Οι περισσότεροι στο πρόσωπο της Όντρεϊ Χέπμπορν βλέπουμε ένα μοντέλο φινέτσας, αθωότητας και ομορφιάς. Φωτογράφοι όπως ο Ίρβινγκ Πέν, ο Άβεντον, ο Μπίτον, ο Πάρκινσον αιχμαλώτισαν με τον φακό τους τη χάρη και κομψότητα, ο λαμπερό χαμόγελο, το μικρό σαν γαζέλας σώμα σε φωτογραφίας εκτυφλωτικής ομορφιάς. Το πρότυπο της Χέπμπορν ήταν μοναδικό.
Οι λεπτομέρειες που γνωρίζουμε για αυτό το αστέρι είναι πολλές, ο τύπος πάντα διψούσε για την προσωπική της ζωή. Έψαχνε πίσω από το πρότυπο τελειότητας μια μικρή ατέλεια, που την έκανε πιο γοητευτική, όπως το ότι φορούσε 41 νούμερο παπούτσι, τη μάρκα των γυαλιών που φορούσε στο Πρόγευμα στο Τίφανις – ένα τρεντ που εξακολουθεί να γοητεύει μέχρι και σήμερα τις γυναίκες- ότι ξέχασε το Όσκαρ που κέρδισε στην τουαλέτα, ότι ήταν πάντα 47 κιλά, ότι έπλεκε με μανία.
Το Όσκαρ της ήταν σφηνωμένο σε ένα ράφι στο πλέϊρουμ, σε αντίθεση με τα ανθρωπιστικά της βραβεία που είχαν περίοπτη θέση στο καθιστικό του σπιτιού.
Η Χέπμπορν έκανε δύο γάμους, ο πρώτος με τον Αμερικανό Μελ Φερέρ και απέκτησαν το 1960 έναν γιο τον Σον. Σε μια κρουαζιέρα στα ελληνικά νησιά, ερωτεύεται τον δεύτερο σύζυγό της Αντρέα Dotti με τον οποίο αποκτά έναν δεύτερο γιό τον Luca Dotti το 1970. Ηθοποιός που σφράγισε την μεγάλη οθόνη, χορεύτρια αλλά και πρέσβειρα καλής θελήσεως της Ουνέσκο, θέση που υπηρέτησε από το 1986 μέχρι το θάνατό της, το 1993, η Χέπμπορν αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος της ζωής της στην ανθρωπιστική δράση.
Οι περισσότερες φωτογραφίες της είναι εξίσου διάσημες με την ίδια. Η έκθεση που ανοίγει στις 2 Ιουλίου στην National Portrait Gallery, παρουσιάζει και άγνωστες φωτογραφίες, ένα υλικό που δεν γνωρίζουμε. Η Όντρεϊ μικρή, εννέα ετών να κοιτάζει σκεπτική την κάμερα, μια άλλη που τη δείχνει να χαμογελά, ενώ έχει επιζήσει από τον Ολλανδικό χειμώνα της μεγάλης πείνας στη διάρκεια του Δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, σοβαρά υποσιτισμένη. Πολλές από τις φωτογραφίες της έκθεσης προέρχονται από τα αρχεία που ανήκουν στους δυο γιούς της. Και είναι η πρώτη φορά που τις δανείζουν στην Βρετανία. Ο γιός της, Αντρέα Ντότι, πιστεύει ότι η μητέρα του έζησε δύσκολα παιδικά χρόνια.
Η Χέπμπορν, γεννήθηκε το 1929 στις Βρυξέλλες και ήταν αγγλικής και ολλανδικής καταγωγής, από τον πάμπλουτο τραπεζίτη πατέρα της και τη βαρόνη μητέρα της, αντιστοίχως. Ο πατέρας άφησε την οικογένεια όταν η Χέπμπορν ήταν έξι ετών, και αυτό ήταν το πιο τραυματικό γεγονός της ζωής της. Ο γιός της υποστηρίζει ότι πάντοτε είχε ανάγκη την πατρική στοργή που στερήθηκε. Όπως ποτέ δεν την εγκατέλειψε το αίσθημα της ευγνωμοσύνης που επιβίωσε από τον φριχτό πόλεμο. Πίστευε ότι όλα μετά από αυτή την εμπειρία, η ίδια η ζωή, ήταν δώρο.
Η Όντρεϊ Χέπμπορν άρχισε την καριέρα της στα είκοσί της χρόνια, ένα εικοσάχρονο του πολέμου, δεν έχει καμία σχέση με τα σημερινά παιδιά. Ο πόλεμος άφησε για πάντα επάνω της το σημάδι του. Ονειρευόταν να γίνει χορεύτρια αλλά οι μύες της δεν είχαν αναπτυχθεί σωστά και δεν είχε τη δύναμη των άλλων χορευτών. Όταν της απέκλεισαν την καριέρα ως χορεύτρια –το μόνο πράγμα που ήθελε να είναι- «γύρισε στο δωμάτιό της και ήθελε να πεθάνει» γράφει ο γιός της Σον Φερέρ. Η Χέπμπορν δεν ξεκίνησε την καριέρα της με όνειρο να γίνει διάσημη, αλλά για να κερδίσει χρήματα και να συντηρήσει την οικογένειά της, την μητέρα της που έχασε όλη της την περιουσία στη διάρκεια του πολέμου. Στη διάρκεια της ζωής μίλησε πολλές φορές για την περίοδο αυτή, την αντίσταση, τους Εβραίους, τα στρατόπεδα, τις εκτελέσεις.
Η πρώτη αξιοπρόσεκτη εμφάνισή τη στον κινηματογράφο ήταν το 1952 στην ταινία «Secret People» όπου και υποδύθηκε μια σπουδαία μπαλαρίνα. Ο πρώτος της πρωταγωνιστικός ρόλος σε αμερικανική ταινία ήταν μαζί με τον Γκρέγκορι Πεκ στο «Διακοπές στη Ρώμη» (Roman Holiday). Ο σκηνοθέτης Γουίλιαμ Γουάιλερ είπε, «Είχε όλα όσα έψαχνα: γοητεία, αθωότητα και ταλέντο. Ήταν επίσης πολύ αστεία. Ήταν απολύτως μαγευτική, και είπαμε, “Αυτό είναι το κορίτσι!”.
Ήταν μούσα και επιστήθια φίλη του Ουμπέρ ντε Ζιβανσί όμως τα παιδιά της υποστηρίζουν ότι είχε ένα πνεύμα οικονομίας σε όλη της την ζωή, την αίσθηση της προσφοράς στους αδύναμους, την γενναιοδωρία αυτών που δεν ξεχνούν ποτέ τα δύσκολα χρόνια που έζησαν. Η Χέπμπορν δεν πίστευε ότι ήταν όμορφη. Ποτέ δεν ασχολήθηκε ιδιαιτέρως με την ομορφιά της και την εμφάνισή της. Η ζωή κάτω από την πίεση της διασημότητας και το ατέλειωτο κυνήγι των παπαράτσι την εξαντλούσαν.
Όταν παντρεύτηκε τον Ντότι, έζησε στη Ρώμη μια ζωή πιο φυσιολογική. Ψώνιζε στις αγορές και έκανε βόλτες στην πόλη, πήγαινε τον γιό της στο σχολείο μόνη της. Το αγαπημένο της πιάτο ήταν το σπαγκέτι αλ πομοντόρο, αλλά δεν το πιστεύει κανείς, υποστηρίζει ο γιός της. Ο οποίος συνεχίζει, λέγοντας, ότι το Όσκαρ της ήταν σφηνωμένο σε ένα ράφι στο πλέϊρουμ, σε αντίθεση με τα ανθρωπιστικά της βραβεία που είχαν περίοπτη θέση στο καθιστικό του σπιτιού. Η δημοσιότητα την ενδιέφερε μόνο για να κάνει τη δουλειά της. Ήταν συνεχώς στο σπίτι διαβάζοντας ερευνητικές εργασίες και κρατώντας σημειώσεις. Η αποστολή της με την Unicef την πάθιαζε και ταξίδευε σε όλα τα μέρη του πλανήτη.
Ήταν μετά από ένα ταξίδι της Unicef στη Σομαλία που η Χέπμπορν διαγνώστηκε με καρκίνο. Πέθανε τον Ιανουάριο του 1993. Και οι δυο γιοί της εξακολουθούν να εργάζονται μέχρι σήμερα για την Unicef και το φιλανθρωπικό Ίδρυμα Χέπμπορν που ιδρύθηκε, ένα ταμείο για τα φτωχά παιδιά του κόσμου.
Η μητέρα μας, λέει ο γιός της, θεωρούσε ιδιαίτερο στη ζωή ακόμα και ένα μικρό λουλούδι. Αυτό διδαχθήκαμε από εκείνη.
σχόλια