Η πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της Ταινιοθήκης της Ελλάδος Μαρία Κομνηνού μού ζήτησε να προλογίσω την ταινία του Φελίνι «Intervista» («Συνέντευξη», 1987), που προβάλλεται στο αφιέρωμα στον Ιταλό σκηνοθέτη. Η πρώτη μου σκέψη ήταν να μιλήσω για τη «συνέντευξη», την intervista, το interview, αυτήν τη συνάντηση μ’ ένα πρόσωπο από το οποίο παίρνεις λέξεις, ιδέες αλλά και εμπειρίες.
Το δημοσιογραφικό είδος της συνέντευξης εμφανίστηκε κάπου μέσα στον δέκατο ένατο αιώνα και έδωσε την ευκαιρία στον Τύπο να συνομιλήσει με πρόσωπα που μέχρι τότε ήταν απρόσιτα. Ήταν, ας πούμε, ιεροσυλία και βέβηλη πράξη να μιλήσει ένας κοινός θνητός με τον Πάπα.
Στον Φελίνι οφείλουμε κι έναν άλλο όρο των μέσων ενημέρωσης, πολύ επίκαιρο σήμερα, τον όρο paparazzi, που προσδιορίζει τους φωτογράφους που εισβάλλουν απρόσκλητοι και με βία, καμιά φορά, στον κόσμο των διασήμων. Ο φελινικός χαρακτήρας Paparazzo είναι ο φωτογράφος στην ταινία «Dolce Vita» (στον ρόλο ο Βάλτερ Σαντέσο) που συνόδευε τον δημοσιογράφο, τον οποίο υποδυόταν ο Μαρτσέλο Μαστρογιάνι.
Αποφάσισα, όμως, να εγκαταλείψω την ιδέα αυτή γιατί έμοιαζε σαν να κάνω μάθημα στους φοιτητές μου περί ορολογίας, στο αμφιθέατρο. Καθώς έβλεπα την ταινία «Intervista», που μου την είχε στείλει με We Transfer ο κριτικός κινηματογράφου Γιάννης Ζουμπουλάκης, θυμήθηκα ένα παλιό ντοκιμαντέρ του NBC για τον Φελίνι. Το έψαξα και το βρήκα στο Νetflix. Ήταν τελικά μια ταινία του ίδιου του Φελίνι, το αυτοβιογραφικό «Block-notes di uno regista» («Σημειωματάριο ενός σκηνοθέτη»), όπου αφηγητής ήταν ο ίδιος ο Ιταλός δημιουργός.
Διαπίστωσα ότι η ταινία «Intervista» ήταν τελικά μια πιστή αντιγραφή του «Σημειωματάριου», μια αυτοβιογραφική ταινία, όπως είπαμε, του 1969, όπου ο σκηνοθέτης είχε δει «την πιθανότητα μιας νέας εμπειρίας».
Η γλώσσα του κινηματογράφου είναι ίδια με των ονείρων μας. Πανομοιότυπες γλώσσες. Ένα όνειρο γοητεύει, τρομάζει, εξυμνεί, απελπίζει, μας τροφοδοτεί με εικόνες.
Και τότε μου ήρθε η ιδέα: να κάνω μια συνέντευξη με τον Φελίνι, μια intervista, χρησιμοποιώντας αποσπάσματα από την ίδια την αφήγηση του σκηνοθέτη, παγώνοντας και αντιγράφοντας σειρά υποτίτλων σε απόδοση του Γιώργου Ζάπρου.
Έπρεπε να επινοήσω τις ερωτήσεις ‒ πράγμα που έκανα. Και αποφάσισα, βασισμένος στη «βιβλιογραφία», όπως λέμε, να αποκαλώ τον σκηνοθέτη, «μαέστρο».
— Caro Federico, μαέστρο, με τι θα παρομοιάζατε μια ταινία;
Η ταινία είναι κι αυτή μια μάχη.
— Πώς μπορείτε να περιγράψετε μια ταινία;
Κάτι ακαθόριστο που εμφανίζεται σιγά σιγά, μέχρι να ολοκληρωθεί. Η ταινία ζει, κινείται και συνομιλεί όπως ένας άνθρωπος. Ζει και μετά το γύρισμα. Στα χαρτιά μια ταινία είναι μονάχα ένα υπονοούμενο του τελικού εγχειρήματος, όταν αυτό τελειώσει. Όπως είπα, είναι αληθινή, όπως ένα ζωντανό όν. Γι’ αυτό δεν μπορώ να δουλέψω μέσα στη θλίψη και την ησυχία.
— Τι γένους είναι ο κινηματογράφος;
Πιστεύω ότι το σινεμά είναι θηλυκό, χάρη στην τελετουργική του φύση. Η μήτρα, που είναι η αίθουσα, το εμβρυϊκό σκοτάδι, τα οράματα, όλα συντελούν στη δημιουργία μιας σχέσης προβολής. Η ίδια η γυναίκα είναι μια σειρά προβολών του άντρα, γίνεται ένας καθρέφτης για τα όνειρά μας.
— Πώς γεννιέται μια ταινία;
Κάποιες φορές μια ταινία γεννιέται λόγω άρνησης ή αναβολής μιας άλλης, όπως έγινε με το «Σατυρικόν», που επικράτησε δυναμικά, αναγκάζοντάς με να αφήσω στην άκρη το «Ταξίδι του Τζ. Μαστόρνα»».
— Πώς επιλέγετε τις ιστορίες σας;
Μου αρέσει να κινούμαι ανάμεσα σε ιστορίες που δεν ανήκουν σ’ εμένα, επειδή δεν τις έχω ζήσει.
— Και πώς εξηγείτε το ότι οι ταινίες σας, όπως νομίζουμε οι περισσότεροι, σχετίζονται με τις αναμνήσεις σας;
Έχω λίγες αναμνήσεις και τις πέταξα μέσα στις ταινίες μου, τις έδωσα στο κοινό, οπότε τις έσβησα όλες. Δεν μπορώ να γνωρίζω πλέον ποιες απ’ αυτές τις κινηματογραφικές επινοήσεις μού έχουν συμβεί. Η πραγματική ανάμνηση έχει καλυφθεί από βαμμένα σκηνικά και θάλασσες πλαστικού. Οι χαρακτήρες της εφηβείας μου έχουν εκδιωχθεί, τους έχουν ξεράσει οι ηθοποιοί που τους υποδύθηκαν στις ταινίες μου. Άδειασα τις αποθήκες των αναμνήσεών μου. Δώστε μου λίγο χρόνο. Θα δημιουργήσω καινούργιες.
— Πώς βλέπετε τη δουλειά σας; Πώς αυτοχαρακτηρίζεστε;
Δεν βλέπω τη δουλειά μου ως επάγγελμα. Για μένα είναι ένα παιχνίδι. Είμαι απλώς ένας αφηγητής και ο κινηματογράφος είναι το μέσο μου. Μου αρέσει επειδή αναπαράγει ζωή εν κινήσει. Την κάνει μεγαλύτερη, καλύτερη, τη διυλίζει. Για μένα δεν είναι μια νέα μορφή τέχνης. Είναι μια νέα μορφή ζωής. Είναι ο τρόπος μου να λέω μια ιστορία.
— Ποια είναι η γλώσσα της αφήγησής σας;
Η γλώσσα του κινηματογράφου είναι ίδια με των ονείρων μας. Πανομοιότυπες γλώσσες. Ένα όνειρο γοητεύει, τρομάζει, εξυμνεί, απελπίζει, μας τροφοδοτεί με εικόνες.
— Γιατί αγαπάτε τόσο τους κλόουν, που τους βλέπουμε σε πολλές ταινίες σας;
Κατάλαβα ότι είμαι κι εγώ κλόουν, όπως οι αγαπημένοι μου παλιάτσοι. Προοριζόμουν να γίνω παλιάτσος στο μεγάλο τσίρκο του κινηματογράφου. Σίγουρα δεν είμαι μοναχικός σκηνοθέτης. Μέσα από την οπτική αυτή, είμαι άνθρωπος του τσίρκου. Πρέπει να είμαι σαν στο σπίτι μου και να έχω μια οικογένεια γύρω μου, επειδή είμαι σθεναρά πεπεισμένος ότι μια ταινία παίρνει δύναμη από την ψυχολογία και το ταπεραμέντο των συμμετεχόντων. Επομένως, δουλεύω μόνο με ανθρώπους που συμπαθώ ή με αυτούς που δεν συμπαθώ, αλλά είναι παθιασμένοι με τη δουλειά τους.
— Μαέστρο, μια τελευταία ερώτηση: σας αποκαλούν μάγο. Γιατί; Τι είναι η μαγεία;
Αυτό που εγώ ονομάζω μαγεία είναι η δύναμη που έχουμε όλοι να δημιουργήσουμε κάτι. Κάθε δημιουργός είναι μάγος. Δουλεύει σε μια φανταστική διάσταση, την οποία ζωντανεύει μετά. Είμαι τυχερός επειδή κάνω μόνο αυτό που ξέρω να κάνω.
L'intervista (Fellini, 1987)