Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΤΟΝ ΑΦΙΛΟΞΕΝΟ, αμμώδη πλανήτη Αράκις ανάμεσα στον Οίκο των Ατρειδών και τους Χαρκόνεν γίνεται για το περίφημο μπαχαρικό, ένα ελιξίριο που παρατείνει τη ζωή και έχει μαγικές ιδιότητες, μια σαφής μεταφορά μιας ουσίας που αναμειγνύει το πολύτιμο πετρέλαιο και το άλλο καύσιμο, τα ναρκωτικά.
Ας σημειώσουμε πως ο Φρανκ Χέρμπερτ δημοσίευσε την πρώτη από τις πολλές περιπέτειες του Dune το 1965, συναισθανόμενος την κουλτούρα που θα κυριαρχούσε στα επόμενα χρόνια, συνειδητοποιώντας επίσης πως το Μεσανατολικό έχει δραματικό ψωμί και προσφέρεται για αλληγορία επιστημονικής φαντασίας, που όχι μόνο παντρεύει διαφορετικούς και παραπάνω από έναν μύθους (μια συγγραφική πρωτοτυπία εκ μέρους του) αλλά γεφυρώνει πολιτισμικά τη Δύση με την Ανατολή, χωρίς να χρειαστεί να καταφύγει εμφανώς σε παραμύθια.
Ο Δούκας των Ατρειδών (Όσκαρ Άιζακ) και το αρχοντόπουλο, ο γιος του (Τιμοτέ Σαλαμέ), που κατέχει ικανότητες την ισχύ των οποίων δεν ελέγχει ακόμη, είναι οι ευγενείς που αναλαμβάνουν την προστασία μιας ερήμου με μαντιλοφόρες και αντάρτες κρυμμένους στους βράχους, τους Φρέμεν, που με το που βλέπουν το νεαρό Πολ, τον χαιρετίζουν ως τον Νέο Μεσσία – ενδεχομένως έχουν δίκιο, αφού κι εκείνος έχει οράματα, συνήθως δυσοίωνα, και νιώθει αδιόρατα μια αίσθηση ιερής αποστολής, όποτε δεν ονειρεύεται μια ατίθαση πριγκίπισσα με το πρόσωπο της Ζεντάγια!
Είναι μια παράξενη επιστημονική φαντασία αυτή η βελτιωμένη απόδοση του Dune, αφού η επιστήμη παίζει μικρό ρόλο και η φαντασία παραχωρεί τη θέση της στη νομοτέλεια της τραγωδίας και ένα υβρίδιο ιουδαιοχριστιανικού οριενταλισμού.
Ο ψηλός λιγνός Μεσσίας προσπαθεί να βάλει τάξη στο πολιτικό χάος, αλλά, σαν την κατάρα που βαραίνει τους δικούς μας Ατρείδες, πρέπει συνεχώς να προλάβει το κακό που μόλις αναγγέλλεται, έχοντας την επιπλέον «φρίκη» πως είναι ανεπαρκής ή, ακόμη χειρότερα, μια απειλή για τους άλλους.
Ο Σαλαμέ τεστάρει το star power που υποσχέθηκε με τις ανεξάρτητες παραγωγές και όντως στερεώνεται καλά και φυσικά σε ένα έπος μεγαλειώδους κλίμακας όπου παρελαύνουν, θα λέγαμε με παραθετική επιδειξιομανία, αν δεν ήταν τόσο κομψός και προσεκτικός στο συνολικό χειρισμό των προσώπων και των χαρακτήρων ο Ντενί Βιλνέβ, ένα σωρό πασίγνωστοι ηθοποιοί, από τον Τζέισον Μομόα και τον Τζος Μπρόλιν μέχρι τη Σαρλότ Ράμπλινγκ, που εξελίσσεται σε νέο Άντονι Κουίν των αγγλόφωνων blockbusters.
Ο Καναδός σκηνοθέτης απλοποιεί μια πολύ δύσκολη υπόθεση: να ξεδιαλύνει τον μίτο μιας πλοκής συσσωρευμένης με πολλούς χαρακτήρες, σε διαφορετικά σκηνικά, επιμένοντας σε φυσικά, μνημειώδη, φαραωνικά σετ και απτούς, κινηματογραφικά καθορισμένους χώρους.
Η άνυδρη Γη της Επαγγελίας που εποφθαλμιούν οι αποικιοκράτες και πασχίζουν να διατηρήσουν οι δύσπιστοι, αγριεμένοι, φτωχοί, αν και προηγμένοι σε τεχνολογία επιβίωσης, γηγενείς κρύβει θανάσιμες απειλές στο υπέδαφος, μαζί με το δυσεύρετο macguffin που όλοι επιθυμούν, και αποτελεί τον τόπο συνάντησης μιας ταινίας 155 λεπτών, υφολογικά όμορης με το Blade Runner και το Arrival, απότοκη της πυρετώδους αμφιβολίας του Λόρενς της Αραβίας, αντί για τρελαμένο πρότυπο μονομαχιών για επερχόμενα videogames και διαγαλαξιακές εκρήξεις για τους άμυαλους ποπκορνάδες, με συνεχώς κλιμακούμενη αφήγηση, στο σημείο που μοιάζει με μια γιγαντιαία εισαγωγή για κάτι που θα έρθει, με τη λίγο ασαφή υπόσχεση να είναι καλύτερο και διαυγέστερο.
Είναι μια παράξενη επιστημονική φαντασία αυτή η βελτιωμένη απόδοση του Dune (εύκολο, αφού εκείνη του Λιντς απέφευγε όποια λογική συνάφεια, και του Χοντορόφκσι έμεινε στα χαρτιά), αφού η επιστήμη παίζει μικρό ρόλο και η φαντασία παραχωρεί τη θέση της στη νομοτέλεια της τραγωδίας και ένα υβρίδιο ιουδαιοχριστιανικού οριενταλισμού. Το γούστο του Βιλνέβ αφομοιώνει επιδράσεις και θεματικές, ωστόσο μια εκκρεμότητα συννεφιάζει το αποτέλεσμα, σαν το τρομαγμένο βλέμμα του Σαλαμέ μέχρι την οιωνεί τελική σκηνή. Το cliffhanger του φρενάρει απότομα, πριν καν διακρίνουμε γκρεμό στον μακρινό ορίζοντα.