H παγκόσμια περιοδεία με τίτλο Blond Ambition ήταν η τρίτη μεγάλη τουρνέ στην καριέρα της Madonna και πραγματοποιήθηκε προς υποστήριξη του τέταρτου άλμπουμ της (Like a Prayer) που είχε κυκλοφορήσει στα τέλη του 1989. Αρχικά είχε ανακοινωθεί ότι ο μέγας χορηγός της περιοδείας θα ήταν η Pepsi, με την οποία – σύμφωνα με τα δημοσιεύματα της εποχής – η τραγουδίστρια είχε υπογράψει συμφωνία ύψους 5 εκατομμυρίων δολαρίων για την χρήση του τραγουδιού "Like a Prayer" σε τηλεοπτική διαφήμιση του αναψυκτικού.
Μεσολάβησε όμως η εμφάνιση του μουσικού βίντεο για το ομώνυμο κομμάτι του άλμπουμ, η προκλητική εικονογραφία του οποίου – καιόμενοι σταυροί, η Καθολικών συμβόλων και μια ονειρική σκηνή ερωτικής συνεύρεσης με έναν μαύρο άγιο / Χριστό – προκάλεσε την οργή και την καταδίκη εκ μέρους του Βατικανού. Πολλές θρησκευτικές οργανώσεις ζήτησαν την απαγόρευση της διαφήμισης και το μποϊκοτάζ των προϊόντων της εταιρείας και των θυγατρικών της, υποχρεώνοντας την Pepsι να αποσύρει την διαφήμιση και να ακυρώσει το συμβόλαιο χορηγίας.
Εκείνες οι συναυλίες και η εν γένει διαχείριση της σεξουαλικότητάς της από την Madonna αποτελούν έναν από τους βασικούς λόγους που στη συνέχεια και μέχρι τις μέρες μας, οι γυναίκες στο mainstream ποπ στερέωμα ένιωσαν επιτέλους άνετα να τραγουδήσουν για το σεξ και την ερωτική επιθυμία από την δική τους οπτική.
Κι αυτά ήταν μόνο τα προεόρτια μιας άκρως επεισοδιακής περιοδείας. Στο Τορόντο, η Madonna υποδυόταν επί σκηνής ότι αυνανίζεται σ΄ ένα βελούδινο κρεβάτι υπό το βλέμμα Καναδών αστυνομικών που την απείλησαν με άμεση σύλληψη αν συνεχιζόταν στο ίδιο «ύφος» η παράστασή της. Στην Ιταλία, διάφορα συνδικάτα δήλωσαν από κοινού ότι θα προχωρήσουν σε γενική απεργία αν δεν ματαιώνονταν οι εμφανίσεις της, ενώ ο Πάπας Ιωάννης Παύλος Β' χαρακτήρισε την συναυλία της ως «μια από τις πιο σατανικές εκδηλώσεις στην ιστορία της ανθρωπότητας». Η περιοδεία Blond Ambition έμεινε στην ιστορία ως μια από τις πιο αμφιλεγόμενες τουρνέ όλων των εποχών.
Μοιάζει παράδοξη στις μέρες μας τόση φασαρία και τέτοιο σκάνδαλο για κάποιες «προκλητικές», υπαινικτικές σκηνές ερωτισμού επί σκηνής στο πλαίσιο ενός σόου. Το 1990 όμως επικρατούσε ακόμα ένας σχετικός καθωσπρεπισμός στην mainstream ποπ κουλτούρα, ο οποίος διαταράχτηκε έντονα με την φιλοδοξία της Madonna να «προκαλέσει» συνειδητά και να «διαλύσει άχρηστα ταμπού», παρουσιάζοντας στην περιοδεία της ένα εκρηκτικό μίγμα μόδας, ροκ συναυλίας, θεατρικότητας του Μπρόντγουεϊ και performance art. Ο στόχος της επετεύχθη. Ο περίφημα «κωνικός κορσές» του Jean Paul Gaultier που φόρεσε στη σκηνή χαρακτηρίστηκε ως «φροϋδικός εφιάλτης» ενώ μια γενιά εφήβων άρχισαν να ρωτούν τους γονείς τους τι σημαίνει S&M.
Συγχρόνως, τα θεματικά σκηνικά της παράστασης – θρησκεία, γερμανικός εξπρεσιονισμός, art deco, η ταινία Dick Tracy στην οποία συμμετείχε η Madonna και ως ηθοποιός και ως δημιουργός του soundtrack και είχε μόλις βγει στις αίθουσες – έθεσαν νέα υψηλά πρότυπα για τις την θεατρικότητα και τις τακτικές πρόκλησης των επερχόμενων σταρ της μουσικής και του θεάματος, όπως ο Marilyn Manson ή η Lady Gaga.
Η πιο σημαντική όμως κληρονομιά του θεάματος που παρουσίασε η Madonna στην περιοδεία Blond Ambition υπήρξε το γεγονός ότι η γυναικεία σεξουαλικότητα εμφανιζόταν ως μέσο χειραφέτησης αντί για εργαλείο ερεθισμού. Εκείνες οι συναυλίες και η εν γένει διαχείριση της σεξουαλικότητάς της από την Madonna αποτελούν έναν από τους βασικούς λόγους που στη συνέχεια και μέχρι τις μέρες μας, οι γυναίκες στο mainstream ποπ στερέωμα ένιωσαν επιτέλους άνετα να τραγουδήσουν για το σεξ και την ερωτική επιθυμία από την δική τους οπτική.
Μέχρι που η κατάσταση έφτασε στο άλλο άκρο και το παιχνίδι ξαναπέρασε στα χέρια των πάσης φύσεως μάνατζερ και συμβούλων των νεαρών καλλιτεχνών. Στις δεκαετίες που μεσολάβησαν, η απροκάλυπτη σεξουαλικότητα εξελίχθηκε σε νόρμα και σε αυτοσκοπό τουλάχιστον μέχρι τον ερχομό της Billie Eilish, η οποία συνειδητά εξέθεσε με την «καλυμμένη» εικόνα της την υπερσεξουαλικότητα που κυριαρχούσε πλέον στην σύγχρονη ποπ, καταγγέλλοντας συγχρόνως το "bodyshaming" σε όλες του τις μορφές. Στην ουσία του όμως, το μήνυμα που περνάει είναι αντίστοιχο με εκείνο που κατόρθωσε να επιβάλλει πριν από τριάντα χρόνια η Madonna: δική μου η εικόνα, δικό μου το σώμα, δικοί μου οι κανόνες.
Με στοιχεία από τον Guardian
σχόλια