Mία από τις αγαπημένες δραστηριότητες των φανατικών σινεφίλ είναι να αναζητούν πληροφορίες και να συζητούν για κινηματογραφικά σχέδια μεγάλων δημιουργών που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ. Συχνά τα πρότζεκτ αυτά αποκτούν μυθική διάσταση, κυρίως επειδή δεν τα είδαν ποτέ κι έτσι μπόρεσαν να πλάσουν στο μυαλό τους εκείνο το ανυπέρβλητο αριστούργημα που το σύμπαν δεν συνωμότησε για να αποκτήσουν, ασχέτως του αν το ήθελαν πάρα πολύ και οι ίδιοι και ο σκηνοθέτης του. Αν η ταινία γυριζόταν κάποτε, το αποτέλεσμα μπορεί να μη δικαίωνε τις προσδοκίες τους.
Ο «Δον Κιχώτης» του Τέρι Γκίλιαμ έφτασε στις αίθουσες δύο δεκαετίες μετά την πρώτη απόπειρα του σκηνοθέτη να μεταφέρει στην οθόνη μια meta εκδοχή των περιπετειών του ήρωα του Θερβάντες. Για χρόνια διαβάζαμε κείμενα για το φιλμ που ο Γκίλιαμ πάσχιζε με πάθος χαρτοπαίχτη να γυρίσει, για την ταινία εκείνη που, αν ποτέ γινόταν πραγματικότητα, θα καθόριζε τη φιλμογραφία του σκηνοθέτη.
Τελικά, το «The man who killed Don Quixote» (2018) ήταν μια ταινία που απευθυνόταν κυρίως στους hardcore οπαδούς του. Μάλιστα, μια μερίδα της κριτικής το μίσησε τόσο, που θα προτιμούσε να είχαμε μείνει μόνο με το ντοκιμαντέρ «Lost in La Mancha» (2002), το μαύρο κουτί εκείνης της καταστροφικής πρώτης απόπειρας να γυριστεί το έργο. Έχουν άδικο, μα αυτό είναι μια άλλη ιστορία.
Οι κριτικοί στηλίτευσαν τους σπιλμπεργκισμούς που «μόλυναν» με συναισθήματα το «Α.Ι.»‒ το αστείο είναι ότι όλα τα σημεία στα οποία στάθηκαν για να στηρίξουν την πολεμική τους ήταν ιδέες του Κιούμπρικ.
Ενδεικτική και η περίπτωση του «Α.Ι.» (2001), έργου το οποίο δούλευε για χρόνια ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ και τελικά σκηνοθέτησε ο Στίβεν Σπίλμπεργκ υπό τις ευλογίες του Κιούμπρικ και στηριγμένος στις οδηγίες που άφησε πίσω του. Πρόκειται για μεγάλη στιγμή του σινεμά επιστημονικής φαντασίας, δεδομένα κάποια στιγμή θα επανεκτιμηθεί, στην εποχή του όμως κατέρρευσε υπό το βάρος του hype. Οι κριτικοί στηλίτευσαν τους σπιλμπεργκισμούς που «μόλυναν» με συναισθήματα τη διανοητική κατασκευή του Κιούμπρικ ‒ το αστείο είναι ότι όλα τα σημεία στα οποία στάθηκαν για να στηρίξουν την πολεμική τους ήταν ιδέες του Κιούμπρικ.
Τα παραπάνω δύο παραδείγματα αποδεικνύουν πως μερικά αριστουργήματα, για να παραμείνουν τέτοια στο συλλογικό ασυνείδητο, πρέπει να μείνουν ανεκπλήρωτα. Ακολουθούν έξι χαρακτηριστικές περιπτώσεις τέτοιων «αριστουργημάτων», έξι μεγαλεπήβολα κινηματογραφικά σχέδια που δεν πραγματοποιήθηκαν ποτέ, στοιχειώνοντας τη σκέψη και πυροδοτώντας τη φαντασία χιλιάδων σινεφίλ.
Kaleidoscope
του Άλφρεντ Χίτσκοκ
Επηρεασμένος από τους μοντερνισμούς της γαλλικής νουβέλ βαγκ, το 1967 ο Άλφρεντ Χίτσκοκ θέλησε να προβεί κι αυτός σε φορμαλιστικούς πειραματισμούς και πίστεψε πως βρήκε το κατάλληλο όχημα στην ιστορία ενός νεκρόφιλου σίριαλ κίλερ. Ένα τιμητικό Όσκαρ, το επονομαζόμενο βραβείο Ίρβιν Θάλμπεργκ και οι θρυλικές συνεντεύξεις του με τον Φρανσουά Τριφό είχαν θεμελιώσει τη θέση του στη συνείδηση της κινηματογραφικής κοινότητας, μα έλα που για τη βιομηχανία αξίζεις όσο η τελευταία σου ταινία και ο Χίτσκοκ είχε δύο εισπρακτικές αποτυχίες στη σειρά. Η πρόθεσή του για αισθητικούς νεωτερισμούς, σε συνδυασμό με το μακάβριο θέμα, τρόμαξε τα στούντιο κι έτσι δεν μπόρεσε να βρει ποτέ χρηματοδότηση. Μερικές από τις ιδέες που είχε για το φιλμ ενσωματώθηκαν λίγα χρόνια μετά στο «Frenzy» (1972), μα το τελευταίο ήταν μια πολύ πιο συμβατική ταινία από εκείνη που είχε οραματιστεί αρχικά ο Βρετανός σκηνοθέτης.
Napoleon
του Στάνλεϊ Κιούμπρικ
Το ιερό δισκοπότηρο των «αριστουργημάτων» που δεν γυρίστηκαν ποτέ είναι η ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ για τον θρυλικό στρατηλάτη. Mε τη χαρακτηριστική αφοσίωση (και εμμονή) που τον διέκρινε, ο Κιούμπρικ προετοίμαζε δύο χρόνια το φιλμ, συλλέγοντας πληροφορίες από 276(!) διαφορετικά βιβλία και στέλνοντας ανθρώπους για scouting σε όλα τα μέρη από τα οποία πέρασε ο Ναπολέων με τη στρατιά του. Ήταν έτοιμος να ξεκινήσει την παραγωγή της ταινίας για λογαριασμό της MGM, όταν η διοίκηση της εταιρείας πέρασε σε νέα χέρια. Σε αντίθεση με τους προκατόχους τους, οι νέοι διοικούντες δεν έβλεπαν με καθόλου καλό μάτι τα δαπανηρά σχέδια, η παταγώδης αποτυχία του θεματικά συγγενούς «Waterloo» (1970) με τον Ροντ Στάιγκερ ήταν βούτυρο στο ψωμί τους κι έτσι το φιλμ δεν πήρε ποτέ το πράσινο φως για να ξεκινήσει γυρίσματα. Ουδέν κακόν αμιγές καλού: ο Κιούμπρικ αξιοποίησε μέρος της μελέτης και της προετοιμασίας του μερικά χρόνια μετά, στα γυρίσματα του «Barry Lyndon» (1975).
Dune
του Αλεχάντρο Γιοντορόφσκι
Στα μέσα των ’70s, Γάλλοι παραγωγοί παρήγγειλαν στον sui generis Μεξικανό δημιουργό να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη τις περιπέτειες του οίκου των Ατρειδών. Ο Γιοντορόφσκι επιστράτευσε τον Moebius και τον H.R. Geiger (της φήμης του Alien) για να τον βοηθήσουν με τα storyboards και τον σχεδιασμό των σκηνικών, συγκέντρωσε καστ που περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, τους Σαλβαδόρ Νταλί, Mικ Τζάγκερ και Όρσον Γουέλς –τα γυρίσματα της ταινίας ίσως να έκαναν μία ακόμα συναρπαστική ταινία–, συμφώνησε με τους Pink Floyd για να συνθέσουν το μουσικό score και προχώρησε σε δημιουργικές αυθαιρεσίες που εξόργισαν τον συγγραφέα Φρανκ Χέρμπερτ. Οι παραγωγοί, μόλις κατάλαβαν ότι η ταινία που ετοίμαζε ο Γιοντορόφσκι ήταν ένα ψυχεδελικό τριπάρισμα –τι άλλο θα μπορούσε να είναι;‒, του έδωσαν τα παπούτσια στο χέρι. Τελικά, τα δικαιώματα του φιλμ πέρασαν στα χέρια του θρυλικού Ντίνο ντε Λαουρέντις και ο κλήρος έπεσε στον Ντέιβιντ Λιντς. Πληρέστερη εικόνα για το πώς θα ήταν η εκδοχή του Γιοντορόφσκι μπορείτε να πάρετε μέσω του ντοκιμαντέρ «Jodorowsky’s Dune» (2013).
Lenningrad
του Σέρτζιο Λεόνε
Θα μπορούσαμε να γράψουμε ένα ολόκληρο σχετικό άρθρο μόνο για τα πρότζεκτ που δεν κατάφερε ποτέ να γυρίσει ο «μαέστρο» Λεόνε, στα οποία θα βρεις και μια μεταφορά του «Εκατό χρόνια μοναξιά» του Μάρκες. Το διαμάντι του στέμματος ήταν η ιστορία ενός Αμερικανού φωτογράφου που παγιδεύεται στο Λένινγκραντ κατά τη διάρκεια της πολιορκίας του από τους ναζί την περίοδο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το «Λένινγκραντ» είχε ολοκληρώσει το στάδιο της προ-παραγωγής, ο Λεόνε είχε εξασφαλίσει χρηματοδότηση, είχε εντοπίσει την τοποθεσία των γυρισμάτων, είχε συμφωνήσει με τον Ρόμπερτ ντε Νίρο, «τον καλύτερο ηθοποιό με τον οποίο συνεργάστηκε ποτέ», όπως θα δήλωνε, ενώ ο μόνιμος συνεργάτης του Ένιο Μορικόνε ετοιμαζόταν να ευλογήσει τις εικόνες του με τις παρτιτούρες του γι’ ακόμα μία φορά. Δυστυχώς, λίγες μέρες πριν από την έναρξη των γυρισμάτων ο Ιταλός δημιουργός έφυγε από τη ζωή λόγω καρδιακής προσβολής.
Superman Lives
του Τιμ Μπάρτον
Με δύο επιτυχημένους «Μπάτμαν» στο ενεργητικό του, ο Τιμ Μπάρτον ήταν η προφανής επιλογή για τους παραγωγούς της Warner προκειμένου να αναστήσει τις περιπέτειες του δημοφιλούς υπερήρωα, που λίγα χρόνια πριν είχαν αγγίξει το ναδίρ με μια τραγελαφική παραγωγή της Cannon Films. Ο Μπάρτον πήρε στα χέρια του το σενάριο του Κέβιν Σμιθ, ο οποίος είχε ενσωματώσει παράλογες απαιτήσεις της παραγωγής, όπως η μονομαχία του ήρωα με μια γιγάντια αράχνη και μια πολική αρκούδα, διαπίστωσε ότι δεν του άρεσε και παρήγγειλε να το ξαναγράψουν – μια κίνηση που άνοιξε κόντρα με τον πολυλογά κωμικό δημιουργό, ο οποίος του επιτίθεται όπου σταθεί κι όπου βρεθεί μέχρι σήμερα. Με ένα νέο draft που τον ικανοποιούσε, ο Μπάρτον προχώρησε στο ρεπεράζ και προσέλαβε και τον Νίκολας Κέιτζ για τον κεντρικό ρόλο, o οποίος πρόλαβε να κάνει μερικά δοκιμαστικά με το κουστούμι του Σούπερμαν – χρόνια μετά οι σχετικές φωτογραφίες θα γίνουν viral.
Στο μεταξύ, οι ιθύνοντες της Warner, θορυβημένοι από την παταγώδη εισπρακτική και καλλιτεχνική επιτυχία του «Batman and Robin» (1997) το προηγούμενο καλοκαίρι και βλέποντας ότι το όραμα του Μπάρτον ενείχε μεγάλο εμπορικό ρίσκο, έβαλαν πάγο στο πρότζεκτ, λίγο πριν ξεκινήσουν γυρίσματα. To χρονικό της ματαιωθείσας παραγωγής περιγράφεται αναλυτικά στο ντοκιμαντέρ «The Death of Superman lives: What happened?» (2015).
Αt the mountains of madness
του Γκιγιέρμο ντελ Τόρο
Αν και θα βρεις λαβκραφτιανή εικονογραφία και διάσπαρτες αναφορές σε μια διόλου ευκαταφρόνητη μερίδα του σινεμά τρόμου, σοβαρή στουντιακή παραγωγή πάνω σε γραπτά του Λάβκραφτ δεν έχουμε δει ακόμα – το «Haunted Palace» (1963) του Ρότζερ Κόρμαν παραμένει ό,τι πλησιέστερο. Αυτή η εγκληματική παράβλεψη έφτασε κοντά στο να διορθωθεί στα ’00s, όταν η Universal έδωσε στον Γκιγέρμο ντελ Τόρο το ok για να ξεκινήσει την προπαρασκευή για τη μεταφορά του διασημότερου διηγήματος του συγγραφέα, των «Βουνών της Τρέλας». Για χρόνια ο Ντελ Τόρο σχεδίαζε εξονυχιστικά τα πλάσματα που έπλασε η μακάβρια λαβκραφτιανή πένα, ο Τομ Κρουζ συμφώνησε να υποδυθεί τον ήρωα που ξυπνά κάθιδρος μονολογώντας «τεκελι-λι», το τρισδιάστατο format είχε κλειδώσει, μα δυστυχώς η Universal άλλαξε γνώμη. Λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα, το στούντιο συνειδητοποίησε ότι δύσκολα μια παραγωγή τρόμου 150 εκατομμυρίων δολαρίων θα έφερνε τα χρήματά της πίσω, ακόμα και με το όνομα του Τομ Κρουζ στη μαρκίζα, και έτσι υπαναχώρησε. Δεν παύουμε να ελπίζουμε ότι κάποτε ένας από τους streaming κολοσσούς θα χορηγήσει το πολύπαθο αυτό σχέδιο, αφαιρώντας το πανηγυρικά από την παρούσα λίστα.