπέρβλητη, τα λειτουργικά προβλήματα που αντιμετώπιζε, ωστόσο, τα τελευταία χρόνια ήταν πολλά, με κυριότερο από αυτά την έλλειψη χώρου.
Σήμερα, η Εθνική Βιβλιοθήκη ετοιμάζεται για την μετάβασή της σε μια νέα εποχή, καθώς βρίσκεται στο τελευταίο στάδιο της μετεγκατάστασής της στο «Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος», στο υπερσύγχρονο κτίριο που σχεδίασε ο Ρέντσο Πιάνο και που αγγίζει τα 24.000 τ.μ., γεγονός που θα συντελέσει τα μέγιστα στην υλοποίηση της αποστολής της, όπως περιγράφεται στην ιστοσελίδα της: «Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος αποτελεί τον θεματοφύλακα της γραπτής πνευματικής παρακαταθήκης των Ελλήνων και την κιβωτό ενός μοναδικού πλούτου στον οποίο καταγράφεται η πορεία της ελληνικής σκέψης και ιστορίας δια μέσου των αιώνων. Κύριος στόχος της όμως είναι ο απαράμιλλος αυτός πλούτος να μην παραμείνει απλά φυλασσόμενος, αλλά να μεταμορφωθεί σε γνώση που διαχέεται στην κοινωνία. Η ενεργητική προβολή της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, η διάδοσή της στο παρόν και το μέλλον, η διαφύλαξη της “εθνικής μνήμης” και η προστασία του δικαιώματος των πολιτών για πρόσβαση στην πληροφορία, αποτελούν τις βασικές αρχές που διέπουν τη λειτουργία του θεσμού της Εθνικής Βιβλιοθήκης».
Με αυτήν την μετακίνηση που προετοιμάζεται πυρετωδώς, η Εθνική Βιβλιοθήκη θα έχει πλέον την δυνατότητα να απευθυνθεί στο ευρύ κοινό, παύοντας να αποτελεί αποκλειστικά ερευνητική βιβλιοθήκη, καθώς το βασικό αναγνωστήριο μπορεί να φιλοξενήσει 1000 άτομα, αριθμός δεκαπλάσιος από το υπάρχον. Η δανειστική βιβλιοθήκη, που επίσης ετοιμάζεται, θα απευθύνεται ξεχωριστά σε όλες τις ηλικίες και θα προσφέρει ένα ευρύ φάσμα εκπαιδευτικών και πολιτιστικών προγραμμάτων. Παράλληλα ενισχύεται και το ερευνητικό έργο της Εθνικής Βιβλιοθήκης, με το νέο κτίριο να προσφέρει τη δυνατότητα να στεγαστούν όλες οι υπάρχουσες ερευνητικές συλλογές, που τώρα βρίσκονται σε τρία ξεχωριστά κτίρια, σε μία κεντρική τοποθεσία, με βελτιστοποιημένη πρόσβαση για ερευνητές και επιστήμονες –είναι εξάλλου χαρακτηριστικό ότι το αναγνωστήριο χειρόγραφων και πολυτίμων θα έχει εκατό θέσεις, αντί για μόλις πέντε που διέθετε το ιστορικό νεοκλασικό.
Ο καθαρισμός των συλλογών έχει ήδη ολοκληρωθεί και σε εξέλιξη βρίσκεται η ραδιοσήμανση περίπου 750.000 τόμων, η οποία προσδιορίζει μοναδικά κάθε βιβλίο. Επιπλέον, σαρώνονται 400.000 εξώφυλλα, ώστε να ολοκληρωθεί ο ηλεκτρονικός κατάλογος της Βιβλιοθήκης και προχωρά η ψηφιοποίηση των χειρογράφων, που στο νέο κτίριο θα υπάρχει η δυνατότητα να συντηρηθούν με τις πιο καινοτόμες μεθόδους, ώστε να διασφαλιστεί η παράδοσή τους στις επόμενες γενιές. Η Εθνική Βιβλιοθήκη ετοιμάζεται να φύγει από μια δωρεά, το πανέμορφο κτίριο που χρηματοδότησαν οι αδελφοί Βαλλιάνοι, για να μεταφερθεί σε μια νέα δωρεά, αυτήν του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος –η Ελλάδα ανέκαθεν είχε ανάγκη από εθνικούς ευεργέτες. Το ιστορικό κτίριο, ωστόσο, δε θα μπορούσε παρά να έχει τον δικό του ρόλο σε αυτήν τη νέα σελίδα: θα εξακολουθήσει να λειτουργεί ως αναγνωστήριο, προσφέροντας κυρίως ψηφιακό υλικό, ενώ υπάρχει η πρόθεση να πραγματοποιούνται στον χώρο εκθέσεις και εκδηλώσεις.
Το στοίχημα για την Εθνική Βιβλιοθήκη είναι να μπορέσει να προσελκύσει καινούριους επισκέπτες, να γίνει ένα ζωντανό κύτταρο πολιτισμού και να αλληλεπιδράσει με την κοινωνία. Πριν δύο χρόνια, ο διευθυντής της Φίλιππος Τσιμπόγλου, έλεγε σε συνέντευξή του στην Σταυρούλα Παπασπύρου για την έντυπη LIFO: «Πόσο πιο περήφανοι θα νιώθαμε αν γνωρίζαμε τι υπάρχει εδώ μέσα! Τι κρίμα που είμαστε ανύποπτοι για τις σπάνιες κι εκπληκτικής ομορφιάς συλλογές που διαθέτουμε! Αν μη τι άλλο, μπήκαμε σε περίοδο εξωστρέφειας». Αυτή ακριβώς η εξωστρέφεια είναι που σηματοδοτεί την καινούρια εποχή η οποία ξεκινά για την Εθνική μας Βιβλιοθήκη.
σχόλια