Όπως «επεισοδιακά» ξεκίνησε, κάπως έτσι ολοκληρώθηκε χθες η φετινή Athens Biennale που είχε τον γενικό τίτλο «ΑΝΤΙ» και σύμφωνα με τους επιμελητές της, επιδίωξή της ήταν «να προκαλέσει την εμπειρία της αμφισημίας, της πόλωσης, των αντιδιαμετρικών οριοθετήσεων που ενσωματώνει το ΑΝΤΙ... προσκαλώντας καλλιτέχνες, και άλλους πολιτιστικούς παραγωγούς, να δημιουργήσουν καταστάσεις και να καταλάβουν μηχανισμούς που μιμούνται, παραμορφώνουν, συστρέφουν ή μεγεθύνουν τις θεατρικές σκηνές της σύγχρονης ζωής... Το ANTI εμφανίζεται συχνά μεταμφιεσμένο ως μια παν-αποσχιστική φαντασίωση επιστροφής σε κάποια μορφή αυθεντικής, εθνοτικής, καλά ριζωμένης, διάφανης κοινότητας...»
Κάποιες όμως από τις μεθόδους και τις στρατηγικές που υιοθέτησαν οι διοργανωτές είτε παρεξηγηθήκαν είτε εξελήφθησαν ως βαθύτατα προβληματικές και εν τέλει αντιδραστικές από παρατηρητές, κριτικούς αλλά και συμμετέχοντες εικαστικούς. Ο χορός των καταγγελιών, των αποχωρήσεων, των παρεξηγήσεων ξεκίνησε πριν ακόμα η έκθεση ανοίξει τις πύλες της στο κοινό στα τέλη Οκτωβρίου.
Ήταν ο εικαστικός και συγγραφέας Luke Turner αυτός που είχε ανοίξει τότε τους ασκούς του Αιόλου με ανοιχτή επιστολή του στην οποία εξέθετε την απόφασή του να μποϋκοτάρει τη διοργάνωση και να αποσύρει τη συμμετοχή του, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για τη συμμετοχή καλλιτεχνών που είχαν υποστηρίξει ή υπερασπιστεί αντιλήψεις της «εναλλακτικής δεξιάς» σε διάφορες εικαστικές κοινότητες.
Και πριν από δύο μέρες, ενώ η διοργάνωση βάδιζε προς τη λήξη της, δημοσιεύτηκε στην πλατφόρμα Hyperallergic – φόρουμ σκέψης για την σύγχρονη τέχνη με έδρα τη Νέα Υόρκη - η επιθετική ανταπόκριση από την Αθήνα του Dorian Batycka – επιμελητή και κριτικού τέχνης με τακτική αρθρογραφία σε αντίστοιχα μέσα.
Τίτλος του μακροσκελούς άρθρου ήταν «Η Μπιενάλε της Αθήνας σατιρίζει επιπόλαια την αισθητική της Εναλλακτικής Δεξιάς [Alt-Right]», ενώ στην εισαγωγή σημειώνεται ότι «στην Αθήνα, η φετινή Biennale προτείνει μια κριτική του ουμανισμού, του Μαρξισμού, του καπιταλισμού, των πολιτικών ταυτότητας και των πάντων ανάμεσα σ΄ αυτές τις κατηγορίες, αποτυγχάνει όμως να αναζητήσει πραγματικές λύσεις...». Και παρακάτω:
«...Σύμφωνα με τους διοργανωτές, η φετινή έκδοση αποτελεί μια «ευκαιρία να αναδειχτούν οι αξίες μας». Αξίες που όπως φαίνεται, που επιζητούν την υπερταύτιση με εικόνες, ιδέες και πολιτικές της ακροδεξιάς και ξεχειλίζουν από έναν σκόπιμο και επιδερμικό «LOL μηδενισμό»...Όπως για παράδειγμα το έργο της ομάδας Front Deutscher Äpfel που θυμίζει τις '80s πρακτικές των Laibach και αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες και πιο σύνθετες εγκαταστάσεις της Biennale και μιμείται με ακρίβεια τις οργανωτικές δομές και το μιλιταριστικό ύφος του φασιστικού εξτρεμισμού τον οποίο υποτίθεται σατιρίζει».
Μεταξύ άλλων έργων που παρουσιάστηκαν στην έκθεση, ο συντάκτης αναφέρεται και στο μοναδικό έργο που είδαν ενδεχομένως και άνθρωποι που αγνοούσαν εντελώς το πλαίσιο του. Πρόκειται για το ερώτημα / σλόγκαν "Are You Dying? Are You Marxist?" του Quenton Miller που εμφανίστηκε ως διαφημιστική βιτρίνα σε στάσεις λεωφορείου έξω από τα διάφορα venues της διοργάνωσης στη Σταδίου. Πίσω από αυτό το διπλό ερώτημα υπάρχει ολόκληρη αφήγηση, ο Batycka πάντως το εξέλαβε ως τρολάρισμα εις βάρος των αποκαλούμενων «πολιτισμικών μαρξιστών» και όσων γίνονται στόχος σε διάφορα online φόρουμ επειδή απλά υποστηρίζουν τις μειονότητες:
«Ενώ η στρατηγική της υπερταύτισης σαν αυτή που υιοθετεί η Μπιενάλε της Αθήνας μπορεί να είχε νόημα πριν από 40 χρόνια» καταλήγει στην πολεμική του ο συντάκτης του Hyperallergic, «θεωρώ ότι είναι εντελώς ακατάλληλη για να ανταποκριθεί στην επείγουσα μετασχηματιστική δυναμική που απαιτείται από την τέχνη σήμερα. Εκθέσεις που εξακολουθούν να μεταχειρίζονται τέτοιες τακτικές καταλήγουν να κάνουν άστοχη χρήση ενός σημειωτικού σαμποτάζ που απειλεί τα ανθρωπιστικά θεμέλια πάνω στα οποία λειτουργούν εδώ και δεκαετίες τα προοδευτικά κινήματα».
― Π.Κ.
σχόλια