Πεντακόσια τριάντα επτά χρόνια έχουν περάσει από τότε που ανέβηκε στον θρόνο ο πρώτος της εμβληματικής δυναστείας της Βρετανίας, των Τιδόρ, ο Ερρίκος Ζ΄. Η πολυτάραχη ιστορία της δυναστείας αυτής δεν έχει πάψει να προκαλεί το ενδιαφέρον για τις περίπλοκες αντιπαλότητες και μια σειρά από ταραχώδεις περιόδους βασιλείας, από την κατάληψη του θρόνου από τον Ερρίκο Ζ΄ έως τον θάνατο της εγγονής του Ελισάβετ Α΄ το 1603.
Η δυναστεία των Τιδόρ αποτελούσε έναν σταθερό και ακμάζοντα οίκο για τις τέχνες. Μια διεθνής κοινότητα καλλιτεχνών και εμπόρων, πολλοί από τους οποίους ήταν θρησκευτικοί πρόσφυγες, έφτασε στα παλάτια τους και υπηρέτησε με πάθος και αφοσίωση τις υψηλές απαιτήσεις και τα βασιλικά γούστα όσων εκπροσωπούσαν τη δυναστεία.
Με φόντο τις μεταβαλλόμενες πολιτικές σχέσεις με την ηπειρωτική Ευρώπη, οι αυλές των Τιδόρ ήταν πραγματικά κοσμοπολίτικες, χρησιμοποίησαν την τέχνη για να νομιμοποιήσουν και να δοξάσουν τις ταραχώδεις βασιλείες τους και καυχιόντουσαν για το έργο Φλωρεντινών γλυπτών, Γερμανών ζωγράφων, Φλαμανδών υφαντών και των καλύτερων οπλουργών, χρυσοχόων και τυπογράφων της Ευρώπης, ενώ παράλληλα συνέβαλαν στην ανάδυση ενός καθαρά αγγλικού στυλ.
Με φόντο τις μεταβαλλόμενες πολιτικές σχέσεις με την ηπειρωτική Ευρώπη, οι αυλές των Τιδόρ ήταν πραγματικά κοσμοπολίτικες, χρησιμοποίησαν την τέχνη για να νομιμοποιήσουν και να δοξάσουν τις ταραχώδεις βασιλείες τους και καυχιόντουσαν για το έργο Φλωρεντινών γλυπτών, Γερμανών ζωγράφων, Φλαμανδών υφαντών και των καλύτερων οπλουργών, χρυσοχόων και τυπογράφων της Ευρώπης, ενώ παράλληλα συνέβαλαν στην ανάδυση ενός καθαρά αγγλικού στυλ.
Στην έκθεση στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης με τίτλο «The Tudors: Art and Majesty in Renaissance England», που ανοίγει τις πόρτες της στις 10 Οκτωβρίου 2022, παρουσιάζονται έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν υπό την αιγίδα και των πέντε μοναρχών των Τιδόρ: Ερρίκος Ζ΄ (βασίλευσε 1485-1509), Ερρίκος Η΄ (1509-47), Εδουάρδος ΣΤ΄ (1547-53), Μαρία Α΄ (1553-58) και Ελισάβετ Α΄ (1558-1603).
Η έκθεση είναι οργανωμένη θεματικά, σε πέντε ενότητες, μέσα σε έναν συνολικό εκθεσιακό σχεδιασμό που παραπέμπει στις μακρόστενες αίθουσες και τις εσοχές που καθόριζαν την αρχιτεκτονική των ανακτόρων των Τιδόρ. Παρακολουθεί παράλληλα τη μεταμόρφωση των τεχνών στην Αγγλία των Τιδόρ μέσα από περισσότερα από 100 αντικείμενα – συμπεριλαμβανομένων εμβληματικών πορτρέτων, εντυπωσιακών ταπισερί, χειρογράφων, γλυπτών και πανοπλιών.
Η ιστορία ενός διάσημου, ταραγμένου οίκου
Ο πρώτος μονάρχης των Τιδόρ, Ερρίκος Ζ΄, κατέλαβε τον αγγλικό θρόνο από τον Ριχάρδο Γ΄ στη μάχη του Μπόσγουορθ στο Λεϊσεστερσάιρ το 1485, σε ηλικία είκοσι οκτώ ετών. Ουαλικής καταγωγής, αμέσως μετά τη στέψη του παντρεύτηκε με την Ελισάβετ του Γιορκ, βοηθώντας με αυτό τον τρόπο στην ύφεση της διαμάχης μεταξύ των οίκων του Λάνκαστερ και του Γιορκ, που είχε ως αποτέλεσμα τον «Πόλεμο των Ρόδων». Ο Ερρίκος Ζ’ ήταν ο πρώτος ισχυρός βασιλιάς μετά τον εμφύλιο πόλεμο που οδήγησε ξανά την Αγγλία σε μεγάλη ευημερία. Έκανε τέσσερα παιδιά: τον Αρθούρο της Ουαλίας, τη Μαργαρίτα Τιδόρ, τον Ερρίκο Η ' και τη Μαρία Τιδόρ της Γαλλίας.
Ο Ερρίκος Η΄ ήταν δεκαεπτά ετών όταν έγινε βασιλιάς, το 1509, κληρονομώντας τον θρόνο του πατέρα του. Ήταν ψηλός και αθλητικός και ο Ενετός πρέσβης το 1515 τον περιέγραψε ως «τον πιο όμορφο ηγεμόνα που αντίκρισα ποτέ». Βασιλιάς φιλόδοξος, με επιθετική εξωτερική πολιτική και μεγάλη σκληρότητα, έγινε περισσότερο γνωστός για τους έξι γάμους του. Από τις έξι γυναίκες που παντρεύτηκε, αποκεφάλισε τις δύο.
Δυσαρεστημένος με την αδυναμία της πρώτης του συζύγου, Αικατερίνης της Αραγωνίας, να του δώσει τον πολυπόθητο άρρενα διάδοχο, ο Ερρίκος τη διαζεύχθηκε, με αποτέλεσμα την απόσχιση της Αγγλίας από την Καθολική Εκκλησία και την ανακήρυξη του Ερρίκου ως «μόνης κεφαλής, ανώτατου άρχοντα, προστάτη και υπερασπιστή» της Εκκλησίας της Αγγλίας και τη δημιουργία της Αγγλικανικής Εκκλησίας. Αυτή του η πράξη θα άλλαζε ριζικά την πορεία της ιστορίας της Αγγλίας.
Ο Ερρίκος ακύρωσε τον πρώτο του γάμο για να παντρευτεί την Άννα Μπολέιν, που δεν κατάφερε να του δώσει τον διάδοχο που τόσο επιθυμούσε, αλλά το 1533 γέννησε μια κόρη, που θα γινόταν η βασίλισσα Ελισάβετ Α΄. Η τρίτη σύζυγος του Ερρίκου Η΄, η Τζέιν Σίμουρ, κατάφερε να του δώσει τον κληρονόμο που τόσο επιθυμούσε, τον Εδουάρδο ΣΤ΄,που ανέβηκε στον θρόνο σε ηλικία μόλις εννέα ετών.
Η βασιλεία του, υπό την καθοδήγηση του Έντουαρντ Σίμουρ, δούκα του Σόμερσετ, και στη συνέχεια του Τζον Ντάντλι, δούκα του Νορθάμπερλαντ, οδήγησε στη δημιουργία της προτεσταντικής Εκκλησίας της Αγγλίας. Λίγο πριν τον θάνατό του, αποκλήρωσε τις δύο αδερφές του και άφησε τον θρόνο στην Λαίδη Τζέιν Γκρέι, κόρη της Μαρίας, αδερφής του Ερρίκου Η΄. Πέθανε από φυματίωση λίγο πριν δέκατα έκτα γενέθλιά του.
Η Μαρία Α’, ετεροθαλής αδερφή του Εδουάρδου ΣΤ’ (παιδί του Ερρίκου Η΄ και της πρώτης συζύγου του Αικατερίνης της Αραγωνίας), ήταν τριάντα επτά ετών όταν στέφθηκε βασίλισσα της Αγγλίας. Η τέταρτη εστεμμένη μονάρχης της δυναστείας των Τιδόρ έμεινε γνωστή για την επαναφορά του ρωμαιοκαθολικισμού στην Αγγλία.
Παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Φίλιππο Β΄ της Ισπανίας, για λόγους πολιτικών συμφερόντων. Ήταν φιλάσθενη και υπέφερε από φοβερούς πονοκεφάλους. Κατά τη βασιλεία της διέταξε το κάψιμο στην πυρά περίπου 300 αντιφρονούντων, κερδίζοντας επάξια το προσωνύμιο «Bloody Mary» (Αιμοσταγής Μαρία). Ο λαός τη μισούσε. Εξαντλημένη από τις πολλές εγκυμοσύνες, πέθανε το 1558 και στον θρόνο ανέβηκε, σε ηλικία 25 ετών, η διάδοχός της Ελισάβετ Α΄ (παιδί του Ερρίκου Η΄ και της Άννα Μπολέιν), η οποία ανέτρεψε κάθε προσπάθειά της για την αναβίωση του καθολικισμού.
Η Ελισάβετ δεν παντρεύτηκε ποτέ και την αποκαλούσαν «Παναγία Βασίλισσα» στο τελευταίο μέρος της βασιλείας της. Ήταν προτεστάντισσα, αλλά κατά τη διάρκεια της βασιλείας της οι θρησκευτικές συγκρούσεις περιορίστηκαν και η Αγγλία ξεκίνησε τη μεγάλη της επέκταση στο εξωτερικό. Η ήττα της Ισπανικής Αρμάδας το 1588 έκανε την Ελισάβετ ζωντανό θρύλο στα μάτια των Άγγλων και βοήθησε στην παγκόσμια ναυτική κυριαρχία της χώρας.
Η βασίλισσα βρήκε μια επικίνδυνη αντίπαλο στο πρόσωπο της καθολικής της εξαδέρφης, της Μαρίας, βασίλισσας των Σκωτσέζων, που ήταν σύζυγος του Γάλλου βασιλιά Φραγκίσκου Β΄. Τη φυλάκισε για 19 χρόνια. Στις 8 Φεβρουαρίου του 1587, με εντολή της Ελισάβετ, η Μαρία Στιούαρτ αποκεφαλίστηκε. Ο γιος της θα γινόταν βασιλιάς της Σκωτίας και της Αγγλίας.
Η Ελισάβετ αναγνωρίστηκε ως πολιτική και στρατιωτική ιδιοφυΐα. Στον «Χρυσό Αιώνα», όπως αποκαλείται η περίοδος κατά την οποία βασίλευσε, αναπτύχθηκαν οι τέχνες και ο πολιτισμός, η Αγγλία είδε την εμφάνιση των πρώτων δημόσιων θεαμάτων και θεάτρων, ενώ αναπτύχθηκε εξαιρετική λογοτεχνία. Τα έργα της ελισαβετιανής περιόδου είναι διάσημα μέχρι τις μέρες μας.
Οι παραξενιές της Ελισάβετ ήταν διαβόητες αλλά δεν κατάφεραν να επισκιάσουν το μεγάλο έργο που άφησε, σε μια χώρα που την έκανε πανίσχυρη. Πέθανε το 1603, σε ηλικία 69 ετών. Ήταν από τους δημοφιλέστερους μονάρχες της Αγγλίας. Δεν άφησε φυσικούς απογόνους και στον θρόνο τη διαδέχτηκε ο Ιάκωβος Α΄, βασιλιάς της Σκωτίας. Με τον θάνατό της αρχίζει η ιστορία της δυναστείας των Στιούαρτ.
Οι τέχνες στην αυλή των Τιδόρ
Τα εξαιρετικής τέχνης αντικείμενα και τα πορτρέτα που δημιουργήθηκαν στην περίοδο των Τιδόρ έχουν να αφηγηθούν πολύπλοκες και συχνά ταραχώδεις ιστορίες σε ένα ασταθές και διαρκώς μεταβαλλόμενο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον.
Οι Τιδόρ δημιούργησαν γύρω τους αίσθηση μεγαλείου μέσα σε μια εύθραυστη πραγματικότητα διαρκών προκλήσεων και παρασκηνιακών διεκδικήσεων του θρόνου. Τα έργα της αγγλικής αναγεννησιακής λογοτεχνίας, ιδίως τα έργα του Ουίλιαμ Σαίξπηρ, καταγράφουν την εποχή, ενώ δημιουργήθηκαν απίστευτα έργα παραστατικών και διακοσμητικών τεχνών, σε αντικείμενα που κατασκευάστηκαν ή αποκτήθηκαν για την αυλή και αποτελούν μια εικονογράφηση της ιστορίας της δυναστείας, η οποία αφιέρωσε τεράστιους πόρους προκειμένου να δημιουργηθεί η δημόσια εικόνα των θεόσταλτων ηγεμόνων, ώστε να στηριχθούν οι διαρκώς παραπαίουσες αξιώσεις τους στον θρόνο.
Κυριαρχούσαν οι προσωπογραφίες, γιατί στην Αγγλία του 16ου αιώνα τα πορτρέτα κατέγραφαν την ιδιότητα, την καταγωγή, την κοινωνική τάξη και την πολιτική ένταξη, καθώς και τη φυσική εμφάνιση. Ήταν δημοφιλή γιατί επέτρεπαν στους απομακρυσμένους συγγενείς να διατηρούν επαφή ή στους βασιλείς να αξιολογούν την ελκυστικότητα και την υγεία των πιθανών μελλοντικών συζύγων. Η εμφάνιση του πορτρέτου-μινιατούρας, που προοριζόταν να κρατιέται στο χέρι ή να φοριέται, ενίσχυσε τη σχέση και τον ρόλο της προσωπογραφίας στη γεφύρωση των γεωγραφικών αποστάσεων.
Η έκθεση στο ΜΕΤ, που κορυφώνεται με την ενότητα «Αλληγορίες και Εικόνες», παρουσιάζει, εκτός από τις προσωπογραφίες των βασιλέων, μια συλλογή εντυπωσιακών απεικονίσεων της Ελισάβετ Α΄, της τελευταίας των Τιδόρ, συμπεριλαμβανομένων των περίφημων πορτρέτων «Ditchley» και «Rainbow», από τη National Portrait Gallery (Λονδίνο).
Αντιμετωπίζοντας τεράστια πίεση ως ανύπαντρη γυναίκα, η βασίλισσα ασκούσε αυστηρό έλεγχο στην εικόνα της. Οι προσωπογράφοι που εργάζονταν για λογαριασμό της είχαν επιλεγεί με μεγάλη προσοχή και ασκούσαν την τέχνη τους κάτω από διαρκή έλεγχο. Αντλούσαν από τις περίτεχνες αλληγορίες που επινόησαν οι αυλικοί ποιητές για να αποτίσουν φόρο τιμής στη βασίλισσα και τις τεράστιες εξουσίες της.
Καθώς η προτεσταντική μεταρρύθμιση είχε επιφέρει την καταστροφή ή την απομάκρυνση των θρησκευτικών εικόνων από τις αγγλικές εκκλησίες, οι περισσότεροι καλλιτέχνες επικεντρώθηκαν στο να επενδύσουν στη μονάρχη –ως νεοανακηρυχθείσα επικεφαλής της Εκκλησίας– και στην ιερή της εξουσία.
Ταυτόχρονα, οι τυπογράφοι δημιούργησαν εικόνες μαζικής παραγωγής που εξυμνούσαν την Ελισάβετ ως προστάτιδα του προτεσταντικού αγώνα. Αυτό το καλλιτεχνικό ύφος θα διαρκέσει μέχρι τη δυναστεία των Στιούαρτ, που μετά τον θάνατο της Ελισάβετ εγκαινίασε μια νέα εποχή καλλιτεχνικού στυλ.
Στην έκθεση του ΜΕΤ παρουσιάζονται οι πλούσια διακοσμημένοι εσωτερικοί χώροι των παλατιών των Τιδόρ, που ήταν γεμάτοι με ταπισερί, έργα μεταλλοτεχνίας και πλούσια κοστούμια τα οποία φορούσαν όλοι όσοι υπηρετούσαν την αυλή.
Καθώς οι μονάρχες ταξίδευαν μεταξύ των κατοικιών τους, τα φορητά έπιπλα που μετέφεραν μαζί τους ήταν ανάλογα της μεγαλοπρέπειάς τους. Ταπισερί πλούσια υφασμένες με μάλλινα, μεταξωτά και μεταλλικά νήματα τύλιγαν τα δωμάτια. Τα ιδιωτικά παρεκκλήσια ήταν γεμάτα λατρευτικά χειρόγραφα και εικόνες και στην έκθεση περιλαμβάνεται το προσωπικό βιβλίο ψαλμών του Ερρίκου Η΄ με τις χειρόγραφες σημειώσεις του.
Οι μονάρχες έδειχναν μεγάλη προτίμηση στο έργο των ντόπιων καλλιτεχνών και των νεοαφιχθέντων Φλαμανδών και Γάλλων μεταναστών, με τρόπο που συνδύαζε το κλασικό, το φυσικό και το νεομεσαιωνικό, διαμορφώνοντας μια μοναδική, αγγλική αναγεννησιακή αισθητική. Όπως και άλλες ελίτ της αναγεννησιακής Ευρώπης, οι Τιδόρ ενδιαφέρθηκαν για την καλλιτεχνική κληρονομιά της αρχαίας Ελλάδας και της Ρώμης.
Στις διακοσμητικές τέχνες της Αγγλίας του 16ου αιώνα, ωστόσο, αυτή η κλασική παράδοση αναμειγνύονταν συχνά με μια νέα προτίμηση για μοτίβα από τον φυσικό κόσμο και τη γοητεία που ασκούσε η αδάμαστη άγρια φύση ως τόπος απελευθέρωσης.
Μια ταραγμένη εποχή με ανεξάντλητες ιστορίες
Αν υπάρχει ένας αιώνας στον οποίο «δοξάστηκε» η δυναστεία των Τιδόρ, είναι ο εικοστός. Η δεύτερη «καριέρα» τους συναγωνίζεται την πρώτη σε δημοτικότητα, επιτυχία και χρήμα.
Επτά χρόνια κράτησε η έρευνα στη National Portrait Gallery για την έκθεση των Τιδόρ το 2015. Πολλοί από τους ζωγράφους των βασιλικών πορτρέτων παραμένουν άγνωστοι, αλλά η εξέταση των έργων μάς έφερε μπροστά σε ένα σωρό λεπτομέρειες.
Τα ωχρά μάγουλα της Ελισάβετ, για παράδειγμα, σε ένα πορτρέτο της στα 40 της χρόνια, που αποτέλεσε πρότυπο της απεικόνισής της και την παρουσίαζε με την αυταρχικότητα ενός απόμακρου ατόμου που έμοιαζε με φάντασμα, δεν ήταν πάντα ωχρά. Ήταν ρόδινα, απλώς ξεθώριασε η μπογιά. Όπως επίσης τα πόδια του βασιλιά Εδουάρδου ΣΤ’, ο οποίος βασίλεψε και πέθανε με τραγικό τρόπο, πολύ νέος, έχουν γίνει πιο μεγάλα, έχουν επιζωγραφιστεί, για να παρουσιαστεί μια πιο επιβλητική στάση για ένα εννιάχρονο αγόρι που μόλις είχε ανεβεί στον θρόνο.
Με την ιατρική να μην έχει αναπτυχθεί, οι επιδημίες θέριζαν κυριολεκτικά τον πληθυσμό, που ζούσε στριμωγμένος, σε άθλιες συνθήκες υγιεινής. Η ευλογιά, η φυματίωση, η χολέρα χτυπούσαν τους φτωχούς και περισσότερο τα παιδιά. Μέσος όρος ζωής για τους φτωχούς, τα 35 χρόνια. Το Λονδίνο, παρά τις δύσκολες συνθήκες και την πολυκοσμία του, ήταν ο μόνος τόπος όπου μπορούσαν να βγάλουν χρήματα οι κάτοικοι της περιφέρειας.
Σε όλη τη διάρκεια της βασιλείας των Τιδόρ, ο κόσμος εξακολουθούσε να μεταναστεύει εσωτερικά και να φτάνει στη μεγάλη πόλη. Το καλοκαίρι του 1551 σημειώθηκε στο Λονδίνο ένα τρομερό ξέσπασμα της «ασθένειας της εφίδρωσης», ενώ κυριολεκτικά θέριζαν η ιλαρά, η ευλογιά και η φυματίωση. Όταν οι Στιούαρτ ανέβηκαν στον θρόνο της Αγγλίας, το 1603, αντιμετώπισαν τη Μεγάλη Πανούκλα και τη μεγάλη πυρκαγιά του Λονδίνου έναν χρόνο αργότερα.
Η Άννα Μπολέιν είναι η πιο προβεβλημένη «σταρ» του οίκου των Τιδόρ. Ήταν γόνος της αριστοκρατίας, αρκετά μορφωμένη και καλλιεργημένη, ελκυστική, με «εξωτική» ομορφιά, και κάποιοι υποστηρίζουν ότι ήταν εξαδάκτυλη.
Επτά χρόνια από τότε που έγινε ερωμένη του Ερρίκου, παντρεύτηκαν δημιουργώντας σχίσμα στις σχέσεις του βασιλιά με την Καθολική Εκκλησία. Η Άννα γέννησε μια κόρη, απέβαλε πολλές φορές, ενώ η ερωτική τους ιστορία ατόνησε. Ο Ερρίκος είχε βρει πλέον νέο ερωτικό ενδιαφέρον, ενώ οι πολιτικοί της αντίπαλοι στην αυλή και η νέα του σύζυγος την κατηγόρησαν για προδοσία, αιμομιξία με τον μικρότερο αδερφό της, μαγεία, και απόπειρα δηλητηρίασης του Ερρίκου Φιτζρόι, νόθου γιου του συζύγου της.
Αποκεφαλίστηκε στον Πύργο του Λονδίνου στις 19 Μαίου 1536. Ο Ερρίκος την επόμενη μέρα αρραβωνιάστηκε την Τζέιν, την τρίτη του σύζυγο. Ο θρύλος λέει ότι η Άννα είναι ένα από τα πολλά φαντάσματα του Πύργου του Λονδίνου, ένα ακέφαλο φάντασμα που δεν έχει βρει ποτέ ανάπαυση.
Η Χίλαρι Μαντέλ με το βιβλίο της «Γουλφ Χολ» μάς γυρίζει πίσω στην Αγγλία των Τιδόρ, τη δεκαετία του 1520, όταν η χώρα βρίσκεται στα πρόθυρα του χάους.
Ο Ερρίκος Η΄ θέλει πάση θυσία να αποκτήσει γιο, ώστε να διασφαλίσει τη διαδοχή στον θρόνο και να αποφευχθεί η πιθανότητα του εμφυλίου πολέμου. Θέλει να ακυρώσει τον γάμο του και να παντρευτεί την ερωμένη του Άννα Μπολέιν. Οι επιθυμίες του προσκρούουν στην αρνητική στάση του Πάπα της Ρώμης, στάση για την οποία το τίμημα θα το πληρώσει αρχικά ο Λόρδος Καγκελάριος του Ερρίκου, ο περίφημος αρχιεπίσκοπος Γούλσι.
Τον γόρδιο δεσμό καλείται να λύσει ο Τόμας Κρόμγουελ, δεξί χέρι του Γούλσι, που μετά την πτώση του προστάτη του θα κατορθώσει με τη σιδερένια του θέληση και τον πραγματισμό του όχι μόνο να επιβιώσει στη λυκοφωλιά της αυλής των Τιδόρ αλλά να γίνει ο άνθρωπος-κλειδί της διακυβέρνησης του Ερρίκου.
Στο επόμενο βιβλίο της, τα «Γεράκια», που τιμήθηκε και αυτό το 2012 με το βραβείο Man Booker, η Χίλαρι Μαντέλ διερευνά με τον ίδιο δεξιοτεχνικό τρόπο ένα από τα πιο αινιγματικά και πιο τρομακτικά επεισόδια στην αγγλική ιστορία: την πτώση της Άννας Μπολέιν.
Τα «Γεράκια» είναι μια εύγλωττη εικόνα, μια τολμηρή ματιά στην Αγγλία των Τιδόρ, συνάμα όμως μια ανατομία της απόλυτης εξουσίας, της απόλυτης ισχύος, ενός κόσμου αρπακτικών, γεγονός που καθιστά το μυθιστόρημα βαθιά διαχρονικό.