Γεννήθηκα στον Άγιο Δημήτριο, στο Μπραχάμι. Μικρή, μου άρεσε να παίζω. Συνέχεια, δεν ήθελα τίποτε άλλο. Η γειτονιά μου είχε χωματόδρομους, δεν υπήρχε ακόμα άσφαλτος και είχε πολλά οικόπεδα άχτιστα, με μαργαρίτες. Κυλιόμουν στα χώματα και είχα πολλές μελανιές και γδαρσίματα που έκλειναν και άνοιγαν συνέχεια.
• Απ' όσα έλεγα ότι θα γίνω μικρή, το ηθοποιός ήταν το τελευταίο. Κι έγινα το τελευταίο. Μας πήγαιναν συχνά στο θέατρο και στο σινεμά οι γονείς, αλλά δεν ήμουν το άτομο που έπαιρνε μέρος στις παραστάσεις του σχολείου. Κάποια στιγμή βρέθηκα σε μια θεατρική ομάδα και αμέσως μετά έδωσα εξετάσεις στο Εμπρός.
• Οι Blitz φτιάχτηκαν τον Οκτώβριο του 2004. Είμαστε μαζί δέκα χρόνια και μας αρέσει να είμαστε μαζί, παρόλο που η διαδικασία είναι δύσκολη. Με καλύπτει η ομάδα. Εξάλλου, χρειάζεται να κάνεις τόσο πολλά δημιουργικά πράγματα, που δεν έχω ούτε χρόνο, ούτε διάθεση να κάνω κάτι άλλο. Ήταν μια συνειδητή επιλογή, ξεκινήσαμε χωρίς να μας υποστηρίζει κανένας, ανεξάρτητοι, και κάναμε διάφορες δουλειές παράλληλα για να υποστηρίξουμε αυτό που κάναμε. Τα τελευταία χρόνια καταφέραμε να ζούμε από αυτό επειδή ταξιδεύουμε στο εξωτερικό, διαφορετικά δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να βιοποριζόμαστε. Δεν μου φαίνεται δύσκολο να συνυπάρχεις, όταν υπάρχει συνεννόηση και επικοινωνία – μου φαίνεται δύσκολη η καθημερινότητα και το ότι κάθε φορά ξεκινάμε από την αρχή.
Είμαστε μια πολύ συντηρητική κοινωνία, πολύ αποπροσανατολισμένη, και ταυτόχρονα με καμία διάθεση αυτοκριτικής. Δεν μπορείς να προχωρήσεις αν δεν καταλάβεις τι κάνεις λάθος, για να το αλλάξεις – να προσπαθήσεις τουλάχιστον.
• Με τους Blitz ετοιμάζουμε μια παράσταση που βασίζεται στον Θείο Βάνια του Τσέχοφ και δείχνει ανθρώπους σε μια άδεια κατάσταση. Δεν πάνε ούτε μπροστά ούτε πίσω, είναι σαν να είναι εγκλωβισμένοι σε έναν άδειο χώρο. Σε μια κατάσταση κενού. Έχει να κάνει πολύ με τη μοναξιά. Είναι μια εξέλιξη που μου αρέσει πολύ, γιατί έχουμε πάει σε κάτι που δεν είναι πολύ οικείο σ' εμάς, έχουμε προχωρήσει. Είναι μια παράσταση αρκετά χαμηλόφωνη και χαμηλότονη, χωρίς να χάνει την ορμή που έχουν οι προηγούμενες παραστάσεις μας. Έχουμε ποιητικό λόγο, αποσπάσματα κειμένων από τον Θείο Βάνια, ποιήματα της Ρωσίδας ποιήτριας Μαρίνας Τσβετάγιεβα και του T.S. Eliot. Κι έχουμε βασιστεί στην αίσθηση του Τσέχοφ, όχι στην πλοκή του. Ο Τσέχοφ έχει κάτι διπλό συνέχεια, το κωμικό με την τραγικότητα, το ποιητικό με τη χυδαιότητα – τα συνδυάζει όλα αυτά συνέχεια, γι' αυτό είναι τόσο μουσικά τα έργα του. Κι έχει παύσεις.
• Μεγάλωσα σε ένα φοβερά σεξιστικό περιβάλλον. Τα πράγματα, γενικά, είναι πιο δύσκολα για μια γυναίκα που μεγαλώνει στην Ελλάδα απ' ό,τι για έναν άντρα. Όχι μόνο αν είσαι ηθοποιός. Συνέχεια αισθανόμουν ότι βαλλόμουν και ότι ανά πάσα στιγμή υπήρχε μια επίθεση πάνω μου σε διάφορα επίπεδα. Το πρώτο έχει να κάνει με την εμφάνιση, με το σώμα, με το πόσο όμορφη ή όχι είσαι. Κρίθηκα και κρίνομαι σε ένα επίπεδο το οποίο για τους άντρες δεν ισχύει. Τουλάχιστον, όχι σε τέτοιο βαθμό. Υπάρχει μια τρομερή πάλη για αποδοχή. Αισθανόμουν, και ακόμα αισθάνομαι, ότι πρέπει κάπως να παλεύω για να με αποδεχτούν όπως θέλω να με αποδέχονται, δεν είναι κάτι δεδομένο. Ενώ για τους άντρες υπάρχει μια πιο εύκολη αποδοχή, εμείς πρέπει κάτι να αποδείξουμε παραπάνω. Στην πρεμιέρα της ταινίας του Σύλλα Τζουμέρκα έρχονταν άντρες μετά το τέλος της ταινίας λέγοντάς μου «συγχαρητήρια» και μου έκαναν αρκετά σχόλια για την εμφάνισή μου, του τύπου «ωραία κρατιέσαι, ωραίο είναι το σώμα σου». Ακόμα και οι γνωστοί μας, που υποτίθεται ότι δεν είναι ο μέσος όρος. Είμαι σίγουρη ότι αν ήμουν άντρας, κανένας δεν θα έκανε τέτοιου είδους σχόλια. Κάποιος καλλιεργημένος αυτό δεν θα έπρεπε καν να το σκεφτεί. Όλα αυτά τα χρόνια έχω ακούσει να μιλούν με αδιανόητο τρόπο όσον αφορά τη σεξουαλικότητα, εντελώς υποβιβαστικό. Όχι μόνο για μένα, αλλά ακόμα και για άλλες γυναίκες όσο ήμουν παρούσα.
• Είμαστε μια πολύ συντηρητική κοινωνία, πολύ αποπροσανατολισμένη, και ταυτόχρονα με καμία διάθεση αυτοκριτικής. Δεν μπορείς να προχωρήσεις αν δεν καταλάβεις τι κάνεις λάθος, για να το αλλάξεις – να προσπαθήσεις τουλάχιστον. Ίσα-ίσα, βλέπω να υπάρχει φοβερή ευθιξία και μια διάθεση καφρίλας και τραμπουκισμού που συνεχίζεται.
• Είμαι κατά της πικρίας. Είναι ένα αίσθημα που δεν μου ταιριάζει καθόλου. Μου φαίνεται πολύ εύκολη παγίδα για να αφεθείς σε σχέση με τη ζωή, τους ανθρώπους, την υγεία σου. Μια έκφανση της πικρίας μπορεί να σε οδηγήσει στην παραίτηση. Είναι μεγάλη ευκολία να πεις «πω πω, πόσο πικραμένος είμαι». Μου φαίνεται ψευτοδραματικό. Η μάσκα της μιζέριας είναι μια φοβερή ασφάλεια για τους ανθρώπους. Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι άνθρωποι και δεν είναι θέμα γενιάς. Είναι θέμα συμπεριφοράς, στάσης απέναντι στη ζωή. Έχει μια τέτοια ηδονή και απόλαυση ουσιαστικά το να αφήνεσαι στην πικρία και τη μιζέρια, που είναι ναρκισσιστικό. Σε βολεύει πάρα πολύ αυτό. Γιατί όλοι θέλουν να είναι το θύμα κάποιου. Άλλο η πικρία, άλλο ο θυμός. Η πικρία που σε οδηγεί στον θυμό μου φαίνεται πιο υγιής.
•Δεν θα ήθελα ποτέ να επαναπαυτώ και να σταματήσω να προσπαθώ. Βεβαίως, οι επιτυχίες, η πρόοδός μου και όλα αυτά που έχω ζήσει τα τελευταία χρόνια μού έχουν δώσει μεγάλη χαρά. Με τις ταινίες μου έχω πάει στα Όσκαρ, στο Φεστιβάλ της Βενετίας, στο Φστιβάλ των Καννών, στο Λοκάρνο και σε όλα τα μικρότερα φεστιβάλ. Μου έχουν δώσει ικανοποίηση και ελευθερία, αλλά ταυτόχρονα δεν αισθάνομαι καμιά ανάγκη να τα διαφημίζω ή να βγαίνω στην τηλεόραση και να μιλάω γι' αυτά.
• Σε όποια πόλη πηγαίνω, βλέπω τον τρόπο που έχουν λύσει το θέμα των σκουπιδιών και καταλαβαίνω πολλά για τους ανθρώπους της. Από τον τρόπο που στοιβάζονται τα σκουπίδια καταλαβαίνεις τι είδους πόλη είναι. Στο Άμστερνταμ, για παράδειγμα, περπατάς μέσα στην πόλη και δεν βλέπεις κάδους. Είναι θαμμένοι και προεξέχει μόνο ένα μικρό μέρος τους και είναι σαν να μην υπάρχουν. Ανοίγεις τον μικρό κάδο και καταλαβαίνεις ότι είναι μεγάλος, που όμως βρίσκεται υπόγεια. Μου φάνηκε φοβερό όταν το κατάλαβα. Στο Βερολίνο και στις βόρειες χώρες έχουν κάδους στις πίσω αυλές και ταξινομούν τα σκουπίδια σύμφωνα με τα υλικά που ανακυκλώνουν. Στη Βενετία οι άνθρωποι άφηναν σε μικρές σακούλες τα σκουπίδια τους μόνο συγκεκριμένες μέρες. Εδώ καταλαβαίνεις ποια είναι η ποιότητα ζωής και πόσο ενδιαφέρονται οι κάτοικοι και ο δήμαρχος για την πόλη από το βουνό των σκουπιδιών σε κάθε υπερφορτωμένο και υπερχειλισμένο κάδο. Η Αθήνα είναι μια πόλη με τρομακτική έλλειψη γούστου και αισθητικής. Αυτό έχει να κάνει με τη σύγχρονη αρχιτεκτονική, τα κτίρια, τους ανθρώπους. Δεν υπάρχει καμιά φροντίδα γι' αυτά. Η σύγχρονη αισθητική δεν μου αρέσει καθόλου.
• Μερικές φορές, όταν έρχομαι από το εξωτερικό, έχοντας λείψει μήνες, και περνάω από τον περιφερειακό του Θησείου και βλέπω το τοπίο, τα τείχη και τους Στύλους στου Μακρυγιάννη, έχω την εντύπωση ότι ζω σε μια πόλη μυθική. Έχει μια τέτοιου είδους αγνή ομορφιά η Αθήνα, που είναι σαν πίνακας παλιού ζωγράφου. Τότε καταλαβαίνω πώς τη βλέπουν οι τουρίστες. Όσο μεγαλώνεις, έχεις την ανάγκη να βλέπεις πιο όμορφα πράγματα, γι' αυτό προσέχεις περισσότερο την ομορφιά.
_______
Η Αγγελική Παπούλια ήταν η Αθηναία του τχ. 408 της έντυπης LIFO
σχόλια