«Αλήθεια, κυρία Κοσκινά, εάν η θητεία σας ως διευθύντριας του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης λήξει οριστικά στις 14 Ιανουαρίου, θα σκεφτείτε ότι ίσως κάνατε μια τρύπα στο νερό;». Καιρό τώρα ήθελα να θέσω αυτό το ερώτημα στην Κατερίνα Κοσκινά, αναλαμβάνοντας την ευθύνη της ενδεχόμενης πικρίας ή και της οργής της.
Η θητεία του διευθυντή του ΕΜΣΤ λήγει πράγματι τώρα, έναν χρόνο ακριβώς μετά την τοποθέτηση της Κατερίνας Κοσκινά στη θέση, εν είδει αντικαταστάτριας της τέως διευθύντριας Άννας Καφέτση, που απομάκρυνε ασμένως ο τότε υπουργός Πολιτισμού Κωνσταντίνος Τασούλας. Γιατί, λοιπόν, η ίδια δέχτηκε έναν μονοετή διορισμό που προϋπέθετε και ένα σωρό προβλήματα: από τον αγώνα δρόμου που όφειλε να κάνει η διοίκηση του Μουσείου, ώστε τα εγκαίνιά του να αποδειχτούν μια τέλος πάντων εφικτότερη προοπτική, μέχρι τα πυρά που δέχτηκε και η ίδια η κ. Κοσκινά απ’ όσους επικαλούνταν το «ηθικό θέμα» που έθετε το γεγονός ότι δεν επετράπη στην κ. Καφέτση να έχει τη χαρά, τουλάχιστον, να εγκαινιάσει ό,τι υπήρξε κατεξοχήν δικό της όραμα.
Η κ. Κοσκινά δέχτηκε να απαντήσει ευθέως σε όλα αυτά τα ερωτήματα, ξεκαθαρίζοντας καταρχάς ότι ούτε ενημερώθηκε ούτε μπορούσε να φανταστεί ότι ο διορισμός της αφορούσε μόνο το διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση της θητείας της κ. Καφέτση. Επικαλείται την πλούσια εμπειρία της («Δούλεψα», λέει, «στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών για τέσσερα χρόνια, στο Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου για πάνω από 22 χρόνια, στο Αττικό Μετρό για την τοποθέτηση έργων στους σταθμούς για πάνω από 12 χρόνια, υπηρέτησα το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης για πάνω από 6 χρόνια») και επιμένει: «Καταρχάς, είναι αυτονόητο ότι όταν αναλαμβάνεις ένα έργο, που μάλιστα έχει τόσο πολλά προβλήματα –αν δεν είχε τόσα προβλήματα το ΕΜΣΤ, θα είχε ήδη ανοίξει–, έχεις το δικαίωμα τουλάχιστον μιας πλήρους θητείας. Πέραν τούτου, είμαι ένας άνθρωπος που δουλεύει σε αυτόν το χώρο πολλά χρόνια. Δεν ήμουν άνεργη, ούτε έψαχνα δουλειά. Δεν θα άφηνα τη σίγουρη εργασία μου για λίγους μήνες».
Τι άλλο λέει; Πολλά άλλα, σε μια πολύωρη συζήτηση που έγινε στο σπίτι της. Σε αυτό θα της ζητήσει να επιστρέψει ο νυν υπουργός Πολιτισμού Αριστείδης Μπαλτάς; Θα φανεί σε λίγες μέρες. Εν τω μεταξύ, όμως, η ίδια κάνει τον απολογισμό της – και απορρίπτει κατηγορηματικά το ότι στο ΕΜΣΤ έκανε «μια τρύπα στο νερό».
―Σε τι φάση βρίσκεται το Μουσείο;
Δυστυχώς, βρίσκεται σε μεταβατική φάση εδώ και πολλά χρόνια. Επειδή, όμως, υποθέτω ότι εν προκειμένω ενδιαφέρεστε για τα εγκαίνιά του, η απάντηση είναι ότι το Μουσείο σήμερα έχει προχωρήσει πιο πολύ από ποτέ. Τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις ενέργειες που έπρεπε να γίνουν από τη δική του πλευρά.
―Δηλαδή;
Το κτίριο έχει παραληφθεί προς χρήση από τον Μάιο του 2015. Έκτοτε, οι διοικητικές υπηρεσίες βρίσκονται εκεί. Και οι υπόλοιπες εκκρεμότητες έχουν ολοκληρωθεί ή βρίσκονται σε φάση τελικής έγκρισης.
Όσον αφορά το ηθικό ζήτημα που θέτετε [για την αντικατάσταση της κ. Καφέτση], δεν βλέπω τι θέση θα έπρεπε να πάρω. Όταν εκλήθην από το υπουργείο –και σύμφωνα με τις πληροφορίες μου,δεν ήμουν ο μόνος άνθρωπος στον οποίο απευθύνθηκαν τότε, ζητώντας βιογραφικά–, είχε ήδη φύγει η κ. Καφέτση και είχε παρέλθει τουλάχιστον ένα δίμηνο από τη μεγάλη φασαρία που είχε ξεσπάσει.
―Θα μας τις θυμίσετε;
Θα προσπαθήσω να τις απαριθμήσω όλες. Έχουν συσταθεί οι απαραίτητες επιτροπές για την παραλαβή του κτιρίου και για τον έλεγχό του κι έχουν ολοκληρώσει το έργο τους, ή βρίσκονται σε τελικό στάδιο ελέγχου. Διοικητικές εκκρεμότητες που είχε το Μουσείο επί χρόνια, όπως ο Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας ή ο Κανονισμός Προμηθειών, έχουν φύγει από τα χέρια του εδώ και καιρό και βρίσκονται στη φάση της τελικής έγκρισης. Έχει ενεργοποιηθεί ήδη και νομιμοποιηθεί η ομάδα διαχείρισης της δωρεάς Νιάρχου. Έχουν ολοκληρωθεί οι απαραίτητες εργασίες για τη λειτουργία του νέου κτιρίου, όπως η σύνδεσή του με τους οργανισμούς Κοινής Ωφέλειας. Έχουν γίνει ενέργειες για έκτακτη χρηματοδότηση. Έχουν τακτοποιηθεί νομικά, οικονομικά και διοικητικά ζητήματα. Και έχουν ολοκληρωθεί οι μελέτες για τη λειτουργία του Μουσείου.
―Γιατί ήταν απαραίτητη μια νέα μουσειολογική μελέτη;
Διότι θα έπρεπε να είναι συμβατή με το κτιριολογικό πρόγραμμα του έργου που είναι ΕΣΠΑ και γιατί η έγκριση της προηγούμενης είχε γίνει υπό προϋποθέσεις. Κατά τη γνώμη μου, μια νέα μουσειολογική μελέτη ήταν απαραίτητη και για τη βιωσιμότητα του Μουσείου. Επιπλέον, ο τρόπος στησίματος και δομής του Μουσείου έχει να κάνει με την προσωπικότητα και την επιστημονική άποψη του εκάστοτε διευθυντή. Άλλωστε, και η προκάτοχός μου, η κ. Άννα Καφέτση, επανειλημμένως αναφέρθηκε δημοσίως στην αναγκαιότητα εκπόνησης νέας μελέτης. Η μουσειογραφική και οι άλλες μελέτες (ηλεκτρο-μηχανολογικά, φωτισμός, τεχνικός και τεχνολογικός εξοπλισμός) βασίζονται στη μουσειολογική μελέτη. Άρα, λοιπόν, έχουν γίνει όλες οι μελέτες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αύριο το Μουσείο ανοίγει.
―Γιατί;
Διότι το σημαντικότερο είναι η εφαρμογή αυτών των μελετών, πράγμα που προϋποθέτει εγκρίσεις από το υπουργείο και χρήμα.
―Η μουσειολογική μελέτη που επρόκειτο να εξεταστεί από το Συμβούλιο Μουσείων στις 21 Δεκεμβρίου αποσύρθηκε την τελευταία στιγμή από την ημερήσια διάταξη. Γιατί;
Δεν ξέρω, διότι δεν είχαμε καμιά επίσημη ενημέρωση. Πληροφορήθηκα, πάντως, ότι από το υπουργείο απάντησαν σε διαπιστευμένους δημοσιογράφους πως χρειάζονταν περισσότερο χρόνο για μελέτη. Είναι γεγονός ότι όλα έγιναν υπό πίεση γιατί για πολλούς μήνες υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση σε ενέργειες και αποφάσεις. Η ημερομηνία εξέτασης των μελετών στο Συμβούλιο Μουσείων είχε οριστεί για την 21η Δεκεμβρίου, αφού προκλήθηκε από εμάς, ώστε να συζητηθούν οι μελέτες για να κλείσουν, ει δυνατόν, όλες οι εκκρεμότητες εντός του 2015. Με την ελπίδα, δε, ότι η απόφανση του Συμβουλίου θα ήταν θετική, είχαμε οργανώσει μια μικρή γιορτή στις 23 Δεκεμβρίου για να ευχαριστήσουμε όλους τους συνεργάτες που δούλεψαν τόσο σκληρά για την ολοκλήρωση σε χρόνο-ρεκόρ των σταδίων που προανέφερα, και για να κάνουμε έναν μικρό απολογισμό, με αφορμή τη συμπλήρωση ενός χρόνου με καινούργια διοίκηση και διεύθυνση στο Μουσείο. Δεν είχαμε την πρόθεση να κάνουμε συνέντευξη Τύπου. Ακόμα και όσοι, λίγοι δημοσιογράφοι κλήθηκαν, ήταν εκείνοι που παρακολουθούν συστηματικά τα του Μουσείου.
―Δεν πληροφορηθήκατε επισήμως έκτοτε γιατί αναβλήθηκε το Συμβούλιο Μουσείων;
Όχι ακόμη, αν και επικοινώνησα και εγγράφως. Έκτοτε, δεν λάβαμε ενημέρωση ούτε για νέα ημερομηνία παρουσίασης, ώστε να μιλάμε με βεβαιότητα για αναβολή. Υποθέτω ότι το ΥΠΠΟΑ πιέζεται ιδιαίτερα αυτή την περίοδο γιατί έχει πάρα πολλά θέματα που συνδέονται με ΕΣΠΑ. Ενδέχεται κάποιο άλλο άνοιγμα Μουσείου να ήταν ακόμα πιο πιεστικό!
―Στο Συμβούλιο Μουσείων είναι, μεταξύ πολλών άλλων, μέλη η κ. Σοφία Στάικου, τέως μέλος του Δ.Σ. του ΕΜΣΤ, και η κ. Άννα Καφέτση, τέως διευθύντρια του Μουσείου. Αυτό θα μπορούσε να συνδέεται με το θέμα της έγκρισης της μουσειολογικής σας μελέτης;
Η απάντηση συνδέεται με την εξής ερώτηση: Θα γίνει το Συμβούλιο Μουσείων πριν από το τέλος της θητείας μου, σύμφωνα με το ΦΕΚ του Δεκεμβρίου 2014; Λογικά, έτσι θα έπρεπε να γίνει, γιατί όταν πιέζει τόσο πολύ, και δικαίως, η Πολιτεία να ολοκληρωθούν οι εργασίες που έχουν καθυστερήσει χρόνια, είναι αναγκαίο, για λόγους ουσίας και ηθικής τάξης, να εξεταστεί μια τιτάνια προσπάθεια που έγινε με μόνο γνώμονα και στόχο τη λειτουργία του ΕΜΣΤ το συντομότερο. Η σύσταση, όμως, του Συμβουλίου Μουσείων είναι ένα ζήτημα που δεν μπορεί να σχολιαστεί ούτε από εμένα, αλλά ούτε και από κανέναν άλλο, νομίζω. Είναι απόφαση του τέως αν. υπουργού Πολιτισμού, κ. Νίκου Ξυδάκη. Εγώ και οι μελετητές μπορούσαμε να φροντίσουμε μόνο να είναι έτσι η μελέτη, ώστε να έχει τις προϋποθέσεις για να εγκριθεί αντικειμενικά.
―Πριν από έναν χρόνο, η απόφαση του τότε υπουργού Πολιτισμού Κ. Τασούλα να απομακρυνθεί η κ. Καφέτση πριν από τα εγκαίνια έθεσε για τον καλλιτεχνικό και δημοσιογραφικό χώρο ένα ηθικό θέμα. Σκεφτήκατε τότε ότι αν αρνιόσασταν τη θέση, ενδεχομένως να επιτρεπόταν στην κ. Καφέτση να κάνει τα εγκαίνια;
Όχι, δεν το σκέφτηκα και δεν θεωρώ ότι είναι έτσι. Το υπουργείο είναι το ανώτατο θεσμικό όργανο διοίκησης και πρέπει να έχει μια συνέχεια, ακόμα κι όταν οι υπουργοί αλλάζουν. Άρα, εγώ δεν συζητάω για το ποιος υπουργός υπέγραψε, ενέκρινε, έπαυσε, τοποθέτησε κ.λπ. Με την ίδια λογική θα έπρεπε να λειτουργούν και τα μουσεία και οποιοσδήποτε άλλος τέτοιος φορέας. Είμαστε μια αλυσίδα ανθρώπων, τόσο σε επίπεδο ηγεσίας όσο και σε επίπεδο εκτελεστικό. Υπάρχουν νόμοι, ευθύνες και δικαιώματα, κοινά για όλους. Όσον αφορά το ηθικό ζήτημα που θέτετε, δεν βλέπω τι θέση θα έπρεπε να πάρω. Όταν εκλήθην από το υπουργείο –και σύμφωνα με τις πληροφορίες μου,δεν ήμουν ο μόνος άνθρωπος στον οποίο απευθύνθηκαν τότε, ζητώντας βιογραφικά–, είχε ήδη φύγει η κ. Καφέτση και είχε παρέλθει τουλάχιστον ένα δίμηνο από τη μεγάλη φασαρία που είχε ξεσπάσει. Είχε, δηλαδή, περάσει ένα διάστημα από τις παραιτήσεις των μελών του προηγούμενου Δ.Σ. καθώς και από την ανάκληση της τοποθέτησης της κ. Καφέτση στο ΕΜΣΤ και την επιστροφή της στην οργανική της θέση, στην Εθνική Πινακοθήκη. Αυτά ήταν τετελεσμένα. Δεν εξαρτιόνταν από τη δική μου τοποθέτηση.
―Δεν σκεφτήκατε, όμως, ότι η αποδοχή της θέσης θα είχε, αν μη τι άλλο, επικοινωνιακό κόστος για εσάς;
Δέχτηκα γιατί αυτός είναι ο χώρος της επαγγελματικής και επιστημονικής μου δραστηριότητας, τον οποίο υπηρετώ εδώ και πολλά χρόνια. Από τη στιγμή που μου ζητήθηκε ένα βιογραφικό, το έστειλα, αρχικά χωρίς να ξέρω τον λόγο. Όταν μου έγινε η πρόταση, δεν βρισκόμουν στην Ελλάδα. Ήθελα να επιστρέψω και να μιλήσω πρώτα με τον υπουργό και έτσι έγινε. Οι απαντήσεις που έδωσε ο τότε υπουργός κ. Τασούλας στα ερωτήματά μου –τα οποία σας διαβεβαιώνω ότι ενείχαν απορίες σχετικές με θέματα ηθικής και αντικειμενικής τάξης– ήταν εξαιρετικά σοβαρές και τεκμηριωμένες. Αυτό είναι, βέβαια, το σκέλος που αφορούσε τη δική μου έρευνα, ως προς το αν έπρεπε να δεχτώ. Ίσως, μάλιστα, χάρη σε αυτή την ιδιαίτερα σοβαρή συζήτηση δεν σκέφτηκα να ρωτήσω για τη διάρκεια του διορισμού μου – άλλωστε, ούσα πρόεδρος του ΚΜΣΤ που διέπεται από τον ίδιο νόμο, γνώριζα τα περί 4ετούς θητείας. Όσον αφορά το θέμα της ηθικής διάστασης, ομολογώ ότι με έχει συχνά προβληματίσει και εμένα. Θεωρώ, όμως, ότι δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατο. Δεν καταλαβαίνω πώς μια ηθική διάσταση έχει μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Για μένα, η ηθική διάσταση αφορά μια γενικευμένη στάση απέναντι σε πρόσωπα και καταστάσεις. Ένα ηθικό ζήτημα δεν κοιτά μόνον προς δυσμάς ή ανατολάς, κατά περίσταση. Αν θέλετε, κι εγώ μπορώ να επικαλεστώ ηθικό ζήτημα γιατί βρέθηκα εκεί, να παλεύω με εξαιρετικά δύσκολα ζητήματα και χρονίζουσες εκκρεμότητες για τόσο λίγο διάστημα, χωρίς να το γνωρίζω. Αντιστοίχως, δεν γνώριζα και τον όγκο των ζητημάτων που κλήθηκα να διαχειριστώ. Δεν δημοσιοποίησα τις δυσκολίες τις οποίες, πάντα μαζί με το Δ.Σ. και τους εργαζομένους, αντιμετωπίσαμε, κατά τη γνώμη μου, ικανοποιητικά. Τέλος-τέλος, στη δουλειά μου τηρώ θέματα δεοντολογίας και στη ζωή μου δεν φημίζομαι για αριβισμό, ούτε κινούμαι ως πολιτική επιλογή. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει. Όσο για το επικοινωνιακό κόστος, θα ήθελα να έχει να κάνει με το έργο μου.
―Ήταν πρόκληση για σας η τοποθέτησή σας στο ΕΜΣΤ;
Φυσικά. Είχα μια πορεία που δεν μου χαρίστηκε. Δούλεψα σκληρά στον χώρο, χωρίς μέσα. Υπήρξαν άνθρωποι από την οικογένειά μου που με βοήθησαν και άνθρωποι που εκτίμησαν αυτό που έκανα. Υπηρετώ έκτοτε αυτόν το χώρο και είμαι από τους προνομιούχους, που μπορούν ακόμη να υποστηρίζουν την επιλογή τους με την επαγγελματική τους δραστηριότητα. Μου έγινε μια σημαντική πρόταση χάρη στη δουλειά μου, και για πολλούς λόγους δέχτηκα. Ο κυριότερος είναι ότι πριν από πολλά χρόνια σπούδασα Ιστορία Τέχνης και Αισθητική στο Παρίσι, αλλά επέστρεψα στην Αθήνα, γιατί ήθελα να δουλέψω στη χώρα μου. Τότε, μάλιστα, σκεπτόμουν την Εθνική Πινακοθήκη. Πολύ σύντομα έμαθα για τις πολυετείς προσπάθειες για ίδρυση Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης. Όταν η κ. Καφέτση κατόρθωσε να πείσει την τότε κυβέρνηση για τη σκοπιμότητα αυτού του Μουσείου –και της το χρωστάμε αυτό–, ήμουν ήδη στο Ίδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου και εργαζόμουν με ιδανικές συνθήκες. Τα χρόνια πέρασαν, το Μουσείο παρέμενε υπό μερική και νομαδική λειτουργία. Όταν έπειτα από 14 χρόνια συνεχούς παρουσίας της προηγούμενης διευθύντριας στο πηδάλιο αυτού του θωρηκτού προέκυψαν και άλλα προβλήματα που οδήγησαν στην παύση του Δ.Σ. και της διεύθυνσης από την Πολιτεία, προφανώς και δεν προσπέρασα αδιάφορα την πρόταση που μου έγινε. Ενημερώθηκα, και όταν πήρα τις απαντήσεις που με κάλυψαν, θεώρησα ιδιαίτερα τιμητικό και προκλητικό να συμβάλω στο άνοιγμα του Εθνικού Μουσείου της χώρας, όταν μάλιστα η προηγούμενη κατάσταση είχε τελειώσει.
―Μάθατε γιατί η κ. Καφέτση απομακρύνθηκε ασμένως; Διότι το λογικό θα ήταν να την αφήσει το ΥΠ.ΠΟ. να κάνει τα εγκαίνια.
Δεν μπορώ να ξέρω και είμαι βεβαία ότι ακόμα και αν γνώριζα κάποιους λόγους, δεν περιμένετε να τους μάθετε από εμένα. Εκτιμώ την κ. Καφέτση για την πρωτοβουλία της και την πίστη της στο ΕΜΣΤ εξαρχής. Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που μπορεί να αμφισβητήσει τη συμβολή της στην ίδρυση και δημιουργία του Μουσείου. Είμαι πεπεισμένη για την προσπάθεια που έκανε να σταθεί αυτό το Μουσείο στα πόδια του. Το βοηθήσαμε πολύ και μέσω του Ιδρύματος Κωστόπουλου, άρα ξέρω πόσο δύσκολο είναι να προσπαθεί κάποιος να στήσει εκ του μηδενός κάτι. Από κει κι ύστερα, κάθε άνθρωπος έχει προτερήματα και αδυναμίες και ευτυχώς μια διαφορετική οπτική ως προς το πώς λειτουργεί ένας χώρος. Τιμώ την κ. Καφέτση καθώς και όλους όσοι πάλεψαν τόσα χρόνια, και στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα, να δώσουν στη σύγχρονη τέχνη φωνή και χώρο. Αλλά το γιατί απομακρύνθηκε δεν το γνωρίζω. Γνωρίζω αυτά που έπρεπε σχετικά με τη λειτουργία του ΕΜΣΤ και ούτε αυτά νομιμοποιούμαι να πω. Αυτή η ερώτηση θα πρέπει να τεθεί αλλού. Εγώ μπορώ να σας πω ότι το ΕΜΣΤ είναι «σπίτι μας» για ένα μικρό ή μεγαλύτερο διάστημα και, πάντως, πάντα προσωρινά. Σε όλα τα μουσεία και τους μεγάλους οργανισμούς του κόσμου οι διευθυντές έρχονται, δρουν, φεύγουν. Και είναι πολύ λογικό. Εγώ πιστεύω ότι το φορτίο που είχε η κ. Καφέτση ήταν μεγάλο, αλλά 14 χρόνια στο τιμόνι ενός τέτοιου χώρου δεν είναι λίγα. Δεν μου κάνει εντύπωση το ότι κάποια στιγμή άλλαξε ο διευθυντής. Η στιγμή ήταν δύσκολη, όμως θυμηθείτε πόσα χρόνια ακούμε για εγκαίνια. Δεν σημαίνει ότι επειδή ανακοινώνονται είναι και προ των πυλών. Το πράγμα μιλάει μόνο του, όπως λέει ο λαός. Μιλάμε για το Εθνικό Μουσείο και η λέξη «εθνικό» σε προετοιμάζει τόσο για μια σταθερή συνέχεια όσο και για αλλαγές.
Σε όλα τα μουσεία και τους μεγάλους οργανισμούς του κόσμου οι διευθυντές έρχονται, δρουν, φεύγουν. Και είναι πολύ λογικό. Εγώ πιστεύω ότι το φορτίο που είχε η κ. Καφέτση ήταν μεγάλο, αλλά 14 χρόνια στο τιμόνι ενός τέτοιου χώρου δεν είναι λίγα... Μιλάμε για το Εθνικό Μουσείο και η λέξη «εθνικό» σε προετοιμάζει τόσο για μια σταθερή συνέχεια όσο και για αλλαγές.
―Με τη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, που τελικώς αποσύρθηκε, προσωρινά τουλάχιστον, τι συνέβη;
Η δωρεά είχε μονοετή διάρκεια και προαπαιτούμενα. Κι αφού η υποβολή του σχετικού αιτήματος είχε γίνει τον Απρίλιο του 2014, το θέμα θα έληγε ούτως ή άλλως τον Απρίλιο του 2015. Αλλά τα προαπαιτούμενα δεν είχαν ολοκληρωθεί όταν έγινε το αίτημα, ούτε και στη συνέχεια. Όταν ανέλαβα, προσπάθησα να μη χαθεί η δωρεά, δεν εξαρτιόταν όμως μόνο από το Μουσείο. Εκτός από τη διεύθυνση, τον καλλιτεχνικό προγραμματισμό και τη μουσειολογική μελέτη που απαιτούν συγκέντρωση και χρόνο (υπό κανονικές συνθήκες θα απαιτούνταν τουλάχιστον 2-3 χρόνια), έπρεπε να «τρέξουν» και πολλά άλλα ζητήματα, όπως η ολοκλήρωση των προαπαιτούμενων, για να μπορούμε να συζητάμε σοβαρά για δωρεά του Ιδρύματος Σ. Νιάρχος ή και άλλων ιδρυμάτων ή φορέων. Καταφέραμε μέχρι τώρα να τα υλοποιήσουμε όλα και όταν θα έχουμε και τις εγκρίσεις από την Πολιτεία, θα υποβάλουμε νέο αίτημα προς το Ίδρυμα. Δεν θα πρέπει να γίνει αίτημα χωρίς αυτά, για να μη διακινδυνεύσει πάλι η δωρεά και χάσει και το ΕΜΣΤ τη σοβαρότητά του έναντι των δωρητών του.
―Ωστόσο, από μερίδα του Τύπου αλλά και από το ΥΠ.ΠΟ. σ’ εσάς αποδόθηκαν ευθύνες για την απώλεια της δωρεάς. Σας πικραίνει αυτό;
Δεν έχω την παραμικρή πικρία σε ό,τι αφορά τη στάση του Ιδρύματος Σ. Νιάρχος. Έχω ακριβώς τα αντίθετα αισθήματα. Βρίσκω το Ίδρυμα ιδιαίτερα γενναιόδωρο γενικότερα προς τη χώρα τη συγκεκριμένη περίοδο, αλλά και προς το ΕΜΣΤ, και μάλιστα όχι απλώς ως προς τα οικονομικά μεγέθη. Το Ίδρυμα έκανε ακριβώς ό,τι έπρεπε να κάνει, δείχνοντας ιδιαίτερη ευαισθησία απέναντι στις αδυναμίες της ελληνικής πραγματικότητας: έδωσε, δηλαδή, κι ένα παραπάνω τράτο κάποιων μηνών. Αν έπρεπε, λοιπόν, να νιώθω κάποια πικρία, προφανώς δεν είναι απέναντι στο Ίδρυμα Νιάρχος.
―Αλλά απέναντι σε ποιον;
Με στενοχώρησε η ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού, η οποία εμμέσως πλην σαφώς μετέθετε το πρόβλημα της ακύρωσης της δωρεάς στο ΕΜΣΤ και ειδικότερα σ’ εμένα. Κι επειδή το υπουργείο δεν μπορεί να κάνει συνειδητά λάθη, θεωρώ ότι πρόκειται για λάθος εκτίμηση ή για παραπληροφόρηση. Δεν μπορεί να φταίει ο υπουργός για κάτι τέτοιο.
―Ο Τύπος υπαινίσσεται τις κακές σας σχέσεις με το υπουργείο. Ισχύει κάτι τέτοιο;
Όχι, δεν έχω κακή σχέση με το ΥΠΠΟΑ. Και γιατί να έχω; Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που μπορεί συνειδητά να έχει κακή σχέση με τον καθ’ ύλην αρμόδιο. Θα πρέπει να είναι παράφρων. Αν διαφωνεί τόσο ριζικά, θα ήταν σοφότερο να παραιτηθεί, επικαλούμενος τους λόγους. Αντίθετα, οι σχέσεις μου με το ΥΠ.ΠΟ. ήταν σε γενικές γραμμές καλές και όταν ήμουν στον ιδιωτικό και όσο βρίσκομαι στον κρατικό τομέα. Οι σχέσεις, άλλωστε, είναι θεσμικές και αναγνώρισης. Δεν λειτουργούν όλα συναισθηματικά.
―Ωστόσο, η πρώτη δημόσια συνάντησή σας με τον τέως αν. υπουργό Πολιτισμού Νίκο Ξυδάκη, παρουσία δημοσιογράφων στο ΕΜΣΤ, υπαινίχθηκε το αντίθετο, τουλάχιστον εκ μέρους του…
Το υπουργείο είναι ένας θεσμός, τον οποίο εκπροσωπεί ο εκάστοτε υπουργός Πολιτισμού. Όμως, εκτός από υπουργός είναι και άνθρωπος, που έχει καλές και κακές στιγμές, όπως όλοι μας. Δεν είναι δυνατόν να αποκτήσει ξαφνικά άλλη αγωγή, ιδέες και προσωπικότητα επειδή έγινε υπουργός. Φυσικά, σε αυτή την περίπτωση πρέπει να ιεραρχούνται τα πράγματα, γιατί εκτός από άτομο, ο εκάστοτε υπουργός Πολιτισμού μετατρέπεται συμβολικά σε εικόνα του πολιτισμού της χώρας του. Προφανώς και με στενοχώρησε η συμπεριφορά του κ. Ξυδάκη τότε, αλλά καμιά φορά ο στόχος είναι πιο πάνω από συμπεριφορές που τυγχάνουν ατυχείς. Πάντως, το ότι ο κ. Ξυδάκης άναψε το πούρο του σ’ έναν άδειο ακόμα χώρο, το θεωρώ πταίσμα. Ούτε θεωρώ απαξιωτικό το ότι είπε πως σκοπεύει να κάνει διεθνή διαγωνισμό. Είμαι θιασώτης μιας τέτοιας πρότασης. Και αναμφισβήτητα θα συμμετείχα σ’ έναν τέτοιο διαγωνισμό. Υπάρχουν, όμως, κάποιες προϋποθέσεις. Καταρχάς, να υφίσταται Μουσείο, όχι μόνο στα χαρτιά, και να υπάρχουν οι συνθήκες λειτουργίας του, το προσωπικό, τα χρήματα για τη λειτουργία του.
―Έχω ακούσει τον αντίλογο: εφόσον πρόκειται για το νέο ΕΜΣΤ, θα πρέπει να διευθύνεται στην πρώτη φάση από κάποιον βαθύ γνώστη της ιστορίας της ελληνικής εικαστικής σκηνής και του παρόντος της σύγχρονης ελληνικής τέχνης.
Αυτός ο προβληματισμός συμπυκνώνει την απάντηση που έδωσα και εγώ τότε στον υπουργό. Η γνώμη μου είναι ότι πρώτα στήνεται ένα μουσείο, κάνει 1-2 βήματα για να δώσει το στίγμα του και ένα πρώτο δείγμα γραφής του περιεχομένου του, της πολιτικής του κ.λπ. και μετά, εφόσον υπάρχουν οι προϋποθέσεις, προκηρύσσεται διαγωνισμός. Διότι πού θα έρθει ένας αξιότατος διεθνής επιμελητής; Ας είμαστε και λίγο ρεαλιστές! Θα έρθει στον χώρο που δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί για να γίνει μουσείο; Θα συνομιλήσει στην ελληνική με ποιους; Θα ήταν δύσκολο να τα βγάλει πέρα, όση βοήθεια και να είχε εσωτερικώς από το Μουσείο, που δεν είναι ακόμα επανδρωμένο σε επίπεδο προσωπικού. Συνεπώς, ζητάμε από έναν ικανό και διάσημο να έρθει να λύσει θέματα της δικής μας πραγματικότητας στην παρούσα συγκυρία, τα οποία δεν καταφέραμε εμείς να λύσουμε επί τόσα χρόνια σε καλύτερες συνθήκες. Ζητάμε, δηλαδή, πάλι έξωθεν βοήθεια και λέμε: «Χρήματα δεν υπάρχουν γιατί έχουμε κρίση, άρα θα πρέπει να παλέψεις για να εξασφαλίσεις έναν τακτικό προϋπολογισμό και χορηγίες. Προσωπικό δεν θα έχεις. Το κτίριο δεν έχει μετατραπεί ακόμα σε μουσείο. Χρήματα δεν έχουμε για την εγκατάσταση και τη διαμονή σου. Και ο μισθός που θα παίρνεις θα είναι 1.900 ευρώ περίπου». Υπό αυτές τις συνθήκες, η γνώμη μου είναι ότι δεν είμαστε σε θέση να κάνουμε διεθνή διαγωνισμό. Κι επειδή πολλά σημαντικά μουσεία στον κόσμο (π.χ. Λούβρο, Μετροπόλιταν, Beaubourg κ.ά.) δεν κάνουν διεθνείς διαγωνισμούς, θα έλεγα ότι είναι λογικότερο να ξεκινήσουμε με τον υφιστάμενο νόμο και όταν το Μουσείο σταθεί στα πόδια του, τότε να γίνει και ο διεθνής διαγωνισμός.
Όχι, δεν έχω κακή σχέση με το ΥΠΠΟΑ. Και γιατί να έχω; Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποιος που μπορεί συνειδητά να έχει κακή σχέση με τον καθ' ύλην αρμόδιο. Θα πρέπει να είναι παράφρων. Αν διαφωνεί τόσο ριζικά, θα ήταν σοφότερο να παραιτηθεί, επικαλούμενος τους λόγους.
―Δεν θεωρήσατε, συνεπώς, προσβλητική τη δημοσιοποίηση του στόχου του υπουργού για διενέργεια διεθνούς διαγωνισμού στην πρώτη σας επίσημη συνάντηση και στην ξενάγηση των δημοσιογράφων στο καινούργιο κτίριο…
Το πρόβλημα δεν ήταν αυτό. Εκεί που αισθάνθηκα δύσκολα και πραγματικά αμφιταλαντεύτηκα πάρα πολύ για το αν πρέπει να σηκωθώ και να φύγω ή να μείνω και να απαντήσω (προτιμώντας τελικά το δεύτερο), ήταν όταν άκουσα τον υπουργό να λέει «σκοπεύουμε να εφοδιάσουμε το ΕΜΣΤ με σύγχρονο μοντέλο διοίκησης και να κάνουμε έναν διεθνή διαγωνισμό για να αποκτήσει το Μουσείο επιτέλους έναν άξιο διευθυντή». Η προσβολή δεν ήταν μόνο στο πρόσωπό μου, ήταν και στο πρόσωπο της προκατόχου μου. Και, σε τελική ανάλυση, γινόταν την ημέρα που υποτίθεται ότι είχε γίνει ένα σημαντικό βήμα για το Μουσείο, που μας επέτρεπε να πάψουμε να είμαστε νομάδες. Ε, σε μια τέτοια στιγμή, μια δήλωση, σκέψη ή πρόθεση μπορεί να ειπωθεί ηπιότερα.
―Εάν σας απομακρύνει τώρα το ΥΠ.ΠΟ., δεν θα έχετε κάνει τελικώς στη συνείδηση του μέσου πολίτη μια τρύπα στο νερό;
Όχι, δεν το πιστεύω. Καταρχάς, είναι κι αυτό μέσα στους όρους του παιχνιδιού. Θα με ενοχλήσει μόνο η σκέψη ότι δεν θα μου έχει δοθεί η δυνατότητα να κάνω την πλήρη θητεία που δικαιούμαι. Από κει κι ύστερα, αν αυτό για οποιονδήποτε λόγο θεωρηθεί λήξη θητείας, προφανώς θα αισθανθώ ότι δεν είχα την ευκαιρία να δείξω τι θα μπορούσα ενδεχομένως να κάνω, ώστε να υποστώ και την ανάλογη κριτική, θετική ή αρνητική. Ας υποθέσουμε, όμως, ότι πράγματι φεύγω στη λήξη της θητείας της κ. Καφέτση. Το αν η δουλειά που έγινε ισοδυναμεί με μια τρύπα στο νερό εξαρτάται 100% από την Πολιτεία. Το Δ.Σ., εγώ και όλοι οι συνεργάτες μου στο Μουσείο το εφοδιάσαμε με κάποιες προϋποθέσεις που δεν είχε και που του επιτρέπουν να κάνει βήματα για το άνοιγμά του. Στην Πολιτεία εναπόκειται να τα αξιοποιήσει όλα αυτά. Κι εγώ πιστεύω ότι θα το κάνει. Διότι η Πολιτεία δεν μπορεί να είναι εναντίον του εαυτού της.
―Κι όμως, η θητεία των περισσότερων διευθυντών στους κρατικούς φορείς, με ελάχιστες εξαιρέσεις (όπως η κ. Λαμπράκη, που παραμένει στην Πινακοθήκη), έχει λήξει άδοξα.
Και γιατί δεν εξαιρείτε την κ. Καφέτση, που άλλαξαν τόσες κυβερνήσεις και τόσοι υπουργοί από το 2001 κι έμεινε στην ίδια θέση, και μάλιστα χωρίς να είναι ανοιχτό το Μουσείο; Διότι η κ. Λαμπράκη ανέλαβε έναν οργανισμό που είχε μια μακρά ιστορία πίσω του και τον απογείωσε για χρόνια, όσο οι συνθήκες το επέτρεπαν.
―Μα, η θητεία της κ. Καφέτση έληξε αντικειμενικά άδοξα.
Θα συμφωνήσω μαζί σας, αλλά πιστεύω ότι υπάρχουν και πολλοί διευθυντές, πρόεδροι ή και υπουργοί ακόμα που έχουν κάνει πολλή δουλειά στην «κουζίνα», παρ’ όλα αυτά άλλαξαν για διάφορους λόγους. Αλλά, για να επιστρέψουμε στο ΕΜΣΤ, η «τρύπα στο νερό» δεν έχει να κάνει, βέβαια, με τα πράγματα που έγιναν και θα αποτελέσουν ένα θετικότατο πρόσημο στην όποια μελλοντική διεύθυνση του Μουσείου (πράγματα που δεν μπορείς να τα πάρεις πίσω, εκτός κι αν ξηλώνεις, αντί να πλέκεις). Το σημαντικό αυτήν τη στιγμή είναι να ανοίξει το Μουσείο. Και για εμένα αυτός ο στόχος είναι σημαντικότερος από το «ποιος» θα ανοίξει το Μουσείο. Εγώ είμαι η νυν διευθύντρια του ΕΜΣΤ, αλλά είμαι και Έλλην πολίτης. Και ως τέτοιον με αφορά περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο το άνοιγμα του Μουσείου. Το θεωρώ υποχρέωση απέναντι στον Έλληνα φορολογούμενο και απέναντι στον Ευρωπαίο –από τη στιγμή που χρησιμοποιήσαμε (και) ευρωπαϊκά κονδύλια– και, κυρίως, απέναντι στους Έλληνες καλλιτέχνες, στη συνέχεια της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, στην εξέλιξη και στην ανάπτυξη αυτού του τόπου. Είτε είμαι είτε δεν είμαι εκεί, αν μπορώ να συμβάλω σ’ αυτό με οποιονδήποτε τρόπο, θα το κάνω.
―Να συμπεράνω ότι δεν σας είναι αδιάφορη η ανανέωση της θητείας σας.
Προφανώς με ενδιαφέρει να διεκδικήσω μια ολόκληρη θητεία, βάσει του δικαιώματος που δίνει ο νόμος. Αυτό, όμως, αφορά περισσότερο το αίσθημα δικαίου και τη δική μου διεκδίκηση. Το άλλο μάς αφορά εθνικά και συλλογικά. Εάν η Πολιτεία κρίνει ότι το άνοιγμα του Μουσείου είναι προτεραιότητα και θέλει να το ανοίξει, μπορεί να το κάνει. Φτάνει να περάσουν οι έτοιμες μελέτες από το Συμβούλιο Μουσείων έγκαιρα και να τους δοθεί η ευκαιρία να επιτύχουν ή να αποτύχουν.
Το αν ο κύριος Λούκος δεν είχε απόλυτη γνώση ή έλεγχο του τι γινόταν στο ταμείο, οπωσδήποτε είναι κάτι σοβαρό, αλλά νομίζω ότι θα μπορούσε να συμβεί και στον οποιονδήποτε – και σ' εμένα. Αυτό, βέβαια, φανερώνει μια παθογένεια: ότι δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμα πως ένας διευθυντής δεν μπορεί να τα κάνει όλα.
―Στην Ελλάδα, βέβαια, η επιτυχία δεν είναι αυτονόητο επιχείρημα. Έχουμε το πρόσφατο παράδειγμα του Γιώργου Λούκου.
Λόγω της μεγάλης πίεσης στο ΕΜΣΤ, δεν έμαθα λεπτομέρειες. Αυτό που ξέρω, όμως, είναι τον ίδιο τον Γιώργο Λούκο: ως επαγγελματία, ως διεθνή προσωπικότητα και ως έναν άνθρωπο με σοβαρότητα, που υπό τόσο δύσκολες συνθήκες κατάφερε να ανεβάσει και να διατηρήσει ψηλά το Φεστιβάλ. Το σημαντικότερο, να το «ανοίξει» στο κοινό, κυρίως στους νέους. Το αν ο κύριος Λούκος δεν είχε απόλυτη γνώση ή έλεγχο του τι γινόταν στο ταμείο, οπωσδήποτε είναι κάτι σοβαρό, αλλά νομίζω ότι θα μπορούσε να συμβεί και στον οποιονδήποτε – και σ’ εμένα. Αυτό, βέβαια, φανερώνει μια παθογένεια: ότι δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ακόμα πως ένας διευθυντής δεν μπορεί να τα κάνει όλα. Αν ασχολείται με το τεράστιο έργο του προγραμματισμού, της επικοινωνίας, των επαφών και της πολιτικής του χώρου, οφείλουμε να τον εφοδιάσουμε με άλλους εξειδικευμένους και υπεύθυνους ανθρώπους (διοικητικούς διευθυντές, οικονομικούς διευθυντές ή ό,τι άλλο) που θα τον απαλλάξουν από ορισμένα βάρη και θα προστατεύσουν και τον ίδιο και τον οργανισμό. Φοβάμαι ότι αυτό θα μπορούσε να συμβεί σε πολλούς από εμάς που επιφορτιζόμαστε με 150 πράγματα, χωρίς να έχουμε τους απαραίτητους συνεργάτες δίπλα μας. Θεωρώ, λοιπόν, ότι για το συμφέρον του Φεστιβάλ ο κ. Λούκος θα ήταν καλό να συνεχίσει το έργο του, όταν ολοκληρωθεί η νομική διαδικασία, έχοντας περισσότερη βοήθεια σε τομείς που δεν μπορεί να διαχειριστεί μόνος του.
―Υπέρ του Γιώργου Λούκου, όπως και υπέρ της Άννας Καφέτση, συγκεντρώθηκαν υπογραφές. Θα επιδιώκατε να υπάρξει ανάλογη κινητοποίηση και για εσάς;
Ειλικρινά και τίμια, όχι. Όχι, βέβαια, επειδή δεν ξέρω πολλούς καλλιτέχνες και ανθρώπους του χώρου εντός κι εκτός Ελλάδας. Απλώς, δεν συνάδει με τη δική μου άποψη για το πώς πρέπει να κινούμαστε. Θεωρώ ότι φέρνει σε πάρα πολύ δύσκολη θέση τόσο κάποιον ο οποίος δεν θέλει να σου χαλάσει χατίρι και μπορεί ενδεχομένως να υπογράψει ακόμα και χωρίς να γνωρίζει πλήρως τα πράγματα, όσο και κάποιον που σχετίζεται με το θεωρητικά αντίπαλο δέος και δεν θέλει να πάρει θέση. Και, εν τέλει, θεωρώ πώς ό,τι έχω κάνει όλα αυτά τα χρόνια, είναι η βασική μαρτυρία μου. Ως επαγγελματία με κάλεσε το υπουργείο. Στο πρόσωπό μου δεν εξαργυρώθηκε κάποιο ανεξόφλητο κομματικό γραμμάτιο. Όσες φορές με φώναξε η Πολιτεία, υποθέτω ότι με κάλεσε ως επαγγελματία του χώρου. Το να εμπλέξω σε μια τέτοια ιστορία και άλλους ανθρώπους για την υποστήριξή μου δεν ταιριάζει καθόλου ούτε στη λογική ούτε στην ηθική μου. Εάν, βεβαίως, μια τέτοια πρωτοβουλία προέκυπτε αυθόρμητα, τότε θα με συγκινούσε ιδιαίτερα.
___________
Η συνέντευξη δόθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2015 στο σπίτι της κ. Κοσκινά