Συναντηθήκαμε στο «στρατηγείο» της στο κτίριο Βάιλερ στου Μακρυγιάννη, καταφέρνοντας να της «κλέψουμε» λίγο χρόνο από τα απανωτά ραντεβού, τις επικοινωνίες, τις λογής υποχρεώσεις και φροντίδες που έχει καθημερινά και που καμιά φορά την εξουθενώνουν, όμως η μεγάλη αγάπη και το ενδιαφέρον της για την πολιτιστική κληρονομιά υπερέχουν, διατηρώντας την πάντοτε «μάχιμη» – έχει άλλωστε μακρά πείρα και αξιόλογες επιδόσεις τόσο στο επιστημονικό πεδίο όσο και στα διοικητικά καθήκοντα σε μια πραγματικότητα συχνά δύσκολη και κουραστική, ειδικά σε μια χώρα όπου τίποτα δεν θεωρείται δεδομένο «ούτε καν το αυτονόητο!».
Δραστήρια, οργανωτική και σκεπτόμενη με «γνώμονα το εθνικό» και όχι κάποιο μικροπολιτικό συμφέρον, καθώς τονίζει, δεν διστάζει κιόλας να τοποθετείται δημόσια για θέματα της αρμοδιότητάς της, όπως είχε κάνει πρόσφατα, συνηγορώντας στις αρνητικές γνωμοδοτήσεις του ΚΑΣ για την παραχώρηση της Ακρόπολης και του Ναού του Ποσειδώνα στο Σούνιο για εμπορικά κινηματογραφικά γυρίσματα, αποφάσεις που είχαν συζητηθεί αρκετά.
Δεν αρκεί η πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού για να τον καταξιώσει στον παρόντα χρόνο, όσο μεγαλειώδης και αν είναι. Οι σημερινοί Έλληνες οφείλουμε να δείξουμε ότι είμαστε πράγματι αντάξιοι απόγονοι των αρχαίων προγόνων μας. Έπειτα, μη νομίζετε, ο «κομπασμός» στον οποίο αναφέρεστε είναι μάλλον επιφανειακός.
Η ίδια διευκρινίζει ότι δεν διαφωνεί γενικά με την εμπορική ή καλλιτεχνική αξιοποίηση των αρχαιολογικών χώρων, κάτι που, όπως λέει, ήδη συμβαίνει, αλλά με την ευκαιριακή παραχώρηση κορυφαίων πολιτιστικών μνημείων χωρίς συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όρους και δεσμεύσεις που θα σέβονται καταρχάς τον χαρακτήρα τους, καταθέτει μάλιστα τις δικές της «αντιπροτάσεις» επ' αυτού.
Οι χαρές και οι αγωνίες της δουλειάς της, η μακρά εμπειρία της από την επαφή με ξένους επισήμους, η αρχαιοκαπηλία αλλά και η «καπηλεία» των αρχαιοτήτων για αλλότριους σκοπούς, η ελλειμματική σχέση των Νεοελλήνων με την πολιτιστική τους κληρονομιά, οι κίνδυνοι για τα μνημεία και τις προσπάθειες ανάδειξής τους λόγω της ατμοσφαιρικής ρύπανσης αλλά και των βανδαλισμών σε κάποιες περιπτώσεις περιλαμβάνονται στα θέματα που θίξαμε.
Δεν θα μπορούσαν, βέβαια, να λείψουν και οι αναφορές στα δεκάδες ερευνητικά, συντηρητικά και αναστηλωτικά προγράμματα που «τρέχει» η μεγαλύτερη Αρχαιολογική Εφορεία της χώρας στην πρωτεύουσα, μερικά από τα οποία συμβαίνουν κυριολεκτικά κάτω από τα πόδια μας.
— «Έχω αύριο ραντεβού με την έφορο Αθηνών» είπα χτες στην παρέα μου (δεν πρόσθεσα το «αρχαιοτήτων») και ώσπου να διευκρινίσω τι εννοούσα, ανησύχησε...
Α, μην ανησυχείτε, έχει συμβεί τόσο σ' εμένα όσο και σε άλλους συναδέλφους. Ακούνε «έφορος» και κουμπώνονται, πολλοί μάς μπερδεύουν με τους εφοριακούς! Όμως δική μας αποστολή δεν είναι να φορολογήσουμε κι άλλο τους πολίτες αλλά να συντηρήσουμε και να αναδείξουμε την πολιτιστική μας κληρονομιά. Το ουσιαστικό «έφορος» προέρχεται από το επί + ορώ και παραπέμπει σε αυτόν που κατοπτεύει τις αρχαιότητες.
Οι εφορείες αρχαιοτήτων είναι περιφερειακές υπηρεσιακές μονάδες του ΥΠ.ΠΟ. που, σύμφωνα με τον νόμο 3028/2002, είναι υπεύθυνο για την προστασία, συντήρηση, αναστήλωση και προβολή τους, μόνο εντός της ελληνικής επικράτειας δυστυχώς – το λέω γιατί υπάρχουν σπουδαία μνημεία μας και εκτός, που δεν τυχαίνουν πάντα της καλύτερης μεταχείρισης!
Όσο για την ανάδειξη του έργου τους, είναι κάτι που οι μεγάλες εφορείες ειδικά υποχρεούνται να πράττουν ώστε ο φορολογούμενος να ξέρει πώς αξιοποιούνται οι εισφορές του και τα κοινοτικά προγράμματα. Η δική μας εφορεία, η μεγαλύτερη στη χώρα, «καλύπτει» όλη την πόλη της Αθήνας.
— Αλήθεια, πώς συνέβη να «μπλέξετε» με την αρχαιολογία;
Μάλλον τυχαία! Στα 16 μου ήθελα να γίνω Φυσικός, τα πήγαινα, βλέπετε, πολύ καλά με τη Φυσική και τη Χημεία. Ήμουν όμως εξίσου καλή στο σχέδιο και, επηρεασμένη από τον αρχαιολάτρη παππού μου, που με παρότρυνε να ακολουθήσω τον κλάδο, στράφηκα εν τέλει στις αρχαιολογικές σπουδές. Μάλιστα, χάρη σε αυτή μου τη δεξιότητα πολλές ανασκαφές τις έχω αποτυπώσει γραφικά η ίδια. Έφορος είμαι από το 2010 και είναι μια δουλειά που αγαπώ πολύ, παρότι με έχει φθείρει προσωπικά...
— Γιατί το λέτε αυτό;
Διότι, όπως μάλλον θα γνωρίζετε, στην Ελλάδα τίποτα δεν γίνεται εύκολα, συχνά χρειάζεται να παλέψεις ακόμα και για το αυτονόητο. Τα περισσότερα πράγματα γίνονται απρογραμμάτιστα, «στο πόδι», κι αν έχεις μάθει αλλιώς, πέφτεις σε τοίχο κι όλα μαυρίζουν! Έπειτα, δυστυχώς, στη χώρα αυτή περισσεύει ο φθόνος. Είναι, πιστεύω, καιρός να αλλάξουμε νοοτροπία, να αναδείξουμε ξανά τις αξίες μας. Λένε πως όταν οι Έλληνες μονοιάζουμε μεγαλουργούμε, κάτι που προσυπογράφω απόλυτα και προσπαθώ να εμφυσήσω και από τη θέση αυτή.
— Έχουμε μια αναμφίβολα τεράστια πολιτιστική κληρονομιά, κάτι που αφενός κάνει τον μέσο Έλληνα να νιώθει περήφανος, ακόμα κι αν δεν τη γνωρίζει σε βάθος, αφετέρου τον κάνει πολλές φορές να νιώθει μοναδικός, ανώτερος, «περιούσιος».
Μα, δεν αρκεί η πολιτιστική κληρονομιά ενός λαού για να τον καταξιώσει στον παρόντα χρόνο, όσο μεγαλειώδης και αν είναι. Οι σημερινοί Έλληνες οφείλουμε να δείξουμε ότι είμαστε πράγματι αντάξιοι απόγονοι των αρχαίων προγόνων μας. Έπειτα, μη νομίζετε, ο «κομπασμός» στον οποίο αναφέρεστε είναι μάλλον επιφανειακός. Έχοντας πολυετή πείρα στο αντικείμενο και συναναστραφεί πολλούς ξένους –έζησα και τρία χρόνια στην Αμερική–, διαπιστώνω ότι οι περισσότεροι Έλληνες νιώθουμε ένα αίσθημα μειονεξίας, μια «ηττοπάθεια» απέναντί τους.
— Εσείς, πάντως, δεν φάνηκε να είχατε κάποιο «κόμπλεξ» απέναντι στον τέως Αμερικανό Πρόεδρο Ομπάμα όταν τον ξεναγήσατε στην Ακρόπολη το '16.
Α, είμαι συνηθισμένη σε αυτά! Ήδη, απ' όταν ήμουν απλή αρχαιολόγος, χάρη και στην άριστη γνώση μου των αγγλικών, ξεναγούσα σε αρχαιότητες ξένους επισήμους.
Τον Κινέζο αντιπρόεδρο στην Κνωσσό, τον πρώην πρέσβη των ΗΠΑ Νίκολας Μπερνς, ξένους αρχαιολόγους και καθηγητές πανεπιστημίων –ανάμεσά τους ο καλός συνάδελφος Ξιάν Σανγκ, υπεύθυνος της Απαγορευμένης Πόλης του Πεκίνου–, τον Μάικλ Δουκάκη στον Μαραθώνα, τη Σοφία της Ισπανίας και την αδελφή της, την Ειρήνη... Ακόμα, έχω ξεναγήσει τον Ιταλό Πρόεδρο Σέρτζιο Ματαρέλα, τον σημερινό πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Ντόναλντ Τουσκ, τον Πιερ Μοσκοβισί, τις κυρίες Μακρόν και Στάινμαγιερ και άλλους.
— Ποιοι εξ αυτών, άραγε, ενδιαφέρονταν πραγματικά για τα αρχαία μνημεία;
Καταρχάς, ο Ομπάμα, που είναι ο ίδιος αρχαιολάτρης. Έδειξε μεγάλη προσοχή και πολύ σεβασμό. Πολύ ενημερωμένος ήταν και ο Τουσκ, που είχε μάλιστα ήδη επισκεφτεί αρκετές φορές την Ακρόπολη – «α, αυτό το ξέρω» μου έλεγε συχνά! Ο Ματαρέλα επίσης αλλά και ο Ευρωπαίος επίτροπος Γιοχάνες Χαν. Και αυτοί δεν είναι, βέβαια, οι μόνοι ξένοι που συγκινούνται περισσότερο από μας με την Ιστορία και τον πολιτισμό μας.
— Όταν προέκυψε το θέμα της παραχώρησης ή όχι της Ακρόπολης για τα γυρίσματα μιας διαφημιστικής ταινίας της Gucci, είχατε στηρίξει δημόσια την αρνητική, εν τέλει, γνωμοδότηση του ΚΑΣ, όπως κάνατε και στην πρόταση να γυριστούν σκηνές της ταινίας «Η μικρή τυμπανίστρια» στον Ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο, η οποία επίσης απορρίφθηκε.
Θα πω και σ' εσάς ότι δεν αντιτίθεμαι γενικά στην εμπορική ή καλλιτεχνική αξιοποίηση των αρχαιολογικών χώρων. Εκεί όπου διαφωνώ είναι η παραχώρηση κάποιων ξεχωριστών παγκοσμίως μνημείων, όπως η Ακρόπολη, χωρίς συγκεκριμένες προϋποθέσεις, όρους και δεσμεύσεις, που δεν ικανοποιούνταν ούτε από το αίτημα της Gucci ούτε από εκείνο για τα κινηματογραφικά γυρίσματα στον Ναό του Ποσειδώνα. Στην πρώτη περίπτωση είχαμε, μάλιστα, αντιπροτείνει το Ηφαιστείο ή Θησείο στην Αρχαία Αγορά, επίσης κορυφαίο μνημείο και από τους καλύτερα σωζόμενους αρχαίους ναούς, όμως εκείνοι ενδιαφέρονταν μόνο για τον Ιερό Βράχο. Ήθελαν, βλέπετε, το άμεσα αναγνωρίσιμο.
— Με τέτοιες αποφάσεις χάνουμε χρήμα αλλά και προβολή, διαφήμιση και τουρισμό, όπως ειπώθηκε.
Μα, η Ακρόπολη ειδικά δεν τα έχει ανάγκη αυτά. Αποτελεί μια «ζωντανή» διαφήμιση από μόνη της εδώ και 2.500 χρόνια! Είμαστε σίγουρα ιδανική χώρα-σκηνικό για ταινίες, το θέμα είναι να ταιριάζουν και με το φόντο, προβάλλοντας παράλληλα την Ιστορία μας. Πολλοί Ιταλοί, μάλιστα, μας είπαν τότε «μπράβο» που δεν ενδώσαμε στις απαιτήσεις της Gucci. Αν θέλουμε ανάπτυξη και έσοδα, ας τα επιδιώξουμε με σύγχρονους πόρους, όχι χρησιμοποιώντας την πολιτιστική μας κληρονομιά.
Μπορεί κάλλιστα να συσταθεί μια επιτροπή ειδικών που να κρίνει ποια μνημεία και με ποιους όρους μπορούν να παραχωρούνται για τέτοιες χρήσεις. Εξάλλου, μόνο στην Αττική υπάρχουν πολλές ακόμα αρχαιολογικές τοποθεσίες σημαντικές μεν, αλλά λιγότερο γνωστές, με μεγαλύτερη ανάγκη ανάδειξης, όπως ο Ραμνούντας, η Βραυρώνα και το Ιερό των Αιγύπτιων Θεών της Μπρεξίζας στον Μαραθώνα, που δεν τα ξέρει άνθρωπος και θα ήταν θαυμάσιο «φόντο» για ταινίες μυθοπλασίας.
— Οπότε, δεν διαφωνείτε με το σκεπτικό ότι τα αρχαιολογικά μνημεία θα πρέπει να συνδιαλέγονται με την κοινωνία του σήμερα.
Καθόλου, είναι άλλωστε κάτι που ήδη συμβαίνει, έχουν όμως σημασία ο τρόπος και το είδος της χρήσης! Πολλές καλλιτεχνικές εκδηλώσεις, εκθέσεις κ.λπ. φιλοξενούνται σε τέτοιους χώρους, με το Ηρώδειο να είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα.
— Συμβάλλουν όντως τέτοιες δράσεις στο να «αγκαλιάσει» περισσότερο το κοινό την πολιτιστική μας κληρονομιά;
Δυστυχώς όχι, αγαπητέ! Γίνονται ενδιαφέροντα πράγματα, τα προβάλλουμε, τα διαφημίζουμε, αλλά ο κόσμος δεν πατάει, οι Έλληνες δηλαδή, μόνο τουρίστες και σχολεία. Διοργανώσαμε π.χ. πρόσφατα μια έκθεση για τον ελληνολάτρη Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, «σωτήρα και κτίστη» της Αθήνας, στο Φετιχέ Τζαμί, στην καρδιά της πόλης, με το αντίτιμο της εισόδου του αρχαιολογικού χώρου, χωρίς επιπλέον χρέωση και ξεναγήσεις. Την εγκαινίασε η υπουργός Πολιτισμού, ανακοινώθηκε στα ΜΜΕ, όμως οι εννιά στους δέκα επισκέπτες είναι ξένοι... Δεν έχουμε αποκτήσει ακόμα συνείδηση πολιτιστική.
— Ανακαλύπτονται, άραγε, ακόμα αρχαία στο ιστορικό κέντρο;
Κοιτάξτε, έχει πια ανασκαφεί τόσο η Αθήνα που σπάνια βρίσκουμε καινούργια ευρήματα, προσπαθούμε εντούτοις να αναδεικνύουμε καλύτερα τα υπάρχοντα. Δύο τέτοιες παρεμβάσεις έγιναν πρόσφατα.
Η πρώτη έγινε στην οδό Βουλής. Κάτω από τη στοά του ξενοδοχείου Electra Metropolis (πρώην υπουργείο Παιδείας), όπως κοιτάζεις στο πεζοδρόμιο, κάτω από ένα τζάμι, υπάρχει ένα μαρμάρινο οικοδόμημα της υστεροελληνιστικής εποχής, τμήμα πιθανώς του συγκροτήματος μιας κρήνης.
Πρόκειται για νέο εύρημα σε μια παλαιά ανασκαφή της δεκαετίας του '50. Τότε είχε έρθει στο φως τμήμα των αρχαίων (κλασικών) τειχών της αρχαίας Αθήνας, το οποίο σήμερα διατηρείται στην Αίθουσα Συνεδριάσεων του ξενοδοχείου, στη γωνία Μητροπόλεως και Βουλής. Στην περιοχή υπάρχουν πλήθος αγωγοί από διάφορες ιστορικές περιόδους, καθώς είχε πολλά νερά ήδη από την αρχαιότητα λόγω και της γειτνίασης με τον Ιλισό.
Η δεύτερη στο εκκλησάκι της Αγίας Δύναμης στον ίδιο χώρο, κτίσμα του 18ου αιώνα που είχε ανεγερθεί στα θεμέλια παλαιότερου ναού. Ανακαινίστηκε κι αυτό εκ βάθρων και σήμερα αποτελεί κόσμημα.
— Ποια θα λέγατε ότι είναι η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετωπίζετε στη δουλειά σας;
Αν αναφέρεστε στην ιδιότητά μου ως έφορου, αυτό είναι σίγουρα η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού μας που αριθμεί πάνω από 600 άτομα. Ένα άλλο ζήτημα είναι να κατανοούν οι πολίτες που ανακαλύπτουν ή βρέθηκαν να κατέχουν αρχαία αντικείμενα τι πρέπει να κάνουν με αυτά. Με ενοχλεί, επίσης, η κατά το δοκούν επίκληση της προστασίας των αρχαιοτήτων για πολιτικούς και άλλους σκοπούς, όπως βολεύει τον καθένα.
— Ήσασταν κιόλας, θυμάμαι, μέλος της ομάδας που είχε επαναπατρίσει παλιότερα από τη Νέα Υόρκη δύο συλημένες αρχαιότητες, προϊόντα αρχαιοκαπηλίας. Πόσο έχει περιοριστεί το φαινόμενο στην Ελλάδα σήμερα;
Αυτό είχε γίνει το 2008. Αφορούσε δύο πολύ ωραία αντικείμενα που βρέθηκαν στη συλλογή της Σόλμπι Γουάιτ και μας επιστράφηκαν με εξωδικαστικό συμβιβασμό. Το ένα ήταν το βίαια αποσπασμένο άνω τμήμα μιας επιτύμβιας στήλης με παράσταση που είχε ανευρεθεί στο Πόρτο Ράφτη και η οποία, αφού επανασυγκολλήθηκε, εκτίθεται τώρα ακέραια στο Μουσείο Βραυρώνας. Το άλλο, ένας χάλκινος καλυκωτός κρατήρας από τη Μακεδονία. Αμφότερα είναι του 4ου π.Χ. αιώνα.
Όσο για το φαινόμενο καθαυτό, ό,τι μπορούμε κάνουμε, αλλά χρειάζεται να συνδράμει περισσότερο και η πολιτεία. Ενέργειες όπως ο υποβιβασμός της Διεύθυνσης Αρχαιοκαπηλίας σε απλό τμήμα –γιατί, άραγε, για να γλιτώσουν έναν μισθό διευθυντή;– σίγουρα δεν βοηθούν.
— Έχετε, επίσης, αναφερθεί στο θέμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στο Λεκανοπέδιο, που είναι καταστρεπτική για τα αρχαία μνημεία.
Πρόκειται, πράγματι, για ένα μεγάλο πρόβλημα που είναι κιόλας ανασταλτικός παράγοντας σε όποιες ενέργειες κάνουμε για τη συντήρηση και την προστασία τους, οι δε συνεχείς καθαρισμοί από τις μαύρες κρούστες τις οποίες σχηματίζουν οι ρύποι που επικάθονται στα πεντελικά μάρμαρα φθείρουν επίσης το ευγενές αυτό υλικό. Η μόνη λύση είναι να απαγορευτεί εντελώς η κυκλοφορία των οχημάτων στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, κάτι που είχε νομοθετηθεί κιόλας το 1979, αλλά ουδέποτε εφαρμόστηκε εξαιτίας των αντιδράσεων...
— Είναι πράγματι τόσο καταστρεπτική η ρύπανση από τα καυσαέρια των τροχοφόρων; Χειρότερη από τη βιομηχανική π.χ.;
Ναι, είναι δυστυχώς ο Νο1 κίνδυνος φθοράς για τις αρχαιότητες της Αθήνας, κάτι που επίσης φάνηκε από το πόσο βελτιώθηκε η κατάσταση στον Ιερό Βράχο αφότου πεζοδρομήθηκε η Διονυσίου Αρεοπαγίτου. Έχει αποδειχτεί πέρα από κάθε αμφιβολία ότι το αυτοκίνητο είναι ο κύριος ρυπαντής!
Ένα άλλο πρόβλημα που προέκυψε τα τελευταία χρόνια είναι το γκράφιτι και το tagging πάνω σε αρχαία μνημεία, κάτι εντελώς ανόητο, που φυσικά δεν έχει καμία σχέση με την πραγματική τέχνη του δρόμου, καθώς και η γενικότερη κουλτούρα βανδαλισμού που επικρατεί.
— Αυτοί οι συνεχείς, τυφλοί βανδαλισμοί είναι σίγουρα ένα θέμα για τα μνημεία της πόλης, αρχαία αλλά και νεότερα.
Μην το συζητάτε. Χαρακτηριστικά, είχαμε τοποθετήσει στην Ακαδημία Πλάτωνος, εκεί όπου βρισκόταν η οικία του Ακάδημου, μια ενημερωτική πινακίδα από πυρολάβα, είχαμε κάνει κι έναν νυχτερινό φωτισμό. Τη σπάσανε, την ξαναβάλαμε, την ξανασπάσανε, εν τέλει κλέψανε και τα καλώδια.
Μια άλλη τέτοια πινακίδα είχε εντοιχιστεί στη Δεξαμενή στο Κολωνάκι, εκεί όπου κατέληγε το Αδριάνειο Υδραγωγείο. Αυτήν την ξηλώσανε ως είχε. Μια τρίτη που τοποθετήσαμε πρόσφατα στην Πεντέλη, εκεί όπου στους κλασικούς χρόνους ξεκινούσε η οδός Λιθαγωγίας για να καταλήξει στην Ακρόπολη, έμαθα προχτές ότι βρέθηκε επίσης κατεστραμμένη! Τι να σας πω παραπέρα...
— Κάποια από τα προγράμματα ΕΣΠΑ που τρέχει τώρα η εφορεία σας;
Α, είναι δεκάδες και αφορούν όλη την Αττική! Παραθέτω ενδεικτικά τρία «μεγάλα» και δύο μικρότερα. Στην πρώτη κατηγορία εντάσσονται η στερέωση ενός επιστυλίου στον Ναό του Ολυμπίου Διός, η επανάχρηση του παλιού Μουσείου της Ακρόπολης που θα μετατραπεί σε μουσειακή αποθήκη και χώρο έκθεσης της ιστορίας του Ιερού Βράχου, καθώς και η πλήρης αποκατάσταση του βυζαντινού ναού των Αγίων Θεοδώρων στην πλατεία Κλαυθμώνος.
Στη δεύτερη, μια μελέτη της βιοποικιλότητας των αρχαιολογικών χώρων και των τρόπων προστασίας τους, καθώς και το πρόγραμμα «Θ-ink: Το γκράφιτι ως ιστορική μαρτυρία και ως φθορά στα αρχαία μνημεία» που απευθύνεται κυρίως σε μαθητές ώστε να τους ευαισθητοποιήσει απέναντι στο ζήτημα, να σκέπτονται δηλαδή περισσότερο οι επίδοξοι νεαροί καλλιτέχνες του δρόμου πού αφήνουν το μελάνι τους.
— Ποια αρχαιολογική περίοδος σας γοητεύει περισσότερο; Επιπλέον, ποια ιστορική φάση θα λέγαμε ότι παρουσιάζει ομοιότητες με τη σημερινή;
Με ενδιαφέρουν πολύ και η Αρχαιότητα και το Βυζάντιο, ιδιαίτερα όμως με συγκινεί η προϊστορική περίοδος, από το 10.000 π.Χ. έως το 1000 π.Χ στον ευρύτερο χώρο του Αιγαίου και της Ανατολής, διότι είναι η περίοδος κατά την οποία διαμορφώνονται οι πρώτοι και σπουδαιότεροι πολιτισμοί της Γης: ο αιγαιακός, ο μυκηναϊκός και ο μινωικός στον ελλαδικό χώρο, ο αιγυπτιακός και οι άλλοι μεγάλοι πολιτισμοί που αναπτύχθηκαν στην Εγγύς Ανατολή μέχρι και την Ινδία.
Αν τώρα κάποια ιστορική περίοδος μοιάζει με τη σημερινή, αυτή είναι σαφέστατα η κοσμοπολίτικη ελληνιστική, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος «άνοιξε» τα σύνορα, διαδίδοντας τον ελληνικό πολιτισμό μέχρι τα όρια του τότε γνωστού κόσμου. Ιδιαίτερη διείσδυση παρατηρείται τότε στην περιοχή της Συροπαλαιστίνης, με τους εκεί πληθυσμούς να ενστερνίζονται τις ελληνικές πολιτιστικές αρχές και αξίες και να αποκαλούνται ελληνιστές, εξού και η περίοδος αυτή ονομάστηκε ελληνιστική.