Ήταν κάτι που ήθελα από καιρό. Ο κόσμος τη λατρεύει, ο κόσμος τη μισεί. Μουσικά, θα έλεγες οτι είναι σαν trance που συγκρούεται με τον ίδιο της το ρυθμό κι αντί για μπουμ δημιουργείται μια χειρόγραφη μολυβιά που γράφει «Αυτή είναι η ζωή».
Όταν κλείσαμε ραντεβού απ’ το τηλέφωνο μου είπε «θέλετε να με καλιαρντέψετε παλιομουνίτσες;». Γελούσα και νόμιζα οτι η συνέντευξη θα ήταν αλλοπρόσαλη. Στο δρόμο για το σπίτι της, σκεφτόμουν τη μάνα μου. Όταν έβλεπε το Mea Culpa έλεγε: «αυτή είναι για τα σίδερα, δεν αφήνει κανέναν να μιλήσει, γιατί πάνε καλεσμένοι εκεί, για να ακούσουν την δική της άποψη;».
Τώρα με αφορμή το «Όσο υπάρχουν Έλληνες» η μάνα μου είναι φαν της εκπομπής της, είναι, λέει, πιο ανθρώπινη, πιο γελαστή, πιο ζεστή με τους ανθρώπους. Οι φίλοι μου λένε οτι παράτησε την κουλτούρα, τον ρολάν Μπαρτ και πήγε κι έπεσε μες το κιτς και το λούμπεν. Ποιός ξέρει τι συνέβη; Σίγουρα μόνο αυτή και τα κανάλια. Τώρα πάνω στη σημαία της ΕΟΚ σφάζονται κοτόπουλα, πετάνε γκαζάκια, κυριαρχεί μια άποψη του τύπου «η εκδίκηση της γυφτιάς». Οι ίδιοι άνθρωποι που την έλεγαν αχώνευτη τώρα την κάνουν στάρ.
Για τη μικρή μας χώρα, το πρόσωπό της, θα έλεγε κανέις οτι αντιστοιχεί με εκείνο του Boy George. Η ιστορία λέει πως πίσω από τέτοια τετριμμένα πρόσωπα υπάρχει πάντοτε το φως μιας θετική ενέργειας αλλά και η γοητεία του παράδοξου.
Η Μαλβίνα, από φρικιό της κουλτούρας γίνεται ντίβα της πλέμπας. Δυο διαφορετικά τηλεοπτικά κανάλια με διαφορετική φιλοσοφία και ένα αμφιλεγόμενο άτομο που εναρμονίζεται τέλεια πίσω απ’ τη λαϊκή όπερα της μάζας α.Κ.α τηλεόραση. Περίεργη εξίσωση! Τι είναι η Μαλβίνα; Boy!!Το πιο τέλειο δυο σε ένα; Ένα σάμπλιγκ που κολλάει σε οποιαδήποτε bpm; Ένας πειρατής της καλωδιωμένης μας ζωής; Ένα παιδικό «παρ’ τα όλα»; Σίγουρα δεν θέλει να πάρει τη θέση των Future Sound of London. Δεν είναι καθόλου αφελής και η ίδια ξέρει πολύ καλά οτι η εικόνα της είναι προϊόν προς κατανάλωση. (Τα μάτια μου πονάνε. Φτάνει)
Η Μαλβίνα είναι ικανή να τραγουδήσει mantras. Για τη μικρή μας χώρα, το πρόσωπό της, θα έλεγε κανέις οτι αντιστοιχεί με εκείνο του Boy George. Η ιστορία λέει πως πίσω από τέτοια τετριμμένα πρόσωπα υπάρχει πάντοτε το φως μιας θετική ενέργειας αλλά και η γοητεία του παράδοξου.
Αυτό που φοβόμουν πριν τη συναντήσω ήταν πως κάποια στιγμή θα ήταν εύκολο γι’ αυτήν να με στριμώξει με την άνεση του προφορικού της λόγου, να με μπερδέψει με όλο το πνευματικό rave που την παίρνει και τη σηκώνει και να με στίψει ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενον! Βέβαια δεν έγινε τίποτα από όλα αυτά. Μου έφτιαξε τούρκικο καφέ και μετά κουλουριάστηκε σαν μπαλάκι σε μι πολυθρόνα απέναντί μου.
Ακολουθήστε με, λοιπόν, παιδιά, στο μαγικό κόσμο του τσίρκου που λέγεται ζωή.
Μαλβίνα γέλα!!
-------------------------------------------------------
ΤΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΜΑΛΒΙΝΑΣ ΚΑΡΑΛΗ
απο τον Κωνσταντίνο Βήτα
Σουξέ: Ξέρω οτι δεν με αγαπάει ο κόσμος. Το κοινό δεν σε αγαπάει ποτέ, αγαπάει την επιτυχία, όπως μισεί την αποτυχία. Δεν είμαι αφελής
Αγάπη: Δεν πιστεύω στην αγάπη, είναι μια έννοια που μου έχει ξεφτιλίσει τη ζωή, μου την έχει χαντακώσει, έχει κοντέψει να με στείλει στα τρελάδικα. Πιστεύω μόνο σε μια έννοια: τη συμπόνοια.
Αρρώστιες: Είμαι η Μις Κατατονία, αλλά μπορώ να σκάω ένα χαμόγελο και να ανεβάζω τους ανθρώπους που είναι γύρω μου. Κάθε πρωϊ που ξυπνάω, το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο νου είναι η «7η σφραγίδα» του Μπέργκμαν. Έχζω γεράσει πρόωρα, κάπου στα 25.
Άντρες: τη ζωή μου με ενδιέφερε πάντα ο άντρας ο ακομπλάριστος που θα πει: «Άσε τις μαλακίες, εγώ θα σε σώσω τώρα εσένα και θα λειτουργήσεις από ‘δω και πέρα φυσιολογικά και σωστά».
Χειμωνάς: Τον Χειμωνά τον ξέρω όλον απ’ έξω. Κάποια στιγμή όταν τον γνώρισα,του το είπα και δεν το πίστευε. Τα μάθαινα απ’ έξω τα βιβλία του. Ήταν σαν άσκηση. Πιστεύω οτι έπρεπε να διδάσκεται στα Γυμνάσια.
Όνειρα: Μικρή ήθελα να γίνω κομμώτρια. Έβλεπα όλα τα κορίτσια στο Αρσάκειο να θέλουν να σπουδάσουν Ιστορία της Τέχνης. Έβγαζαν μια φυλλάδα που την έλεγαν «Παρουσία». Εγώ έβγαζα μια δικιά μου που την έλεγα «Τα Σοσόνια». Δεν ήθελα μεγάλους εαυτούς από τότε. Θυμάμαι, έβγαινα στη Βας. Σοφίας κι έλεγα σε όποια γριά έβλεπα: «Τι όμορφη που είσαστε, τι ωραία που είναι τα μαλλιά σας, είναι φυσικό το χρώμα, ε;»
Άνθρωποι: Πέρασαν διαμάντια απ’ τη ζωή μου που δεν πρόλαβα να εκτιμήσω. Σε μερικούς ανθρώπους τους βγάζουμε από μέσα οτι καλύτερο έχουν, ενώ δεν μπορούμε να γίνουμε ένα μ’ αυτούς και εκ των υστέρων καταλαβαίνουμε την αξία τους. Ήμουν βιαστική, τσαλαβουτούσα. Είναι πολύ φυσικό. Τα τελευταία 5-6 χρόνια αρχίζω να εκτιμώ τους ανθρώπους και να αποδίδω ουσιαστικές τιμές.
Φίλοι: Η πιο σταθερή αξία στη ζωή μου είναι να υπερασπιστώ το φίλο μου. Θα ψευδομαρτυρήσω, θα ψευδορκήσω, θα σκοτώσει και θα είμαι μαζί του. Υπήρχε μια σκηνή στο Café Bagdad που ο Τζακ Πάλανς ρωτάει την ηρωίδα: «Θες να με παντρευτεις;» και αυτή λέει: «Πρέπει να ρωτήσω τη φίλη μου». Έχω κλάψει μ’ αυτή την ατάκα.
Θάψιμο: Η Ζυράννα Ζατέλη έγραψε ένα ωραίο βιβλίο, την «Περσινή Αρραβωνιαστικιά» και αυτό ήταν γιατί πριν απ’ αυτήν υπάρχει η Έρση Σωτηροπούλου. Ο Μαρκές δεν μου αρέσει, πιστεύω οτι είναι κάτι για να ξεχνιούνται οι άνθρωποι. Η εποχή αυτή ευνοεί τις τεράστιες παρεξηγήσεις: το να γράψει ένας α λα μανιέρ ντε Μαρκές και να θεωρηθεί αυτόν οτι είναι σπουδαίο βιβλίο. Δεν είναι. Το να υπάρξει ένας Πανιάρας που τον στηρίζει μια γκαλερί από πίσω του και πασπαλίζει τις κολώνες με ακρυλικό, όταν υπάρχει ο Εδουαρδος Σακαγιάν. Αυτός είναι ο καλύτερος Έλληνας ζωγράφος για μένα. Το να υπάρχουν κάποιοι ποιητές που είναι δημοσιοσχεσίστες και να μην υπάρχει η Αλεξάνδρα Πλαστήρα. Αυτή είναι ποιήτρια, όχι αρχίδια. Καλά, για τη ζωγραφική να μη σου πω!!Εκείνοι οι άνθρωποι πως ζωγραφίζουν όταν υπάρχει ένας Φράνσις Μπέηκον; Δηλαδή, δεν έχουν καταλάβει ένα πούτσο τι έχει γίνει;
Παρίσι: Κάποτε στο Παρίσι, βρέθηκα στη μέση του πουθενά. Κοιτούσα μια αφίσα. Ένα ζευγάρι αγκαλιασμένο και αυτή του έλεγε «πήγαινέ με στην άκρη του κόσμου» που για μένα σημαίνει σώσε με. Και ο άλλος απαντούσε «Με δυο χιλιάδες φράγκα, αγάπη μου, σε πάω». Ήταν διαφήμιση ταξιδιωτικού γραφείου. Στέκομαι. Είμαι στο μετρό. Είμαι 20 χρονώ. Συνειδητοποιώ. Είμαι σ’ ένα σταθμό, κάτω απ’ τη γη, δηλαδή αρχίζω να ζω κι εγώ κάτω από τη γη. Είναι φοβερό. Αυτοί δεν το έχουν συνειδητοποιήσει, εγώ όμως έρχομαι από την Ελλάδα, απ’ το Φως το αττικό. Δίπλα μου είναι μια με τρεις σακούλες στο χέρι κι ένα σπασμένο παιχνίδι , πιο δίπλα μια άλλη με ένα μπουκάλι στο χέρι, παραδίπλα κάτι μουνίτσες με μίνι που στέκονται όρθιες για να δουν τα πόδια τους όλοι, το τραίνο έρχεται, λαθρομετανάστες, Τούρκοι, κι εγώ βρίσκομαι στην άκρηκαι εκεί που έχω πει» έχω σταθεί λίγο στο όνειρο», κοιτάζω τα φράγκα. Εκεί κατάλαβα αυτό το μικρό πράγμα. Οτι αυτό το απόσπασμα ζωής είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε.
Στομάχι: Δεν μ’ αρέσουν τα σούπερ μάρκετ, ψωνίζω σε παντοπωλείο. Απ’ όταν γεννήθηκα, έτρωγα πάντα πολύ καλά. Η γιαγιά μου είχε μέσα της τη χαρά της ζωής. Δεν θα σερβίριζε ποτέ ένα ολόκληρο μπούτι αρνίσιο στο τραπέζι-αυτό το πράγμα έχει τη θέση του μόνο στο βουνό. Μου έλεγε: «Δεν γεννήθηκες για να τρως τυρόπιτες. Αν πεινάς στο σχολείο, πάρε ψωμί και τυρί. Και το τυρί να είναι τέτοιο που να μην ιδρώνει». Αγαπώ την καλή κουζίνα και την φιλοσοφία της.
Πάλκο: Βγαίνω στο πάλκο γιατί είναι όλη μου η μνήμη. Αυτή που θα ήθελα να είμαι. Θα ήθελα να έχω γεννηθεί φτωχιά σε μια άνυδρη περιοχή όπως την έδωσε ο Δαμιανός στην «Ευδοκία». Όλοι με τον ίδιο πλάγιο λογο μιλάμε, της Ευδοκίας, και το ίδιο πουτάνες είμαστε.
Αυτοκτονία: Εγώ είμαι υπέρ. Την ζωή μας δεν την αποφασίζουμε, όμως τον θάνατό μας πρέπει να τον αποφασίζουμε εμείς. Ο καλύτερος θάνατος είναι να πεθάνεις την ώρα που έχει τελειώσει η ζωή σου με κάποιον, γιατί έχει πεθάνει αυτός.
Προσευχή: Σίγα να μην προσεύχομαι. Δεν πιστεύω στο Θεό από3-4 ετών. Τα ήξερα όλα. Δεν πιστεύω σε τίποτα.
Γυναίκες: Αν ήμουν άντρας, δεν θα πήγαινα με γυναίκα παρά μόνο με σκυλί. Το σκυλί το έχει προσδιορίσει ο Μπωντλέρ. Είναι σκύλα, αποτρόπαι, φυσική, που καυλώνει και θέλει να γαμηθεί, που πεινάει και θέλει να φάει και να κοιμηθεί. Θα πρέπει να βρεθεί ένας άντρας πολύ ακομπλάριστος, που να μη φοβάται τα θηλυκά στοιχεία ενός χαρακτήρα. Το θηλυκό αρχέτυπο σίγουρα είναι η πολύ καλκατσιάρα, η καραπουτανάρα, δηλαδή «πετάγομαι να πάρω ένα πακέτο τσιγάρα, και θα γυρίσω σε δυο ώρες γιατί θα περάσω κι απ’ τη Βίκυ».
Νταβάδες: «Με παρέσυρε το ρέμα, μάνα μου δεν είναι ψέμα, καίγομαι γι’ αυτή και λιώνω». Είναι αυτό που λέει η πουτάνα στον νταβά : «Στα δίνω όλα, να μην έχω τίποτα παρά μόνο εσένα». Μακάρι να είχαμε περισσότερους νταβάδες, να τα δίνουμε όλα και να μηνέχουμε τίποτα. Go between νταβατζιλίκια.
σχόλια