Μια από τις πιο δημιουργικές, διονυσιακές περιόδους της μακράς καλλιτεχνικής ζωής του Πικάσο είναι αυτή που πέρασε στα εργαστήρια του Ζορζ και της Σουζάν Ραμιέ, του ζευγαριού πίσω από το διάσημο εργαστήριο κεραμικής Madoura.
Ολόψυχα δοσμένος στην εξερεύνηση της νέας φόρμας, στην αναζήτηση μη συμβατικών υλικών, στην ανησυχία του να δημιουργήσει σε τρεις διαστάσεις, βρίσκει στον πηλό, στο νερό και στο χώμα, στα αρχέγονα υλικά, τη μαγεία της αθωότητας, την εμπειρία του αυτοδίδακτου, τη χαρά του παιχνιδιού και την απόλυτη ελευθερία να μπορεί να δημιουργήσει χωρίς την ανάγκη να κριθεί, να πουλήσει έργα, να δείξει την εξέλιξή του, να καταπλήξει τους πάντες με την ιδιοφυή προσέγγισή του.
Από αυτά τα ζεστά καλοκαίρια στη Νότια Γαλλία, στο Βαλορί, μέσα στα οποία ανακαλύπτει τη δυνατότητα να σπάσει κάθε κανόνα και να εφαρμόσει όσους ξέρει με κάθε αποδεκτό και μη τρόπο, μας κληροδότησε μια απίστευτα μεγάλη ποσότητα περισσότερων από 600 έργα, μια σειρά από εφευρετικές και παιχνιδιάρικες δημιουργίες μέσα από μια ακόμα δημιουργική ερωμένη του, την κεραμική, που τον φέρνει κοντά στην ύλη που πλάθει, τον εξανθρωπίζει και τον επαναφέρει στην παιδική του ηλικία, με το χρώμα, τους ταύρους, τη φύση, τα ζώα και τα πουλιά της Ισπανίας να αποκτούν χρώμα σχεδόν εξωτικό, σχήμα ονειρώδες και φόρμα από τους παλιούς πολιτισμούς του κόσμου.
Πολλά από τα σχέδια εκφράζουν τη βαθιά προσωπική σχέση που έχει με μοτίβα και σχέδια που βλέπουμε ξανά και ξανά στα έργα του. Τα πουλιά που απεικόνισε πιο συχνά από οποιοδήποτε άλλο ζώο στο έργο του τον συνδέουν με τον πατέρα του που ειδικευόταν στη ζωγραφική των περιστεριών.
Η ιστορία του με την κεραμική ξεκινά το καλοκαίρι του 1946, με τον ίδιο και τον φίλο του Λουί Φορ να επισκέπτονται την ετήσια έκθεση αγγειοπλαστικής στο Βαλορί. Ο Πικάσο εντυπωσιάζεται από τους πάγκους με τα καλοφτιαγμένα κεραμικά των Ραμιέ και ζητά να επισκεφθεί το εργαστήριό τους, που του ανοίγουν οι ιδιοκτήτες φιλόξενα και του επιτρέπουν να χρησιμοποιήσει τα εργαλεία και τον εξοπλισμό τους. Ο Πικάσο φτιάχνει αρχικά τρία κομμάτια και τα αφήνει να στεγνώσουν και να τα ψήσουν. Επιστρέφει έναν χρόνο αργότερα, ενθουσιάζεται από το αποτέλεσμα και ρωτά αν μπορεί να κάνει περισσότερα.
Ο Πικάσο που διανύει –ερωτευμένος ξανά– μια από τις πιο δημιουργικές περιόδους του, βρίσκει διέξοδο και εκφράζει μια συναρπαστική απόκλιση από τη ζωγραφική, καθώς βυθίζεται στη δημιουργία της δικής του αρκαδικής ουτοπίας με χώμα, νερό και φωτιά.
Διδάσκεται τα μυστικά της κεραμικής σαν καλός μαθητής από τη Σουζάν Ραμιέ.
Η συνεργασία του Πικάσο με τους Ραμιέ διαρκεί 24 χρόνια και περνά στην ιστορία.
Πιάτα, σερβίτσια, λειτουργικά και διακοσμητικά σκεύη τιμούν αυτή τη φημισμένη συνεργασία που αποδίδει περισσότερα από 600 σχέδια. Ο Πικάσο επιστρέφει στην παιδική του ηλικία και όλα τα σχέδια μοιάζουν να μπαίνουν στη θέση τους.
Πολλά από τα σχέδια εκφράζουν τη βαθιά προσωπική σχέση που έχει με μοτίβα και σχέδια που βλέπουμε ξανά και ξανά στα έργα του. Τα πουλιά που απεικόνισε πιο συχνά από οποιοδήποτε άλλο ζώο στο έργο του τον συνδέουν με τον πατέρα του, που ειδικευόταν στη ζωγραφική των περιστεριών.
Ο Πικάσο λάτρευε τις κατσίκες, τις κουκουβάγιες για το απίθανο σχήμα τους – μάλιστα τα κατοικίδιά του, εκτός από γάτες και σκύλους που πάντα τον περιστοίχιζαν, ήταν μια κουκουβάγια, η Ubu, και μια κατσίκα, η Esmeralda. Αποτίνοντας φόρο τιμής, μετέτρεψε αυτά τα απροσδόκητα πλάσματα σε διαχρονικές εικόνες της τέχνης του.
Θέμα με βαθιά επίδραση στον Πικάσο κατά τη διάρκεια των παιδικών του χρόνων ήταν οι ταυρομαχίες και οι ταύροι. Ήταν παιδί όταν πήγε στην πρώτη ταυρομαχία και πήγαινε με ενθουσιασμό να τις παρακολουθήσει μέχρι το τέλος της ζωής του. Τα πιάτα που κατασκεύασε και είχαν οβάλ σχήμα ήταν μια ψευδαίσθηση αρένας που στο κέντρο φιγουράρουν λεπτοί ταυρομάχοι και ταύροι-χορευτές σε σκουρόχρωμο αλλά λαμπερό φόντο.
Όμως το πιο προκλητικό στοιχείο της δημιουργικής αυτής περιόδου είναι η διαστρέβλωση της ανθρώπινης φιγούρας στον πηλό. Πειραματίζεται με τη μεγαλύτερη ελευθερία, με τις ανθρώπινες μορφές και τα πρόσωπα που αποτελούν κεντρικό μοτίβο του να αλλοιώνονται, να επαναπροσδιορίζονται, να γίνονται αντικείμενα καθημερινής χρήσης, κανάτες και βάζα, διατηρώντας παράλληλα την καλλιτεχνική τους αξία, ισορροπώντας το κλασικό με το μοντέρνο, εκσυγχρονίζοντας τις παραδοσιακές φόρμες με τα ανθρωπόμορφα και ζωόμορφα σχέδιά του.
Είναι αληθινά απολαυστική αυτή η περίοδος και μια δημοπρασία των έργων κεραμικής του Πικάσο, που ανήκε στην Νίνα Μίλερ, από τον οίκο Σόθμπις, φέρνει στο φως κεραμικά έργα που δεν έχουν εκτεθεί ποτέ, μεγαλειώδη στην απλότητά τους, που τιμούν την παράδοση του ταπεινού μέσου και αψηφούν τις ακαδημαϊκές προσδοκίες.