Αντικρίζοντας τα έργα του Άγγελου Μεργέ στους τοίχους της γκαλερί Καλφαγιάν στην οδό Χάριτος, το πρώτο πράγμα που κλέβει την προσοχή είναι τα χρώματα: ηλεκτρισμένα έργα μικρότερης και μεγαλύτερης κλίμακας που μοιάζουν να φωσφορίζουν μέσα στο σκοτάδι, φωτεινοί και έντονοι χρωματισμοί που δεν συναντάς συχνά στην ελληνική αναπαραστατική ζωγραφική. Ανθρώπινα μέλη ή κορμιά με έντονο περίγραμμα σε φόντο που υπαινίσσεται τη θάλασσα, τη στεριά, τη φύση, την αύρα της παραλίας. Σιωπηλές και απρόσωπες φιγούρες, άλλοτε μοναχικές και άλλοτε σε ομάδες, μέσα σε ένα γήινο μικροσύμπαν· νομίζεις ότι αν τις αγγίξεις θα καείς.
Ωστόσο, οι ίδιες δεν καίγονται κάτω από τον καυτό ήλιο του καλοκαιριού, βρίσκονται εκτός εποχής, off season, όπως λέει και ο τίτλος της έκθεσης που θα παρουσιάζεται μέχρι τις 3 Μαΐου, στην Γκαλερί Καλφαγιάν στο Κολωνάκι. Αυτοί οι λουόμενοι του Μεργέ, οι παραθεριστές εκτός τουριστικής περιόδου, θυμίζουν περισσότερο περιφερόμενες ή στατικές φιγούρες, δανεισμένες από ταινία του Αντονιόνι. Ωστόσο, είναι δημιουργήματα ενός νέου σε ηλικία ζωγράφου (γεν. 1989) που ζει και εργάζεται στην Κεντρική Ευρώπη, στη Ζυρίχη της Ελβετίας, έχοντας ξεκινήσει την πορεία του από τη Χίο, όπου μεγάλωσε, και την Αθήνα στη συνέχεια, όπου ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην ΑΣΚΤ.
Οι καλοκαιρινές επισκέψεις του Άγγελου Μεργέ στο νησί καταγωγής του, τη Χίο, τον κάνουν να νοσταλγεί τα χρόνια της παιδικής αθωότητας, τη θερινή ραστώνη και τα ημίγυμνα σώματα, αλλά από την άλλη οι εικόνες απελπισμένων ανθρώπων που καταφθάνουν μπολιάζουν τη συνείδησή του με τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Ο ίδιος ο καλλιτέχνης έχει ομολογήσει ότι, ζωγραφίζοντας, ήθελε να ξεφύγει από την παράδοση της ελληνικής μεταπολεμικής ζωγραφικής με τα μουντά και σκοτεινά χρώματα· ότι δανείζεται στοιχεία και θεματικές από την καλλιτεχνική φωτογραφία και ότι για εκείνον έχει σημασία η εντύπωση που αποτυπώνεται στον θεατή στην πρώτη του επαφή με το ζωγραφικό έργο. Το αποτέλεσμα είναι πράγματι ακριβώς αυτό: έργα που «λάμπουν» ακόμα και μέσα στη σκοτεινιά, χάρη σε μια παλέτα ζεστών και κρύων, και οπωσδήποτε έντονων χρωμάτων. Η θεματική του αφομοιώνεται από το προσωπικό του στυλ και γίνεται ένας συνδυασμός ζεστασιάς και ψυχρότητας εν μέσω του φυσικού περιβάλλοντος.

Οι καλοκαιρινές επισκέψεις του Μεργέ στο νησί καταγωγής του, τη Χίο, τον κάνουν να νοσταλγεί τα χρόνια της παιδικής αθωότητας, τη θερινή ραστώνη και τα ημίγυμνα σώματα, αλλά από την άλλη οι εικόνες απελπισμένων ανθρώπων που καταφθάνουν, έχοντας αποδράσει από πολέμους και απολυταρχικά καθεστώτα, μπολιάζουν τη συνείδησή του με τη σύγχρονη αυτή πραγματικότητα. Έτσι, όλα μπλέκονται στη φαντασία του καλλιτέχνη και γίνονται ένα· τόσο που ο ίδιος αδυνατεί να ξεχωρίσει τη χαρά και τη χαλάρωση από την απόδραση και την αναγκαστική άφιξη στη «γη της επαγγελίας» ‒τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου είναι ο πρώτος σταθμός των προσφύγων, εφόσον καταφέρουν να φτάσουν μέχρι εκεί.
Πρόκειται για μια ζωγραφική αναπαραστατική και αφαιρετική μαζί, που ωστόσο είναι υποβλητική, για μια προσωπική τεχνοτροπία με κεντρική αναφορά τον άνθρωπο, πέρα από την εντοπιότητα και τις αναγνωρίσιμες ταυτότητες. Τι σημασία μπορεί να έχουν, εξάλλου, οι ταυτότητες για έναν εκπρόσωπο της γενιάς που μεγάλωσε εν μέσω ειδήσεων παγκόσμιας φρίκης και εξευτελισμού, δεχόμενη καθημερινό βομβαρδισμό απ’ όσα εμφανίζονται στις οθόνες των κινητών, των τάμπλετ, των λάπτοπ;

Ο Άγγελος Μεργές δεν συνεχίζει απλώς την ελληνική ζωγραφική παράδοση αλλά έχει διευρύνει τη ζωγραφική του γλώσσα και τις θεματικές του και εκτός Ελλάδας, κι αυτό τον μετατρέπει αυτομάτως σε διεθνή καλλιτέχνη με τις αγωνίες και τους προβληματισμούς της παγκόσμιας σφαίρας. Τα έργα που εκθέτει τώρα στην Αθήνα διαθέτουν ακριβώς την οικουμενική διάσταση και την εικαστική δύναμη ενός απολύτως σύγχρονου καλλιτέχνη. Παράλληλα, ετοιμάζεται για τη συμμετοχή του στην επερχόμενη έκθεση «Why look at animals? Δικαιοσύνη για τη μη ανθρώπινη ζωή» του ΕΜΣΤ, που θα εγκαινιαστεί στις15 Μαΐου.
