Οι εκδοτικές περιπέτειες των αντισημιτικών γραπτών του Σελίν, 80 χρόνια αφότου γράφτηκαν Facebook Twitter
Ο Σελίν έγραψε στον πρόλογό του: «Αν δεν ήμουν έτσι στριμωγμένος, αναγκασμένος να κερδίσω τη ζωή μου, σας το λέω αμέσως, θα τα εξαφάνιζα όλα. Δεν θ' άφηνα πια να περάσει ούτε αράδα».

Οι εκδοτικές περιπέτειες των αντισημιτικών γραπτών του Σελίν, 80 χρόνια αφότου γράφτηκαν

1

Ο Antoine Gallimard, συνεχιστής του ιστορικού γαλλικού εκδοτικού οίκου Gallimard, ο οποίος συνδέεται με μερικά από τα σημαντικότερα ονόματα της γαλλικής γραμματείας και της λογοτεχνίας του 20ού αι., τον περασμένο Δεκέμβρη αντιμετώπισε μια δυσάρεστη κατάσταση.


Ενώ ως εκδότης και ως επαγγελματίας ετοιμαζόταν να προχωρήσει σε μια κίνηση που γι' αυτόν ήταν αυτονόητη, βρέθηκε απολογούμενος, δικαιολογώντας και εν τέλει ακυρώνοντας την έκδοση κειμένων ενός από τους κορυφαίους Γάλλους συγγραφείς, του Λουί-Φερντινάν Σελίν.


Γραμμένα μεταξύ 1937 και 1941, τα «Bagatelles pour un massacre», «L' école des cadavres» και «Les beaux draps» είναι κείμενα αντισημιτικής ρητορικής, των οποίων η επανέκδοση φαίνεται ότι θα προκαλούσε σοβαρό θέμα με πολιτικές προεκτάσεις πέραν της λογοτεχνικής διάστασης του έργου του συγγραφέα του περίφημου «Ταξιδιού στην άκρη της νύχτας» (1932), που η κριτική συχνά τοποθετεί δίπλα ‒και ισότιμα‒ στο «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ.

Πρόκειται για έναν συγγραφέα του οποίου τα γραπτά όντως βρίθουν από αντισημιτικά, ξενοφοβικά και σεξιστικά σχόλια και ο ίδιος χαρακτηριζόταν από τους ανθρώπους της εποχής του απόλυτος μισάνθρωπος. Ένας ανοιχτά φιλοναζιστής συγγραφέας, ο οποίος, μέσα από τα βιβλία του, ενίσχυε τα ακραία αντισημιτικά αισθήματα των συμπατριωτών του.

Πρέπει να επισημανθεί ότι, εβδομήντα χρόνια μετά τον θάνατο του Σελίν, ήτοι το 2031, όλα τα γραπτά του, των λιβέλων μη εξαιρουμένων, θα περιέλθουν στη δημόσια ιδιοκτησία και ο καθείς θα μπορεί να τα εκδώσει όπου και όπως θέλει. 

Η περίπτωσή του επιβαρύνεται και από το γεγονός ότι κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής υπήρξε υποστηρικτής της κυβέρνησης του Βισύ και του στρατηγού Πετέν. Αμέσως μετά την Απελευθέρωση αναγκάστηκε και αυτός, όπως χιλιάδες άλλοι δωσίλογοι και συνεργάτες των ναζί, να φυγαδευτεί, καθώς, αν παρέμενε επί γαλλικού εδάφους, το πιθανότερο είναι ότι θα εκτελούνταν για εσχάτη προδοσία.


Ως εκ τούτου, έζησε για μεγάλο διάστημα εξόριστος, ενώ η γαλλική Δικαιοσύνη τον είχε καταδικάσει ερήμην του, χαρακτηρίζοντάς τον «εθνική ντροπή». Κατέληξε με τη γυναίκα του Lucette στη Δανία, όπου παρέμεινε από το 1945 μέχρι το 1951 και εξέτισε μέρος της ποινής του.


Με την επιστροφή του στη Γαλλία εγκαταστάθηκε σε προάστιο του Παρισιού.

Οι εκδοτικές περιπέτειες των αντισημιτικών γραπτών του Σελίν, 80 χρόνια αφότου γράφτηκαν Facebook Twitter
Λουί-Φερντινάν Σελίν, 1932.


Ο εκδότης του Robert Denoël, συνεργάτης των ναζί, με την Απελευθέρωση δολοφονήθηκε κάτω από απροσδιόριστες συνθήκες και οι εκδόσεις Froissart –γαλλικής ιδιοκτησίας, εγκαταστημένες στο Βέλγιο‒ κυκλοφόρησαν το 1949 την πρώτη μεταπολεμική έκδοση του «Ταξιδιού».


Ο Σελίν έγραψε στον πρόλογό του: «Αν δεν ήμουν έτσι στριμωγμένος, αναγκασμένος να κερδίσω τη ζωή μου, σας το λέω αμέσως, θα τα εξαφάνιζα όλα. Δεν θ' άφηνα πια να περάσει ούτε αράδα».


Εν τέλει, μετακόμισε εκδοτικά στον Gallimard, με τον οποίο συνεργάστηκε μέχρι τον θάνατό του το 1961. Οι οδηγίες του για τα τρία αντισημιτικά κείμενα της νιότης του ήταν σαφείς: να μη δημοσιευτούν ποτέ! Βέβαια, δεν τα κατέστρεψε . Η σύζυγός του, σε ηλικία 105 ετών, συμφώνησε πριν από μερικούς μήνες να παραχωρήσει την άδειά της για να δημοσιευτούν.


Στη Γαλλία τα πνευματικά δικαιώματα ενός συγγραφέα αποδεσμεύονται στα 70 έτη από τον θάνατό του, όπως άλλωστε και σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ στον Καναδά το αναγκαίο διάστημα είναι τα 50 έτη.


Ωστόσο, ο πανίσχυρος έτσι κι αλλιώς εκδοτικός οίκος Gallimard αποφάσισε να επανεκδώσει τα κείμενα που ήδη κυκλοφορούν από τον εκδοτικό οίκο του γαλλόφωνου Κεμπέκ, Huit.


Η γαλλική προεδρία, και συγκεκριμένα το γραφείο που είναι υπεύθυνο για υποθέσεις που αφορούν τον ρατσισμό, τον αντισημιτισμό και την ομοφοβία, ζήτησε από τον Antoine Gallimard να μην προβεί στην έκδοση των κειμένων αυτών.


Το επιχείρημα των ιθυνόντων είναι ότι η συγκυρία δεν είναι η καλύτερη για να βγουν και πάλι στη δημοσιότητα, δεδομένου ότι ο αντισημιτισμός, σύμφωνα με τη γαλλική νομοθεσία, θεωρείται κακούργημα και ακροδεξιοί συγγραφείς και καλλιτέχνες έχουν συρθεί ήδη στα δικαστήρια για τον αντισημιτικό τους λόγο σε μια εποχή που η ρητορική μίσους απομονώνεται από τη δημόσια ζωή, η άνοδος του ακραίου εθνικισμού ανησυχεί τους πάντες και η αντιπαράθεση ισλαμικού φανατισμού και σημιτισμού παίρνει νέες διαστάσεις.


Μια πρόταση που έπεσε στο τραπέζι εκ μέρους τους ήταν να κυκλοφορήσει μια ενισχυμένη από άποψη επιμέλειας έκδοση για καθαρά επιστημονικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς που να συνοδεύεται από εκτενές επεξηγηματικό κείμενο, όπως έγινε και με την επανέκδοση του «Ο Αγών μου» του Χίτλερ στη Γερμανία.

Οι εκδοτικές περιπέτειες των αντισημιτικών γραπτών του Σελίν, 80 χρόνια αφότου γράφτηκαν Facebook Twitter
Παρεκτός και αν ήταν ένα διαφημιστικό πυροτέχνημα, η αρχική απόφαση του Gallimard φάνηκε απαράσκευη και η επακόλουθη βιαστική απόσυρσή της σπασμωδική και φοβική.

Ο Antoine Gallimard καταρχάς αρνήθηκε να ακυρώσει την έκδοση. Άλλωστε, στο πλευρό του είχε τον Γαλλοεβραίο συγγραφέα και ιστορικό, Pierre Assouline ο οποίος ετοίμαζε τον πρόλογο της έκδοσης.


Για τον μεγαλοεκδότη τα κείμενα του Σελίν έχουν αποκλειστικά λογοτεχνικό ενδιαφέρον και ήδη η καναδική έκδοση συνοδεύεται από πρόλογο ενός ειδικού μελετητή του συγγραφέα. Τα κείμενα μάλιστα κυκλοφορούν παρανόμως στο Διαδίκτυο.


Όπως ήταν αναμενόμενο, διάφοροι φορείς, αντιρατσιστικές οργανώσεις και επιζώντες του Ολοκαυτώματος απειλούν να κινηθούν νομικά εναντίον του εκδοτικού οίκου και ο διάσημος δικηγόρος Serge Klarsfeld, που ειδικεύεται στο κυνήγι των ναζί, έχει εκφράσει δημόσια την αγανάκτησή του.


Το ερώτημα είναι το εξής: αν καταδιώκονται οι αντισημίτες για τις δραστηριότητές τους, γιατί να αντιμετωπιστεί διαφορετικά η κίνηση του εκδοτικού οίκου;

Σαν να μην έφτανε αυτό, αρχές Ιανουαρίου η έγκριτη εφημερίδα «Le Monde» αποκάλυψε ότι ο Καναδός εκδότης των επίμαχων κειμένων, που μάλιστα τα κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Écrits polémiques», ο Ρεμί Φερλάν, υπήρξε κατά τις τελευταίες προεδρικές εκλογές ένθερμος υποστηρικτής της Μαρίν Λεπέν με αναρτήσεις υπέρ της υποψηφιότητά της μέσω του προσωπικού του λογαριασμού στο Facebook.


Η εφημερίδα συμπληρώνει στο άρθρο της ότι ο τρόπος που η καναδική έκδοση σχολιάζει τα ιδιαιτέρως παθιασμένα αντισημιτικά αισθήματα του Σελίν είναι λίαν συγκαταβατικός.


Για τον εκδοτικό οίκο Gallimard, που κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής όχι μόνο δεν έκλεισε αλλά συνεργάστηκε με τους κατακτητές, τοποθετώντας έναν γνωστό Γάλλο ακροδεξιό στη διεύθυνσή του ‒αν και συγχρόνως στα γραφεία του έβρισκαν καταφύγιο μέλη της Αντίστασης από την αριστερά‒ η αποφυγή της αναγκαστικής αυτολογοκρισίας ήταν θέμα αρχής.


Παρ' όλα αυτά, λόγω της μεγάλης κατακραυγής ο Antoine Gallimard αποφάσισε να αναβάλει τελικά την έκδοση των «Écrits polémiques» του σπουδαίου, αλλά φιλοναζιστή Σελίν.


Ζητήσαμε από την κ. Σεσίλ Ιγγλέση-Μαργέλλου, μεταφράστρια του αριστουργηματικού «Ταξιδιού στην άκρη της νύχτας» (εκδ. Εστία), να μας μιλήσει για το θέμα και της θέσαμε κάποιες ερωτήσεις.


— Θεωρείτε ότι τα αντισημιτικά κείμενα του Σελίν, για τα οποία γίνεται μεγάλη κουβέντα αυτό το διάστημα στη Γαλλία, έχουν όντως λογοτεχνική αξία; Πιστεύετε ότι αφορούν γενικά το αναγνωστικό κοινό και όχι μόνο μελετητές του συγγραφέα και της εποχής;

Τρικυμία μέσα σε νεροπότηρο, όπως λένε οι Γάλλοι. Ο Antoine Gallimard, αποκλειστικός εκδότης των απάντων του Σελίν, ανακοίνωσε τον περασμένο Δεκέμβριο ότι επρόκειτο να προβεί εντός του 2018 σε κριτική (επαν)έκδοση των τριών περιβόητων αντισημιτικών λιβέλων του Γάλλου συγγραφέα, οι οποίοι, σύμφωνα με την επιθυμία του εκλιπόντος αλλά και, μέχρι προσφάτως, της χήρας του δεν είχαν επανεκδοθεί στη Γαλλία από το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.


Αντιμέτωπος με τον πελώριο σάλο, ακόμη και με τις κυβερνητικές επιφυλάξεις που προκάλεσε αυτή η ανακοίνωση, ο Gallimard αναδιπλώθηκε και στις 11 Ιανουαρίου δήλωσε αίφνης ότι αναστέλλει την έκδοση των λιβέλων.


Η τόσο γρήγορη αυτή υπαναχώρηση είναι πραγματικά περίεργη, καθότι οι αντιδράσεις αντιρατσιστικών, σημιτικών ή φιλοσημιτικών οργανώσεων, μεταξύ άλλων του προέδρου του Συμβουλίου των Εβραϊκών Οργανισμών Francis Kalifat και του άοκνου προέδρου του Συλλόγου των υιών και θυγατέρων των εκτοπισμένων Εβραίων Serge Klarsfeld ήταν αναμενόμενες.

Μιλάμε για τρία επαχθή και επαχθώς παραληρηματικά, πλην όμως, φευ, πολύ υπαρκτά και απαράγραπτα αντισημιτικά λιβελογραφήματα· ο ίδιος ο χαρακτήρας τους και η στρατευμένη, επιθετική έως εγκληματική στόχευσή τους απομειώνουν, αν δεν καταργούν, την όποια λογοτεχνική τους αξία.


Ο Gallimard όφειλε να τις είχε προβλέψει, ώστε να είναι έτοιμος ν' απαντήσει νηφάλια και σταθερά: καθησυχάζοντας αφενός τους δικαίως προσβεβλημένους απογόνους των τραγικών θυμάτων της Shoah (Ολοκαυτώματος) και όλους όσοι απειλούνται ακόμη και σήμερα από παντοειδείς ρατσισμούς, και προβάλλοντας, αφετέρου, εξίσου αμετακίνητα, την προφανή ιστορική, εργοβιογραφική και εκδοτική αναγκαιότητα αυτής της επανέκδοσης.


Παρεκτός και αν ήταν ένα διαφημιστικό πυροτέχνημα, η αρχική απόφαση του Gallimard φάνηκε απαράσκευη και η επακόλουθη βιαστική απόσυρσή της σπασμωδική και φοβική. Όσο θεμιτές κι αν ήταν οι αντιδράσεις, άλλο τόσο θεμιτή ήταν, και είναι, μια επίσημη, ιστορικά πλαισιωμένη και τεκμηριωμένη επανέκδοση και των σελινικών λιβέλων – αν δεν θέλουμε να κρυβόμαστε και να κρύβουμε το ενίοτε αποκρουστικό παρελθόν μας πίσω απ' το τρεμάμενο δάχτυλό μας.


Μιλάμε για τρία επαχθή και επαχθώς παραληρηματικά, πλην όμως, φευ, πολύ υπαρκτά και απαράγραπτα αντισημιτικά λιβελογραφήματα· ο ίδιος ο χαρακτήρας τους και η στρατευμένη, επιθετική έως εγκληματική στόχευσή τους απομειώνουν, αν δεν καταργούν, την όποια λογοτεχνική τους αξία.


Είναι τα εξής: πρώτον, το «Bagatelles pour un massacre» («Μπαγκατέλες για μια σφαγή») που κυκλοφόρησε το 1937, ακολουθώντας το «Θάνατος επί πιστώσει», το δεύτερο μεγάλο μυθιστόρημα του Γάλλου συγγραφέα, και πέντε χρόνια μετά το Ταξίδι στην άκρη της νύχτας· έχει μολαταύτα προηγηθεί ο αντισοβιετικός του λίβελος «Mea culpa», που εκδόθηκε το 1936 μετά την επιστροφή του Σελίν από την ‒εβραιοκρατούμενη, κατ' εκείνον‒ σοβιετική Ρωσία, που βρίθει ήδη αντισημιτικών αιχμών.


Δεύτερον, το «École des cadavres» («Η σχολή των πτωμάτων») του 1938, που συμπίπτει με τις ολέθριες εξελίξεις της κρίσης του Μονάχου, και τρίτον το «Beaux Draps» («Μαύρα χάλια»), νέο κείμενο ρατσιστικού μίσους και δωσιλογικού οίστρου που κυκλοφορεί το 1941, εν μέσω γερμανικής κατοχής.


Τα κείμενα αυτά είχαν εκδοθεί από τον οίκο Denoël, ο οποίος αγοράστηκε από τον Gallimard μετά την Απελευθέρωση, το 1946.


Πρέπει να τονιστεί ότι ουδέποτε απαγορεύτηκε η κυκλοφορία τους – διατίθενται από παλαιοβιβλιοπώλες και ευρέως στο Διαδίκτυο, συχνά ασχολίαστα, σε απροκάλυπτα αντισημιτικές ιστοσελίδες.


Πρέπει επίσης να επισημανθεί ότι, εβδομήντα χρόνια μετά τον θάνατο του Σελίν, ήτοι το 2031, όλα τα γραπτά του, των λιβέλων μη εξαιρουμένων, θα περιέλθουν στη δημόσια ιδιοκτησία και ο καθείς θα μπορεί να τα εκδώσει όπου και όπως θέλει.


Επιπλέον, όμως, οι εν λόγω λίβελοι, μαζί με άλλα σελινικά λιβελογραφήματα, έχουν ήδη από το 2012 κυκλοφορήσει επισήμως στον Καναδά από τον οίκο Huit υπό τον ευφημιστικό τίτλο «Γραπτά πολεμικής» («Écrits polémiques»).


Τον καναδικό τόμο έχει επιμεληθεί ο Régis Tettamanzi, καθηγητής γαλλικής φιλολογίας του 20ού αιώνα του Πανεπιστημίου της Νάντης – σ' αυτόν ακριβώς ανέθεσε ο Gallimard και τη δική του έκδοση, υπό τον ίδιο τίτλο και με εισαγωγή του συγγραφέα Pierre Assouline.
Πώς, πού και από τι κρυβόμαστε; Το προαναφερθέν δάχτυλο δεν είναι πια ούτε τρίχα. Τι φοβούνται οι Γάλλοι φίλοι μας, Εβραίοι ή μη; Όχι τη διάδοση των σελινικών εμετικών αντισημιτικών λιβέλων, αφού είναι διαθέσιμοι στον πάσα ένα. Ούτε την αναζωπύρωση του αντισημιτικού μένους, που δεν περιμένει, δυστυχώς, τον Σελίν.


Πιστεύω ότι αυτό που φοβούνται είναι η δημόσια έκθεση, επισφραγισμένη μάλιστα από τον έγκυρο και ιδεολογικά άμεμπτο Gallimard, μιας απωθημένης, βαθιάς συλλογικής ενοχής. Είναι επίσης η επώδυνη παραδοχή ότι η ιδιοφυΐα ζευγαρώνει άνετα με τη χειρότερη αθλιότητα – αν δεν την προϋποθέτει κιόλας. Η αναγνώριση ότι ένας αδιαμφισβήτητα πελώριος συγγραφέας μπορεί να είναι ταυτόχρονα αηδής, κατάπτυστος, ψυχικά άρρωστος.

Οι λίβελοι του Σελίν ανήκουν αδιαφιλονίκητα στο corpus του, είτε μας αρέσει είτε όχι. Πρέπει να επανενταχθούν σ' αυτό θαρραλέα, μεθοδικά, κατά χρονολογική σειρά, να μελετηθούν και να κριθούν, γιατί επιτρέπουν να ενταχθεί το όλο σε μια ιστορική και πολιτική συγκυρία και ν' αποδοθεί σε μια ιδεολογική στάση που δεν ήταν μόνο η δική του, πολλές μεγάλες πένες τη μοιράζονταν.


Από διάφορες πλευρές, τόσο περιεχομένου όσο και ύφους, οι λίβελοι συμπυκνώνουν, επεξηγούν ή προοικονομούν το υπόλοιπο έργο του και τη μετέπειτα φυγή του Σελίν, από τη Γαλλία στο Μπάντεν-Μπάντεν, στο Κρέντσλιν και μετά στην Κοπεγχάγη το 1946, όπου παρέμεινε επί επταετία εξόριστος, εν αναμονή του γαλλικού αμνηστευτικού διατάγματος υπέρ των αναπήρων πολέμου το 1951, που του επέτρεψε να γυρίσει στη Γαλλία.


Το έργο του Σελίν είναι μια ολότητα που περιλαμβάνει την απίστευτη διορατικότητά του όσο και τη θλιβερή τυφλότητά του. Η σαλαμοποίησή του στο όνομα της πολιτικής ορθότητας ή των μειονοτικών ευαισθησιών δεν καμουφλάρει αυτό το γεγονός, δεν βοηθά στην κατανόησή του ίδιου και της εποχής του και σίγουρα δεν εμποδίζει κανέναν –καλοπροαίρετο ή μη– να το διαβάσει σε όλες τις μορφές και τις εκφάνσεις του.


Ο Gallimard ξεκίνησε διαβεβαιώνοντας ότι η έκδοση είχε σκοπό «να πλαισιωθούν και να ενταχθούν στο πλαίσιο αναφοράς τους γραπτά μεγάλης βίας, που έχουν ιδιαίτερα σημαδευτεί από το αντισημιτικό μίσος του συγγραφέα τους».


Το ζήτημα έπρεπε να έχει κλείσει εκεί. Αναθεώρησε, όμως, «κρίνοντας ότι οι μεθοδολογικές και μνημικές συνθήκες δεν είχαν συγκεντρωθεί» ώστε «να αντιμετωπιστεί ψύχραιμα αυτό το σχέδιο». Φαίνεται ότι 77 χρόνια (μετά την κυκλοφορία του τελευταίου λιβέλου) δεν είναι ακόμη αρκετά για την ανάκτηση της ψυχραιμίας και την αναγκαία αποστασιοποίηση. Τα τραύματα παραμένουν χαίνοντα.

Οι εκδοτικές περιπέτειες των αντισημιτικών γραπτών του Σελίν, 80 χρόνια αφότου γράφτηκαν Facebook Twitter
Τι φοβούνται οι Γάλλοι φίλοι μας, Εβραίοι ή μη; Όχι τη διάδοση των σελινικών εμετικών αντισημιτικών λιβέλων, αφού είναι διαθέσιμοι στον πάσα ένα. Ούτε την αναζωπύρωση του αντισημιτικού μένους, που δεν περιμένει, δυστυχώς, τον Σελίν.

— Αν και όντως ο ίδιος ο συγγραφέας δεν τα είχε αποκηρύξει αλλά είχε ζητήσει ρητώς να μη δημοσιευτούν ποτέ, νομίζετε ότι έχουν το «δικαίωμα» ο εκδοτικός του οίκος και η χήρα του να αγνοήσουν την επιθυμία του;

Πράγματι, ο Σελίν, δεν τα αποκήρυξε ποτέ και ουδέποτε μετάνιωσε για τις ρατσιστικές θέσεις του – κράμα μικροαστικών καταβολών, ψυχικών εμμονών, πρόκλησης (βγάζω τη γλώσσα μου στην bien-pensance του κατεστημένου) και ίσως ανομολόγητης απόγνωσης.
Οι λόγοι του για τη μη επανέκδοση ήταν, πιστεύω, καθαρά εμπορικοί – ήξερε ότι οι λίβελοι θα έβλαπταν τις πωλήσεις των λοιπών έργων του. Η χήρα του Lucette Destouches φαίνεται ν' αλλάζει γνώμη, αλλά το 2031 είναι προ των θυρών, οπότε όλο αυτό θα καταλήξει μια περιττή σκιαμαχία.


— Έχουν οι εκδοτικοί οίκοι «ηθικές» δεσμεύσεις απέναντι στο κοινωνικό σύνολο; Θεωρείτε ότι υπάρχει λόγος να μεταφραστούν και ενδεχομένως να δημοσιευτούν (εκδοθούν) στην Ελλάδα;

Οι εκδοτικοί οίκοι έχουν ηθική δέσμευση πρωτίστως απέναντι στο έργο του συγγραφέα τον οποίο αναλαμβάνουν να εκπροσωπήσουν: οφείλουν να το κάνουν πλήρως, χωρίς λογοκρισίες και υποκρισίες.


Εκείθεν απορρέει η ηθική τους δέσμευση προς το αναγνωστικό κοινό, στο οποίο οφείλουν την αλήθεια για το «προϊόν» τους. Τα εμπορικά κριτήρια παρεισφρέουν αναπόφευκτα στις αποφάσεις τους, αλλά το ένα δεν θα πρέπει να εμποδίζει τα άλλο.


Κάτι τέτοιο θα ίσχυε θεωρητικά για τη μετάφραση και την έκδοσή τους στην Ελλάδα, αλλά μόνον εφόσον είχαμε ήδη στη διάθεσή μας στα ελληνικά αν όχι όλο, τουλάχιστον το μεγαλύτερο μέρος του σελινικού έργου, ώστε οι λίβελοι να λάβουν τη θέση που τους αναλογεί σ' ένα ενιαίο και συνεκτικό σύνολο. Απέχουμε πολύ από αυτό και προηγούνται άλλα, ασυγκρίτως καλύτερα και σημαντικότερα μυθιστορήματά του.


Θα πρέπει άλλωστε να βρεθεί και ο μεταφραστής που θα αναλάμβανε τους λιβέλους – κείμενα ανυπόφορα από πλευράς περιεχομένου και χαοτικά, επαναληπτικά, κουραστικά από πλευράς ύφους, παρά τις κάποιες ποιητικότροπες εξάρσεις τους και τις νεολογικές εμπνεύσεις τους, που θυμίζουν ενίοτε τον «καλύτερο» Σελίν.


Για να υπηρετήσει τον συγγραφέα και το έργο του, ο μεταφραστής καλείται να ταυτιστεί, έστω εν μέρει, με τον λόγο του, να υιοθετήσει τη ματιά του. Σας διαβεβαιώ ότι αυτός ο μεταφραστής δεν θα είμαι ούτε θα μπορούσα ποτέ να είμαι εγώ.

Πηγή: The New York Review of Books

Βιβλίο
1

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η Σεσίλ και ο Σελίν

Διάφορα / Η Σεσίλ και ο Σελίν

«Γιατί οι άνθρωποι όταν μπαίνουν σε επιτροπές γίνονται ανθρωπάκια;» αναρωτιόταν ο Νίκος Δήμου στο προηγούμενο τεύχος, με αφορμή το γεγονός ότι το Κρατικό Βραβείο Μετάφρασης δεν δόθηκε στην κορυφαία μετάφραση που έκανε η Σεσίλ Ιγγλέση Μαργέλλου στο έργο του Σελίν "Ταξίδι στην άκρη της νύχτας". Ζητήσαμε από τον Νίκο Δήμου να μιλήσει μαζί της για τον Σελίν και την περιπέτεια της μετάφρασης.
Ρητορική μίσους και ρατσιστικός λόγος στην Ελλάδα: ένα μικρό χρονικό

Casus Belli / Ρητορική μίσους και ρατσιστικός λόγος στην Ελλάδα: ένα μικρό χρονικό

Με αφορμή αφενός την πρωτόδικη καταδίκη των δραστών των πρόσφατων ρατσιστικών κρουσμάτων κατά προσφύγων στη Χίο με βάση τον αντιτρατσιστικό, αφετέρου τις εκθέσεις για το 2016 τόσο του Δικτύου Καταγραφής Ρατσιστικών Περιστατικών όσο και του Παρατηρητηρίου Ρατσιστικών Εγκλημάτων, ιδού ένα σύντομο «χρονικό» των κηρυγμάτων μίσους, του ρατσιστικού λόγου και των δράσεων εναντίον τους
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Βιβλίο / Η ζωή και τα ήθη ενός λεσβιακού χωριού μέσα από το φαγητό

Στον Μανταμάδο οι γυναίκες του Φυσιολατρικού–Ανθρωπιστικού Συλλόγου «Ηλιαχτίδα» δημιούργησαν ένα βιβλίο που συνδυάζει τη νοσταλγία της παράδοσης με τις γευστικές μνήμες της τοπικής κουζίνας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Γκάρι Ιντιάνα δεν μένει πια εδώ 

Απώλειες / Γκάρι Ιντιάνα (1950-2024): Ένας queer ήρωας του νεοϋορκέζικου underground

Συγγραφέας, ηθοποιός, πολυτάλαντος καλλιτέχνης, κριτικός τέχνης, ονομαστός και συχνά καυστικός ακόμα και με προσωπικούς του φίλους, o Γκάρι Ιντιάνα πέθανε τον περασμένο μήνα από καρκίνο σε ηλικία 74 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
«H woke ατζέντα του Μεσοπολέμου», μια έκδοση-ντοκουμέντο

Βιβλίο / Woke ατζέντα είχαμε ήδη από τον Μεσοπόλεμο

Μέσα από τις «12 queer ιστορίες που απασχόλησαν τις αθηναϊκές εφημερίδες πριν από έναν αιώνα», όπως αναφέρει ο υπότιτλος του εν λόγω βιβλίου που έχει τη μορφή ημερολογιακής ατζέντας, αποκαλύπτεται ένας ολόκληρος κόσμος βαμμένος στα χρώματα ενός πρώιμου ουράνιου τόξου.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Βιβλίο / Αθηναϊκές πολυκατοικίες: Η πιο ζωντανή ιστορία της πρωτεύουσας

Μια νέα ερευνητική έκδοση του Ιδρύματος Ωνάση, ευχάριστη και ζωντανή, αφηγείται την ιστορία της πολυκατοικίας αλλά και της πόλης μας με τις μεγάλες και τις μικρότερες αλλαγές της, μέσα από 37 ιστορίες.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της νεωτερικότητας

Βιβλίο / Χυδαιότητα, ένα ελάττωμα της εποχής μας

Το δοκίμιο «Νεωτερικότητα και χυδαιότητα» του Γάλλου συγγραφέα Μπερτράν Μπιφόν εξετάζει το φαινόμενο της εξάπλωσης της χυδαιότητας στην εποχή της νεωτερικότητας και διερευνά τη φύση, τα αίτια και το αντίδοτό της.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
«Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Βιβλίο / «Μαθαίνεις να υπάρχεις μέσα στο γράψιμο και αυτό είναι επικίνδυνο»

Μια κουβέντα με τη Δανάη Σιώζιου, μία από τις πιο σημαντικές ποιήτριες της νέας γενιάς, που την έχουν καθορίσει ιστορίες δυσκολιών και φτώχειας και της οποίας το έργο έχει μεταφραστεί σε πάνω από 20 γλώσσες.
M. HULOT
«Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Βιβλίο / «Τα περισσότερα περιστατικά αστυνομικής βίας εκδηλώνονται σε βάρος ειρηνικών διαδηλωτών»  

Μια επίκαιρη συζήτηση με την εγκληματολόγο Αναστασία Τσουκαλά για ένα πρόβλημα που θεωρεί «πρωτίστως αξιακό», με αφορμή την κυκλοφορία του τελευταίου της βιβλίου της το οποίο αφιερώνει «στα θύματα, που μάταια αναζήτησαν δικαιοσύνη».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια